• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 6
  • 1
  • Tagged with
  • 7
  • 7
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Ο σχολικός εκφοβισμός ως βιωμένη εμπειρία : οι αφηγήσεις των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Περιφερειακής Ενότητας Αχαΐας

Γιαννακοπούλου, Ειρήνη 16 May 2014 (has links)
Η παρούσα ερευνητική εργασία εστιάζει στο κοινωνικό φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού καθώς και στη διάσταση του ως ζήτημα που άπτεται των θεμελιωδών δικαιωμάτων του παιδιού, όπως προκύπτει από τις μορφές και τις συνέπειες αυτού. Σκοπός της ήταν η διερεύνηση των βιωμένων εμπειριών εκφοβισμού μεταξύ μαθητών που έχουν ζήσει οι εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Ν. Αχαΐας. Η μελέτη στηρίχθηκε σε μία ποιοτική προσέγγιση με χρήση της ημιδομημένης συνέντευξης ως ερευνητικής μεθόδου, μέσω της οποίας επιχειρήσαμε να ανακαλύψουμε τον τρόπο με τον οποίο οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί συγκροτούν τις αφηγήσεις τους για τα περιστατικά εκφοβισμού που έχουν βιώσει. Η ποιοτική ανάλυση των δεδομένων, που προέκυψαν από τις αφηγήσεις των εκπαιδευτικών, καταδεικνύει το γεγονός ότι αν και οι ομιλητές επιστρατεύουν τους κοινωνικοποιητικούς μηχανισμούς της οικογένειας, του σχολείου και της παρέας ως ταξινομητικά σχήματα οργάνωσης του φαινομένου, οι βιογραφίες τους αποτελούν τον πόρο από τον οποίο αντλούν για να οργανώσουν την αντιμετώπισή του. / The present work focuses on the social phenomenon of bullying and also on its aspect as a matter of fundamental rights of the child, as it appears from the forms and consequences. The aim of the research was to explore the lived experiences of bullying among students, who have proved the secondary school teachers of Achaia. The study was based on a qualitative approach using semi-structured interview as a research method, through which we attempted to investigate the way teachers compose their narratives through their stories about bullying they have experienced. The qualitative analysis of data that derived from the narratives of teachers shows that although the speakers employ their socialization mechanisms of family, school and peers as classifier organization schemes phenomenon, their biographies constitute the resource that derives from to organize the intervention at the bullying phenomenon.
2

Ανταγωνιστικότητα των διεθνών περιφερειακών προορισμών μέσα από την προοπτική της διαπολιτισμικής εμπειρίας / Competitiveness of international regional destinations through the intercultural-experience perspective

Δέδε, Ανίλα 10 June 2014 (has links)
Traditionally, tourism was placed second as a priority in the agenda of investors, policy makers, and academics. Nowadays, a significant reappraisal of its role in socioeconomic development is taking place, which values tourism as a source for earning export revenues, generating large numbers of jobs, promoting economic growth and a more services-oriented economy not only in developing but also in developed countries (UNCTAD, 2007). According to World Tourism Organization (WTO), the European Union (EU) numbered six Member States among the top 10 countries in the world welcoming the largest number of international tourist arrivals. Within the EU, receipts from international tourism in 2008 were highest in Spain, France, and Italy, followed by Greece and Portugal. Previous studies have attempted to explain destination and/or firm strategic positions by focusing on (mostly demand and supply side factors) prices, exchange rates, qualitative and other institutional factors. The unique memorable experiences provided to customers directly determine a business’s and ultimately destination’s competitiveness. However, the extant tourism literature has provided limited explanation of the factors that characterize these memorable tourism experiences. Why Experience? ● Because a trip is very high in experiential & hedonic characteristics ● Pine & Gilmore (1999) argued the emerging of an “experience economy” in which: companies personally engage consumers through staged events, experiences become offerings in the marketplace; and consumers’ hearts are captured by the memorability of the experience Subject of Research ● Differences in Competitiveness of Regional Destination ● A business’s competitiveness is directly determined by the unique memorable experiences provided to customers. ● Therefore, it is important to investigate the impact that the experience’s perception and expectations can have on the diversification of tourism product & the competitiveness of international regional destinations It is well known that Traveller’s perceptions of different destinations, their awareness of alternative options and their perception of the extent to which these destination’s services could fulfil their expectations are crucial to tourist flows. A destination’s services should adapt and change in a way that suits the evolving consumer’s preferences in order for these destinations to maintain and/or enhance their competitiveness. Knowledge of tourist’s expectations, motivations, attitudes and differences among different cultural groups can create an environment within which by performing in an adaptive way, destinations will enhance their competitiveness. Therefore this research aims to offer the following contribution: ● Thorough literature review on the global tourism picture & the role of experience ● A novel approach by introducing a tourist’s enhanced role in defining the concept of experience ● Provide industry managers a generalized information on cross cultural differences Intend do so by trying to Evaluate the motivating experience factors that lead travellers from different cultural origins to different preferences when selecting their travel destination. Examine traveller’s anticipations, motivations and attitudes while reinterpreting experiences in a cross cultural setting. Assess the respective relevance and importance of the identified factors in the destination’s competitiveness as well as cross cultural influences and differences that lead to choosing differently while deciding to visit or revisit a destination. This research will also try to address practical and theoretical implications as well as suggestions for future research. / Ο τουρισμός αποτελούσε παραδοσιακά δεύτερη προτεραιότητα στην ατζέντα επενδυτών, υπεύθυνων χάραξης πολιτικής και ακαδημαϊκών. Σήμερα, πραγματοποιείται μια ουσιαστική επανεκτίμηση του ρόλου του στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, θεωρώντας ότι συνιστά πηγή εσόδων, ότι δημιουργεί μεγάλο αριθμό θέσεων εργασίας και ότι προωθεί την οικονομική ανάπτυξη και μια οικονομία περισσότερο προσανατολισμένη στις υπηρεσίες, τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και στις ανεπτυγμένες χώρες (UNCTAD, 2007). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού (ΠΟΤ), έξι κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) συγκαταλέγονται μεταξύ των δέκα κορυφαίων παγκοσμίως χωρών με τον μεγαλύτερο αριθμό αφίξεων διεθνών τουριστών. Στην ΕΕ, τα έσοδα από τον διεθνή τουρισμό το 2008 ήταν υψηλότερα στην Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία, και ακολούθησε η Ελλάδα και η Πορτογαλία. Προηγούμενες μελέτες επιχείρησαν να εξηγήσουν στρατηγικές θέσεις προορισμών και/επιχειρήσεων, εστιάζοντας (κυρίως παράγοντες προσφοράς και ζήτησης) σε τιμές, συναλλαγματικές ισοτιμίες, ποιοτικούς και λοιπούς θεσμικούς παράγοντες. Οι μοναδικές, αξέχαστες εμπειρίες που προσφέρονται απευθείας στους πελάτες καθορίζουν την ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης και, τελικά, ενός προορισμού. Ωστόσο, η υπάρχουσα βιβλιογραφία για τον τουρισμό δεν έχει εκτενώς επεξηγήσει τους παράγοντες που χαρακτηρίζουν και καθορίζουν αυτές τις αξέχαστες τουριστικές εμπειρίες. Γιατί γίνεται λόγος για εμπειρία ● Γιατί ένα ταξίδι έχει πολλά χαρακτηριστικά εμπειρίας και ηδονής ● Οι Pine & Gilmore (1999) μίλησαν για την εμφάνιση μιας «οικονομίας εμπειρίας»στην οποία οι εταιρείες προσελκύουν προσωπικά τους καταναλωτές μέσω σκηνοθετημένων εκδηλώσεων, όπου οι εμπειρίες γίνονται προσφορές στην αγορά και οι καρδιές των καταναλωτών σαγηνεύονται από την αξέχαστη εμπειρία. Θέμα της Έρευνας ● Διαφορές στην Ανταγωνιστικότητα των Περιφερειακών Προορισμών ● Η ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης καθορίζεται άμεσα από τις μοναδικές, αξέχαστες εμπειρίες που προσφέρονται στους πελάτες. ● Επομένως, είναι σημαντικό να ερευνηθεί ο αντίκτυπος που μπορεί να έχει η αντίληψη της εμπειρίας και οι προσδοκίες στη διαφοροποίηση του προϊόντος τουρισμού και στην ανταγωνιστικότητα των διεθνών περιφερειακών προορισμών. Είναι ευρέως γνωστό ότι οι αντιλήψεις του ταξιδιώτη για τους διάφορους προορισμούς, η επίγνωση των εναλλακτικών επιλογών που έχει και η αντίληψη του βαθμού στον οποίο οι υπηρεσίες προορισμού θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του, έχουν αποφασιστική σημασία για τις τουριστικές ροές. Οι υπηρεσίες ενός προορισμού θα πρέπει να προσαρμόζονται και να αλλάζουν σύμφωνα με τις εξελισσόμενες προτιμήσεις του καταναλωτή προκειμένου οι προορισμοί αυτοί να διατηρούν και/ή να ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά τους. Η γνώση των προσδοκιών, των κινήτρων, της νοοτροπίας του τουρίστα και των διαφορών μεταξύ διαφορετικών πολιτισμικών ομάδων μπορεί να δημιουργήσει ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο οι προορισμοί, αντιδρώντας κατά τρόπο προσαρμοστικό, θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Επομένως, σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να παράσχει τα εξής ● εις βάθος εξέταση της βιβλιογραφίας σχετικά με την εικόνα του παγκόσμιου τουρισμού και τον ρόλο της εμπειρίας ● μια καινοτόμα προσέγγιση με την εισαγωγή του ενισχυμένου ρόλου του τουρίστα στον ορισμό της έννοιας της εμπειρίας ● παροχή στους επικεφαλής του κλάδου γενικευμένων πληροφοριών σχετικά με τις διαπολιτισμικές διαφορές Κάτι τέτοιο επιδιώκεται μέσα από τα εξής ● Αξιολόγηση των παραγόντων δημιουργίας κινήτρων για την εμπειρία που οδηγούν τους ταξιδιώτες διαφορετικής πολιτισμικής προέλευσης σε διαφορετικές προτιμήσεις κατά την επιλογή του προορισμού ταξιδιού τους. ● Εξέταση των προσδοκιών, κινήτρων και της νοοτροπίας του ταξιδιώτη, δίνοντας ταυτόχρονα νέα ερμηνεία στις εμπειρίες μέσα από την διαπολιτισμική προοπτική ● Αξιολόγηση της σχετικής συνάφειας και σημασίας των προσδιορισμένων παραγόντων για την ανταγωνιστικότητα του προορισμού ● Αξιολόγηση των διαπολιτισμικών επιδράσεων και των διαφορών που οδηγούν σε διαφορετική επιλογή κατά τη λήψη απόφασης για την επίσκεψη ή την εκ νέου επίσκεψη ενός προορισμού. Η παρούσα έρευνα προσπαθεί επίσης να εξετάσει τις πρακτικές και θεωρητικές επιπτώσεις, καθώς και προτάσεις για μελλοντική έρευνα.
3

Φυσιολογικός ρόλος του εναλλακτικού ματίσματος του υποδοχέα NMDA στο οπτικό σύστημα

Μαντά, Γεωργία 19 January 2011 (has links)
Στόχος: Ο υποδοχέας του γλουταμινικού οξέος ΝMDA (N-methyl-D-aspartate), αποτελεί μόριο-κλειδί που διαμεσολαβεί πολλούς τύπους συναπτικής πλαστικότητας στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Στο οπτικό σύστημα η πλαστικότητα ξεκινά στο επίπεδο του αμφιβληστοειδούς χιτώνα. Κατά την ανάπτυξη του αμφιβληστροειδούς οι υποδοχείς NMDA συμμετέχουν σε φαινόμενα πλαστικότητας εξαρτώμενα από την εμπειρία όπως ο λειτουργικός διαχωρισμός των ON και OFF μονοπατιών. Η ανάπτυξη και η οπτική αποστέρηση επηρεάζουν επίσης τις ηλεκτροφυσιολογικές ιδιότητες των υποδοχέων NMDA στον αμφιβληστροειδή του επίμυος καθώς και την έκφραση των υπομονάδων του NR1 και NR2. Η βασική υπομονάδα NR1 υφίσταται εναλλακτικό μάτισμα με αποτέλεσμα να εμφανίζεται σε οκτώ διαφορετικές ισομορφές που προσδίδουν μοριακή ποικιλότητα στον υποδοχέα. Το ερώτημα που ετέθη ήταν εάν η έκφραση των ισομορφών της υπομονάδας NR1 ρυθμίζεται κατά την ανάπτυξη του αμφιβληστροειδούς χιτώνα του επίμυος και εάν μεταβάλλεται από την οπτική εμπειρία. Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν αμφιβληστροειδείς επίμυων (Wistar) που μεγάλωσαν είτε σε φυσιολογικό ημερήσιο κύκλο 12 ώρες φως/12 ώρες σκοτάδι [normal-reared (NR)], είτε σε διαρκές σκοτάδι [dark-reared (DR)] από την 9η έως την 60η ημέρα μετά τη γέννηση. Η μελέτη της έκφρασης των ισομορφών του αμινοτελικού (NR1a, NR1b) και του καρβοξυτελικού (NR1-1, NR1-2, NR1-3, NR1-4) άκρου της υπομονάδας NR1 έγινε με τη μέθοδο της real-time PCR. Αποτελέσματα: Το αναπτυξιακό προφίλ όλων των ισομορφών εμφάνισε διαφορετική αύξηση κατά τη διάρκεια της δεύτερης και τρίτης εβδομάδας, με μέγιστη έκφραση στο τέλος της τρίτης εβδομάδας. Μεταξύ των ισομορφών του αμινοτελικού άκρου, η NR1b εκφραζόταν σταθερά σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με την NR1a, ενώ μεταξύ των ισομορφών του καρβοξυτελικού άκρου, η NR1-2 εκφραζόταν σε υψηλότερα επίπεδα από την NR1-4, ενώ τόσο η NR1-1 όσο και η NR1-3 εκφράζονταν σε χαμηλά επίπεδα. Η ανάπτυξη στο σκοτάδι μείωσε την έκφραση όλων των ισομορφών σε πολλά αναπτυξιακά στάδια και στο ενήλικο ζώο. Σημαντική αλληλεπίδραση μεταξύ ηλικίας και οπτικής εμπειρίας προέκυψε για τις ισομορφές NR1a, NR1-2 και NR1-4. Συμπεράσματα: Η έκφραση όλων των ισομορφών της υπομονάδας NR1 μεταβάλλεται κατά την ανάπτυξη του αμφιβληστροειδούς του επίμυος, ενώ ορισμένες (NR1a, NR1-2 and NR1-4) ρυθμίζονται τόσο από την ηλικία όσο και από την οπτική εμπειρία. Τέτοιες μεταβολές μπορεί να παίζουν σημαντικό ρόλο σε φαινόμενα πλαστικότητας που λαμβάνουν χώρα στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. / Purpose: The N-methyl-D-aspartate (NMDA) type of glutamate ionotropic receptor is a key molecule mediating plasticity related processes in the central nervous system. Visual system plasticity begins in the retina. During postnatal retinal development NMDA receptor has been shown to be involved in experience dependent plasticity such as the functional segregation of ON and OFF pathways. Development and visual deprivation have been found to affect the kinetics of NMDA receptor in rat retina and the expression of its main subunits NR1 and NR2. The NR1 fundamental subunit of NMDA receptor exists in eight distinct splice isoforms. Knowing that alternative splicing of the NR1 subunit offers a further molecular diversity to the receptor, we have addressed the question of whether the alternative splicing of NR1 subunit of the NMDA receptor is regulated during postnatal retinal development and whether this regulation is altered by visual experience. Methods: Retinas were dissected from eyes of Wistar rats raised either in normal 12-hour light/12-hour dark cycle [normal-reared (NR)], or in complete darkness [dark-reared (DR)] at postnatal days 9 to 60. Real-time PCR was performed in order to assess the mRNA expression of NR1 isoforms using oligonucleotide primers specific for N- terminal (NR1a, NR1b) and C-terminal splice variants (NR1-1, NR1-2, NR1-3, NR1-4). Results: The developmental profiles of mRNA expression levels of both N- and C-terminal NR1 isoforms showed differential increases during the second and third postnatal weeks, while their expression peaked at the end of the third week. Among N-terminal isoforms NR1b was constantly expressed at higher levels compared to NR1a and among the C-terminal isoforms, NR1-2 was expressed at higher levels than NR1-4, while both NR1-1 and NR1-3 were expressed at low levels. Dark-rearing led to reductions in both N- and C-terminal NR1 variants in several developmental ages and in adult retina. A significant age and experience interaction was observed at NR1a N-terminal isoform, and at the most abundant C-terminal isoforms NR1-2 and NR1-4. Conclusions: Our results have demonstrated that all NR1 splice isoforms are developmentally regulated in rat retina and some of them (NR1a, NR1-2 and NR1-4) are also bidirectionally regulated by age and visual experience. Such changes may play an important role in the plastic and activity-dependent events taking place in retina.
4

Η επίδραση του νεογνικού χειρισμού ως μοντέλου πρώιμης εμπειρίας στους γλουταμινεργικούς υποδοχείς AMPA στον εγκέφαλο του επίμυος

Κατσούλη, Σοφία 27 June 2012 (has links)
Ο νεογνικός χειρισμός, ένα πειραματικό μοντέλο πρώιμων εμπειριών, είναι γνωστό οτι επηρεάζει τη λειτουργία του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων, βελτιώνοντας έτσι την προσαρμοστικότητα, την αντιμετώπιση του στρες, τις διανοητικές ικανότητες και γενικά τις διεργασίες του εγκεφάλου που σχετίζονται με την πλαστικότητα. Προηγούμενη μελέτη έχει δείξει οτι ο νεογνικός χειρισμός παρουσιάζει εκλεκτικές επιδράσεις στους υποδοχείς του N-μεθυλο-D-ασπαρτικού οξέος (NMDA) του διεγερτικού νευροδιαβιβαστή γλουταμινικό στον εγκέφαλο των επίμυων. Οι υποδοχείς του γλουταμινικού που διαμεσολαβούν την ταχεία συναπτική νευροδιαβίβαση στις διεγερτικές συνάψεις του κεντρικού νευρικού συστήματος είναι οι υποδοχείς του α-αμινο-3-υδροξυ-5-μεθυλο-ισοξαζολο-προπιονικού οξέος (AMPA) και είναι κρίσιμοι κατά τη νευρωνική ανάπτυξη, τη συναπτική πλαστικότητα και τη δομική αναδιαμόρφωση του εγκεφάλου. Συντίθενται από τέσσερις υπομονάδες, τις GluRA, GluRB, GluRC και GluRD, οι οποίες συνδυάζονται για να σχηματίσουν τετραμερή. Οι περισσότεροι υποδοχείς AMPA είναι ετεροτετραμερή, αποτελούμενα από τουλάχιστον δύο από τις αναφερθείσες υπομονάδες. Οι υποδοχείς AMPA που είναι διαβατοί στο ασβέστιο δεν περιέχουν την υπομονάδα GluRB, ενώ τόσο η υπομονάδα GluRA, όσο και η GluRB, παίζουν σημαντικό ρόλο στη συναπτική διακίνηση των υποδοχέων AMPA. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να ερευνηθεί κατά πόσο ο νεογνικός χειρισμός μπορεί να επιδρά στους υποδοχείς AMPA, εφόσον έχει δειχθεί οτι η σύνθεση των υπομονάδων και κατά συνέπεια και οι ιδιότητες των υποδοχέων AMPA στη σύναψη μεταβάλλονται από την αισθητική εμπειρία και κατά πόσο αυτή η επίδραση είναι εξαρτώμενη από το φύλο. Σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο νεογνικού χειρισμού, κάθε νεογνό απομακρυνόταν από τη φωλιά για 15 λεπτά καθημερινά από την πρώτη μεταγεννητική ημέρα μέχρι τον απογαλακτισμό του τρεις εβδομάδες μετά. Η τεχνική του in situ υβριδισμού χρησιμοποιήθηκε για την εντόπιση και ποσοτικοποίηση της έκφρασης του mRNA της κάθε υπομονάδας. Η έκφραση των υπομονάδων του υποδοχέα AMPA μελετήθηκε σε συγκεκριμένες εγκεφαλικές περιοχές που εμπλέκονται στο συναίσθημα, στη μάθηση, στη μνήμη και στην αισθητική αντίληψη, όπως ο ιππόκαμπος, η αμυγδαλή και ο εγκεφαλικός φλοιός ενήλικων αρσενικών και θηλυκών επίμυων. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν οτι ο νεογνικός χειρισμός προκάλεσε διαφορετικές και σε κάποιες περιπτώσεις φυλετικά διμορφικές μεταβολές στην έκφραση των υπομονάδων του υποδοχέα AMPA, με τρόπο ειδικό ανά υπομονάδα και περιοχή. Πιο συγκεκριμένα, τα ζώα που είχαν υποστεί νεογνικό χειρισμό, αρσενικά και θηλυκά, είχαν μειωμένα επίπεδα mRNA της GluRB και της GluRC στο ραχιαίο ιππόκαμπο και στο σωματαισθητικό φλοιό, συγκριτικά με τα ζώα χωρίς χειρισμό. Επιπλέον, τα επίπεδα mRNA της GluRC ήταν μειωμένα στην αμυγδαλή και στον προμετωπιαίο φλοιό και τα επίπεδα mRNA της GluRD ήταν μειωμένα στον κοιλιακό ιππόκαμπο αρσενικών και θηλυκών ζώων που είχαν υποστεί χειρισμό. Επιπροσθέτως, ο νεογνικός χειρισμός είχε φυλετικά διμορφικές επιδράσεις, αυξάνοντας τα επίπεδα mRNA της GluRA στο ραχιαίο ιππόκαμπο των αρσενικών ζώων και μειώνοντάς τα στα θηλυκά, καθώς και μειώνοντας τα επίπεδα mRNA της GluRΒ στον κοιλιακό ιππόκαμπο και στην αμυγδαλή μόνο των θηλυκών επίμυων. Οι μεταβολές στο mRNA των υποδοχέων AMPA θεωρούμε οτι συντελούνται μέσω επιγενετικής ρύθμισης λόγω του νεογνικού χειρισμού. Τα αποτελέσματα μας στο ραχιαίο ιππόκαμπο υποδεικνύουν ότι ο νεογνικός χειρισμός είναι πιθανό να προκαλεί επαγόμενη από την εμπειρία συναπτική ενδυνάμωση και αποδυνάμωση αρσενικών και θηλυκών ζώων αντίστοιχα, δεδομένων των αντίθετων μεταβολών που παρατηρούνται στα επίπεδα του mRNA της υπομονάδας GluRA στα δύο φύλα. Επιπλέον, η παρατηρούμενη μείωση της έκφρασης του mRNA της GluRB πιθανόν να οδηγεί σε μειωμένο αριθμό αδιάβατων στο ασβέστιο υποδοχέων AMPA που περιέχουν την υπομονάδα GluRB, οπότε ο νεογνικός χειρισμός μπορεί να προκαλεί μεταβολή στο φαινότυπο του υποδοχέα AMPA από αδιάβατο σε διαβατό στο ασβέστιο και τελικά αύξηση της πλαστικότητας της σύναψης στις περιοχές όπου παρατηρούνται οι μεταβολές. Συμπερασματικά, στην παρούσα μελέτη δείξαμε οτι οι υπομονάδες του υποδοχέα AMPA μεταβάλλονται από το νεογνικό χειρισμό, ένα μοντέλο πρώιμης εμπειρίας, στον εγκέφαλο ενήλικων επίμυων, με τρόπο ειδικό ανά υπομονάδα και ανά περιοχή και σε κάποιες περιπτώσεις φυλετικά διμορφικό. Αυτό σημαίνει οτι η γλουταμινεργική νευροδιαβίβαση μεταβάλλεται από μια πρώιμη εμπειρία. Αυτή η επίδραση του νεογνικού χειρισμού μπορεί να είναι ένας από τους παράγοντες που υπόκεινται της αυξημένης πλαστικότητας του εγκεφάλου των ζώων που έχουν υποστεί νεογνικό χειρισμό, η οποία εκδηλώνεται τόσο σε κυτταρικό επίπεδο όσο και στο συμπεριφορικό επίπεδο. / Neonatal handling, an experimental model of early life experiences, is known to affect the hypo¬thalamic-pituitary-adrenal axis function, thus increasing adaptability, coping with stress, cognitive abilities and in general brain plasticity-related pro¬cesses. Previous study has shown selective effects of neonatal handling on rat brain NMDA receptors. AMPA receptors (AMPARs) mediate fast synaptic trans¬mission at excitatory synapses in the CNS and are crucial during neuro¬nal development, synaptic plasticity and structural remodeling. AMPARs are composed of four types of subunits, designated as GluRA, GluRB, GluRC and GluRD, which combine to form tetramers. Most AMPARs are heterotetramerics, made of at least two of the four pro¬per subunits GluRA-D. AMPA receptors that are permeable to Ca2+ lack the GluRB subunit, while both GluRA and GluRB subunits have an important role in AMPAR trafficking towards the synapse. The present study addressed the question of whether neonatal handling might have an effect on AMRARs, since it has been shown that the subunit composition and thus the synaptic properties of AMPARs, changes in response to sensory experience, and whether this effect is gender-specific. According to the current neonatal handling pro¬tocol, each pup of a litter was removed from the nest for 15 min daily from the first postnatal day 1 (PND1) until weaning (PND22). In situ hybridization was used in order to localize and quantify subunit mRNA expression, with specific cDNA oligo¬nucleotides. AMPAR subunit expression was studied in specific brain regions that are involved in emotions, learning, memory and sensory perception, such as the hippo¬campus, cerebral cortex and amydgala of adult male and female rats. We found that neonatal handling caused differential and in cases sexually dimorphic changes in AMPA receptor subunit expression, depending on the brain region and the subunit. More specifically, neonatally handled animals, both males and females, had lower GluRB and GluRC mRNA levels in the dorsal hippocampus and the somatosensory cortex, compared to the non-handled. Moreover, GluRC mRNA levels were decreased in the amygdala and the prefrontal cortex and GluRD mRNA levels were decreased in the ventral hippocampus of handled animals of both sexes. Furthermore, neonatal handling had sexually dimorphic effects, increasing GluRA mRNA levels in the dorsal hippocampus of males while decreasing them in females, as well as decreasing GluRB mRNA levels in the ventral hippocampus and the amygdala only of the females. The observed changes in AMPA receptor mRNA levels are thought to occur via epigenetic regulation in response to neonatal handling. Our results in dorsal hippocampus suggest that neonatal handling may induce experience-dependent synaptic strengthening in males and weakening in females, due to the opposite changes observed in GluRA mRNA levels of the two sexes. Moreover, the observed decrease in GluRB mRNA expression most likely leads to reduced GluRB-containing calcium-impermeable AMPA receptors, therefore neonatal handling may cause a switch in AMPA receptor phenotype from calcium-impermeable to calcium-permeable AMPA receptors, and thus induce a higher synaptic plasticity in the regions where the changes are observed. In the present study we show that neonatal handling, an experimental model of early life experiences, induces changes in the AMPA receptor subunits expression in the adult rat brain that are region- and subunit-specific and in cases sexually dimorphic. These results demonstrate that glutamatergic transmission changes in response to an early experience. This effect of handling could be one of the factors underlying the increased plasticity of the brain of neonatally handled animals, which is manifested both at the cellular and at the behavioural/systemic level.
5

Η επίδραση του νεογνικού χειρισμού ως μοντέλου πρώιμης εμπειρίας στο σύστημα των ενδοκανναβινοειδών στον εγκέφαλο του επίμυος

Βαγγοπούλου, Χάρη 02 April 2015 (has links)
Ο νεογνικός χειρισμός, ένα πειραματικό μοντέλο πρώιμων εμπειριών, είναι γνωστό ότι επηρεάζει τη λειτουργία του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων βελτιώνοντας την προσαρμοστικότητα, την αντιμετώπιση του στρες, τις διανοητικές ικανότητες και γενικά τις διεργασίες του εγκεφάλου που σχετίζονται με την πλαστικότητα. Προηγούμενες μελέτες έδειξαν ότι ο νεογνικός χειρισμός τροποποιεί τη σεροτονινεργική, τη ντοπαμινεργική αλλά και τη γλουταμινεργική οδό, την κύρια διεγερτική οδό στον εγκέφαλο, μέσα από εκλεκτικές επιδράσεις τόσο στους υποδοχείς NMDA όσο και στους υποδοχείς AMPA στον εγκέφαλο των επίμυων. Το σύστημα των ενδοκανναβινοειδών του εγκεφάλου, δρώντας μέσω των υποδοχέων CB1, εμπλέκεται καθοριστικά στη διατήρηση της ομοιόστασης και της ενεργειακής ισορροπίας του οργανισμού, ενώ φαίνεται να έχει «αγχολυτικό» ρόλο ρυθμίζοντας συμπεριφορές όπως η πρόσληψη τροφής, ο φόβος και το άγχος, το αίσθημα ανταμοιβής και ευφορίας. Επίσης, διαδραματίζει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην ανάπτυξη του νευρικού συστήματος καθοδηγώντας τη δημιουργία των συνδέσεων του φλοιού με τις υποφλοιώδεις δομές. Πρόκειται για ένα δυναμικό σύστημα το οποίο δύναται να τροποποιείται με την εμπειρία, ενώ η λειτουργία του μεταβάλλεται κατά τα διάφορα αναπτυξιακά στάδια, με τις κορυφαίες αλλαγές να σημειώνονται κατά την περίοδο της εφηβείας. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να ερευνηθεί εάν ο νεογνικός χειρισμός μπορεί να επιδρά στο σύστημα των ενδοκανναβινοειδών και αν η επίδραση αυτή μπορεί να παρουσιάζεται με διαφορετικό τρόπο στην εφηβεία από την ενηλικίωση. Μελετήσαμε έτσι την έκφραση των υποδοχέων CB1 στον εγκέφαλο εφήβων και ενηλίκων επίμυων, σε περιοχές που εμπλέκονται στην αντιμετώπιση του στρες, στη μνήμη, τη μάθηση, το συναίσθημα και την ανταμοιβή, όπως ο προμετωπιαίος φλοιός, η αμυγδαλή, ο ιππόκαμπος, το ραβδωτό σώμα και ο επικλινής πυρήνας. Σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο νεογνικού χειρισμού, κάθε νεογνό απομακρυνόταν από τη φωλιά για 15 λεπτά καθημερινά από την πρώτη μεταγεννητική ημέρα μέχρι τον απογαλακτισμό του, τρεις εβδομάδες μετά. Χρησιμοποιήθηκε η τεχνική του υβριδισμού in situ για την εντόπιση και ποσοτικοποίηση των επιπέδων mRNA των υποδοχέων CB1 και η μέθοδος της ποσοτικής αυτοραδιογραφίας in vitro για την μέτρηση των επιπέδων δέσμευσης του υποδοχέα. Τα αποτελέσματά της έρευνας έδειξαν ότι ο νεογνικός χειρισμός προκάλεσε μεταβολές στην έκφραση των υποδοχέων CB1, με τρόπο ειδικό σε κάθε περιοχή και συχνά διαφορετικό στους εφήβους και στους ενήλικες επίμυες. Πιο συγκεκριμένα, οι έφηβοι επίμυες με χειρισμό παρουσίασαν αυξημένα, ενώ οι ενήλικες μειωμένα επίπεδα δέσμευσης των υποδοχέων CB1 στις περιοχές του προμετωπιαίου φλοιού και του επικλινούς πυρήνα. Επιπρόσθετα, ο νεογνικός χειρισμός επέφερε αύξηση τόσο των επιπέδων mRNA όσο και των επιπέδων δέσμευσης στο ραβδωτό σώμα των εφήβων επίμυων. Αντίθετα, οι ενήλικες επίμυες που είχαν υποστεί χειρισμό παρουσίασαν μείωση στα επίπεδα του mRNA στο ραβδωτό σώμα, χωρίς μεταβολή στα επίπεδα του λειτουργικού υποδοχέα στη συγκεκριμένη περιοχή. Στην αμυγδαλή, ο νεογνικός χειρισμός προκάλεσε αύξηση στα επίπεδα του mRNA ανεξάρτητα από την ηλικία, η οποία ακολουθήθηκε από αύξηση στα επίπεδα δέσμευσης του υποδοχέα CB1 μόνο στους εφήβους επίμυες με χειρισμό, ενώ οι ενήλικες δεν παρουσίασαν στατιστικώς σημαντική μεταβολή. Οι μεταβολές στην έκφραση του υποδοχέα CB1 θεωρούμε ότι συντελούνται μέσω επιγενετικής ρύθμισης ως αποτέλεσμα του νεογνικού χειρισμού και συνιστούν μια αντισταθμιστική απάντηση στη μεταβολή της ανάδρομης ενδοκανναβινοειδούς σηματοδότησης. Έτσι, το αποτέλεσμά μας στον προμετωπιαίο φλοιό, είναι πιθανόν να αντανακλά την ενίσχυση (στους ενήλικες) ή την αποδυνάμωση (στους εφήβους) της αρνητικής ανάδρομης ρύθμισης των κορτικοειδών στον άξονα του στρες, δεδομένων των αντίρροπων μεταβολών στα επίπεδα δέσμευσης του υποδοχέα CB1 στις δύο διαφορετικές ηλικίες. Τα αποτελέσματα στην αμυγδαλή, τον επικλινή πυρήνα και το ραβδωτό σώμα υποδηλώνουν αφενός μια διαφορετική «τονική» ρύθμιση του άξονα του στρες στα έφηβα ζώα με χειρισμό, και αφετέρου μια πιθανή εξασθένιση των λειτουργιών της ανταμοιβής και της δημιουργίας συνηθειών, η οποία ίσως να οδηγεί σε μειωμένη ευαισθησία στην εμφάνιση εθισμού. Συμπερασματικά, στην παρούσα μελέτη δείξαμε ότι η έκφραση των υποδοχέων CB1 μεταβάλλεται από το νεογνικό χειρισμό, ένα μοντέλο πρώιμης εμπειρίας, με τρόπο ειδικό ανά περιοχή και σε κάποιες περιπτώσεις διαφορετικό στους εφήβους από τους ενήλικες επίμυες. Αυτή η επίδραση του νεογνικού χειρισμού μπορεί να είναι ένας από τους παράγοντες που συμβάλλουν στην αυξημένη πλαστικότητα του εγκεφάλου των ζώων που έχουν υποστεί νεογνικό χειρισμό, η οποία εκδηλώνεται τόσο σε κυτταρικό όσο και στο συμπεριφορικό επίπεδο. / Neonatal handling, an experimental model of early-life experience, is known to affect the hypothalamic-pituitary-adrenal axis function, improving adaptability, coping with stress, cognitive abilities and in general brain plasticity-related processes. Previous studies have shown that neonatal handling modifies the serotonergic, the dopaminergic and the glutaminergic pathway, the major excitatory pathway in the brain, through selective effects in both NMDA and AMPA receptors in rat brain. The endocannabinoid system of the brain, acting through CB1 receptors, is critically involved in maintaining homeostasis and energy body balance and it seems to have "anxiolytic" role regulating behaviors such as eating, fear and anxiety, feeling of reward and euphoria. It also plays a specific role in neural development, guiding the establishment of cortical-subcortical connections. It is a dynamic system which can be modified by experience and its function varies at different developmental stages, with the highest changes occuring during the period of adolescence. The present study addressed the question of whether neonatal handling might affect the endocannabinoid system and whether this effect is different in adolescence than adulthood. Thus, we investigated the expression of CB1 receptors in the adolescent and adult rat brain, looking in areas involved in coping with stress, learning and memory, emotion and reward, such as prefrontal cortex, amygdala, hippocampus, striatum and nucleus accumbens. According to the current neonatal handling protocol, each pup of a litter was removed from the nest for 15 min daily from the first postnatal day (PND1) until weaning (PND22). In situ hybridization and in vitro receptor autoradiography were used in order to localize and quantify CB1 receptor mRNA levels and receptor binding levels, respectively. We found that neonatal handling leads to changes in CB1 receptor expression, depending on brain region, which were different in adolescent and adult rats. More specifically, adolescent handled rats showed increased, while adults showed decreased CB1 receptor binding levels in prefrontal cortex and nucleus accumbens. In addition, neonatal handling induced an increase in both mRNA and binding levels in striatum of adolescents. However, adult handled rats had decreased mRNA levels in striatum, without a change in receptor binding levels in this region. In amygdala, neonatal handling brought an increase in mRNA levels regardless of age, which was followed by an increase in CB1 receptor binding levels only in adolescent handled rats, while adults showed no statistically significant change. The observed changes in CB1 receptor expression are thought to occur via epigenetic regulation in response to neonatal handling and may constitute a compensatory response to the change of retrograde endocannabinoid signaling. Thus, our result in the prefrontal cortex, may reflect strengthening (in adults) or weakening (in adolescents) of negative feedback on stress axis through corticosteroids, due to the opposite changes observed in CB1 receptor binding levels in the two different ages. The results in amygdala, nucleus accumbens and striatum suggest a different "tonic" regulation on the stress axis in adolescent handled animals, and also a reduced reward and habit formation function, which may lead to reduced susceptibility to addiction. In conclusion, in the present study we have shown that neonatal handling, an early-life experience model, leads to changes in CB1 receptor expression in a region- and age-specific manner. This effect of handling could be one of the factors underlying the increased blain plasticity of neonatally handled animals, which is manifested both at the cellular and at the behavioural/systemic level.
6

Τα εικαστικά στο δημοτικό σχολείο : η σχολική πραγματικότητα, τα σχολικά εγχειρίδια και ο ρόλος του δασκάλου. Έρευνα δράσης στην Ε' τάξη του δημοτικού, προτάσεις και προοπτικές

Θεοδωροπούλου, Ιωάννα 01 February 2013 (has links)
Η διδασκαλία της τέχνης στο σχολείο συμβάλλει στην ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού, καλλιεργώντας τη δημιουργικότητά του και ενθαρρύνοντας την κοινωνικοποίησή του. Με την αλλαγή του αναλυτικού προγράμματος και την εισαγωγή του ΔΕΠΠΣ στην εκπαίδευση, εισήχθησαν και τα βιβλία των εικαστικών στα σχολεία. Ωστόσο, στο Δημοτικό Σχολείο το μάθημα των εικαστικών δεν διδάσκεται όπως ορίζεται από το αναλυτικό πρόγραμμα και οι εκπαιδευτικοί αποφεύγουν τη διδασκαλία του μαθήματος. Στην παρούσα μελέτη προσπαθούμε να διερευνήσουμε τους λόγους και τα αίτια που οδηγούν τους δασκάλους στην αποφυγή ή την τροποποίηση της διδασκαλίας του μαθήματος των εικαστικών και να προσδιορίσουμε κατά πόσο το βιβλίο των εικαστικών αποτελεί ή όχι χρηστικό εργαλείο για το δάσκαλο και τι στήριξη χρειάζεται για να νιώσει ικανός να συμπεριλάβει δράσεις εικαστικών στο πρόγραμμά του. Στόχος μας είναι, αξιοποιώντας την έρευνα δράσης ως ερευνητικό εργαλείο, να εντοπίσουμε ποια είναι η σύγχρονη σχολική πραγματικότητα, εάν υπάρχει ανταπόκριση από τους μαθητές στο μάθημα των εικαστικών και τι έχουν να προτείνουν οι εικαστικοί εκπαιδευτικοί για το θέμα. Από την έρευνα προέκυψε ότι αν και το βιβλίο των εικαστικών είναι ένα χρήσιμο εργαλείο δουλειάς για τα δάσκαλο, εντούτοις αισθάνεται αβεβαιότητα και ανασφάλεια να διδάξει το μάθημα αποφεύγοντας να το χρησιμοποιήσει. Προτείνεται η επιμόρφωση των δασκάλων στη διδακτική των εικαστικών, η αξιοποίηση των εικαστικών εκπαιδευτικών στα σχολεία και η βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής των σχολείων με τη δημιουργία εξοπλισμένων εικαστικών εργαστηρίων. / The teaching of art in schools contributes to the multifaceted development of the child, cultivating his/her creativity and encouraging his/her socialization. With the change in the curriculum and the introduction of the cross-thematic curriculum framework in education, art books were introduced in schools. However, in primary schools, art is not taught as specified by the curriculum and teachers avoid teaching it. In the present study, we are trying to investigate the reasons teachers are led to avoid or modify the teaching of art and to determine whether or not the art book is a useful tool as well as what kind of support teachers need to feel competent to include art activities in their program. Using action research as a research tool, our aim is to trace the current reality in schools, to determine students’ responses towards art as well as teachers’ feedback on this issue. The present research shows that although the art book is a useful tool for the teacher, he/she feels unsure and lacks self-efficacy to teach this lesson and thus avoids using it. Consequently, we recommend that teachers be trained in the teaching of art, that art teachers be utilized in schools and finally that well-equipped art labs be created.
7

Σχεδίαση και ανάπτυξη διαδικτυακής εφαρμογής υποστήριξης μελετών χρηστών

Δημογιάννης, Δημήτριος 13 October 2013 (has links)
Στόχος της παρούσης διπλωματικής είναι η δημιουργία μιας διαδικτυακής εφαρμογής όπου θα υποστηρίζει τη δημιουργία, τη διαχείριση και την εκτέλεση μιας μελέτης αξιολόγησης γραφικού σχεδιασμού διεπιφανειών χρήστη, με τη μέθοδο της χαρτογράφησης προτίμησης, καθώς επίσης και τη συλλογή και αποθήκευση των αποτελεσμάτων. Μετά από βιβλιογραφική έρευνα κρίθηκε σκόπιμο να υλοποιηθεί η μέθοδος της χαρτογράφησης προτίμησης για τη διεξαγωγή της μελέτης. Στη συνέχεια προσδιορίστηκαν οι αρχές πάνω στις οποίες βασίστηκε η σχεδίαση και η ανάπτυξη της εφαρμογής. Η παρούσα εφαρμογή είναι πλούσιας διαδραστικότητας, μπορεί να υλοποιήσει αξιολόγηση από απόσταση και να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του ανταποκρινόμενου σχεδιασμού, ενώ ταυτόχρονα παρέχεται η δυνατότητα προσθήκης νέων μεθόδων. Για την υλοποίηση της εφαρμογής χρησιμοποιήθηκαν οι νέες τεχνολογίες διαδικτύου HTML5, CSS3, jQuery καθώς και οι PHP, MySQL, JavaScript, AJAX. Η τελική αξιολόγηση από ειδικούς ευχρηστίας του εργαστηρίου αλληλεπίδρασης ανθρώπου υπολογιστή, έκρινε την εφαρμογή ικανή να εκπληρώσει το στόχο της και έδωσε θετική ανάδραση για περεταίρω βελτίωση. / The aim of the present diploma thesis is the development of a web application which supports the creation, management and execution of a graphic design evaluation study by implementing the method of preference mapping, as well as the collection and storage of results. After extended literature research the method of preference mapping was found to be the most suitable for conducting the study. Subsequently, the main principles were identified upon which the design and development of the application was based on. This rich internet application is able to conduct remote evaluation, while achieving the purpose of responsive design which was a fundamental requirement. It also provides the ability for new evaluation methods to be added. For the implementation of the application new internet technologies as HTML5, CSS3, jQuery were used, as well as PHP, MySQL, JavaScript and AJAX. The usability evaluation of this application was conducted by usability experts of the human computer interaction laboratory. The conclusion of the experts was that the application is highly usable and their recommendations provided effective feedback.

Page generated in 0.0296 seconds