Spelling suggestions: "subject:"ελλάδα"" "subject:"ομάδας""
1 |
Επιχειρηματικά μοντέλα αξιoποίησης δικτυακών υποδομών : η περίπτωση της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας / Business plans for exploitation network infrastructures : the case of region of Western GreeceΤσιλιμαντός, Αλκαίος 16 May 2007 (has links)
Η σπουδαιότητα των ευρυζωνικών υποδομών διεθνώς επιβεβαιώνεται από τη δραστηριοποίηση διαφόρων προηγμένων χωρών, µε τρόπο τέτοιο ώστε να αναπτυχθούν οι κατάλληλες υποδομές. Στόχος είναι οι υποδομές αυτές να υιοθετηθούν µε τρόπο επικουρικό στην ανάπτυξη της οικονομίας και στην αντιμετώπιση τυχόν «τεχνολογικών αποκλεισμών» των πολιτών. Η ανάπτυξη των ευρυζωνικών δικτύων έχει υιοθετηθεί από την κοινή Ευρωπαϊκή πολιτική για την υλοποίηση της Κοινωνίας της Πληροφορίας και βάσει των σχεδίων δράσης e-Europe 2002, e-Europe 2005 και i2010 η ευρυζωνική πρόσβαση έχει τεθεί ως σημαντική προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από τον Ιούλιο του 2003 ένα νέο νομικό πλαίσιο, το οποίο ρυθμίζει τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών και δικτύων, τέθηκε σε εφαρμογή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η χώρα µας µε το Νόμο περί τηλεπικοινωνιών του 2000 και το προς διαβούλευση σχέδιο νόμου της τωρινής κυβέρνησης, φιλοδοξεί να καλύψει τα υπάρχοντα νομικά κενά και να εγκαταστήσει ένα νομικό καθεστώς που θα παρέχει ασφάλεια για τους δυνητικούς επενδυτές. Εξάλλου, σε εξέλιξη βρίσκεται το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Κοινωνία της Πληροφορίας», μέσω του οποίου, η χώρα µας φιλοδοξεί να αναπτύξει τις τοπικές δικτυακές υποδομές και την παροχή προηγμένων υπηρεσιών προς τον πολίτη. Στα πλαίσια που ορίζονται από όλα τα παραπάνω, σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας ήταν η εκπόνηση ενός επιχειρηματικού μοντέλου εκμετάλλευσης και αξιοποίησης των υποδομών που θα εγκατασταθούν στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας. Ως οδηγός χρησιμοποιήθηκε η υπάρχουσα εμπειρία από διάφορες επιχειρηματικές προσπάθειες, όπως το Stokab Business Concept και οι περιπτώσεις των πόλεων Sollentuna και Hudiksvall στη Σουηδία, το UTOPIA - Utah Telecommunication Open Infrastructure Agency στην πολιτεία Utah των Ηνωμένων Πολιτειών, οι Ιρλανδικές πρωτοβουλίες ανάπτυξης MANs και το σχέδιο της πόλης της Philadelphia για τη δημιουργία του μεγαλύτερου Wireless Internet Hotspot. Συνοπτικά, το σχήμα που προκρίθηκε είναι η δημιουργία μιας μητρικής εταιρείας, η οποία θα έχει τη συνολική ευθύνη για την ανάπτυξη και δημιουργία ευρυζωνικών υποδομών στα όρια ευθύνης της και ουσιαστικά θα είναι ο διαχειριστής μιας ουδέτερης ευρυζωνικής υποδομής. Σε κάθε νομό θα πρέπει να υπάρχει από μια θυγατρική ή παρακλάδι αυτής της εταιρείας και η οποία ουσιαστικά θα παίζει τον ρόλο του ενδιάμεσου ανάμεσα στην εταιρεία και τις τοπικές κοινωνίες σε θέματα διαβούλευσης, προώθησης των σχεδίων, καταγραφών των αναγκών και των προτάσεων σε επίπεδο Νομού. Στόχος της εταιρείας θα είναι η κατασκευή αυτόνομων δικτύων παθητικού εξοπλισμού σε επίπεδο Νομών, τα οποία όμως θα υπάγονται σε ένα γενικότερο δικτυακό σχεδιασμό σε επίπεδο περιφέρειας. Το δίκτυο αυτό αναμένεται να προσελκύσει τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, οι οποίοι θα μπορούν έναντι μίσθωσης να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στις τοπικές κοινωνίες και να καλύπτει τις ανάγκες που οι προαναφερθείσες έρευνες κατέδειξαν. / The importance of broadband infrastructures is internationally confirmed by the activation of various advanced countries, to the direction of developing the suitable infrastructures. Their main objective is that these infrastructures can be implemented in a way complementary to the growth of the local economies and to the confrontation of by any chance “technological exclusions” of citizens. The development of broadband networks has become a common European policy in order to actually implement a European Information Society. Furthermore, the Action Plans e-Europe 2002, e-Europe 2005 and i2010 have placed broadband access as an important priority of the European Union. Since July 2003, a new regulatory framework, which regulates the electronic services of telecommunications and networks, was placed in application in the European Union. In Greece, all legal matters in this section where resolved under the law about telecommunications, but the new government brought to consultation a new law which aspires to cover all existing legal voids and to install a legal regime that will provide safety for the potential investors. Moreover, there is in progress the Operational Plan "Information Society", via which, Greece is expected to develop local network infrastructures and advanced services in benefit of the citizens. This thesis’ target was the development of a business model for the exploitation of the infrastructures that will be installed in the Region of Western Greece. Our guide was the existing experience from various business efforts, as the Stokab Business Concept and the cases of cities Sollentuna and Hudiksvall in Sweden, the UTOPIA – Utah Telecommunication Open Infrastructure Agency in the state Utah of United States, the Irish initiatives to develop MANs and the plan of the city of Philadelphia for the implementation of Wireless Internet Hotspots. Concisely, the plan that qualified is the creation of a company, which will have the total responsibility for the development and implementation of broadband infrastructures within her jurisdiction (The region of Western Greece) and will be the administrator of an operator-neutral broadband infrastructure. In each prefecture a subsidiary company must be created which will substantially play the role of the intermediate between the company and the local societies on issues of consultation, promotion of plans, recordings of needs and making proposals. The objective of the company will be the manufacture of autonomous networks of dark fiber in level of Prefectures, which however will depend in a more general network planning in the level of region. This network is expected to attract telecommunication provides, that are expected to rent part of the infrastructure in order to provide their services to the local societies and to cover the needs in electronic services.
|
2 |
Οικονομική καινοτόμων τεχνολογιών και εφαρμογές στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας / Economic innovative technologies and applications in region of Western GreeceΑρβανίτη, Ελένη 10 October 2008 (has links)
Μέσα από τη συγκεκριμένη μεταπτυχιακή εργασία γίνεται μία προσπάθεια αποτύπωσης της υφιστάμενης κατάστασης που επικρατεί σε ευρωπαϊκό, εθνικό και τοπικό επίπεδο σχετικά με τις καινοτόμες τεχνολογίες και έννοιες που είναι άμεσα συνδεδεμένες με αυτές.
Παρουσιάζονται οι κύριοι δείκτες καινοτομίας που αποτυπώνουν την κατάσταση που επικρατεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο και απεικονίζουν την κατάσταση κάθε χώρας.
Στη συνέχεια γίνεται εστίαση στον ελλαδικό χώρο, το θεσμικό πλαίσιο που ισχύει αλλά και τα βασικά χαρακτηριστικά του ελληνικού ερευνητικού συστήματος. Αναλύονται οι στόχοι που έχουν τεθεί για την Έρευνα και Τεχνολογική ανάπτυξη, οι οποίοι οδηγούν στη δημιουργία καινοτομιών, αλλά και στα προβλήματα που υπάρχουν και εμποδίζουν αυτή τη προσπάθεια. Γίνεται αναφορά, συγκεκριμένα, στον κλάδο των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει παρουσιάσει τα περισσότερα καινοτομικά προϊόντα και δραστηριότητες αλλά και στις Δαπάνες που έχουν γίνει για την επίτευξη αυτού του αποτελέσματος στον συγκεκριμένο κλάδο.
Ακολουθεί η περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας σχετικά με το επίπεδο καινοτομίας που την χαρακτηρίζει, η σύγκρισή της με τις υπόλοιπες ελληνικές περιφέρειες και τα δυνατά/αδύνατα σημεία.
Κατόπιν, παρουσιάζεται το επίπεδο της Έρευνας και της Τεχνολογικής ανάπτυξης στο οποίο βρίσκεται η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας καθώς επίσης και οι καινοτόμες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτή. Στη συνέχεια, αναλύονται οι τρόποι χρηματοδότησης για Έρευνα και Ανάπτυξη αλλά και για τη δημιουργία καινοτομικών δραστηριοτήτων. Παρουσιάζονται στατιστικά στοιχεία με τα ποσά τα οποία έχουν επενδυθεί στις καινοτόμες ελληνικές επιχειρήσεις αλλά και οι φορείς που προβαίνουν σε αυτές τις επενδύσεις.
Κλείνοντας, τονίζεται η ύπαρξη και συμβολή του ανθρώπινου κεφαλαίου στη δημιουργία καινοτόμων τεχνολογιών αλλά και το επίπεδο απασχόλησής του σε υπηρεσίες Έντασης Γνώσης Έρευνας και Ανάπτυξης. / This paper is an effort in order to imprint the existing situation that prevails in European, national and local level about the innovative technologies and significances that are connected with them.
There is a presentation of the main indicators of innovation that express the situation that prevails in European level and portrays the level of each country.
Afterwards, there is a focus in Greece, the institutional frame and the basic characteristics of the Greek research system. There is an analysis of the main objectives for Research and Technological Development which lead in the creation of innovation, and of problems that prevent this effort. There is also mentioned the branch of Information and Communication Technologies-ICT which, in the last few years, has presented the most innovative products and activities, but also the expenses about this branch.
Moreover, there is a description of the existing situation in the Region of Western Greece in regard to the level of innovation that characterizes the region, a comparison with the other Greek regions all the strong and weak points of them.
Then, it is presented the level of Research and Technological Development of Western Greece as well as the innovative enterprises that are located and activated in the region. In addition, there are analyzed the ways of finance in Research and Technological Development for the creation of innovative activities. There are also presented statistical elements which have been invested in innovative Greek enterprises but also the institutions that proceed in these investments.
Finally, it is mentioned the existence and contribution of human capital in the creation of innovative technologies but also the level of employment in services of Knowledge, Research and Development.
|
3 |
Κράτος και επιλογή στελεχών της εκπαίδευσης : Ο λόγος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας (1964-2004)Αλεξανδρόπουλος, Γεώργιος 30 April 2014 (has links)
Η ακόλουθη μελέτη επιδιώκει να φωτίσει τη δράση δύο σημαντικών φορέων δράσης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, του υπουργείου Παιδείας και της Δ.Ο.Ε., σχετικά με την επιλογή των στελεχών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η προσπάθειά μας έγκειται στο να αναδείξουμε όσα συμβαίνουν ή δε συμβαίνουν τη στιγμή που η επίσημη πολιτεία και ο οργανωμένος κλάδος των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αλληλεπιδρούν, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το προαναφερόμενο πρόβλημα.
Το ερευνητικό μας υλικό συνίσταται από γραπτά τεκμήρια (νόμοι, προεδρικά διατάγματα, τεύχη του δημοσιογραφικού οργάνου της ΔΟΕ (Διδασκαλικό Βήμα), δελτία τύπου, ανακοινώσεις, αποφάσεις, ψηφίσματα). Για την περιγραφή και την ανάλυση αυτών των κειμένων χρησιμοποιούμε τη μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου. Για το σκοπό αυτό διαμορφώθηκε επαγωγικό σύστημα κατηγοριών, κατηγοριών δηλαδή που πήγασαν από τα δεδομένα των υπό ανάλυση κειμένων.
Η θεωρητική προσέγγιση που υιοθετούμε αντλεί το εννοιολογικό της περιεχόμενο από τρεις περιοχές της πολιτικής επιστήμης: τις θεωρίες περί πολιτικής κυριαρχίας, τις απόψεις για τις ομάδες πίεσης, καθώς και τους κορπορατιστικούς ιδεότυπους διαμεσολάβησης συμφερόντων. Οι πρώτες μας παρέχουν μια εικόνα της λειτουργίας του κράτους. Οι δεύτερες αναλύουν τη δράση της Δ.Ο.Ε. ως ομάδας συμφερόντων, ενώ με την τρίτη θεώρηση επιδιώκουμε τη συνάρθρωση των δύο φορέων (Δ.Ο.Ε. – ΥΠ.Ε.Π.Θ.), έναν τρόπο σύνδεσης των οργανωμένων συμφερόντων ενός κοινωνικού χώρου με τις δομές του κράτους.
Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η ισχύς του κράτους και των αποφάσεων του πολιτικού συστήματος στα ζητήματα της στελέχωσης της εκπαίδευσης είναι καταλυτική. Το πολιτικό πεδίο δύναμης διαθέτει τη νομιμοποιημένη δυνατότητα παρέμβασης στα περισσότερα από τα στάδια της επιλεκτικής διαδικασίας. Το σημαντικότερο όλων: μπορεί να καθορίζει τη νομική παραγωγή, η οποία με τη σειρά της ρυθμίζει σε μεγάλο βαθμό το συγκεκριμένο ζήτημα.
Η Δ.Ο.Ε. θα παραγάγει θέσεις για το στελεχιακό (δυναμικό), οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις δε θα διαμορφωθούν ανταποκριτικά σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες του υπουργείου Παιδείας. Η τελευταία διαπίστωση είναι ιδιαίτερα εμφανής μετά το 1980. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα, τουλάχιστον για το χρονικό διάστημα πριν το 1974.
Η υπαγωγή των σχέσεων των δύο φορέων σε κορπορατιστικές λογικές διαμεσολάβησης συμφερόντων εντοπίζεται σε αρκετά τμήματα των δεδομένων. Απαιτεί, όμως, περαιτέρω επεξεργασία. Τα ευρήματα την επιβεβαιώνουν μόνο εν μέρει. Η πρόταξη των επιλογών του κράτους δε συνεπάγεται κατ’ ανάγκη τον κορπορατιστικό «χειρισμό» ή την εξασφάλιση της συναίνεσης της Δ.Ο.Ε. (εκτός από τη σαφή περίπτωση της επταετίας). Η τελευταία εκδοχή προσιδιάζει περισσότερο σε λογικές κρατισμού, παρά στις κορπορατιστικές αντίστοιχες. Τέλος, το πεδίο έρευνας γίνεται περισσότερο πολύπλοκο εξαιτίας των επιβιώσεων σε κάθε περίοδο άλλων μορφών άρθρωσης συμφερόντων (συντεχνιασμός, αυταρχικός κορπορατισμός, πελατειακές σχέσεις).
Η προσπάθεια διαφύλαξης του ερευνητικού εγχειρήματος απαιτεί την περαιτέρω εξέταση της πλευράς αυτής. Επιπλέον, την πιθανή συλλογή πρόσθετων δεδομένων και τη διαμόρφωση νέων / διαφορετικών αναλύσεων, προκειμένου να σχηματίσουμε μια πιο σαφή εικόνα για τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών της χώρας μας, αλλά και για το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. / The aim of this study is to shed light on the action of two major actors of the Greek educational system; the Ministry of Education and the Hellenic Primary School Teachers' Federation (H.P.S.T.F.), during the years 1964-2004, regarding the selection of administrative executives. Our effort lies in highlighting what is happening or not happening, when the State and the organized sector of primary school teachers interact and deal with the aforementioned problem.
Our research material consists of written documents (laws, decrees, Issues of the journal of the H.P.S.T.F. “Didaskaliko Vima”, press releases, announcements, decisions, resolutions). For the description and analysis of the texts we use the method of content analysis. For this purpose an inductive system of categories was formed, i.e. the categories derive from the actual content of the analyzed texts.
The theoretical approach, which we adopt, draws its conceptual content from three areas of political science: the theories of sovereignty, the views on lobbying and the ideal type of corporatist mode of interest intermediation. The first area provides an insight into the function of the State. The second area analyzes the action of H.P.S.T.F as an interest group, while with the third area we seek to interlink the two stakeholders (H.P.S.T.F - Ministry of Education), thus looking for a way to relate the organized interests with the Solid State Structures.
Our findings prove that the power of the state and the strength of the political system’s decisions, regarding educational staffing issues, are crucial. The political field of force has the legitimate power to intervene in most stages of the selection process. Most importantly it can determine the lawmaking, which in turn determines this matter to a large extent.
The H.P.S.T.F takes a stand on staffing issues, which in many cases are not on the same line with the initiatives of the Ministry of Education. This became especially evident after 1980, whereas this was not the case before 1974.
The fact that the relations between the two actors have been incorporated under the corporatist logic of interest intermediation can be traced in most of the findings. Nevertheless further processing is required because the findings only partially confirm this fact. The fact that the State’s decisions precede, does not necessarily imply the corporatist "handling" of the issue or that the consent of the H.P.S.T.F is guaranteed (apart from the clear case of the dictatorship). The last approach is more akin to the logic of Statism, rather than to the corresponding corporatist logics. Finally, the research field becomes more complicated because of the survival in each period of other forms of interest group systems (guild mentality, authoritarian corporatism, clientelism).
The effort to preserve the product of the research endeavor requires further examination of this aspect. Moreover, a collection of additional data is potentially required, as well as a new / different analysis, in order to gain a clearer picture of the Teachers’ Unions in our country and of the educational system, itself.
|
4 |
Μελέτη σπηλαιοθεμάτων από το σπήλαιο Αγίου Γεωργίου του νομού Κιλκίς : διερεύνηση των παλαιοκλιματικών περιβαλλοντικών συνθηκών με χρήση των σταθερών ισότοπων C και ΟΑντωνέλου, Ασπασία 27 January 2015 (has links)
Η παρούσα εργασία έχει σαν σκοπό την μελέτη των σπηλαιοθεμάτων από το
σπήλαιο του Αγίου Γεωργίου στην περιοχή του Κιλκίς. Με αυτή την μελέτη διαπιστώθηκαν οι μεταβολές των περιβαλλοντικών συνθηκών με το πέρασμα των ετών, οι οποίες αποτυπώνονται στα στρώματα δημιουργίας των σπηλαιοθεμάτων.
Η αποπεράτωση της εργασίας
έγινε σε στάδια. Αρχικά υπήρξε υπαίθρια εργασία που χωρίστηκε σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση έγινε συλλογή υδάτων της ευρύτερης περιοχής για περαιτέρω αξιολόγηση τους, και κατά την δεύτερη πραγματοποιήθηκε δειγματοληψία των ανθρακικών(σταλακτιτών) μέσα από το σπήλαιο.
Στο επόμενο στάδιο πραγματοποιήθηκαν εργαστηριακές έρευνες. Έτσι από τα δείγματα που συλλέχθηκαν από την περιοχή του αμέσου ενδιαφέροντος φτιάχτηκαν λεπτές τομές, που μελετήθηκαν μικροσκοπικά. Για να γίνει ακριβής προσδιορισμός των ορυκτών πραγματοποιήθηκε ορυκτολογική ανάλυση με την μέθοδο της περιθλασιμετρίας, και ακολούθησαν μια σειρά από ορυκτοχημικές αναλύσεις. Παράλληλα με αυτές τις εργασίες πραγματοποιήθηκαν αναλύσεις υδάτων τόσο την χημική όσο και για την ισοτοπική σύσταση
τους. Επιπλέον με δειγματοληψία στα ανθρακικά(σταλακτιτών) με κατάλληλη μέθοδο, προσδιορίστηκε και η ισοτοπική σύσταση των ανθρακικών(σταλακτιτών) με σκοπό την αποτύπωση των μεταβολών του κλίματος. / -
|
5 |
Οικολογική αξιολόγηση των λιμνών της ΒΔ Ελλάδας με έμφαση στις σχέσεις υδροβίων μακρόφυτων - ζωοπλαγκτού και της ποιότητας του νερού / Ecological assessment of lakes of NW Greece with emphasis on the associations between aquatic macrophytes, zooplankton and water qualityΣτεφανίδης, Κωνσταντίνος 28 February 2013 (has links)
Οι λίμνες αποτελούν πλέον ένα εκτενές ερευνητικό αντικείμενο για πολλά και διαφορετικά επιστημονικά πεδία. Ο ρόλος τους ως αναπόσπαστο μέρος του υδρολογικού κύκλου και ως «πηγή» νερού καθιστά τις λίμνες οικοσυστήματα ύψιστης σημασίας που προσελκύουν το παγκόσμιο ερευνητικό ενδιαφέρον. Γι αυτό το λόγο άλλωστε, η Ευρωπαϊκή Ένωση με την έκδοση της οδηγίας 2000/60 Πλαίσιο για τα ύδατα απαιτεί από τα κράτη μέλη της Ε.Ε να εφαρμόσουν βιώσιμες στρατηγικές διαχείρισης των εσωτερικών υδάτων σε επίπεδο λεκάνης απορροής ώστε έως το 2015 να έχει επιτευχθεί τουλάχιστο «Καλή οικολογική κατάσταση». Η ανάγκη για μεγαλύτερη κατανόηση της λειτουργίας των λιμναίων οικοσυστημάτων αυξήθηκε, γεγονός που οδήγησε στη διεξαγωγή πολυάριθμων ερευνητικών εργασιών που προσεγγίζουν διαφορετικές πτυχές της πολύπλοκης λειτουργίας των λιμνών. Μεγάλο μέρος της έρευνας επικεντρώνεται σε ομάδες οργανισμών που αποτελούν βιοδείκτες σύμφωνα με τα κριτήρια της Ευρωπαϊκής Οδηγίας Πλαίσιο 2000/60, όπως τα ψάρια, το φυτοπλαγκτό, τα βενθικά μακροασπόνδυλα και τα υδρόβια μακρόφυτα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως προκαλούν και οι αλληλεπιδράσεις των διάφορων βιοκοινωνιών οι οποίες αποδεικνύονται καθοριστικές για την καλή λειτουργία των οικοσυστημάτων.
Το αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής αποτελεί η αξιολόγηση της οικολογικής ποιότητας επτά λιμνών της Δυτικής και Βόρειοδυτικής Ελλάδας βάσει φυσικοχημικών χαρακτηριστικών, της σύνθεσης των ειδών της υδρόβιας βλάστησης και των κύριων ταξινομικών ομάδων του ζωοπλαγκτού. Τα αποτελέσματα της διατριβής παρουσιάζονται σε τέσσερις ενότητες-κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο αναφέρεται στις εποχικές διακυμάνσεις και τις χωρικές διαφοροποιήσεις των συγκεντρώσεων των θρεπτικών αλάτων του αζώτου και του φωσφόρου (νιτρικά, νιτρώδη, αμμωνιακά, φωσφορικά και ολικός φώσφορος) και των φυσικοχημικών παραμέτρων που μετρήθηκαν κατά τη διάρκεια των δειγματοληψιών στις επτά υπό διερεύνηση λίμνες της ΒΔ Ελλάδας. Το δεύτερο κεφάλαιο εστιάζει στη σύνθεση των ειδών των υδρόβιων μακροφύτων και των Κλαδοκερωτών και των Τροχόζωων, ενώ στο τρίτο κεφάλαιο εφαρμόζονται δείκτες αξιολόγησης της τροφικής και οικολογικής κατάστασης των υπό διερεύνηση λιμνών με βάση τα αβιοτικά χαρακτηριστικά, τα υδρόβια μακρόφυτα και το ζωοπλαγκτό. Στο τέταρτο κεφάλαιο διερευνήθηκε η επίδραση της υδρόβιας βλάστησης στη χωρική διακύμανση της αφθονίας και της σύνθεσης των κύριων ταξινομικών ομάδων του ζωοπλαγκτού.
Σε όλες τις λίμνες μετρήθηκαν υψηλές συγκεντρώσεις ολικού φωσφόρου που υποδεικνύουν την ισχυρή επίδραση του ευτροφισμού. Όσον αφορά τη συγκέντρωση της χλωροφύλλης-α υπήρχαν σημαντικές διαφορές με τις βαθύτερες λίμνες να παρουσιάζουν μικρότερες τιμές. Συγκριτικά με τις υπόλοιπες περιβαλλοντικές παραμέτρους που παρουσιάζονται στο πρώτο κεφάλαιο, η χλωροφύλλη-α θεωρείται ως περισσότερο αντιπροσωπευτική παράμετρος των συγκεκριμένων υδατικών οικοσυστημάτων που αντικατοπτρίζει τις διαφοροποιήσεις των λιμνών αναφορικά με τα κλιματολογικά και τα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της ευρύτερης λεκάνης απορροής.
Αναφορικά με τα υδρόβια μακρόφυτα, στις περισσότερες λίμνες επικρατούν λίγα υφυδατικά είδη με πολύ μεγάλες αφθονίες. Τα είδη Ceratophyllum demersum, Trapa natans, Potamogeton pectinatus, Vallisneria spiralis αποτελούν χαρακτηριστικά είδη για τις λίμνες Λυσιμαχία, Μεγάλη Πρέσπα, Πετρών και Βεγορίτιδα αντίστοιχα. Τα κυρίαρχα υφυδατικά είδη που καταγράφηκαν στις υπό διερεύνηση λίμνες είναι κοινά και χαρακτηριστικά των ευτροφικών συνθηκών.
Όσον αφορά τη σύνθεση του ζωοπλαγκτού στις τέσσερις λίμνες όπου πραγματοποιήθηκαν οι σχετικές δειγματοληψίες, συνολικά αναγνωρίστηκαν 14 είδη Κλαδοκερωτών που ανήκουν σε 11 γένη και 6 οικογένειες και 39 είδη Τροχόζωων σε 17 γένη και 12 οικογένειες. Όσον αφορά τα Κλαδοκερωτά τα πιο κοινά είδη που βρέθηκαν και στις τέσσερις λίμνες ήταν τα Bosmina longirostris, Chydorus sphaericus και Diaphanosoma brachyurum. Το Κλαδοκερωτό Bosmina longirostris βρέθηκε σε μεγαλύτερη αφθονία και με μεγαλύτερη συχνότητα κατά τη διάρκεια των δειγματοληψιών ενώ από τα τροχόζωα το είδος Keratella cochlearis βρέθηκε να απαντά σε υψηλές αφθονίες και στις τέσσερεις λίμνες. Η ελάχιστη συμμετοχή μεγάλων Κλαδοκερωτών (Daphnia sp.) στη σύνθεση του ζωοπλαγκτού, ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα της έντονης θηρευτικής πίεσης που μπορεί να προέρχεται είτε από την ιχθυοπανίδα είτε από τα μακροασπόνδυλα. Στις λίμνες Πετρών και Καστοριάς το είδος Keratella cochlearis απαντά σε πολύ μεγαλύτερη αφθονία συγκριτικά με τα υπόλοιπα Τροχόζωα, ενώ για τις λίμνες Μικρή Πρέσπα και Βεγορίτιδα συμμετέχουν με σημαντικές αφθονίες περισσότερα είδη όπως για παράδειγμα το Keratella quadrata και είδη του γένους Lecane και Polyarthra. Όσον αφορά τις αφθονίες των σημαντικών ειδών και γενών των Καρκινοειδών, το γένος Bosmina απαντά σε μεγαλύτερη αφθονία στις λίμνες Καστοριά και Πετρών. Στις λίμνες Μικρή Πρέσπα και Βεγορίτιδα καταγράφηκαν επίσης σε μεγαλύτερη αφθονία σε σχέση με τις λίμνες Καστοριάς και Πετρών είδη της οικογένειας Chydoridae. Επίσης μεγάλα σε μέγεθος είδη που ανήκουν στο γένος Daphnia βρέθηκαν να συμμετέχουν σε μεγαλύτερη αφθονία στη λίμνη Μικρή Πρέσπα.
Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την εφαρμογή των τροφικών δεικτών του Carlson δείχνουν πως οι δείκτες που βασίζονται στη συγκέντρωση της χλωροφύλλης-α και στο βάθος Secchi κατατάσσουν τις λίμνες Μικρή Πρέσπα, Καστοριάς και Πετρών σε ευτροφική έως υπερευτροφική κλάση, τη Μεγάλη Πρέσπα και τη Τριχωνίδα σε μεσοτροφική και ολιγοτροφική έως μεσοτροφική κλάση αντίστοιχα και τη Λυσιμαχία σε μεσοτροφική ως ευτροφική κλάση. Οι τιμές του Μακροφυτικού Δείκτη (MI) σε γενικές γραμμές συμφωνούν με το ευρύτερο πλαίσιο των αποτελεσμάτων και υποδεικνύουν την Τριχωνίδα ως τη λίμνη με τη «λιγότερο ανεκτική» στον ευτροφισμό υδρόβια βλάστηση. Σύμφωνα με την εφαρμογή του δείκτη Wetland Zooplankton Index, ο οποίος αναπτύχθηκε ως εργαλείο αξιολόγησης των υγροτόπων των Μεγάλων Λιμνών της Β. Αμερικής βάσει της αφθονίας ενδεικτικών στον ευτροφισμό ειδών του ζωοπλαγκτού, προκύπτει πως καλύτερη οικολογική ποιότητα παρουσιάζουν οι λίμνες Μικρή Πρέσπα και Βεγορίτιδα συγκριτικά με τις λίμνες Πετρών και Καστοριάς. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η εφαρμογή του δείκτη WZI κρίνεται ως ικανοποιητική αφού φαίνεται πως αντικατοπτρίζει τις διαφοροποιήσεις των λιμνών σχετικά με τη σύνθεση του ζωοπλαγκτού και τη γενικότερη οικολογική κατάσταση. Η αναπροσαρμογή του δείκτη WZI σύμφωνα με τη σύνθεση του ζωοπλαγκτού στις συνθήκες των Μεσογειακών υγροτόπων, μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο της οικολογικής αξιολόγησης των λιμναίων οικοσυστημάτων της Ελλάδας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παρούσας διδακτορικής διατριβής η πυκνότερη υδρόβια βλάστηση συμβάλλει σε μεγαλύτερη αφθονία παρόχθιων ειδών ζωοπλαγκτού και πελαγικών ειδών που μπορεί περιστασιακά να βρεθούν στην παρόχθια ζώνη, αλλά δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι συμβάλλει στην παροχή καταφυγίου μεγάλων Κλαδοκερωτών. Εξάλλου, τα μεγάλα Κλαδοκερωτά απαντούν σε πολύ μικρούς αριθμούς στις υπό μελέτη λίμνες γεγονός που μπορεί να οφείλεται στον ευτροφικό χαρακτήρα των λιμνών όσο και στην ύπαρξη θηρευτικής πίεσης από ψάρια και άλλους θηρευτές. Επίσης σύμφωνα με τα αποτελέσματα των Αναλύσεων Πλεονασμού RDA και του ελέγχου Monte Carlo τα υδρόβια μακρόφυτα Potamogeton pectinatus, Potamogeton lucens, Trapa natans και Myriophyllum spicatum φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τα είδη του ζωοπλαγκτού. Οι περαιτέρω αναλύσεις ταξιθέτησης που πραγματοποιήθηκαν ξεχωριστά μεταξύ των Τροχόζωων και των Κλαδοκερωτών και των υδρόβιων μακροφύτων ανέδειξαν ως περισσότερο στατιστικά σημαντικά είδη υδρόβιων μακροφύτων τα είδη Trapa natans και Potamogeton natans για τα Τροχόζωα, και τα είδη Myriophyllum spicatum και Potamogeton perfoliatus για τα καρκινοειδή. Η διαφοροποίηση αυτή μεταξύ των Καρκινοειδών και των Τροχόζωων ίσως αποτελεί ένδειξη της προτίμησης των μεγάλων ταξινομικών ομάδων του ζωοπλαγκτού σε διαφορετικού τύπου ενδιαίτημα, είτε αυτό της παρόχθιας ζώνης όπου κυριαρχούν υφυδατικά μακρόφυτα, είτε αυτό της μεταβατικής ζώνης μεταξύ παρόχθιας ζώνης και ανοικτών νερών όπου κυριαρχούν περισσότερο εφυδατικά είδη μακροφύτων.
Η πολυπλοκότητα των δομών ορισμένων υφυδατικών μακροφύτων φαίνεται να σχετίζεται με παρόχθια είδη ζωοπλαγκτού, όπως για παράδειγμα το γένος Chydorus, ενώ μακρόφυτα με απλούστερες δομές σχετίζονται περισσότερο με πελαγικά είδη των οποίων η αφθονία δε διαφοροποιείται στην πελαγική ή στην παρόχθια ζώνη. Άλλες περιβαλλοντικές παράμετροι όπως η αγωγιμότητα, και η συγκέντρωση της χλωροφύλλης-α παρουσίασαν συσχέτιση κυρίως με Τροχόζωα και Κλαδοκερωτά όπως το γένος Bosmina. Η αδυναμία των υπολοίπων αβιοτικών παραμέτρων να εξηγήσουν ικανοποιητικά τα αποτελέσματα της σύνθεσης και της κατανομής του ζωοπλαγκτού στις τέσσερις υπό διερεύνηση λίμνες επιβεβαιώνει το γεγονός ότι σε κάθε λίμνη υπάρχουν διαφορετικοί παράγοντες που καθορίζουν τη σύνθεση του ζωοπλαγκτού και που σχετίζονται με «από πάνω προς τα κάτω» (top-down) και «από κάτω προς τα πάνω» (bottom-up) διαδικασίες, όπως η σύνθεση και η αφθονία της ιχθυοκοινωνίας και η αφθονία της υδρόβιας βλάστησης.
Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της παρούσας διατριβής επισημαίνουν την επίδραση των ευτροφικών συνθηκών στις βιοκοινωνίες των υδρόβιων μακροφύτων και του ζωοπλαγκτού. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις πως ανθρωπογενείς επεμβάσεις όπως η εισαγωγή αλλόχθονων ειδών ψαριών ενδέχεται να καθορίζουν επίσης σε σημαντικό βαθμό τη σύνθεση ειδών του ζωοπλαγκτού ενισχύοντας έμμεσα το φαινόμενο του ευτροφισμού. Περαιτέρω διερεύνηση της σύνθεσης της ιχθοκοινωνίας της παρόχθιας ζώνης σε συνδυασμό με τη μελέτη της οριζόντιας μετακίνησης του ζωοπλαγκτού από και προς την παρόχθια ζώνη ενδεχομένως να συμβάλλει εκτενέστερα στη διελεύκανση του ρόλου της παρόχθιας ζώνης και των υδρόβιων μακροφύτων ως καταφύγιο για το ζωοπλαγκτό. Επιπλέον, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της διατριβής φαίνεται πως η αφθονία της υδρόβιας βλάστησης συμβάλλει στην αφθονία του ζωοπλαγκτού και ως ένα βαθμό φαίνεται να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των υδρόβιων μακροφύτων με πολύπλοκες δομές και της αφθονίας των Κλαδοκερωτών. Επερχόμενες έρευνες που εστιάζουν στη διαφοροποίηση της σύνθεσης του ζωοπλαγκτού μέσα στις μακροφυτικές συναθροίσεις σε επίπεδο μικροενδιαιτήματος θα μπορούσαν επίσης να παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με το ρόλο των υδρόβιων μακροφύτων ως ενδιαίτημα και καταφύγιο για το ζωοπλαγκτό.
Αναμφισβήτητα, οι σχέσεις μεταξύ των υδρόβιων οργανισμών σε ένα λιμναίο οικοσύστημα είναι πολυδιάστατες, ωστόσο η κατανόηση των μηχανισμών που τις διέπουν είναι σημαντική ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή αποτελεσματικών στρατηγικών διαχείρισης και ανάκαμψης των επιβαρυμένων οικοσυστημάτων. Επιπλέον, όσον αφορά τα Μεσογειακά υδατικά οικοσυστήματα λόγω των ιδιαίτερων κλιματικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικοοικονομικών συνθηκών η διεξαγωγή ερευνών με αντικείμενο τις βιοτικές αλληλεπιδράσεις χρήζει μεγάλης σπουδαιότητας. / Lakes are extremely invaluable ecosystems due to their significance as a crucial component of the water circle and a source of fresh water. The last few decades there is an increasing interest of the scientific community for the functions and mechanisms associated with the lake ecosystems. Moreover, the Water Framework Directive requires the implementation of sustainable fresh water management, including the lake ecosystems, in order to achieve a minimum good ecological quality by 2015. Consequently, there is a lot of research focused on important biotic groups used as biological indicators by the WFD. However, it is well known that the biotic interactions between the various groups of aquatic organisms can often provide key background information regarding the ecological quality of the ecosystem.
The main objective of the present thesis is the evaluation of the ecological status of seven lakes in West and NW Greece based on physicochemical characteristics, aquatic macrophyte composition and the major zooplankton taxonomic groups composition. The results of the current thesis are presented in four basic parts. The first part is focused on the seasonal and spatial variations among the seven studied lakes regarding the nutrient concentrations and the abiotic parameters. The second part describes the composition of aquatic macrophytes and the composition of Cladocera and Rotifera in the studied lakes. In the third part the ecological status of the studied lakes was assessed using Trophic State Indices and indices based on aquatic macrophytes and zooplankton. Finally, the fourth part investigates the effects of the aquatic vegetation on the spatial distribution and abundances of the major zooplankton taxonomic groups.
According to the results of the current thesis, several statistically significant differences were found among the studied lakes regarding the abiotic parameters. Most notable differences include those of chlorophyll-a concentrations between the deeper and the shallower lakes reflecting the variations in nutrient loading, geomorphology and local climate. During the present thesis, high concentrations of total phosphorus were recorded indicating the influence of eutrophic conditions.
As far as the aquatic macrophytes are concerned, few submerged species were found in high abundances which are indicative of the eutrophic conditions. Ceratophyllum demersum, Trapa natans, Potamogeton pectinatus, Vallisneria spiralis were characterized as dominant indicator species for the lakes Lysimachia, Megali Prespa, Petron and Vegoritis respectively.
Regarding the zooplankton composition a total of 14 Cladocera and 39 Rotifera were identified in lakes Mikri Prespa, Kastoria, Vegoritis and Petron. Most common Cladocerans were the species Bosmina longirostris, Chydorus sphaericus and Diaphanosoma brachyurum. The small sized Cladoceran Bosmina longirostris was found in greater density while Keratella cochlearis was the most abundant among the Rotifera. The high abundance of small Cladocerans combined with the low contribution of large Daphnia indicates the high predation pressure on the zooplankton. Lakes Mikri Prespa and Vegoritis were characterized by a larger contribution of Cladocera in relation with lakes Kastoria and Petron, including littoral species such as Chydorus. Other Rotifera species such as Keratella quadrata, Lecane and Polyarthra were also recorded in significant abundances in lakes Mikri Prespa and Vegorits.
The ecological assessment of the studied lakes based on the application of Trophic State Indices classified lakes Mikri Prespa, Kastoria and Petron as eutrophic to hypereutrophic class, lake Lysimachia as mesotrophic to eutrophic class, lake Megali Prespa as mesotrophic and lake Trichonis as oligotrophic to mesotrophic class. The results from Macrophyte Index evaluation highlight the high nutrient enrichment and the eutrophic influence on the aquatic macrophyte composition. According to the results of Wetland Zooplankton Index, an index based on zooplankton developed for the assessment of wetlands in Great Lakes of N. America, lakes Mikri Prespa and Vegoritis are characterized by higher ecological status than lakes Kastoria and Petron. Wetland Zooplankton Index can provide an important tool for a holistic approach of the ecological assessment of lake ecosystems in Greece.
According to the results of the present thesis, dense aquatic macrophyte assemblages contribute to a higher total zooplankton species richness. Specifically, in macrophyte assemblages occupying the whole water column were found higher abundances of littoral Cladocerans and Rotifers in relation with the abundances found among thinner macrophyte stands. Moreover, Redundancy Analysis revealed Potamogeton pectinatus, Potamogeton lucens, Trapa natans and Myriophyllum spicatum as most statistically significant aquatic macrophytes that influence the spatial distribution of zooplankton. Further analysis conducted separately for the Cladocera and Rotifera taxa suggest that Trapa natans and Potamogeton natans have a larger influence on Rotifera spatial variation while the submerged macrophytes Myriophyllum spicatum and Potamogeton perfoliatus will influence mostly the crustacean spatial distribution. These differences can be attributed to a preference of littoral Cladocerans for more complex macrophyte structures that provide habitat for foraging. Few abiotic parameters were found to have a significant effect on zooplankton spatial variability which highlights the importance of top-down and bottom-up factors for determination of biotic community interactions.
In conclusion, the results of this thesis underline the influence of eutrophication on the biological communities of aquatic macrophytes and zooplankton. However, there are indications that other human induced activities, such as introduction of exotic fish species, may have a significant effect on the zooplankton composition. Additional research, focused on the composition of littoral fish communities combined with studies on the horizontal distribution of zooplankton in the littoral zone could provide solid information on the role of littoral aquatic vegetation as refuge. Moreover, the results of this thesis indicate that the aquatic vegetation has a significant effect on the zooplankton abundance and there is a possible relationship between complex macrophyte structures and Cladocera density. Further investigation of the spatial variation of zooplankton composition inside the macrophyte assemblages may also elucidate the role of aquatic vegetation as microhabitats for the zooplankton communities.
Although the interactions between the biotic communities in a lake ecosystem can be quite complex, the comprehension of the background mechanisms is necessary in order to implement successive management and restoration strategies. Especially, in Mediterranean region, because of the special climate, environmental and socioeconomic conditions, the research on lake ecosystems is particularly important and highly significant for an effective sustainable water management.
|
6 |
Το σύστημα εποπτείας και ελέγχου στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση : η περίπτωση του Σχολικού Συμβούλου και οι θέσεις της Δ.Ο.Ε. για το θεσμόΠαναγόπουλος, Αθανάσιος 27 July 2012 (has links)
Στην εργασία αυτή παρουσιάζεται το σύστημα εποπτείας και ελέγχου στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση μέσα από τη μελέτη δύο κύριων φορέων υλοποίησής της, του θεσμού του Επιθεωρητή από το 1834 έως το 1982 και του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου από το 1982 μέχρι το 2010. Έμφαση δίδεται στην εξέταση του λόγου της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας (Δ.Ο.Ε.) για τη λειτουργία του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αξιοποιώντας την τεχνική της ανάλυσης τεκμηρίων, επιχειρήθηκε η ποιοτική μελέτη του αρχειακού υλικού της Δ.Ο.Ε. Μελετήθηκαν όλα τα τεύχη του Διδασκαλικού Βήματος (232 τεύχη), τα οποία εκδόθηκαν από το 1982 έως το 2010. Η ανάλυση των δεδομένων αποκάλυψε ότι η Δ.Ο.Ε. κατά την υπό εξέταση περίοδο έχει συστηματικά καταθέσει προτάσεις για την εδραίωση και την αναβάθμιση του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου, αποβλέποντας στη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και στη στήριξη του καθημερινού έργου του εκπαιδευτικού. / This piece of work seeks to explore the inspection and advisory system of primary education in Greece through a historical perspective and an investigation of specific archives. At first, the inspectorate situation in primary education from 1834 up to 1982 as well as the school advisory system during the 1982-2010 period were studied. Secondly, a content analysis was attempted focusing on the examination of the official documents of the Federation of Primary School Teachers (D.O.E.), which were concerned with the topic under consideration. For this purpose, two hundred and thirty two issues published in the 1982-2010 period were studied. Data analysis revealed that, over the last three decades, the Federation has aimed at the upgrading of the school advisor’s status and has related this process with the betterment of school education and the support of teachers in their everyday work.
|
7 |
Διερεύνηση τροχαίων ατυχημάτων στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας : μία νέα προσέγγισηΣκλήβα, Παρασκευή 05 February 2015 (has links)
Στόχος της παρούσας διατριβής είναι η μελέτη των οδικών ατυχημάτων και ο προσδιορισμός των επικίνδυνων θέσεων (μελανών σημείων) στο οδικό δίκτυο της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Πιο συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκε καταγραφή όλων των τροχαίων ατυχημάτων στους Νομούς Αχαΐα, Αιτωλοακαρνανίας και Ηλείας για τη χρονική περίοδο 2000 - 2012. Η συλλογή στοιχείων έγινε από τα κατά τόπους Τμήματα Τροχαίας των Αστυνομικών διευθύνσεων κάθε νομού, για ολόκληρο το οδικό δίκτυο, δηλαδή εθνικό, επαρχιακό και αστικό. Έγινε καταγραφή του κάθε τροχαίου ατυχήματος, του αριθμού νεκρών και τραυματιών, της ημερομηνίας και της ώρας του συμβάντος, της ακριβούς τοποθεσίας, όπως επίσης και των συνθηκών οδοστρώματος και των περιβαλλοντικών συνθηκών που επικρατούσαν τη στιγμή του συμβάντος.
Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν ομαδοποιήθηκαν κατάλληλα και επεξεργάστηκαν στατιστικά. Στη συνέχεια για κάποια τμήματα των εθνικών οδών της ΠΔΕ έγινε προσδιορισμός των μελανών σημείων με διαφορετικές αριθμητικές και στατιστικές μεθόδους. Δεν έγινε μελέτη των μελανών σημείων για όλο το οδικό δίκτυο της ΠΔΕ καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν πέρα από τους σκοπούς της παρούσας διατριβής. / This master thesis aims to study road accidents and identify hotspots at Western Greece Region. First, accidents occurred during 2000 - 2012 at Achaia, Aitoloakarnania and Ilia prefectures were recorded. Each record includes date, time, number of fatalities and injuries, specific location, road and environmental conditions at the moment of the accident. Collected data were grouped and analyzed statistically. Then after reviewing several numerical and statistical methods for hazardous location identification, a selection of methods was made and were applied in order to identify hotspots for some parts of the national road network. Subsequently, conclusions about the condition of the Western Greece Region road network, and the causes of accidents were derived. Finally, proposals for treatment and future research were made.
|
8 |
Χλωρίδα, βλάστηση και οικολογία του ορεινού συγκροτήματος των ΒαρδουσίωνΒλάχος, Ανδρέας 04 December 2008 (has links)
Στην παρούσα διδακτορική διατριβή εκθέτονται η χλωρίδα των Βαρδουσίων ορέων καθώς και τα δεδομένα που προκύπτουν από την διερεύνηση – ανάλυσή της. Στο πεδίο της βλάστησης (φυτοκοινωνιολογία), έχει επιβεβαιωθεί σχεδόν το σύνολο των προηγούμενων αναφορών και έχει συμπληρωθεί με νέα δεδομένα όσο αφορά τις φυτοκοινωνιολογικές ομαδοποιήσεις. Συγχρόνως δικαιολογήθηκε και εξηγήθηκε η ύπαρξη των φυτοκοινωνιολογικών μονάδων σε σχέση με το σύνολο των οικολογικών παραγόντων που ήταν δυνατό να ληφθούν υπόψη (μικροκλίμα, εδαφικοί παράγοντες, γεωλογικό - πετρολογικό υπόστρωμα), συμβάλλοντας έτσι στην συνοικολογική προσέγγιση του θέματος. Επίσης όπου ήταν δυνατό έγινε προσπάθεια να διερευνηθεί η δυναμική εξέλιξης των περισσότερων φυτοκοινωνιολογικών ομάδων, όπως αυτή διαμορφώνεται κάτω από την επίδραση των περιβαλλοντικών μεταβλητών. Πιο κάτω ακολουθεί μια συνοπτική περιγραφή των σημαντικότερων σημείων της διδακτορικής διατριβής, καθώς και τα συμπεράσματα που μπορούν να διατυπωθούν από τα αποτελέσματα της ερευνητικής αυτής προσπάθειας. / In the present doctoral thesis the flora of Mt. Vardousia, as well as the data that have resulted from its analysis are presented. From a vegetation (plant sociology) point of view, almost all the previous reports on the mountain have been confirmed and have been enriched with new data as far as phytosociological groups are concerned. Additionally, the existence of certain phytosociological units was justified and explained based on the ecological factors that were possible to be measured (microclimate, soil, geology, geological substrate), contributing in this way to the synecological approach of the subject. Also, where feasible, an effort was done to study the dynamics of succession of most of the phytosociological groups, as they depend on various environmental variables.
A concise description of the most important points of the doctoral thesis, as well as the conclusions that can be extracted from the results of this research follow.
|
9 |
Η επιρροή της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολίτικης στην ανωτάτη εκπαίδευση (2000-2007): οι περιπτώσεις της Γερμανίας, της Γαλλίας και της ΕλλάδαςΓιαννοπούλου, Άννα 27 October 2008 (has links)
Σκοπός της παρούσας εργασίας αποτελεί η απόπειρα ανάλυσης του ευρωπαϊκού πλαισίου περί εκπαιδευτικής πολιτικής όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από τη διαδικασία της Λισσαβόνας και τη διακήρυξη της Μπολόνια σχετικά με τη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΧΑΕ). Επίσης θα διερευνηθούν οι πρακτικές που επηρέασαν τα κράτη μέλη, τα οποία προσανατολίστηκαν σε αναγκαίες μεταρρυθμίσεις της δομής και της οργάνωσης της ανώτατης εκπαίδευσης, ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα αλλά και ένας βαθμός σύγκλισης μεταξύ των διαφορετικών εκπαιδευτικών συστημάτων.
Στα πλαίσια λοιπόν των παραπάνω εξελίξεων θα διερευνηθούν τα πρόσφατα μέτρα που λήφθηκαν από το γερμανικό, το γαλλικό και το ελληνικό κράτος με στόχο τον εκσυγχρονισμό και τη δημιουργία αγοράς στο εσωτερικό των ανώτατων ιδρυμάτων καθώς επίσης και η αξιολόγηση του βαθμού επιτυχίας αυτών των μέτρων.
Στην μελέτη που ακολουθεί προσδιορίζουμε την μέθοδο ανάλυσης και το θεωρητικό υπόβαθρο που επιλέξαμε ως εργαλεία για την επίτευξη του στόχου μας. Κατόπιν αναλύουμε την Ευρωπαϊκή Εκπαιδευτική Πολιτική για την Ανώτατη Εκπαίδευση από το 2000 έως και το 2007. Στο πέμπτο κεφάλαιο περιγράφεται η οργάνωση της Γερμανικής Ανώτατης Εκπαίδευσης, στο έκτο κεφάλαιο η οργάνωση της Γαλλικής Ανώτατης Εκπαίδευσης και στο έβδομο κεφάλαιο η οργάνωση της Ελληνικής Ανώτατης Εκπαίδευσης. Παράλληλα αναφέρονται και οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που κατέβαλαν τα κράτη όσο αφορά τη βελτίωση και τη συμμόρφωση των συστημάτων ανώτατης εκπαίδευσης σύμφωνα με τη διαδικασία της Μπολόνια. Στο όγδοο κεφάλαιο επιχειρείται μια ερμηνευτική προσέγγιση των ευρημάτων και τέλος στο ένατο και τελευταίο κεφάλαιο παραθέτουμε συνοπτικά τα συμπεράσματά μας. / In this research we have tried to find out, to interpret and to analyze the influence of the European’s Higher Education Policy upon the Higher Education Institutions from 2000 until 2007, in Germany, France and Greece through the Bologna Process. We interpret also the implementation of recent reforms upon the Higher Education Institutions in the three countries. We have tried to clarify the present trends but also the future challenges in this issue.
|
Page generated in 0.0316 seconds