• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 72
  • 3
  • Tagged with
  • 75
  • 68
  • 16
  • 16
  • 13
  • 9
  • 9
  • 8
  • 7
  • 7
  • 7
  • 5
  • 5
  • 5
  • 5
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
71

Μείωση της βροχόπτωσης στην Α. Μεσόγειο και η σχέση της με το φαινόμενο Enso : διερεύνηση με τις μεθόδους της δενδροκλιματολογίας

Σαρρής, Δημήτριος 03 July 2009 (has links)
Ο Δείκτης της Νότιας Κύμανσης (Southern Oscillation Index, SOI) περιγράφει την ατμοσφαιρική κυκλοφορία στον τροπικό Α. Ειρηνικό Ωκεανό σε σχέση με το παγκόσμιας κλιματικής σημασίας φαινόμενο ΕΝSO (El Niño-Southern Oscillation). Μετά τα τέλη της δεκαετίας του 1970, βρέθηκε ότι η ισχυρότερη αρνητική φάση του Δείκτη της Νότιας Κύμανσης των τελευταίων 150 ετών συμπίπτει με την ισχυρότερη θετική φάση του Δείκτη της Βορειοατλαντικής Κύμανσης (North Atlantic Oscillation Index, ΝΑΟΙ) των τελευταίων 180 ετών. Μάλιστα, η ανάλυση της συσχέτισης μεταξύ των Δεικτών της Νότιας και της Βορειοατλαντικής Κύμανσης την περίοδο 1950-2007 εμφάνισε, αλλά μόνο μετά το 1978, μια στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στις 20 ισχυρότερες αρνητικές φάσεις των τριμήνων Σεπτεμβρίου-Νοεμβρίου του Δείκτη της Νότιας Κύμανσης και των χειμερινών (Δεκεμβρίου-Φεβρουαρίου) φάσεων του Δείκτη της Βορειοατλαντικής Κύμανσης που χρονικά ακολούθησαν. Παρόμοια, οι 20 ισχυρότερες θετικές φάσεις των τριμήνων Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου και Νοεμβρίου-Ιανουαρίου του Δείκτη της Νότιας Κύμανσης την περίοδο 1950-2007 παρουσίασαν, μετά τα τέλη της δεκαετίας του 1970, μια στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τις χειμερινές (Δεκεμβρίου-Φεβρουαρίου) φάσεις του Δείκτη της Βορειοατλαντικής Κύμανσης που ακολούθησαν. Οι σχέσεις αυτές συνέπεσαν με μειωμένη χειμερινή βροχόπτωση στην Α. Μεσόγειο. Εάν οι σχέσεις μεταξύ των Δεικτών της Νότιας και της Βορειοατλαντικής Κύμανσης διατηρηθούν και στο μέλλον, επιτρέπουν, με βάση τη φθινοπωρινή φάση του Δείκτη της Νότιας Κύμανσης, τη δυνατότητα πρόγνωσης της χειμερινής βροχόπτωσης στις περιοχές που επηρεάζονται από τη Βορειοατλαντική Κύμανση (ΝΑΟ) (για περιοχές της Ελλάδας ακόμη και με πιθανότητα 90%). Αναλύθηκε η ετήσια κατά πάχος προσαύξηση του βλαστού σε δένδρα χαλεπίου (Pinus halepensis subsp. halepensis) και τραχείας (Pinus halepensis subsp. brutia) πεύκης από τη θερμο-μεσογειακή ζώνη βλάστησης των νήσων Ζακύνθου, Σκύρου, Σάμου και Κρήτης (Ιεράπετρα). Το πλάτος των αυξητικών δακτυλίων τους βρέθηκε πολύ ευαίσθητο στις μεταβολές της βροχόπτωσης και εμφάνισε στατιστικά σημαντική συσχέτιση με το μέσο όρο της μέσης ετήσιας βροχόπτωσης 37 μετεωρολογικών σταθμών της Α. Μεσογείου. Οι αυξητικοί δακτύλιοι κατέδειξαν, επίσης, ότι η ετήσια βροχόπτωση στην Α. Μεσόγειο μετά το 1970 εμφάνισε τη σημαντικότερη μείωση τουλάχιστον των τελευταίων 200 ετών. Η μείωση της αύξησης των δένδρων συμπίπτει χρονικά με την πρόσφατη αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη. Συμφωνεί, δε, με την πρόβλεψη, μέσω των κλιματικών μοντέλων, της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Kλιματική Aλλαγή (Intergovernmental Panel on Climate Change, IPCC, 2007) ότι στη Μεσόγειο αναμένεται σημαντική μείωση των βροχοπτώσεων λόγω περαιτέρω αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη, πράγμα που παρατηρήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν. Τίθεται, επίσης, το ερώτημα εάν οι πρόσφατες διασυνδέσεις μεταξύ των Δεικτών της Νότιας και της Βορειοατλαντικής Κύμανσης (που σχετίζονται με την πρόσφατη μείωση της βροχόπτωσης στην Α. Μεσόγειο) συνδέονται και με την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη. Κατά τις υγρές περιόδους του 20ου αιώνα (620-760 mm μέση ετήσια βροχόπτωση) η ετήσια αύξηση των δένδρων στις περιοχές μελέτης καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από βροχοπτώσεις που σημειώθηκαν εντός λίγων εβδομάδων ή μηνών πριν ή και κατά την έναρξη της αυξητικής περιόδου. Όμως, κατά την ξηρότερη περίοδο που καταγράφηκε (1990-96, 480 mm μέση ετήσια βροχόπτωση) η αύξηση εξαρτήθηκε από βροχόπτωση 3-4 ετών πριν, συμπεριλαμβανομένου του έτους σχηματισμού του δακτυλίου. Αυτό δείχνει ότι το νερό από βαθύτερα στρώματα του εδάφους, συσσωρευμένο από βροχοπτώσεις προηγούμενων ετών, κατέστη ιδιαιτέρως σημαντικό καθώς η ξηρασία εντάθηκε. Αυτή η διαδικασία πρέπει να σχετίζεται με το βαθύ ριζικό σύστημα των πεύκων. Όμως, μια σειρά ξηρών ετών μπορεί να εξαντλήσει τα υπόγεια «αποθέματα υγρασίας». Στην περίπτωση αυτή τα πεύκα μπορεί να φτάσουν πολύ κοντά στα όρια της επιβίωσης τους, ακόμη και να ξεραθούν. Τέτοια περιστατικά καταγράφηκαν στη νήσο Σάμο και στην Αχαΐα (Πελοπόννησο), όπου ακόμη και 80-χρονα πεύκα ξεράθηκαν στο τέλος των καλοκαιριών του 2000 και 2007. Με βάση το σενάριο Α1B-SRES (IPCC 2007), η μέση ετήσια βροχόπτωση στην περιοχή μελέτης προβλέπεται να μειωθεί την περίοδο 2090-2099 ακόμη και κατά 30% σε σχέση με τα επίπεδα του 1980-1999, φτάνοντας τα 390 mm. Τα επίπεδα αυτά βροχόπτωσης είναι πολύ χαμηλότερα από την οριακή τιμή των 480 mm που προσδιορίστηκε ως κρίσιμη για τους μελετηθέντες πληθυσμούς πεύκων (Pinus) στο να επιβιώσουν υπό ξηρασία στηριζόμενοι σε βαθύτερα αποθέματα υγρασίας. Συνεπώς, εάν τέτοιες συνθήκες επικρατήσουν κατά τον 21ο αιώνα, θα αυξηθεί σημαντικά ο κίνδυνος καταστροφής των δασών της θερμο-μεσογειακής ζώνης βλάστησης. Επίσης, με τη συνδυασμένη επίδραση αυξημένων θερινών θερμοκρασιών και πυρκαγιών θα μεγαλώσει και ο κίνδυνος ερημοποίησης. / The Southern Oscillation Index (SOI) describes atmospheric circulation in the eastern tropical pacific related to ENSO (El Niño-Southern Oscillation), a phenomenon of global climatic significance. After the late 1970s, SOI’s strongest negative phase in 150 year was found to coincide with the strongest positive phase of the North Atlantic Oscillation Index (NAOI) in 180 years. Correlation analysis between SOI and NAOI during 1950-2007 revealed a statistically significant connection between the 20 strongest negative phases of the Sept.-Nov. SOI and the following winter’s (Dec.-Feb.) NAOI phases only after 1978. Similarly, the 20 strongest positive phases of the Oct.-Dec. and Nov.-Jan. SOI of 1950-2007 produced a statistically significant correlation with the following winter’s (Dec.-Feb.) NAOI phases after the late 1970s. Such relationships coincided with reduced winter precipitation in the eastern Mediterranean. If these SOI-NAOI connections hold, the possibility exists to forecast winter precipitation conditions in regions effected by NAO from the previous autumn’s SOI state (with even a 90% accuracy for regions of Greece). Annual radial stem increment was analysed in Pinus halepensis subsp. halepensis and Pinus halepensis subsp. brutia trees for Thermo-Mediterranean vegetation zones of the Greek islands of Zakinthos, Skiros, Samos and Crete (Ierapetra). Tree-ring width was found to be very sensitive to precipitation and produced a statistically significant correlation with annual rainfall from mean of 37 meteorological stations of the eastern Mediterranean. Tree-rings also indicated that annual rainfall reached its lowest values in nearly 200 years after the 1970s. This reduction in growth coincides with recent global warming. Thus, it is in line with IPCC (2007) climate model projections’ that the Mediterranean will experience a significant decline in precipitation as global warming progresses, as was the case in the recent past. It also raises the question whether recent SOI-NAOI links (involved in the recent decline in precipitation in the eastern Mediterranean) are also connected to global warming. During moist periods of the 20th century (ca. 620-720 mm average annual precipitation) annual tree growth in the regions under investigation was largely controlled by rainfall during a few weeks or months before or during the beginning of the growing season. In contrast, during the driest period on record (1990-1996; 480 mm average annual precipitation) growth depended on rainfall of 3-4 years before, including the year of tree ring formation. This suggests that water from deeper ground, accumulated during rainfall of previous years and became increasingly important as drought intensified. Deep rooting must be involved in such a process. However, a series of dry years may exhaust deeper ground “moisture reserves”. In this case pines may be pushed very close to their survival limits and can even be desiccated. Such incidents were recorded in Samos and Achaia (Peloponnesus) of Greece where pines died in late summer 2000 and 2007, including some 80-year-old trees. Mean annual precipitation for the studied area in 2090-2099 is projected to decrease by even 30% compared to 1980-99 levels, based on Α1B-SRES (IPCC 2007), reaching 390 mm. These levels of rainfall are far bellow the threshold of 480 mm determined as critical for the investigated populations of Pinus to survive drought by relying on deeper moisture reserves. Thus, if such conditions persist during the 21st century they will contribute to the risk of devastation for Thermo-Mediterranean zone forests. Combined with higher summer temperatures and fire outbreaks the risk of desertification will also increase.
72

Lost Childhood; Unaccompanied Children and Trafficking in Greece : A Case Study

Rerra, Elpida January 2024 (has links)
The present study focuses on the issue of unaccompanied minors (UAMs) and trafficking and is a case study about Greece. Its purpose is to comprehend the factors that make UAMs vulnerable to trafficking, highlight gaps in protection measures, and evaluate the effectiveness of the legal and policy framework. It is important to research this subject because of its utmost importance as a critical human rights issue. By delving into it, human rights values are upheld and contribute to the broader goal of safeguarding children and preventing trafficking globally. Vulnerability theory and securitization theory form the basis of this thesis and a qualitative method was used with field research conducted through semi-structured interviews. The results showed that UAMs represent a vulnerable group at risk of trafficking in Greece or possibly be already victims from their country of origin or during the migration journey, attributable to existing gaps in their protection and various contributing factors. The results of this study include the need for establishing a national child protection system, improving protection measures and preventive mechanisms, and fostering collaboration with stakeholders to protect these children. / Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στο ζήτημα των ασυνόδευτων ανηλίκων (Α.Α.) και της εμπορίας ανθρώπων και αποτελεί μελέτη περίπτωσης για την Ελλάδα. Σκοπός της είναι να κατανοήσει τους παράγοντες που καθιστούν τους Α.Α. ευάλωτους στην εμπορία ανθρώπων, να επισημάνει τα κενά στα μέτρα προστασίας και να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα του νομικού και πολιτικού πλαισίου. Είναι σημαντικό να ερευνηθεί το θέμα αυτό λόγω της ύψιστης σημασίας του ως κρίσιμου ζητήματος ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Με την εμβάθυνση σε αυτό, υποστηρίζονται οι αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συμβάλλουν στον ευρύτερο στόχο της προστασίας των παιδιών και της πρόληψης της εμπορίας ανθρώπων σε παγκόσμιο επίπεδο. Η θεωρία της ευαλωτότητας και η θεωρία της ασφαλειοποίησης αποτελούν τη βάση της παρούσας διπλωματικής και χρησιμοποιήθηκε ποιοτική μέθοδος με έρευνα πεδίου που διεξήχθη μέσω ημι-δομημένων συνεντεύξεων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι Α.Α. αποτελούν μια ευάλωτη ομάδα που κινδυνεύει να πέσει θύμα εμπορίας στην Ελλάδα ή ενδέχεται να έχει πέσει ήδη θύμα είτε στη χώρα καταγωγής τους είτε κατά τη διάρκεια του μεταναστευτικού ταξιδιού, γεγονός που αποδίδεται στα υπάρχοντα κενά στην προστασία τους και σε διάφορους παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτό. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης συμπεριλαμβάνουν την ανάγκη για τη δημιουργία ενός εθνικού συστήματος παιδικής προστασίας, τη βελτίωση των μέτρων προστασίας και των προληπτικών μηχανισμών και την προώθηση της συνεργασίας με τους ενδιαφερόμενους φορείς για την προστασία αυτών των παιδιών.
73

Συμβολή στη μελέτη της βιολογίας και οικολογίας του ζωοπλαγκτού σε λίμνες της Δυτικής Ελλάδας

Χαλκιά, Αικατερίνη 26 August 2014 (has links)
Η παρούσα διδακτορική διατριβή εστιάστηκε στη μελέτη των σημαντικότερων οικολογικών και βιολογικών παραμέτρων του ζωοπλαγκτού των λιμνών Αμβρακίας, Λυσιμαχείας και Οζερός. Στόχος της μελέτης αυτής είναι η καλύτερη κατανόηση του οικολογικού ρόλου που διαδραματίζουν οι ζωοπλαγκτικές βιοκοινωνίες στα λιμναία οικοσυστήματα στην περιοχή της Δυτικής Ελλάδας, καθώς και η αποτύπωση της σημερινής κατάστασης στην οποία βρίσκονται. Πραγματοποιήθηκαν μηνιαίες δειγματοληψίες κατά την περίοδο Σεπτέμβριος 2006-Αύγουστος 2008 στη λίμνη Αμβρακία και αντίστοιχα κατά την περίοδο Ιούνιος 2009-Μάιος 2010 στις λίμνες Λυσιμαχεία και Οζερός. Σε κάθε λίμνη γινόταν συλλογή δειγμάτων ζωοπλαγκτού, in situ καταγραφή των βασικών φυσικοχημικών παραμέτρων των υδάτων και συλλογή δειγμάτων νερού για τον προσδιορισμό της συγκέντρωσης των κυριότερων θρεπτικών στοιχείων και της χλωροφύλλης-α. Η Αμβρακία είναι μια θειικού τύπου λίμνη με υψηλή αγωγιμότητα. Χαρακτηρίζεται ως θερμή μονομικτική και κατά την περίοδο της θερμοστρωμάτωσης στο υπολίμνιο παρατηρείται ανάπτυξη υποξικών/ανοξικών συνθηκών. Οι λίμνες Λυσιμαχεία και Οζερός δεν εμφάνισαν φαινόμενα θερμοστρωμάτωσης, διατηρούν ικανοποιητικά επίπεδα οξυγόνωσης στην υδάτινη στήλη τους και παρουσιάζουν αρκετά χαμηλές τιμές διαφάνειας. Σύμφωνα με τις τιμές του δείκτη τροφικότητας του Carlson, η λίμνη Αμβρακία χαρακτηρίζεται ως μεσότροφη, η λίμνη Οζερός ως μεσο-εύτροφη και η λίμνη Λυσιμαχεία ως εύτροφη. Στη λίμνη Αμβρακία αναγνωρίστηκαν συνολικά 33 ζωοπλαγκτικά taxa, στη λίμνη Λυσιμαχεία 36 και στη λίμνη Οζερός 25. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις μέσες τιμές αφθονίας του ζωοπλαγκτού στις τρεις λίμνες, η Αμβρακία (83,6-442,7 ind/l) προσεγγίζει καλύτερα τα χαρακτηριστικά ζωοπλαγκτικών βιοκοινωνιών που συναντώνται σε μεσότροφα οικοσυστήματα, ενώ ο Οζερός (59,4-818 ind/l) και ιδιαίτερα η Λυσιμαχεία (147,9-4449,3 ind/l) σε εύτροφα. Η εποχική διακύμανση της συνολικής αφθονίας του ζωοπλαγκτού των λιμνών, χαρακτηρίζεται από τη χαμηλή αφθονία των ειδών κατά τη χειμερινή περίοδο και τη σταδιακή αύξησή τους κατά την εαρινή. Στη βαθιά λίμνη Αμβρακία, η συντριπτική πλειοψηφία του ζωοπλαγκτού βρέθηκε συγκεντρωμένη στο στρώμα των 0-20 m. Το θερμοκλινές φάνηκε να ασκεί σημαντική επίδραση στον κατακόρυφο διαχωρισμό ειδών και οντογενετικών σταδίων. Η διερεύνηση της επίδρασης των περιβαλλοντικών παραμέτρων στην αφθονία και διακύμανση του ζωοπλαγκτού των τριών λιμνών έδειξε πως ο κύριος παράγοντας που φαίνεται να επηρεάζει τα περισσότερα ζωοπλαγκτικά είδη είναι η θερμοκρασία. / The present PhD thesis focused on the study of the main ecological and biological aspects of the zooplankton community in lakes Amvrakia, Lysimachia and Ozeros. The aim of this study is the better understanding of zooplankton’s ecological role in lake ecosystems of Western Greece. For the investigation of the zooplankton community in lakes, zooplankton samples were collected on a monthly basis in Lake Amvrakia during the period September 2006-August 2008 and in lakes Lysimachia and Ozeros during the period June 2009-May 2010. Additionally, for the assessment of water quality in lakes, water samplings were conducted at the same period in order to estimate the concentration of nutrients and chlorophyll-a, while the water’s basic physicochemical parameters were recorded in situ. Lake Amvrakia, which belongs to the sulphate type, exhibits high conductivity values. The lake is characterized as a warm monomictic lake. The main characteristic in the vertical axis was the depletion of oxygen in the deeper hypolimnion, where anoxic conditions prevail, especially at the end of the stratification period. Lakes Lysimachia and Ozeros maintained satisfactory levels of oxygenation in their water column and no thermal stratification was observed. Both lakes exhibited low transparency values. According to Carlson's Trophic State Index (TSI), Lake Amvrakia is characterized as mesotrophic, Lake Ozeros as meso-eutrophic and Lake Lysimachia as eutrophic. The zooplankton sampling in Lake Amvrakia revealed 33 zooplankton taxa, in Lake Lysimachia 36 and in Lake Ozeros 25. Considering the mean integrated abundance of the total zooplankton in the three lakes, Amvrakia (83.6-442.7 ind/l) exhibited the main characteristics of a mesotrophic ecosystem, while Ozeros (59.4-818 ind/l) and especially Lysimachia (147.9-4449.3 ind/l) of eutrophic lakes. The seasonal variation of the total abundance of zooplankton of lakes characterized by low species abundance in winter and a gradually increase during the spring period. The investigation of the zooplankton vertical distribution in the deep lake Amvrakia showed that the vast majority of species was concentrated in the layer of 0-20 m. The development of the thermocline layer had a significant effect on the vertical separation between species, as well as between ontogenetic stages. The water temperature seemed to have the most important influence on the temporal variation of most of the zooplankton taxa in lakes Amvrakia, Lysimachia and Ozeros.
74

Οροεπιδημιολογική μελέτη του ιού του αιμορραγικού πυρετού Κριμαίας-Κογκό και των χανταϊών με τεχνικές ELISA και ανοσοφθορισμού σε πληθυσμό της βόρειας Πελοποννήσου / Seroepidemiological study of Crimean-Congo hemorrhagic fever virus and hantaviruses in northern Peloponnese with ELISA and immunofluorescence techniques

Σαργιάνου, Μαρία 05 February 2015 (has links)
Ο ιός του αιμορραγικού πυρετού Κριμαίας-Κογκό (Crimean-Congo Hemorrhagic Fever Virus, CCHFV), καθώς και οι χανταϊοί (hantaviruses) προκαλούν στον άνθρωπο αιμορραγικό πυρετό. Αυτοί παρουσιάζουν ευρεία γεωγραφική κατανομή και αποτελούν απειλή για τη δημόσια υγεία, λόγω του υψηλού ποσοστού θνητότητας που σημειώνουν και της απουσίας αποτελεσματικής θεραπευτικής αγωγής. Παρότι επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν την παρουσία αντισωμάτων στον ελληνικό πληθυσμό, περιορισμένες είναι οι αναφορές κλινικών περιστατικών CCHF και HFRS στην Ελλάδα. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να προσδιορίσει τον επιπολασμό της μόλυνσης με τον CCHFV και τους χανταϊούς στον Ν. Αχαΐας, που αν και παρουσιάζει ευνοϊκές συνθήκες για την κυκλοφορία των δύο ιών, δεν έχει μελετηθεί στο παρελθόν. Σχεδιάσθηκε διατμηματική μελέτη και συγκεντρώθηκαν προοπτικά 207 δείγματα ορού φαινομενικά υγιών ατόμων-κατοίκων της περιοχής, τα οποία εξετάστηκαν με τη μέθοδο ELISA και έμμεσου ανοσοφθορισμού για την ύπαρξη αντισωμάτων έναντι του CCHFV και των χανταϊών. Ο επιπολασμός για τη μόλυνση με CCHFV βρέθηκε 3,4% και 9,7% για τη μόλυνση με χανταϊούς, ενώ κανένα από τα οροθετικά άτομα δεν ανακαλούσε συμπτώματα παρόμοια με αυτά του CCHF ή του HFRS. Για τον CCHFV, βρέθηκε ότι η ηλικία, η αγροτοκτηνοτροφική ενασχόληση, η κατοχή/εκτροφή αιγοπροβάτων, το ιστορικό νύγματος κρότωνα, η μόνιμη διαμονή σε υψόμετρο ≥400μ., η μόνιμη διαμονή σε μη αρδευόμενες αρόσιμες εκτάσεις ή σε αγροτικές εκτάσεις με σημαντικό ποσοστό φυσικής βλάστησης, καθώς και η μόνιμη διαμονή σε αγροτική περιοχή είναι σημαντικοί παράγοντες κινδύνου. Από αυτούς, το νύγμα κρότωνα, η αγροτοκτηνοτροφική ενασχόληση και η μόνιμη διαμονή σε υψόμετρο ≥400μ. βρέθηκαν να προβλέπουν καλύτερα την οροθετικότητα ενός ατόμου. Επίσης, βρέθηκε ότι παράγοντες που σχετίζονται με τη μόλυνση με χανταϊούς είναι: η ηλικία, η θέαση τρωκτικών σε ακτίνα <200μ. γύρω από την οικία και η ιδιοκτησία υπόγειας αποθήκης. Από αυτούς, μόνο η ηλικία βρέθηκε να προβλέπει καλύτερα την οροθετικότητα ενός ατόμου. Επιπλέον, παρατηρήθηκε ότι σχεδόν το 75% των θετικών ατόμων για αντισώματα έναντι των χανταϊών παρουσίαζαν ήπια επηρεασμένη νεφρική λειτουργία. Εντοπίστηκαν, επίσης, ενδημικές εστίες των ιών στον νομό: ο Δ. Ερυμάνθου για τον CCHFV και ο Δ. Δυτικής Αχαΐας για του χανταϊούς. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω αποτελέσματα, θα πρέπει οι κλινικοί γιατροί της περιοχής να συμπεριλαμβάνουν τον CCHF και τον HFRS στη διαφορική διάγνωση εμπύρετων νοσημάτων, ιδίως όταν αυτά συνοδεύονται από θρομβοπενία ή επηρεασμένη νεφρική λειτουργία. / Crimean-Congo hemorrhagic fever virus (CCHFV) and hantaviruses cause to humans fever with hemorrhagic manifestations. These viruses present wide geographic distribution and represent major threats for public health, because of the high fatality rate that they present and the lack of appropriate treatment. Although seroprevalence studies show the presence of antibodies against CCHFV and hantaviruses in the greek population, only some reports of human cases have been reported to date in Greece. The aim of the present study is to estimate seroprevalence for CCHFV and hantaviruses in humans in the prefecture of Achaia, where the local conditions potentially favor the circulation of these viruses and which has not been previously studied. A cross-sectional study was designed and 207 human sera were collected from apparently healthy individuals living in Achaia, which were tested for CCHFV and hantaviruses IgG antibodies by ELISA and by indirect immunofluorescence assay (IFA). Seroprevalence for CCHFV infection was estimated at 3.4%, whereas for hantaviruses at 9.7%; none recalled any illness resembling CCHF or HFRS. For CCHFV, it was found that age, agro-pastoral occupation, tending sheep and/or goats, tick bite, living in areas at an altitude of ≥400m., living at rural areas, living on non-irrigated arable land or on land principally occupied by agriculture, with significant areas of natural vegetation are significantly related to seropositivity. Among them, tick bite, agro-pastoral occupation and living in areas at an altitude of ≥400m. better predict seropositivity of an individual. For hantaviruses, it was found that age, rodent sighting around home and the ownership of an underground shed are significantly related to seropositivity. Among them, it seems that only age can predict seropositivity of an individual. Moreover, it was observed that almost 75% of the seropositive for hantaviruses individuals presented mild renal dysfunction. In this study, endemic foci were also detected: the municipality of Erimanthos for CCHFV and the municipality of Western Achaia for hantaviruses. Clinicians should include CCHF and HFRS in the differential diagnosis of an acute febrile case, especially when thrombocytopenia or impaired renal function is encountered.
75

Δορυφόρος λογαριασμός τουρισμού. Θεωρία και πράξη ενός εθνικολογιστικού εργαλείου και η ελληνική προσέγγιση

Γιαννόπουλος, Κωνσταντίνος 19 August 2010 (has links)
Το ζήτημα της μέτρησης των οικονομικών επιπτώσεων του τουρισμού (σε νομισματικά και μη νομισματικά μεγέθη) σε μία οικονομία αναφοράς έχει απασχολήσει έντονα την διεθνή κοινότητα. Ιδιαίτερα δε, έχει επισήμως αναγνωρισθεί ότι οι διάφορες μέχρι πρόσφατα σχετικές μετρήσεις ήταν αποσπασματικές, μη ορθολογικά συγκροτημένες και μη ολοκληρωμένες, έτσι ώστε να μην παρουσιάζεται η πραγματική συνολική εικόνα του ετήσιου μεγέθους του τουρισμού σε μία χώρα. Το ίδιο έχει αναγνωρισθεί επισήμως και στην Ελλάδα για τις διαδικασίες που ακολουθούντο έως σήμερα. Ο τουρισμός συνιστά ένα φαινόμενο που από οικονομικής απόψεως σημαίνει την ενεργοποίηση μίας ιδιαίτερα διαμορφούμενης ατομικής κατανάλωσης, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, από τους επισκέπτες στον τόπο της επίσκεψης. Για την ικανοποίηση αυτής της ζήτησης για κατανάλωση η πλευρά της προσφοράς πρέπει να ανταποκριθεί. Αυτό σημαίνει τη μεταβολή σε κάθε μακροοικονομικό μέγεθος σε μία οικονομία. Οι μεταβολές αυτές πρέπει να διερευνηθούν και να μετρηθούν. Μόνο κάτω από αυτή τη διαδικασία είναι δυνατό να αναδειχθεί η συνεισφορά του τουρισμού στο σύνολο της οικονομίας, και να παρέχεται έτσι η αναγκαία πληροφορία για την χάραξη στρατηγικής και τις πολιτικές αποφάσεις, τόσο για το δημόσιο όσο και για τον ιδιωτικό τομέα. Συνεπώς, με βάση τη μέχρι σήμερα αδυναμία του κλασσικού εθνικολογιστικού συστήματος να παρέχει από την πλευρά της προσφοράς τις αναγκαίες αξιόπιστες μετρήσεις για την εξέλιξη του ετήσιου μακροοικονομικού μεγέθους του τουρισμού, αναπτύχθηκε και τέθηκε στη δημόσια διεθνή συζήτηση ένα ειδικό για το σκοπό αυτό εργαλείο, ο Δορυφόρος Λογαριασμός Τουρισμού (ΔΛΤ). Η διερεύνηση, η καταγραφή και η μεθοδολογική συγκρότηση του αναγκαίου για την Ελληνική οικονομία «ΔΛΤ» αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας εργασίας. Η ανάλυση ξεκινά από την παρουσίαση του Συστήματος Εθνικών Λογαριασμών (ΣΕΛ) και των αδυναμιών να αντιμετωπίσει το τουριστικό φαινόμενο ως αναλυτική κατηγορία της εθνικής οικονομίας. Η εργασία συνεχίζεται με ανάλυση του ζητήματος του ΔΛΤ και καταλήγει ειδικά στην Ελληνική περίπτωση όσον αφορά την πρόοδο που έχει μέχρι σήμερα επιτευχθεί. Παρέχεται έτσι για πρώτη φορά για την ελληνική πραγματικότητα μία ολοκληρωμένη και προσαρμοσμένη παρουσίαση και ανάλυση των σχετικών ζητημάτων, με παράλληλη εμπειρική και μεθοδολογική κριτική των αντίστοιχων ενεργειών. Διευκρινίζονται έτσι τεκμηριωμένα διάφορα ζητήματα με κύριο αυτό του «τουριστικού τομέα» και της «τουριστικής βιομηχανίας». / The measurement of the economic impact of tourism (in monetary and non monetary data) in a reference economy is an issue of international concern. Especially, it has been officially accepted that the various relative measurements in the past were partial, not rationally structured, and not fully integrated. So, a complete picture for the real annual magnitude of tourism was not available. This is also the case of Greece for the procedures that have been followed in the past, as it has been officially accepted. From economic aspect, tourism is a phenomenon that means the activation of a specially formed individual consumption, for specific time, of visitors in the place of visit. In order this consumption demand to be satisfied, the supply side must meet it. That means the change in any macroeconomic item in an economy. These changes must be observed and measured. Only under this procedure the total contribution of tourism in an economy will be possible to be revealed, and the needed information for the strategic planning and political decisions, both for public and private sector, will be provided. Therefore, based on the weakness of the traditional system of national accounts to provide from the supply side the needed and credible measurements for the annual change of the size of tourism in macroeconomic terms, it has been developed and entered the international debate a special purpose tool, the Tourism Satellite Account (TSA). Researching, examine, writing down, and the methodological setting-up of the necessary for the Greek economy TSA constitute the subject of the present thesis. Starting point of the analysis is a presentation of the System of National Accounts and its weakness to cope with tourism phenomenon as a distinct category of national economy. An analysis of the TSA is following, and the doctoral thesis closes specifically with the case of Greece regarding the progress that has been achieved to date. Thus, for Greece, it is provided for the first time a complete and adapted presentation and analysis of that issue of concern, including an empirical and methodological criticism of the corresponding work. That leads in documenting and casting light on various issues, of which of much importance is that of “tourist sector” and “tourist industry”.

Page generated in 0.02 seconds