• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 120
  • 6
  • Tagged with
  • 128
  • 104
  • 16
  • 16
  • 13
  • 10
  • 10
  • 10
  • 10
  • 9
  • 8
  • 8
  • 8
  • 7
  • 7
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
111

Αναγνώριση επιθέσεων άρνησης εξυπηρέτησης

Γαβρίλης, Δημήτρης 15 February 2008 (has links)
Στη Διδακτορική Διατριβή μελετώνται 3 κατηγορίες επιθέσεων άρνησης εξυπηρέτησης (Denial-of-Service). Η πρώτη κατηγορία αφορά επιθέσεις τύπου SYN Flood, μια επίθεση που πραγματοποιείται σε χαμηλό επίπεδο και αποτελεί την πιο διαδεδομένη ίσως κατηγορία. Για την αναγνώριση των επιθέσεων αυτών εξήχθησαν 9 στατιστικές παράμετροι οι οποίες τροφοδότησαν τους εξής ταξινομητές: ένα νευρωνικό δίκτυο ακτινικών συναρτήσεων, ένα ταξινομητή κ-κοντινότερων γειτόνων και ένα εξελικτικό νευρωνικό δίκτυο. Ιδιαίτερη σημασία στο σύστημα αναγνώρισης έχουν οι παράμετροι που χρησιμοποιήθηκαν. Για την κατασκευή και επιλογή των παραμέτρων αυτών, προτάθηκε μια νέα τεχνική η οποία χρησιμοποιεί ένα γενετικό αλγόριθμο και μια γραμματική ελεύθερης σύνταξης για να κατασκευάζει νέα σύνολα παραμέτρων από υπάρχοντα σύνολα πρωτογενών χαρακτηριστικών. Στη δεύτερη κατηγορία επιθέσεων, μελετήθηκαν επιθέσεις άρνησης εξυπηρέτησης στην υπηρεσία του παγκόσμιου ιστού (www). Για την αντιμετώπιση των επιθέσεων αυτών προτάθηκε η χρήση υπερσυνδέσμων-παγίδων οι οποίοι τοποθετούνται στον ιστοχώρο και λειτουργούν σαν νάρκες σε ναρκοπέδιο. Οι υπερσύνδεσμοι-παγίδες δεν περιέχουν καμία σημασιολογική πληροφορία και άρα είναι αόρατοι στους πραγματικούς χρήστες ενώ είναι ορατοί στις μηχανές που πραγματοποιούν τις επιθέσεις. Στην τελευταία κατηγορία επιθέσεων, τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου spam, προτάθηκε μια μέθοδος κατασκευής ενός πολύ μικρού αριθμού παραμέτρων και χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά νευρωνικά δίκτυα για την αναγνώριση τους. / The dissertation analyzes 3 categories of denial-of-service attacks. The first category concerns SYN Flood attacks, a low level attack which is the most common. For the detection of this type of attacks 9 features were proposed which acted as inputs for the following classifiers: a radial basis function neural network, a k-nearest neighbor classifier and an evolutionary neural network. A crucial part of the proposed system is the parameters that act as inputs for the classifiers. For the selection and construction of those features a new method was proposed that automatically selects constructs new feature sets from a predefined set of primitive characteristics. This new method uses a genetic algorithm and a context-free grammar in order to find the optimal feature set. In the second category, denial-of-service attacks on the World Wide Web service were studied. For the detection of those attacks, the use of decoy-hyperlinks was proposed. Decoy hyperlinks, are hyperlinks that contain no semantic information and thus are invisible to normal users but are transparent to the programs that perform the attacks. The decoys act like mines on a minefield and are placed optimally on the web site so that the detection probability is maximized. In the last type of attack, the email spam problem, a new method was proposed for the construction of a very small number of features which are used to feed a neural network that for the first time is used to detect such attacks.
112

Πρότυπα για ευφυή σύνθετα υλικά και κατασκευές με δυνατότητες αυτοανίχνευσης βλάβης

Χρυσοχοΐδης, Νικόλαος 12 January 2009 (has links)
Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η ανάπτυξη προτύπων πεπερασμένων στοιχείων ικανών να προσομοιώσουν την μορφική και δυναμική απόκριση ευφυών δοκών με διαστρωματική αποκόλληση. Έμφαση δίνεται στη χρήση πιεζοηλεκτρικών διεγερτών και αισθητήρων. Στη πρώτη ενότητα πραγματοποιούνται πειραματικές μετρήσεις σε δοκούς με αποκόλληση χρησιμοποιώντας διάφορες μεθοδολογίες διέγερσης και δειγματοληψίας, οι οποίες περιλαμβάνουν πιεζοηλεκτρικά στοιχεία (actuators,sensors) εκτός των κλασικών μεθόδων (shaker, accelerometer). Από τις πειραματικές μετρήσεις διαπιστώνονται οι δυνατότητες χρήσης πιεζοηλεκτρικών στοιχείων ενώ ανιχνεύεται και ποσοτικοποιείται η επίδραση της ύπαρξης και έκτασης αποκόλλησης στα μορφικά χαρακτηριστικά των δοκών. Στη συνέχεια διατυπώνονται μοντέλα μεσομηχανικής αποσκοπώντας στη προσομοίωση της ηλεκτρομηχανικής συμπεριφοράς ευφυών δοκών με αποκόλληση. Τα πρότυπα αυτά είναι συζευγμένα ηλεκτρομηχανικά και με τη χρήση κατάλληλου πεπερασμένου στοιχείου δοκού οδηγούν στο ηλεκτρομηχανικό σύστημα το οποίο χρησιμοποιείται για να προβλέψει τη στατική και μορφική απόκριση δοκών με διαστρωματική αποκόλληση. Στην επόμενη ενότητα τα πρότυπα μεσομηχανικής καθώς και το πεπερασμένο στοιχείο επεκτείνονται, έτσι ώστε να επιβάλλονται με φυσικό τρόπο συνθήκες επαφής και περιορισμού της οριζόντιας κίνησης (τριβής) μεταξύ των δύο μερών της αποκόλλησης. Το συζευγμένο μη‐γραμμικό ηλεκτρομηχανικό σύστημα που προκύπτει χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει τη μεταβατική απόκριση δοκών με αποκόλληση και επαληθεύεται με πειραματικές μετρήσεις. Τέλος παρουσιάζεται ένα δισδιάστατο πρότυπο πεπερασμένο στοιχείο ευφυούς δοκού με αποκόλληση. Στο πρότυπο αυτό τα μοντέλα μεσομηχανικής επεκτείνονται περιλαμβάνοντας μεταβλητό πεδίο επίπεδων και εγκάρσιων αξονικών μετατοπίσεων, αποτελώντας τις δύο διαστάσεις του μοντέλου ώστε να προβλέψει τη στατική, μορφική και δυναμική απόκριση δοκών μεγάλου πάχους με αποκόλληση σε υψηλές συχνότητες. Χρησιμοποιείται για να προσομοιάσει συμμετρικές κατά το πάχος ιδιομορφές και την κυματική διάδοση υψηλών συχνοτήτων ευφυών δοκών με αποκόλληση. Τέλος τα μοντέλα εφαρμόζονται για τον περαιτέρω προσδιορισμό της βλάβης μέσα από την απόκριση χρόνου‐συχνότητας. / -
113

Υπολογιστική νοημοσύνη στην οικονομία και τη θεωρία παιγνίων

Παυλίδης, Νίκος 09 October 2008 (has links)
Η διατριβή πραγματεύεται το αντικείμενο της Υπολογιστικής Νοημοσύνης στην Οικονομική και Χρηματοοικονομική επιστήμη. Στο πρώτο μέρος της διατριβής αναπτύσσονται μέθοδοι ομαδοποίησης και υπολογιστικής νοημοσύνης για τη μοντελοποίηση και πρόβλεψη χρονολογικών σειρών ημερησίων συναλλαγματικών ισοτιμιών. Η προτεινόμενη μεθοδολογία κατασκευάζει τοπικούς προσέγγιστές, με τη μορφή νευρωνικών δικτύων, για ομάδες προτύπων στο χώρο εισόδων που αναγνωρίζονται από μη-επιβλεπόμενους αλγόριθμους ομαδοποίησης. Στη συνέχεια κατασκευάζονται τεχνικοί κανόνες συναλλαγών απευθείας από τα δεδομένα με τη χρήση γενετικού προγραμματισμού. Η επίδοση των νέων κανόνων συγκρίνεται με αυτή των γενικευμένων κανόνων κινητού μέσου. Το δεύτερο μέρος της διατριβής πραγματεύεται την εφαρμογή εξελικτικών αλγορίθμων για τον υπολογισμό και την εκτίμηση του πλήθους σημείων ισορροπίας σε προβλήματα από τη θεωρία παιγνίων και τη νέα οικονομική γεωγραφία. Πιο συγκεκριμένα, αξιολογείται η ικανότητα των εξελικτικών αλγορίθμων να εντοπίσουν σημεία ισορροπίας κατά Nash σε πεπερασμένα στρατηγικά παίγνια και προτείνονται τεχνικές για τον εντοπισμό περισσοτέρων του ενός σημείων ισορροπίας. Τέλος εφαρμόζονται κριτήρια από τη θεωρία υπολογισμού σταθερών σημείων και τη θεωρία τοπολογικού βαθμού για τη διερεύνηση της ύπαρξης και της υπολογιστικής πολυπλοκότητας του υπολογισμού βραχυχρόνιων σημείων ισορροπίας σε μοντέλα νέας οικονομικής γεωγραφίας. / The thesis investigates Computational Intelligence methods in Economics and Finance. The first part of the thesis is devoted to computational intelligence methods and unsupervised clustering methods for modeling and forecasting daily exchange rate time series. A methodology is proposed that relies on local approximation, using artificial neural networks, for subregions of the input space that are identified through unsupervised clustering algorithms. Furthermore, we employ genetic programming to construct novel trading rules directly from the data. The performance of the novel rules is compared to that of generalised moving average rules. In the second part of the thesis we employ evolutionary algorithms to compute and to estimate the number of equilibria in finite strategic games and new economic geography models. In particular, we investigate the capability of evolutionary and swarm intelligence algorithms to compute Nash equilibria and propose an approach for the computation of more than one equilibria. Finally we employ criteria from the theory on computation of fixed points and topological degree theory to investigate the existence and the computational complexity of computing short run equilibria in new economic geography models.
114

Αλγοριθμικές τεχνικές εντοπισμού και παρακολούθησης πολλαπλών πηγών από ασύρματα δίκτυα αισθητήρων

Αμπελιώτης, Δημήτριος 12 April 2010 (has links)
Οι πρόσφατες εξελίξεις στις ασύρματες επικοινωνίες και στα ηλεκτρονικά κυκλώματα έχουν επιτρέψει την ανάπτυξη υπολογιστικών διατάξεων χαμηλού κόστους και χαμηλής κατανάλωσης ισχύος, οι οποίες ενσωματώνουν δυνατότητες μέτρησης (sensing), επεξεργασίας και ασύρματης επικοινωνίας. Οι διατάξεις αυτές, οι οποίες έχουν ιδιαίτερα μικρό μέγεθος, καλούνται κόμβοι αισθητήρες. Ένα ασύρματο δίκτυο κόμβων αισθητήρων αποτελείται από ένα πλήθος κόμβων οι οποίοι έχουν αναπτυχθεί σε κάποια περιοχή ενδιαφέροντος προκειμένου να μετρούν κάποια μεταβλητή του περιβάλλοντος. Ανάμεσα σε πολλές εφαρμογές, ο εντοπισμός και η παρακολούθηση των θέσεων πηγών οι οποίες εκπέμπουν κάποιο σήμα (π.χ. ακουστικό, ηλεκτρομαγνητικό) αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα, το οποίο μάλιστα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως βάση για τη μελέτη άλλων προβλημάτων τα οποία εμφανίζονται στα ασύρματα δίκτυα αισθητήρων. Οι περισσότερες από τις υπάρχουσες τεχνικές εντοπισμού θέσης μιας πηγής από μια συστοιχία αισθητήρων μπορούν να ταξινομηθούν σε δυο κατηγορίες: (α) Τις τεχνικές οι οποίες χρησιμοποιούν μετρήσεις διεύθυνσης άφιξης (Direction of Arrival, DOA) και (β) τις τεχνικές οι οποίες χρησιμοποιούν μετρήσεις διαφοράς χρόνων άφιξης (Time Difference of Arrival, TDOA). Ωστόσο, οι τεχνικές αυτές απαιτούν υψηλό ρυθμό δειγματοληψίας και ακριβή συγχρονισμό των κόμβων και δε συνάδουν έτσι με τις περιορισμένες ικανότητες των κόμβων αισθητήρων. Για τους λόγους αυτούς, το ενδιαφέρον έχει στραφεί σε μια τρίτη κατηγορία τεχνικών οι οποίες χρησιμοποιούν μετρήσεις ισχύος (Received Signal Strength, RSS). Το πρόβλημα του εντοπισμού θέσης χρησιμοποιώντας μετρήσεις ισχύος είναι ένα πρόβλημα εκτίμησης, όπου οι μετρήσεις συνδέονται με τις προς εκτίμηση παραμέτρους με μη-γραμμικό τρόπο. Στα πλαίσια της Διδακτορικής Διατριβής ασχολούμαστε αρχικά με την περίπτωση όπου επιθυμούμε να εκτιμήσουμε τη θέση και την ισχύ μιας πηγής χρησιμοποιώντας μετρήσεις ισχύος οι οποίες φθίνουν με βάση το αντίστροφο του τετραγώνου της απόστασης ανάμεσα στην πηγή και το σημείο μέτρησης. Για το πρόβλημα αυτό, προτείνουμε έναν εκτιμητή ο οποίος δίνει τις παραμέτρους της πηγής ως λύση ενός γραμμικού προβλήματος ελαχίστων τετραγώνων. Στη συνέχεια, υπολογίζουμε κατάλληλα βάρη και προτείνουμε έναν εκτιμητή ο οποίος δίνει τις παραμέτρους της πηγής ως λύση ενός προβλήματος ελαχίστων τετραγώνων με βάρη. Ακόμα, τροποποιούμε κατάλληλα τον τελευταίο εκτιμητή έτσι ώστε να είναι δυνατή η κατανεμημένη υλοποίησή του μέσω των προσαρμοστικών αλγορίθμων Least Mean Square (LMS) και Recursive Least Squares (RLS). Στη συνέχεια, εξετάζουμε την περίπτωση όπου ενδιαφερόμαστε να εκτιμήσουμε τη θέση μιας πηγής αλλά δεν έχουμε καμιά πληροφορία σχετικά με το μοντέλο εξασθένισης της ισχύος. Έτσι, υποθέτουμε πως αυτό περιγράφεται από μια άγνωστη γνησίως φθίνουσα συνάρτηση της απόστασης. Αρχικά, προσεγγίζουμε το πρόβλημα εκτίμησης κάνοντας την υπόθεση πως οι θέσεις των κόμβων αποτελούν τυχαία σημεία ομοιόμορφα κατανεμημένα στο επίπεδο. Χρησιμοποιώντας την υπόθεση αυτή, υπολογίζουμε εκτιμήσεις για τις αποστάσεις ανάμεσα στους κόμβους και την πηγή, και αναπτύσσουμε έναν αλγόριθμο εκτίμησης της θέσης της πηγής. Στη συνέχεια, προσεγγίζουμε το πρόβλημα εκτίμησης χωρίς την υπόθεση περί ομοιόμορφης κατανομής των θέσεων των κόμβων στο επίπεδο. Προτείνουμε μια κατάλληλη συνάρτηση κόστους για την περίπτωση αυτή, και δείχνουμε την ύπαρξη μιας συνθήκης υπό την οποία η βέλτιστη λύση μπορεί να υπολογιστεί. Η λύση αυτή είναι εσωτερικό σημείο ενός κυρτού πολυγώνου, το οποίο ονομάζουμε ταξινομημένο τάξης-K κελί Voronoi. Έτσι, δίνουμε αλγορίθμους υπολογισμού της λύσης αυτής, καθώς και κατανεμημένους αλγορίθμους οι οποίοι βασίζονται σε προβολές σε κυρτά σύνολα. Ακόμα, ασχολούμαστε με τις ιδιότητες των κελιών αυτών στην περίπτωση όπου οι θέσεις των κόμβων αισθητήρων είναι ομοιόμορφα κατανεμημένες στο επίπεδο και υπολογίζουμε κάποια φράγματα για το εμβαδόν τους. Τέλος, ασχολούμαστε με την περίπτωση όπου ενδιαφερόμαστε να εκτιμήσουμε τις θέσεις πολλαπλών πηγών με γνωστό μοντέλο εξασθένισης της ισχύος. Για το πρόβλημα αυτό, αρχικά προτείνουμε έναν αλγόριθμο διαδοχικής εκτίμησης και ακύρωσης της συνεισφοράς κάθε πηγής, προκειμένου να υπολογιστούν σταδιακά οι θέσεις όλων των πηγών. Ο αλγόριθμος αυτός, αποτελείται από τρία βήματα κατά τα οποία πρώτα υπολογίζεται μια προσεγγιστική θέση για την πηγή, στη συνέχεια εκτιμάται ένα σύνολο κόμβων το οποίο δέχεται μικρής έντασης παρεμβολή από τις υπόλοιπες πηγές, και τέλος επιχειρείται μια λεπτομερέστερη εκτίμηση της θέσης κάθε πηγής. Στη συνέχεια, επεκτείνοντας την τεχνική αυτή, προτείνουμε έναν επαναληπτικό αλγόριθμο εκτίμησης ο οποίος βασίζεται στον αλγόριθμο εναλλασσόμενων προβολών (Alternating Projections). Εξετάζουμε επίσης μεθόδους οι οποίες οδηγούν στη μείωση της υπολογιστικής πολυπλοκότητας του αλγορίθμου αυτού. / Technology advances in microelectronics and wireless communications have enabled the development of small-scale devices that integrate sensing, processing and short-range radio capabilities. The deployment of a large number of such devices, referred to as sensor nodes, over a territory of interest, defines the so-called wireless sensor network. Wireless sensor networks have attracted considerable attention in recent years and have motivated many new challenges, most of which require the synergy of many disciplines, including signal processing, networking and distributed algorithms. Among many other applications, source localization and tracking has been widely viewed as a canonical problem of wireless sensor networks. Furthermore, it constitutes an easily perceived problem that can be used as a vehicle to study more involved information processing and organization problems. Most of the source localization methods that have appeared in the literature can be classified into two broad categories, according to the physical variable they utilize. The algorithms of the first category utilize “time delay of arrival”(TDOA) measurements, and the algorithms of the second category use “direction of arrival” (DOA) measurements. DOA estimates are particularly useful for locating sources emitting narrowband signals, while TDOA measurements offer the increased capability of localizing sources emitting broadband signals. However, the methods of both categories impose two major requirements that render them inappropriate to be used in wireless sensor networks: (a) the analog signals at the outputs of the spatially distributed sensors should be sampled in a synchronized fashion, and (b) the sampling rate used should be high enough so as to capture the features of interest. These requirements, in turn, imply that accurate distributed synchronization methods should be implemented so as to keep the remote sensor nodes synchronized and that high frequency electronics as well as increased bandwidth are needed to transmit the acquired measurements. Due to the aforementioned limitations, source localization methods that rely upon received signal strength (RSS) measurements - originally explored for locating electromagnetic sources - have recently received revived attention. In this Thesis, we begin our study by considering the localization of an isotropic acoustic source using energy measurements from distributed sensors, in the case where the energy decays according to an inverse square law with respect to the distance. While most acoustic source localization algorithms require that distance estimates between the sensors and the source of interest are available, we propose a linear least squares criterion that does not make such an assumption. The new criterion can yield the location of the source and its transmit power in closed form. A weighted least squares cost function is also considered, and distributed implementation of the proposed estimators is studied. Numerical results indicate significant performance improvement as compared to a linear least squares based approach that utilizes energy ratios, and comparable performance to other estimators of higher computational complexity. In the sequel, we turn our attention to the case where the energy decay model is not known. For solving the localization problem in this case, we first make the assumption that the locations of the nodes near the source can be well described by a uniform distribution. Using this assumption, we derive distance estimates that are independent of both the energy decay model and the transmit power of the source. Numerical results show that these estimates lead to improved localization accuracy as compared to other model-independent approaches. In the sequel, we consider the more general case where the assumption about the uniform deployment of the sensors is not required. For this case, an optimization problem that does not require knowledge of the underlying energy decay model is proposed, and a condition under which the optimal solution can be computed is given. This condition employs a new geometric construct, called the sorted order-K Voronoi diagram. We give centralized and distributed algorithms for source localization in this setting. Finally, analytical results and simulations are used to verify the performance of the developed algorithms. The next problem we consider is the estimation of the locations of multiple acoustic sources by a network of distributed energy measuring sensors. The maximum likelihood (ML) solution to this problem is related to the optimization of a non-convex function of, usually, many variables. Thus, search-based methods of high complexity are required in order to yield an accurate solution. In order to reduce the computational complexity of the multiple source localization problem, we propose two methods. The first method proposes a sequential estimation algorithm, in which each source is localized, its contribution is cancelled, and the next source is considered. The second method makes use of an alternating projection (AP) algorithm that decomposes the original problem into a number of simpler, yet also non-convex, optimization steps. The particular form of the derived cost functions of each such optimization step indicates that, in some cases, an approximate form of these cost functions can be used. These approximate cost functions can be evaluated using considerably lower computational complexity. Thus, a low-complexity version of the AP algorithm is proposed. Extensive simulation results demonstrate that the proposed algorithm offers a performance close to that of the exact AP implementation, and in some cases, similar performance to that of the ML estimator.
115

Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) και μακροοικονομική προσαρμογή στις χώρες-μέλη της Ε.Ε.

Αναστασίου, Αθανάσιος 12 April 2010 (has links)
Σκοπός της διατριβής είναι να εξετάσει θέματα που άπτονται της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ). Στο πρώτο κεφάλαιο, αρχικά, παρουσιάζουμε την θεωρητική και εμπειρική βιβλιογραφία που έχει αναπτυχθεί πάνω στο θέμα της ανεξαρτησίας των Κεντρικών Τραπεζών και ποιοι παράγοντες επηρεάζουν τη σχέση της με το πραγματικό προϊόν, την απασχόληση και τον πληθωρισμό και γίνεται αναφορά των επιχειρημάτων που απορρέουν μέσα από αυτές. Στο δεύτερο κεφάλαιο, αρχικά επιχειρούμε να μελετήσουμε τις στρατηγικές αλληλεξαρτήσεις μεταξύ των φορέων άσκησης νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής μέσα σε μια νομισματική ένωση κάτω από διαφορετικά θεσμικά καθεστώτα, και στη συνέχεια εξετάζουμε το ρόλο των ασυμμετριών στις διαταραχές καθώς η νομισματική πολιτική μέσα σε μια νομισματική ένωση έχει σταθεροποιητικές επιδράσεις μόνο σε αθροιστικές μεταβλητές. Το τρίτο κεφάλαιο εστιάζεται στην διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και ειδικότερα επιχειρούμε να μελετήσουμε το βαθμό ετερογένειας ανάμεσα στις οικονομίες των 27 χωρών-μελών. Επίσης εξετάζουμε τον βαθμό συγχρονισμού των οικονομικών τους κύκλων και τη συμμετρία των διαταραχών. Ο βαθμός ετερογένειας μετριέται με βάση συντελεστές Theil, ενώ χρησιμοποιούμε στοιχεία τόσο για το συνολικό χρονικό διάστημα 1995.1-2005.4 όσο και για δύο επιμέρους περιόδους, 1995.1-2000.4 και 2000.1-2005.4 (προ και μετά την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος). Για τη μέτρηση του βαθμού συμμετρίας των μακροοικονομικών διαταραχών μεταξύ των χωρών-μελών στην ΕΕ-27 χρησιμοποιούμε μεθοδολογία SVAR διαχωρίζοντας τις διαταραχές σε διαταραχές ζήτησης και διαταραχές προσφοράς.Στο τέταρτο κεφάλαιο εξετάζουμε τη σχέση μεταξύ συμμετρίας των μακροοικονομικών διαταραχών και ενοποίησης του εμπορίου, είτε όταν αυτή αφορά το συνολικό εμπόριο είτε όταν αφορά το ενδοκλαδικό εμπόριο χρησιμοποιώντας στοιχεία για την περίοδο 1995q1-2005q4. Η ένταση του συνολικού εμπορίου μεταξύ δύο χωρών μετριέται ως ο λόγος του αθροίσματος των διμερών εξαγωγών και εισαγωγών προς το άθροισμα των συνολικών εισαγωγών και εξαγωγών των εν λόγω χωρών, ενώ για το ενδοκλαδικό εμπόριο υπολογίζουμε δείκτες Grubel-Lloyd. / The purpose of the thesis is to examine issues related to European Monetary Union (EMU). Firstly, in Chapter one we present the analytical and empirical literature which has been developed on Central Bank Independence issue and the factors that affect its relationship with real output, employment and inflation. In Chapter two, we study the structural interdependencies between the monetary and fiscal authorities in a monetary union under different regimes, and also we examine the role of shock asymmetries as monetary policy in a monetary union has stabilized effects only on aggregated variables. The third Chapter focuses on the enlarged European Union (E.U.) and specifically we study the degree of heterogeneity among the 27 member-countries. Also, we examine the degree of business cycle synchronization and the shock symmetry. The degree of heterogeneity is measured by Theil coefficients, and we use data not only for the period 1995.1-2005.4 but also for the two sub-periods 1995.1-2000.4 και 2000.1-2005.4 (pre and post the circulation of single currency). We use the SVAR methodology in order to measure the degree of macroeconomic shocks among the EU-27 member-states by separating shocks in demand and supply shocks. In Chapter four we examine the relationship between shock symmetry and trade integration, either it is related to total trade either to intra-industry trade by using data for the period 1995q1-2005q4. The trade intensity between two countries is measured as the ratio of the sum of imports and exports to the sum of total exports and imports of two countries, while we take the Grubel-Lloyd indexes to measure the intra-industry trade.
116

Θεωρία διαστάσεων και καθολικοί χώροι

Μεγαρίτης, Αθανάσιος 29 July 2011 (has links)
Η κατασκευή του Peano το 1890 μιας συνεχούς απεικόνισης από ένα τμήμα επί ενός τετραγώνου έδωσε αφορμή για το πρόβλημα εάν ένα τμήμα και ένα τετράγωνο είναι ομοιόμορφα, και γενικότερα εάν ο $n$-κύβος $I^{n}$ είναι ομοιόμορφος με τον $m$-κύβο $I^{m}$ για $n\neq m$. Το πρόβλημα αυτό λύθηκε από τον Brouwer το 1911 και η μελέτη αυτού του προβλήματος οδήγησε στον ορισμό των διαστάσεων ${\rm ind}$, ${\rm Ind}$ και ${\rm dim}$ και γενικότερα στη γένεση και ανάπτυξη της Θεωρίας Διαστάσεων. Στη διατριβή αυτή ορίζονται διαστάσεις-συναρτήσεις του τύπου ${\rm ind}$, ${\rm Ind}$ και ${\rm dim}$ και αποδεικνύονται βασικές ιδιότητες της Θεωρίας Διαστάσεων (θεωρήματα υποχώρου, αθροίσματος και γινομένου) για τις συναρτήσεις αυτές. Με τη βοήθεια των συναρτήσεων αυτών ορίζονται νέες κλάσεις τοπολογικών χώρων και μελετάται για τις κλάσεις αυτές το πρόβλημα της καθολικότητας, δηλαδή της ύπαρξης ή μη καθολικών χώρων για τις κλάσεις αυτές. Ένας τοπολογικός χώρος $T$ καλείται καθολικός για μια κλάση ${\rm I\!P}$ τοπολογικών χώρων, όταν ο $T$ ανήκει στην κλάση ${\rm I\!P}$ και κάθε τοπολογικός χώρος που ανήκει στην κλάση ${\rm I\!P}$ περιέχεται τοπολογικά στο χώρο $T$. Για την ύπαρξη καθολικών στοιχείων στις κλάσεις αυτές χρησιμοποιείται η μέθοδος κατασκευής Περιεκτικών Χώρων του βιβλίου: S.D. Iliadis, Universal spaces and mappings, North-Holland Mathematics Studies, 198. Elsevier Science B.V., Amsterdam, 2005. xvi+559 pp. / Peano' s construction in 1890 of a continuous map of a segment onto a square gave rise to the problem of whether a segment and a square are homeomorphic and generally whether the cubes $I^{n}$ and $I^{m}$ are homeomorhic for $n\neq m$. This problem was solved by Brouwer in 1911 and the investigation of this problem leads to the definitions of ${\rm ind}$, ${\rm Ind}$, and ${\rm dim}$ and generally to the beginning of Dimension Theory. In this thesis we define new dimension-like functions of the type ${\rm ind}$, ${\rm Ind}$ and ${\rm dim}$ and we give basic properties of Dimension Theory (subspace theorems, sum theorems, product theorems) for these dimension-like functions. Using the introduced dimension-like functions, new classes of spaces are defined and the investigation of the universality problem for these classes is given, that is whether there exists universal space in these classes. A space $T$ is said to be universal in a class ${\rm I\!P}$ of spaces if $T\in{\rm I\!P}$ and for every $X\in{\rm I\!P}$ there exists an embedding of $X$ into $T$. For the existence of universal elements in these classes is used the construction of Containing Spaces given in book: S.D. Iliadis, Universal spaces and mappings, North-Holland Mathematics Studies, 198. Elsevier Science B.V., Amsterdam, 2005. xvi+559 pp.
117

Η προώθηση της άτυπης δια βίου εκπαίδευσης στα πλαίσια online κοινοτήτων με έμφαση στο online πολυχρηστικό παιχνίδι Hattrick : μια μελέτη περίπτωσης

Παπαριστείδη, Μαρία 10 August 2011 (has links)
Η παρούσα εργασία είναι μια ερευνητική προσέγγιση και συγκεκριμένα πρόκειται για μία μελέτη περίπτωσης της online ελληνικής κοινότητας ενός διάσημου πολυχρηστικού διαδικτυακού παιχνιδιού, του Hattrick. Σκοπός μας είναι να μελετήσουμε: α) τα χαρακτηριστικά της online επικοινωνίας μεταξύ των μελών μιας δικτυωμένης κοινωνίας β) το είδος των κοινωνικών σχέσεων που αναπτύσσονται εντός μιας online κοινότητας κατά την επικοινωνία των μελών της και γ) αν ευνοείται η προώθηση της άτυπης δια βίου εκπαίδευσης των μελών μιας δικτυωμένης κοινωνίας, όταν παράγονται κοινωνικές σχέσεις μεταξύ τους. Για τη συλλογή των δεδομένων μας εφαρμόζουμε πολυμεθοδολογική προσέγγιση. Ειδικότερα, διεξάγουμε online συνεντεύξεις από κάποια μέλη αυτής της κοινότητας, online παρατήρηση στις διασκέψεις της και ανάλυση κειμένου στα καταστατικά του παιχνιδιού. Κατόπιν εφαρμογής ανάλυσης κειμένου στα ερευνητικά δεδομένα μας, επιχειρούμε την ερμηνεία τους με βάση το θεωρητικό πλαίσιο του Γάλλου Κοινωνιολόγου Pierre Bourdieu, το οποίο αποτελεί μια προσέγγιση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ερμηνευτικό πλαίσιο στις έρευνες των κοινωνικών δικτυώσεων. Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουμε από τη μελέτη περίπτωσης δείχνουν ότι η online κοινότητα του Hattrick αποτελεί πηγή κοινωνικού και πολιτισμικού κεφαλαίου για τα μέλη της, κι ότι μέσα από τους ποικίλους τρόπους επικοινωνίας και συμμετοχής των μελών στις διάφορες δραστηριότητες της κοινότητας, τα μέλη μπορούν να αναπτύξουν κάποιες δεξιότητές τους, να καλλιεργήσουν νέες προδιαθέσεις, να αποκτήσουν νέες στάσεις ζωής και να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους, γεγονός που αποδεικνύει ότι η συγκεκριμένη online κοινότητα μπορεί να αποτελέσει κι αυτή ένα άτυπο περιβάλλον προώθησης της διά βίου εκπαίδευσης. / -
118

Σχεδόν πλήρως αναλυόμενα στοχαστικά συστήματα και εφαρμογές / Nearly completely decomposable stochastic systems and applications

Νικολακόπουλος, Αθανάσιος Ν. 11 June 2013 (has links)
Το θέμα της παρούσας μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας είναι η εφαρμογή της θεωρίας των Σχεδόν Πλήρως Αναλυόμενων Στοχαστικών Συστημάτων (Nearly Completely Decomposable) σε μία σειρά προβλημάτων στα οποία παραδοσιακές προσεγγίσεις αποδεικνύονται ερμηνευτικά στείρες και υπολογιστικά κοστοβόρες. Στο πρώτο μέρος της διπλωματικής αφού κάνουμε μία διαισθητικού τύπου παρουσίαση της ιδέας της decomposability και συνοψίσουμε τα απαραίτητα στοιχεία του θεωρητικού υποβάθρου που χρησιμοποιούμε στα πλαίσια της εργασίας, παραθέτουμε τονπυρήνα της θεωρίας της decomposability, όπως αυτή θεμελιώνεται μαθηματικά από τον Courtois στην κλασική του μονογραφία. Τέλος, παραθέτουμε και μία υλοποίηση του KMS αλγορίθμου Συσσωμάτωσης/Αποσυσσωμάτωσης, για τη λύση NCD συστημάτων. Το δεύτερο μέρος του συγγράμματος, είναι αφιερωμένο στην εφαρμογή της NCD σε δύο ενδιαφέροντα προβλήματα εκτίμησης απόδοσης υπολογιστικών συστημάτων. Συγκεκριμένα, μελετούμε μία ιδιότυπη ουρά που εξυπηρετεί πελάτες διαφορετικών κλάσεων, με τις ανά κλάση αφίξεις να χαρακτηρίζονται από εναλλαγές μεταξύ περιόδων ηρεμίας και κινητικότητας και την εξυπηρέτηση να γίνεται σε δέσμες πελατών της ίδιας κλάσης. Το κίνητρο για τη μελέτη αυτής της ουράς εντοπίζεται στη bursty φύση της μεταγωγής πακέτων στα σύγχρονα δίκτυα αλλά και στους reassembly buffers των multicluster πολυεπεξεργαστικών συστημάτων. Η ανάλυση της ουράς με παραδοσιακές τεχνικές οδηγεί αναπόφευκτα σε μαρκοβιανή αλυσίδα πολύ μεγάλου χώρου κατάστασης. Εμείς, ξεκινάμε από το πλήρες στοχαστικό μητρώο και αφού διαμερίσουμε κατάλληλα το χώρο καταστάσεων, αποδεικνύουμε ικανές συνθήκες υπό τις οποίες το αρχικό σύστημα είναι δυνατόν να αναλυθεί σε πολλαπλά επίπεδα υποσυστημάτων, η αυτόνομη ανάλυση των οποίων δίνει μία πολύ καλή προσέγγιση της στάσιμης κατανομής του αρχικού συστήματος. Επίσης, παραθέτουμε και αποδεικνύουμε μία ικανή συνθήκη για μηδενικό σφάλμα προσέγγισης και την ερμηνεύουμε σε όρους προδιαγραφών του προβλήματος. Τέλος, θεωρούμε μία ειδική συμμετρική εκδοχή για την οποία καταφέρνουμε να δώσουμε μία κλειστή έκφραση της κατανομής πληρότητας της ουράς συναρτήσει της λύσης των υποσυστημάτων. Για να δείξουμε την απλοποίηση της ανάλυσης που επιφέρει η χρήση του NCD μοντέλου θεωρούμε ένα σενάριο για το οποίο προχωρούμε την ανάλυση σε βάθος και καταφέρνουμε να εξάγουμε χρήσιμες μετρικές στις οποίες, σε αντίθετη περίπτωση, θα ήταν ιδιαίτερα επίπονο να καταλήξει κανείς. Συγκεκριμένα, υπολογίζουμε την πιθανότητα blocking και δείχνουμε πως αυτή μειώνεται σχεδόν εκθετικά με το μέγεθος της ουράς. Βλέπουμε τελικά πως η εκμετάλλευση της NCD ιδιότητας από τη μία διευκολύνει την ανάλυση και από την άλλη παρέχει ανεκτίμητη διαίσθηση σχετικά με τη μεταβατική συμπεριφορά του συστήματος προς την κατάσταση στατιστικής ισορροπίας. Το δεύτερο μέρος της διπλωματικής κλείνει με τη μελέτη κριτηρίων υπό τα οποία, πολυεπεξεργαστικά συστήματα που χωρίζονται σε ομάδες ισχυρά αλληλεπιδρώντων επεξεργαστών, μπορούν να αναλυθούν με χρήση της θεωρίας NCD. Είναι γνωστό πως στα δίκτυα ουρών αναμονής συγκρίσιμων ρυθμών εξυπηρέτησης, η NCD του μητρώου πιθανοτήτων δρομολόγησης συνεπάγεται την NCD του δικτύου. Εμείς, θεωρούμε μία ειδική περίπτωση τέτοιων συστημάτων για την οποία δείχνουμε ένα, εύκολο να ελεγχθεί, κριτήριο για NCD. Τέλος, εξετάζουμε βαθύτερα το σφάλμα της προσέγγισης, και χρησιμοποιώντας ένα πρόσφατο αποτέλεσμα της θεωρίας των σχεδόν ασύζευκτων μαρκοβιανών αλυσίδων δίνουμε έναν επιπλέον ποιοτικό περιορισμό που πρέπει να ικανοποιούν τα εν λόγω συστήματα για να πάρει κανείς ικανοποιητική προσέγγιση από την ανάλυσή τους σε ανεξάρτητα block. Στο τρίτο μέρος της παρούσας εργασίας, εξετάζουμε την εφαρμογή της NCD στο πρόβλημα της κατάταξης ιστοσελίδων. Η πρόσφατη έρευνα έχει σχολιάσει την ειδική δομή του στοχαστικού μητρώου που προκύπτει από το γράφο του διαδικτύου· συγκεκριμένα, οι τοπολογικές ιδιότητες της αυτοoργάνωσης του Ιστού φαίνεται να παράγουν ένα στοχαστικό μητρώο με NCD δομή. Εμείς, αφού παραθέσουμε μία σύνοψη των μαθηματικών πίσω από τον αλγόριθμο PageRank, σχολιάζουμε και δικαιολογούμε διαισθητικά την NCD δομή του Ιστού αλλά και τη φύση των υποσυστημάτων. Τέλος, προτείνουμε έναν νέο αλγόριθμο κατάταξης με το όνομα NCDawareRank, o οποίος εκμεταλλεύεται την NCD ιδιότητα για να πετύχει ποιοτικότερο και ταχύτερο ranking. Μάλιστα, δίνουμε δύο εκδοχές του αλγορίθμου, μία σειριακή και μία παράλληλη, η οποία εκμεταλλεύεται την NCD του Ιστού και υπολογιστικά. Τα οφέλη που υπόσχεται ο NCDawareRank τα επιβεβαιώνουμε και πειραματικά εκτελώντας μία σειρά από πειράματα τόσο σε τεχνητά όσο και σε πραγματικά δεδομένα, αντιπαραβάλλοντας τα αποτελέσματα μας με αυτά του αλγορίθμου PageRank. O NCDawareRank φαίνεται μάλιστα να δίνει λύση σε ένα γνωστό πρόβλημα του PageRank: αυτό της μεροληψίας εναντίον νεοεισερχομένων σελίδων. Άλλο ένα, τέλος, παράπλευρο όφελος του αλγορίθμου NCDawareRank είναι αυτό της Levelwise κατάταξης, η οποία εκτός της σημασίας που έχει αφεαυτής, μπορεί να υποδείξει εξυπνότερο crawling ή ακόμα και αποδοτικότερα σχήματα ευρετηριοποίησης του Ιστού. Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος της διπλωματικής εφαρμόζουμε την NCD στην εύρεση των στοχαστικά ευσταθών καταστάσεων μίας κατηγορίας εξελικτικών παιγνίων στα οποία εμφανίζονται πολυεπίπεδες στρατηγικές δυναμικές. Αφού παραθέσουμε κάποιες πρόσφατες παρατηρήσεις από τη βιβλιογραφία της οικονομετρίας σχετικά με την αξιοποίηση της NCD στην προσεγγιστική ανάλυσή τους, αποδεικνύουμε συνθήκες υπό τις οποίες είναι δυνατόν να πετύχει κανείς ακριβή ανάλυση. / The purpose of this master’s thesis is the application of the theory of Nearly Completelely Decomposable stochastic systems to a number of interesting problems for which tra- ditional techniques turn out to be both intuitively unappealing and computationally in- tractable. In the first part of this work, after introducing, the concept of decomposability in an intuitive way and summarizing the essential elements of the theoretical background that is necessary to follow the rest of the text, we present the fundamental mathematical principles of NCD as established by Courtois in his classic monograph. Finally, we give an implementation of the KMS iterative aggregation/disaggregation algorithm which is commonly used for the solution of NCD systems. The second part of the dissertation is devoted to the application of NCD to two inter- esting problems of Computer Systems Performance Evaluation. Specifically, we study an uncommon discrete time queue that serves customers from different classes, with the ar- rivals of each class characterized by alternating busy and idle periods. The service is done in batches of customers of the same class. The motivation behind the study of this queue, lies in the bursty nature of packet switching, as well as in the modern reassembly buffers of multicluster multiprocessor systems. The traditional analysis techniques of this queue inevitably lead to Markov chains with very large state space. We begin with the complete stochastic matrix and after careful partitioning of the state space, we give sufficient condi- tions under which the original system can be analysed through multi level decomposition into subsystems, the autonomous analysis of which results in a very good approximation to the stationary distribution of the original system. Furthermore, we present and prove a sufficient condition for an error-free approximation and we give an interpretation of this condition in terms of the specifications of the problem. Finally, we consider a special sym- metric version of the problem, for which we manage to derive a closed-form expression for the queue’s occupancy distribution as a function of the steady state probabilities of the subsystems. To demonstrate the simplification of the analysis brought by the NCD model, we con- sider a scenario in which we proceed to an in depth analysis and we manage to extract useful metrics the derivation of which, would be considerably harder without exploiting 13 Abstract 14 NCD. Specifically, we calculate the blocking probability and we show that it decreases almost exponentially with the size of the queue. From our analysis, it is clear that the exploitation of the NCD model increases significantly our ability to understand the dy- namics of our system and to interpret aspects of its transient behaviour towards statistical equilibrium. The second part of this work ends with the study of criteria under which multipro- cessing systems, that can be divided into groups of strongly interacting processors, can be analysed using the theory of NCD. It is known that in queueing networks with servers of comparable service rates, the NCD of the routing probability matrix implies the NCD of the network. We consider a special case of such systems and we derive an easy to check criterion for NCD. Finally, we look deeper into the error analysis of this approach, and using a recent result from the theory of nearly uncoupled Markov chains, we give an addi- tional qualitative constrain to be met by these systems in order to get a good approximation of their analysis into independent blocks. In the third part of this paper, we examine the application of NCD to the problem of ranking websites. Recent research has commented on the special structure of the stochastic matrix which corresponds to the web-graph. In particular, the topological properties of the Web seems to produce a NCD stochastic matrix. Here, after presenting briefly the mathe- matical basis of PageRank, we give a linear algebraic as well as an intuitive justification of the NCD Web structure and we discuss the nature of the subsystems. Finally, we propose a new ranking algorithm named NCDawareRank, which exploits NCD in order to achieve a fairer and faster ranking. Indeed, we give two versions of the algorithm, one serial and one parallel, in which we take advantage of the computational benefits of NCD as well. The advantages of NCDawareRank are then confirmed experimentally through a series of tests on both, artificial and real data. NCDawareRank seems to solve a known problem of PageRank: the bias against new websites. Finally, another side benefit of our algorithm is that it makes it easy to extract a level-wise ranking, which besides its importance in itself, may indicate smarter crawling or even more sophisticated and efficient indexing schemes of the Web. Finally, in the fourth part of this work we apply NCD to the problem of finding the stochastically stable states of a class of evolutionary games which involve multilevel strategic dynamics. After presenting some interesting recent results coming from the lit- erature of econometrics, we give conditions under which it is possible to get the exact stochastically stable states through the use of NCD.
119

Η έννοια της ηθικής αγωγής στον Καντ

Δημήτρουλα, Αγγελική 07 October 2014 (has links)
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να παρουσιαστούν οι ιδέες του Καντ σχετικά με την ηθική αγωγή των παιδιών. Η δομή της εργασίας βασίζεται στην παραδοχή ότι η παιδαγωγική θεωρία του δεν μπορεί να κατανοηθεί αποκομμένη από την ηθική και πολιτική φιλοσοφία του. Μάλιστα, αποτελεί σημαντικό τμήμα της, καθώς διερευνά τη δυνατότητα και τους τρόπους ηθικοποίησης των ανθρώπινων υποκειμένων. Θεωρείται καθοριστική για την επίτευξη του ύψιστου αγαθού για το ανθρώπινο είδος, δηλαδή την ηθική κοινωνία με τη μέγιστη ευδαιμονία και την καθολική ηθικότητα. Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζονται κάποιες γενικές παραδοχές της ηθικής θεωρίας του Καντ σχετικά με το ανθρώπινο γένος. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύεται η θεωρία του Καντ σχετικά με την ηθική αγωγή των παιδιών. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τρία ερωτήματα που προκύπτουν απ’ την ανάλυση της θεωρίας του Καντ για την ηθική αγωγή. Το πρώτο θέμα που εξετάζεται είναι το πώς συνδυάζεται η πειθαρχία και ο καταναγκασμός με την ελευθερία και την αυτονομία των μαθητών. Ένα άλλο σημείο που χρήζει σχολιασμού είναι το αν η ηθική αγωγή είναι τελικά απαραίτητη για την ηθική τελειοποίηση των μαθητών, μιας και σύμφωνα με τον Καντ όλοι οι άνθρωποι γνωρίζουν a priori τον ηθικό νόμο. Το τρίτο και τελευταίο σημείο προς ανάλυση πραγματεύεται τον ρόλο των συναισθημάτων στην ηθική αγωγή. / The purpose of this study is to present the ideas of Kant on moral education of children. The structure of the study is based on the assumption that his theory on education cannot be comprehended in isolation from his moral and political philosophy. Indeed, it comprises an important part of it, since it examines the possibility and the ways of moralisation of human beings. His theory on moral education is considered as crucial for the accomplishment of the highest good for the human race, which is the moral community with the utmost happiness combined with the universal morality. The first chapter includes some basic assumptions of Kant's moral theory related to the human race. In the second chapter Kant's theory on moral education of children is analysed. Chapter three poses three questions, which derive from the analysis of Kant's theory on education. The first issue discussed is how discipline and necessitation are combined with pupils' freedom and autonomy. An other topic worth of discussion is whether moral education is necessary for moral perfection of pupils, since according to Kant all human beings are a priori aware of the moral law. The third and final point of discussion refers to the role of feelings in moral education.
120

Αλγόριθμοι ελέγχου κίνησης ηλεκτρομηχανικών συσκευών πολύ μικρής κλίμακας για την αποθήκευση πληροφορίας / Control architectures for MEMS-based storage devices

Πανταζή, Αγγελική 25 June 2007 (has links)
Οι ηλεκτροµηχανικές συσκευές αποθήκευσης δεδοµένων πολύ µικρής κλίµακας που βασίζονται στη χρήση ανιχνευτών (probes) αποτελούν ανερχόµενες εναλλακτικές επιλογές για τη βελτίωση της πυκνότητας αποθήκευσης, του χρόνου πρόσβασης των δεδοµένων και της απαιτούµενης ισχύος σε σχέση µε τις συµβατικές αποθηκευτικές συσκευές. Μία υλοποίηση µιας τέτοιας συσκευής χρησιµοποιεί θερµοµηχανικές µεθόδους για την αποθήκευση πληροφορίας σε λεπτές µεµβράνες πολυµερών υλικών. Σε αυτή την περίπτωση, η ψηφιακή πληροφορία αποθηκεύεται µε τη µορφή κοιλωµάτων πάνω στο πολυµερές υλικό, οι οποίες δηµιουργούνται από τις άκρες των ανιχνευτών διαµέτρου µερικών nm. Με στόχο την αύξηση του ρυθµού εγγραφής και ανάγνωσης χρησιµοποιούνται διατάξεις από ανιχνευτές που λειτουργούν παράλληλα, µε κάθε ανιχνευτή να εκτελεί λειτουργίες εγγραφής/ανάγνωσης/διαγραφής σε ξεχωριστό αποθηκευτικό πεδίο. Βασικές απαιτήσεις κατά τη λειτουργία τέτοιων συσκευών αποτελούν η εξαιρετικά µεγάλη ακρίβεια και η µικρή καθυστέρηση κατά τη µετακίνηση των ανιχνευτών πάνω από το πολυµερές υλικό. Η παρούσα διατριβή έχει ως αντικείµενο τη µελέτη των διατάξεων κίνησης και τη σχεδίαση πρωτότυπων αρχιτεκτονικών ελέγχου, που οδηγούν στη βελτίωση της απόδοσης των απαιτούµενων, σε συσκευές τέτοιου τύπου, λειτουργιών ελέγχου. Η µετατόπιση του αποθηκευτικού µέσου σε σχέση µε τη διάταξη των ανιχνευτών επιτυγχάνεται µε τη χρησιµοποίηση µικρής κλίµακας scanners, που έχουν δυνατότητες κίνησης σε δύο κατευθύνσεις (x/y). Πληροφορία για τη θέση του microscanner στις δύο κατευθύνσεις παρέχεται από θερµικούς αισθητήρες ανίχνευσης θέσης που κατασκευάζονται µαζί µε τη διάταξη µε τους ανιχνευτές και τοποθετούνται πάνω από το κινητό πλαίσιο. Η πλήρης κατανόηση της συµπεριφοράς των διατάξεων αυτών αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τον αποτελεσµατικό σχεδιασµό και την ανάλυση των συστηµάτων ελέγχου. Στα πλαίσια της διατριβής δηµιουργήθηκε ένα πλήρες µοντέλο της διάταξης του microscanner και των θερµικών αισθητήρων ανίχνευσης θέσης. Σύγκριση της απόκρισης του µοντέλου µε τις πειραµατικές µετρήσεις καταδεικνύει ότι το µοντέλο προσεγγίζει µε εξαιρετική ακρίβεια την απόκριση του συστήµατος. Το σύστηµα ελέγχου περιλαµβάνει, στην αρχή, τη λειτουργία αναζήτησης/ αποκατάστασης, κατά την οποία το σύστηµα εντοπίζει τη θέση όπου απαιτείται να πραγµατοποιηθεί εγγραφή ή ανάγνωση πληροφορίας µε εκκίνηση µία αυθαίρετη θέση του κινητού πλαισίου. Απαίτηση του συστήµατος κατά τη λειτουργία αυτή είναι η ελαχιστοποίηση του χρόνου πρόσβασης των δεδοµένων. Η γρήγορη πρόσβαση στα δεδοµένα αποτελεί µια σηµαντική πρόκληση στις συµβατικές αποθηκευτικές συσκευές. Με το πλεονέκτηµα των ελαφρύτερων µηχανικών µερών, οι υπό µελέτη συσκευές αποθήκευσης βασισµένες στην τεχνολογία MEMS θεωρούνται βασικές υποψήφιες για τη βελτίωση του χρόνου πρόσβασης των δεδοµένων. Οι σχετικές προοπτικές των συσκευών αυτών διερευνώνται αναλυτικά στα πλαίσια της διατριβής. Συγκεκριµένα, αρχικά µελετάται η απόδοση διαφόρων συστηµάτων µε βάση τη θεωρία ελέγχου βέλτιστου χρόνου. Τα αποτελέσµατα της µελέτης δίνουν το θεωρητικά βέλτιστο χρόνο πρόσβασης και την εξάρτησή του από τις παραµέτρους του κάθε συστήµατος. Στη συνέχεια, περιγράφεται η αρχιτεκτονική ελέγχου για τη λειτουργία αναζήτησης και παρουσιάζονται τα αποτελέσµατα που αντλήθηκαν από το περιβάλλον προσοµοίωσης και από την πειραµατική διάταξη. Τα αποτελέσµατα καταδεικνύουν ότι οι χρόνοι πρόσβασης των δεδοµένων που είναι δυνατό να επιτευχθούν µε τις συσκευές αυτές, είναι σηµαντικά µικρότεροι σε σχέση µε τις συµβατικές. Στη συνέχεια, ακολουθεί η λειτουργία παρακολούθησης, όπου η θέση των ανιχνευτών πρέπει να παραµένει στο κέντρο του επιθυµητού καναλιού, κατά τη διάρκεια εγγραφής/ανάγνωσης των δεδοµένων. Η απαίτηση για µεγάλη ακρίβεια στη µετακίνηση πάνω από τη νοητή γραµµή του κέντρου του καναλιού, της µίας ή περισσότερων κεφαλών που χρησιµοποιούνται κατά την εγγραφή/ανάγνωση, είναι σηµαντική για όλους τους τύπους αποθηκευτικών συσκευών. Οι απαιτήσεις για ακρίβεια γίνονται ακόµα πιο µεγάλες και κρίσιµες, στην περίπτωση των υπό µελέτη αποθηκευτικών συσκευών, όπου η ψηφιακή πληροφορία αποθηκεύεται σε µία περιοχή µε µέγεθος µερικών nm. Το σύστηµα ελέγχου, κατά τη λειτουργία αυτή, οφείλει να παρακολουθεί το επιθυµητό σήµα αναφοράς, και ταυτόχρονα να έχει ικανοποιητική απόρριψη των διαταραχών και να επιτυγχάνει την απαιτούµενη ακρίβεια ως προς τον προσδιορισµό της θέσης. Παράλληλα, σηµαντικό παράγοντα βελτιστοποίησης αυτής της λειτουργίας, αποτελεί ο ρυθµός εγγραφής/ανάγνωσης των δεδοµένων. Η πρώτη προσέγγιση για την αρχιτεκτονική ελέγχου, κατά τη λειτουργία αυτή, βασίζεται στην παρεχόµενη από τους θερµικούς αισθητήρες ανίχνευσης, πληροφορία της θέσης του microscanner. Η αρχιτεκτονική βασίζεται στον αλγόριθµο του γραµµικού τετραγωνικού ρυθµιστή (LQG) και η αξιολόγησή της γίνεται µε κριτήρια την ικανότητα παρακολούθησης της εισόδου, την απόρριψη των διαταραχών και την ακρίβεια ως προς τον προσδιορισµό της θέσης. Τα αποτελέσµατα που εξήχθησαν, κατά την υλοποίηση της αρχιτεκτονικής ελέγχου στην πειραµατική διάταξη, αναδεικνύουν ότι η αρχιτεκτονική πληρεί τις απαιτήσεις και η ακρίβεια µερικών nm που επιτυγχάνεται στον προσδιορισµό της θέσης επιτρέπει την αξιόπιστη εγγραφή και κατόπιν ανάγνωση δεδοµένων από την αποθηκευτική συσκευή. Μειονέκτηµα της παραπάνω προσέγγισης αποτελεί ο χαµηλής συχνότητας θόρυβος των θερµικών αισθητήρων, που επηρεάζει τη σωστή λειτουργία του κλειστού συστήµατος σε µεγάλες περιόδους λειτουργίας της συσκευής. Το πρόβληµα αυτό επιλύεται µε µία πρωτότυπη προσέγγιση που αναπτύχθηκε στα πλαίσια της διατριβής και βασίζεται στην πληροφορία, την προερχόµενη από τους θερµικούς αισθητήρες ανίχνευσης θέσης, σε συνδυασµό µε το προερχόµενο από το αποθηκευτικό µέσο σήµα σφάλµατος θέσης. Ο σχεδιασµός του συστήµατος ελέγχου, στην περίπτωση αυτή, εκµεταλλεύεται την εκ των προτέρων γνώση των χαρακτηριστικών θορύβου ως προς τη συχνότητα των δύο αισθητήρων ανίχνευσης θέσης, έτσι ώστε το σύστηµα ελέγχου που προκύπτει να χρησιµοποιεί την πιο αξιόπιστη µέτρηση σε κάθε περιοχή συχνοτήτων. Το πλαίσιο του σθεναρού ελέγχου, H∞, χρησιµοποιείται κατά το σχεδιασµό αυτής της αρχιτεκτονικής ελέγχου, µε διαχωρισµό ως προς τη συχνότητα. Με χρήση αυτής της µεθόδου, το σύστηµα ελέγχου δεν επηρεάζεται από τον χαµηλής συχνότητας θόρυβο των θερµικών αισθητήρων. Τα αποτελέσµατα που εξήχθησαν κατά την υλοποίηση της αρχιτεκτονικής ελέγχου στην πειραµατική διάταξη επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. Η µέθοδος αυτή είναι πιο γενική και µπορεί να εφαρµοστεί σε κάθε πρόβληµα ελέγχου, που έχει δύο ή και περισσότερους αισθητήρες µε διαφορετικά χαρακτηριστικά απόδοσης σε διαφορετικές περιοχές συχνοτήτων. / Micro-electro-mechanical-system (MEMS)-based scanning-probe storage devices are emerging as potential ultra-high-density, low-access-time, and low-power alternatives to conventional data storage. One implementation of probe-based storage uses thermomechanical means to store and retrieve information in thin polymer films. Digital information is stored by making indentations on the thin polymer film with the tips of atomic force microscope (AFM) cantilevers, which are a few nanometers in diameter. To increase the data rate, an array of probes is used, in which each probe performs read/write/erase operations over an individual storage field. One of the primary challenges in building such devices is the extreme accuracy and the short latency required in the navigation of the probes over the polymer medium. This dissertation describes the design of novel control architectures and the characterization of their performance. The associated modelling effort, theoretical analysis, simulation work and experimental results are presented. Displacement of the storage medium relative to the array of cantilevers is achieved by using silicon-based micro-scanners with x/y-displacement capabilities. The x/y positional information can be provided by thermal position sensors that are fabricated on the cantilever-array chip and positioned directly above the scan table. A thorough understanding of the dynamics of these parts of the device is essential for effective design and analysis of the control architectures. In this dissertation a complete model of the micro-scanner and the thermal position sensors was developed. Comparison of the model response with the experimental data have shown that the model approximates the system response with an excellent accuracy. In general, the servo system in such a storage device has two functions. First, it locates the target track to which information is to be written or read back from, starting from an arbitrary initial position of the scan table carrying the storage medium. This is achieved by the so-called seek-and-settle procedure. The data access time depends on the duration of this operation, and therefore the minimization of its duration constitutes an important optimization factor. The speed of data access is a significant bottleneck in today’s computing systems. With the advantage of the lighter moving stage MEMS-based storage devices are widely touted to improve access times. In this dissertation these perspectives are examined in detail. Initially the time-optimal control theory has been studied for different system models and their performance has been examined regarding the optimal access time. The results of this study have provided the theoretically optimal access time for each model and its dependence on the system parameters. The control architecture for the seek operation has been designed. The simulation and experimental results show that the possible access times that can be achieved are significantly smaller than the conventional storage devices. The second function of the control system is to maintain the position of the read/write probes on the centre of the target track as they are being scanned along the length of this track during the normal read/write operation. This is achieved by the so-called track-follow procedure. Precise positioning and navigation of the read/write head(s) on the track centerlines is of paramount importance in all types of storage devices. The requirements become more crucial in the devices under study, where in order to achieve reliable storage and retrieval of data, accuracy in the order of a few nanometers in the scanner motion is needed. Therefore, the tracking of the reference signal, the disturbance rejection capabilities and the positioning resolution are considered as performance measures for the control system in this operation. Similarly, the read/write data rate constitutes an important optimization factor for this operation. The first approach of the control architecture for the track-follow procedure uses the position information from the thermal sensors. The control of the position in the x/y directions is realized using two independent feedback loops and each controller is based on the linear quadratic Gaussian regulator (LQG). For the evaluation of the proposed control architecture a detailed analysis has been performed in terms of the tracking performance, the disturbance rejection and the positioning resolution. The proposed architecture has been implemented in the experimental set-up and the analytical results are in agreement with those obtained experimentally. The experimental results show that the accuracy in the motion of the micro-scanner obtained with the proposed control architecture allows reliable storage and retrieval of data in the storage device. The disadvantage of the above control scheme originates from the low frequency noise of the thermal sensors that affects the closed loop performance for long term operation of the device. A novel control architecture was developed that addresses this problem by using medium-derived position information along with the thermal positioning sensor. The objective of this method is, using the a priori knowledge of the noise characteristics of the two sensors, to create a control structure that utilizes the best measurement in different frequency regions. The framework of the H∞ robust control was used for the design of this new frequency separated control architecture. Using this method the control system is not affected from the low frequency noise of the thermal sensors. The experimental results validate the performance of the proposed method. The developed methodology is more general and can be applied to any control problem that has two or more sensors with different performance characteristics in different frequency regions.

Page generated in 0.0393 seconds