• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 120
  • 6
  • Tagged with
  • 128
  • 104
  • 16
  • 16
  • 13
  • 10
  • 10
  • 10
  • 10
  • 9
  • 8
  • 8
  • 8
  • 7
  • 7
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
81

BEM solutions for linear elastic and fracture mechanics problems with microstructural effects / Επίλυση προβλημάτων γραμμικής ελαστικότητας και θραυστομηχανικής σε υλικά με μικροδομή με τη μέθοδο συνοριακών στοιχείων

Καρλής, Γεράσιμος 02 November 2009 (has links)
During this thesis, a Boundary Element Method (BEM) has been developed for the solution of static linear elastic problems with microstructural effects in two (2D) and three dimensions (3D).The second simplified form of Mindlin's Generalized Gradient Elasticity Theory (Mindlin's Form II)has been employed. The fundamental solution of the 4th order partial differential equation, that describes the aforementioned theory, has been derived and the integral equations that govern Mindlin's Form II Gradient Elasticity Theory have been obtained. Furthermore, a BEM formulation has been developed and specific Boundary Value Problems (BVPs) were solved numerically and compared with the corresponding analytical solutions to verify the correctness of the formulation and demonstrate its accuracy. Moreover, two new partially discontinuous boundary elements with variable order of singularity, a line and a quadrilateral element, have been developed for the solution of fracture mechanics problems. The calculation of the unknown fields near the crack tip (or front) demanded the use of elements that could interpolate abruptly varying fields. The new elements were created in a way that their interpolation functions were no longer quadratic but their behavior depended on the order of singularity of each field. Finally, the Stress Intensity Factor (SIF) of the crack has been calculated with high accuracy, based on the element's nodal traction values. Static fracture mechanics problems for Mode I and Mixed Mode (I & II) cracks, have been solved in 2D and 3D and the corresponding SIFs have been obtained, in the context of both classical and Form II Gradient Elasticity theories. / Κατά τη διάρκεια της παρούσας διδακτορικής διατριβής, αναπτύχθηκε Μέθοδος Συνοριακών Στοιχείων (ΜΣΣ) για την επίλυση στατικών προβλημάτων ελαστικότητας με επιδράσεις μικροδομής σε δύο και τρεις διαστάσεις. Η θεωρία στην οποία εφαρμόστηκε η ΜΣΣ είναι η δεύτερη απλοποιημένη μορφή της γενικευμένης θεωρίας ελαστικότητας του Mindlin. Για τη συγκεκριμένη θεωρία ευρέθη η θεμελιώδης της μερικής διαφορικής εξίσωσης 4ης τάξης που περιγράφει τη συμπεριφορά των συγκεκριμένων υλικών και κατασκευών. Επίσης διατυπώθηκε η ολοκληρωτική εξίσωση των αντίστοιχων προβλημάτων και έγινε η αριθμητική εφαρμογή μέσω της ΜΣΣ. Επιλύθηκα αριθμητικά συγκεκριμένα προβλήματα συνοριακών τιμών και έγινε σύγκριση των αποτελεσμάτων με τα αντίστοιχα θεωρητικά. Στη συνέχεια αναπτύχθηκαν δύο νέα ασυνεχή στοιχεία μεταβλητής τάξης ιδιομορφίας με σκοπό την επίλυση προβλημάτων θραυστομηχανικής, ένα για δισδιάστατα και ένα για τρισδιάστατα προβλήματα. Συγκεκριμένα, επειδή τα πεδία των τάσεων απειρίζονται στην κορυφή μιας ρωγμής και περιέχουν συγκεκριμένων τύπων ιδιομορφίες δεν ήταν δυνατός ο ακριβής υπολογισμός των πεδίων αυτών κοντά στη ρωγμή με τα συνήθη τετραγωνικά συνοριακά στοιχεία. Ως εκ τούτου τα νέα στοιχεία κατασκευάστηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε οι συναρτήσεις παρεμβολής τους να μην είναι τετραγωνικες, αλλά να εξαρτώνται από τον τύπο ιδιομορφίας του κάθε πεδίου. Έπειτα, έγινε ακριβής υπολογισμός του συντελεστή έντασης τάσης της ρωγμής με βάση τις τιμές του πεδίου των τάσεων κοντά σε αυτή. Τέλος επιλύθηκαν στατικά προβλήματα θραυστομηχανικής σε δύο και τρεις διαστάσεις και υπολογίστηκαν οι συντελεστές έντασης τάσης για ρωγμές σε υλικά με επίδραση μικροδομής.
82

Μέτρηση της πρόθεσης για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας των φοιτητών του 1ου και του 4ου έτους του τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών

Τσορδιά, Χαριτωμένη 07 October 2014 (has links)
Η πρόθεση για ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας αποτελεί το αντικείμενο του ενδιαφέροντος της παρούσας μελέτης. Ο Bird (1988) και οι Souitaris et al. (2007) ορίζουν την εν λόγω έννοια ως μια κατάσταση που κατευθύνει την προσοχή και τις δράσεις ενός ατόμου προς την αυτό-απασχόληση, έναντι της απασχόλησης από κάποιον άλλο. Σκοπός της μελέτης είναι η μέτρηση της «πρόθεσης για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» των φοιτητών του 1ου και του 4ου έτους του τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών, ο προσδιορισμός των παραγόντων που τη διαμορφώνουν, αλλά και οι διαφορές μεταξύ των δύο ετών. Το μοντέλο που σχεδιάστηκε βασίζεται στη Θεωρία της Προ-Σχεδιασμένης Συμπεριφοράς (Theory of Planned Behavior), ένα καθιερωμένο μοντέλο της βιβλιογραφίας που συνδέει την πρόθεση με τις επακόλουθες ενέργειες (Ajzen, 1987, 1991). Ο Ajzen (1991) προτείνει ότι η «στάση ενός ατόμου απέναντι στη συμπεριφορά (attitude towards behavior)», στους «υποκειμενικούς κανόνες (subjective norm)», και στον «αντιλαμβανόμενο έλεγχο της συμπεριφοράς (perceived behavioral control)» είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τις προθέσεις του. Για το σκοπό της παρούσας μελέτης, προστέθηκαν μεταβλητές δανεισμένες από τη διεθνή βιβλιογραφία οι οποίες αναμένεται ότι επιδρούν στο σχηματισμό της «πρόθεσης για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)». Αυτές είναι το «αρμονικό πάθος (harmonious passion)», το «υπερβολικό πάθος (obsessive passion)», το «πρόγραμμα σπουδών του τμήματος και το περιεχόμενο των μαθημάτων (entrepreneurial curriculum and content)» (μόνο στο 4ο έτος), καθώς και κάποιες μεταβλητές σχετικές με το προφίλ των φοιτητών του τμήματος. Η μεθοδολογική προσέγγιση που επιλέχθηκε στην παρούσα μελέτη είναι η ποσοτική έρευνα με την μορφή ερωτηματολογίου. Ο πληθυσμός της έρευνας αποτελείται από το σύνολο των 413 προπτυχιακών φοιτητών που φοιτούν στο 1ο (264 φοιτητές) και στο 4ο (149 φοιτητές) έτος του τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών, το ακαδημαϊκό έτος 2013-2014, εκ των οποίων 186 ανταποκρίθηκαν (108 φοιτητές από το 1ο έτος και 78 από το 4ο), οι οποίοι αποτελούν το δείγμα της έρευνας. Αρχικά, χρησιμοποιήθηκε η ηλεκτρονική, ενώ στη συνέχεια η προσωπική μέθοδος συλλογής δεδομένων. Η έρευνα διεξήχθη από τις 28/03/2014 έως 14/05/2014. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως το δείγμα χαρακτηρίζεται από ουδέτερη «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)», με τους τεταρτοετείς να εκφράζουν μειωμένη πρόθεση σε σχέση με τους πρωτοετείς. Τα τρία συστατικά της Θεωρία της Προ-Σχεδιασμένης Συμπεριφοράς (Theory of Planned Behavior) συσχετίζονται θετικά με τη «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» του δείγματος. Όμοια είναι και τα ευρήματα του «αρμονικού πάθους (harmonious passion)» και για τα δύο έτη, καθώς και του «προγράμματος σπουδών και του περιεχομένου των μαθημάτων για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας (entrepreneurial curriculum and content)» των τεταρτοετών. Οι μεταβλητές που προβλέπουν την «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» και για τα δύο έτη είναι κατά σειρά σημαντικότητας η «στάση απέναντι στην αυτό-απασχόληση (attitude towards behavior)» και ο «αντιλαμβανόμενος έλεγχος της συμπεριφοράς (perceived behavioral control)», ενώ είναι εμφανής η συμβολή του «αρμονικού πάθους (harmonious passion)» στην «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» των πρωτοετών και των «υποκειμενικών κανόνων (subjective norm)» στους τεταρτοετείς. Η μεταβλητή «πρόγραμμα σπουδών και το περιεχόμενο των μαθημάτων για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας (entrepreneurial curriculum and content)» συμβάλλει στο ποσοστό που ερμηνεύει τη μεταβλητότητα της «πρόθεσης για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» των τεταρτοετών, αλλά δεν έχει στατιστικά σημαντική επίδραση. Τέλος, οι τεταρτοετείς με γονείς που δραστηριοποιούνται στην επιχειρηματικότητα, παρουσίασαν υψηλότερη «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)». / The entrepreneurial intention is the subject of interest of the present study. Bird (1988) and Souitaris et al. (2007) define this concept as a condition that directs the attention and actions of an individual towards self-employment, against employment by someone else. The purpose of the study is to measure the “entrepreneurial intention” of the 1st and 4th year students of the Business Administration Department, University of Patras, the definitions of the factors that shape it, as well as the differences between the two years. The model which has been designed is based on the Theory of Planned Behavior (TPB), an established model of literature linking the intention with the subsequent actions (Ajzen, 1987, 1991). Ajzen (1991) suggests that "a person's attitude towards behavior”, the “subjective norm”, and the “perceived behavioral control” are the factors that determine his intentions. For the purpose of this study, variables have been added, borrowed from the international literature which are expected to affect the formation of the "entrepreneurial intention”. These are the “harmonious passion”, the “obsessive passion”, the "entrepreneurial curriculum and content” (only in the 4th year), and some variables related to the profile of the students of the department. The methodological approach that has been chosen in this study is the quantitative research in the form of a questionnaire. The survey population consists of all 413 undergraduate students enrolled in the 1st (264 students) and 4th (149 students) year of the Business Administration Department, University of Patras, in the academic year 2013-2014, of which 186 have responded (108 students from the first year and 78 in the fourth), who constitute the sample of the study. Originally, the electronics method of data collection was used, while later on the personal one. The survey was conducted from 03.28.2014 to 05.14.2014. The results have shown that the sample is characterized by a neutral “entrepreneurial intention”, with the fourth-year students expressing a reduced intention, compared with the first-year ones. The three components of the Theory of Planned Behavior (TPB) are positively related to the "entrepreneurial intention” of the sample. Similar are the findings of the “harmonious passion” for both years, and the “entrepreneurial curriculum and content” of the fourth-year students. The variables which provide the “entrepreneurial intention” for both years are, in order of importance, the “(attitude towards behavior” and the “perceived behavioral control”, while there is a clear contribution of the “harmonious passion” in the “entrepreneurial intention” of freshmen and the “subjective norm” of the fourth-year students. The variable “entrepreneurial curriculum and content” contributes to the percentage which reflects the variability of “entrepreneurial intention” of the fourth-year students, but it has no statistically significant effect. Finally, the fourth-year students with parents involved in entrepreneurship have shown a higher “entrepreneurial intention”.
83

Θεωρία δυναμικού και εφαρμογές σε καθολικές σειρές Taylor

Χατζηγιαννακίδου, Νικολίτσα 06 November 2014 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος θα μελετήσουμε βασικές έννοιες και θεωρήματα από την θεωρία δυναμικού. Έννοιες όπως το δυναμικό, τα polar σύνολα, η συνάρτηση Green ενός συνόλου και η χωρητικότητα ενός συνόλου είναι αναγκαίες ώστε να οδηγηθούμε στο περίφημο θεώρημα των Bernstein-Walsh, το οποίο δίνει την ταχύτητα της πολυωνυμικής προσέγγισης αναλυτικών συναρτήσεων σε συμπαγή σύνολα με συνεκτικό συμπλήρωμα. Στο δεύτερο μέρος, μελετάμε ένα αποτέλεσμα των Γ. Κωστάκη και Ν. Τσιρίβα, για μία έννοια σχετική με τις καθολικές σειρές Taylor, τις διπλά καθολικές σειρές Taylor. Συγκεκριμένα, για δοσμένη γνησίως αύξουσα ακολουθία φυσικών αριθμών (λn), μια ολόμορφη συνάρτηση f στον ανοιχτό μοναδιαίο δίσκο λέγεται διπλά καθολική σειρά Taylor, ως προς τις ακολουθίες (n),(λn), αν για κάθε συμπαγές σύνολο Κ, υποσύνολο του μιγαδικού επιπέδου, ξένο με τον δίσκο και με συνεκτικό συμπλήρωμα και για κάθε ζεύγος συναρτήσεων (g1,g2) συνεχών στο Κ, ολόμορφων στο εσωτερικό του Κ, υπάρχει υπακολουθία των φυσικών αριθμών (μn), τέτοια ώστε (S_{μn}(f,0),S_{λ_{μn}}(f,0)) προσεγγίζουν ομοιόμορφα τις (g_{1},g_{2}) (όπου S_{n}(f,0) το n-οστό μερικό άθροισμα του αναπτύγματος Taylor της f με κέντρο το 0). Το κεντρικό λοιπόν αποτέλεσμα είναι ότι για δοσμένη ακολουθία (λn), η οικογένεια των διπλά καθολικών σειρών Taylor, ως προς τις ακολουθίες (n),(λn), είναι Gδ και πυκνή στο σύνολο των ολόμορφων συναρτήσεων στον ανοιχτό μοναδιαίο δίσκο (ειδικότερα είναι μη-κενή) αν και μόνο αν το ανώτερο όριο limsup_{n}(λn/n) είναι άπειρο. Εργαλείο-κλειδί για το παραπάνω αποτέλεσμα είναι το Θεώρημα Bernstein-Walsh. / --
84

Η αλληλεπίδραση κειμένου-αναγνώστη στα εφηβικά μυθιστορήματα του Βασίλη Παπαθεοδώρου υπό το πρίσμα της θεωρίας της αισθητικής ανταπόκρισης του W. Iser

Πούλιου, Παναγιώτα 30 December 2014 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στη μελέτη του φαινομένου της αλληλεπίδρασης μεταξύ κειμένου-αναγνώστη υπό το φως της θεωρίας της Αισθητικής Ανταπόκρισης του Wolfgang Iser. Στο πλαίσιο της εργασίας καταβάλλεται μια προσπάθεια ανάδειξης των θεωρητικών αρχών του Iser, προκειμένου να προβληθεί η δυναμική τους και να ελεγχθεί ο βαθμός αλληλεπίδρασης μεταξύ κειμένου και αναγνώστη στα εφηβικά μυθιστορήματα του Βασίλη Παπαθεοδώρου που επιλέχθηκαν για την εφαρμογή της θεωρίας της Αισθητικής Ανταπόκρισης. Η εργασία χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος εκτίθεται η προβληματική της έρευνας, οι στόχοι, οι περιορισμοί του υλικού της μελέτης, η μέθοδος που ακολουθείται και οι επιρροές που δέχτηκε ο Iser για τη διαμόρφωση του θεωρητικού του μοντέλου. Στη συνέχεια παρουσιάζεται διεξοδικά η θεωρία της Αισθητικής Ανταπόκρισης του Iser, με έμφαση στους άξονες που τη διαρθρώνουν – δηλαδή: υπονοούμενος αναγνώστης, λογοτεχνικό ρεπερτόριο, λογοτεχνικές στρατηγικές – αλλά και στην έννοια της διάδρασης που συνιστά τον πυρήνα της. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας παρουσιάζονται τα ευρήματα από την εφαρμογή της θεωρίας στα επιλεγμένα μυθιστορήματα και εξετάζεται, σύμφωνα με τους άξονες της θεωρίας του Iser, η επικοινωνία κειμένου- αναγνώστη κατά τη διάρκεια της λογοτεχνικής διαδικασίας. Στο τέλος της παρούσας διπλωματικής εργασίας συνοψίζονται τα συμπεράσματα από την εφαρμογή του θεωρητικού μοντέλου του Iser. / The present thesis focuses on the study of the phenomenon of 'interaction' between the text and the reader in the light of Wolfgang Iser's Theory of Aesthetic Response. An effort has been made to showcase the theoretical principles of Iser in order to highlight its dynamics, and examine the degree of 'interaction' between the text and the reader in the teenage novels of Vasilis Papatheodorou, which have been selected to apply the Theory of Aesthetic Response. The thesis consists of two parts; The first part analyzes research problems, objectives, limitations of the study, the used methodology and the influence that Iser had in order to form his theoretical model. Then Iser's Theory of Aesthetic Response is thoroughly presented focusing on its structuring axes such as the 'implied reader', 'literary repertoire', and 'literary strategies', as well as the 'interaction' which constitutes its core. In the second part of the thesis, the findings of the application of the Theory in the selected novels are presented, and the communication which develops between the text and the reader during the reading process is examined according to the main axes of Iser's Theory. Finally, the conclusions that are obtained from the study are stated in the last chapter.
85

Θεωρία παιγνίων και εφαρμογές στην οικονομική επιστήμη

Μπιτούνη, Ελένη 05 February 2015 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται την θεωρία παιγνίων και το πώς αυτή εφαρμόζεται στην οικονομική επιστήμη. Συγκεκριμένα, στόχος μας είναι να απαντήσουμε στο ερώτημα: «Πως αποφασίζονται οι τελικές στρατηγικές που θα επικρατήσουν σε ένα παίγνιο με την πάροδο του χρόνου;». Η εργασία είναι χωρισμένη σε δύο μέρη. Αρχικά αναφερόμαστε στην κλασσική θεωρία παιγνίων και αναλύουμε τα βασικά της στοιχεία και στη συνέχεια περνάμε στην ανάλυση της εξελικτικής θεωρίας παιγνίων. Στο 1ο μέρος της παρούσας εργασίας, λοιπόν, αναφέρουμε τα όσα είναι σχετικά με την κλασσικά θεωρία παιγνίων. Συγκεκριμένα, στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μία σύντομη ιστορική αναδρομή της θεωρίας αυτής και στο δεύτερο κεφάλαιο την ορίζουμε ως την επίσημη μελέτη που εξετάζει την ορθολογικότητα σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον και παρουσιάζουμε τα βασικά στοιχεία ενός παιγνίου. Αναφέρουμε τα δύο επίπεδα περιγραφής των παιγνίων, δηλαδή τα παίγνια συνεργασίας και μη-συνεργασίας, καθώς και τους δύο τρόπους αναπαράστασής τους που είναι η στρατηγική ή αλλιώς κανονική μορφή (μήτρες) και η εκτεταμένη ή αλλιώς αναλυτική μορφή (δέντρα παιγνίων). Στο τρίτο κεφάλαιο ορίζονται οι κυρίαρχες στρατηγικές και η αντίστοιχη ισορροπία κυρίαρχης στρατηγικής και στο τέταρτο κεφάλαιο ορίζεται η Ισορροπία Nash, η οποία αποτελεί τη στάνταρ έννοια της ισορροπίας στα οικονομικά. Στα δύο αυτά κεφάλαια (3 και 4) υπάρχουν παραδείγματα εφαρμογής που στοχεύουν στην καλύτερη κατανόηση, και αναλύεται και το Δίλημμα του Φυλακισμένου που αποτελεί το πιο κλασσικό παράδειγμα στη θεωρία παιγνίων. Στην περίπτωση, τώρα, όπου δεν υπάρχει Ισορροπία Nash (κάτι το οποίο συμβαίνει σε παίγνια στρατηγικής μορφής) το παίγνιο λύνεται με τη βοήθεια των μικτών στρατηγικών οι οποίες αναλύονται στο πέμπτο κεφάλαιο. Συνεχίζουμε με το έκτο κεφάλαιο, όπου παρουσιάζονται τα εκτεταμένα παίγνια πλήρους πληροφόρησης και αναλύεται η μέθοδος της προς τα πίσω επαγωγής (αναδίπλωση). Στο έβδομο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα παίγνια ελλιπούς πληροφόρησης και στο όγδοο κεφάλαιο αναφέρονται τα παίγνια μηδενικού αθροίσματος (π.χ. σκάκι) και το πώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν μαζί με τους τυχαιοποιημένους αλγόριθμους για την ανάλυση προβλημάτων στον απευθείας σύνδεσης υπολογισμό. Το 1ο μέρος κλείνει με ένα παράδειγμα εφαρμογής της θεωρίας παιγνίων, τις δημοπρασίες. Τι γίνεται όμως όταν ένα παίγνιο επαναλαμβάνεται και παίζεται περισσότερες από μία φορές; Το ερώτημα αυτό έρχεται να μας το απαντήσει η εξελικτική θεωρία παιγνίων στο 2ο μέρος της παρούσας διπλωματικής εργασίας. Στα δύο πρώτα κεφάλαια, του μέρους αυτού, ορίζονται τα εξελικτικά παίγνια, γίνεται αναφορά για το που μπορούν να βρουν εφαρμογή καθώς και στους λόγους που δεν είναι ακόμη γνωστές οι οικονομικές εφαρμογές τους. Το τρίτο και το πέμπτο κεφάλαιο αποτελούν τα πιο σημαντικά κεφάλαιο του 2ου μέρους. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζεται αναλυτικά το μοντέλο των εξελικτικών παιγνίων και τα στοιχεία που το αποτελούν (αναμενόμενες ανταμοιβές, πληθυσμός, καταστάσεις). Περιγράφεται το στάδιο παιγνίου το οποίο ορίζεται από μία συνάρτηση καταλληλότητας και δίνεται έμφαση στις δύο γραμμικές προδιαγραφές που έχουν οι συναρτήσεις αυτές. Στη συνέχεια, αναλύεται πλήρως το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της εξελικτικής θεωρίας παιγνίων, το παίγνιο Hawk-Dove, που αποτελεί ένα γενικό μοντέλο καταστάσεων με επιθετικές και αμυντικές αγορές. Το παίγνιο αυτό έχει δύο ειδών παίκτες, αυτοί που επιλέγουν να είναι επιθετικοί (Hawk) και αυτοί που επιλέγουν να είναι αμυντικοί (Dove), και ερευνάται το ποιο είδος παικτών θα επικρατήσει τελικά. Μέσα από την διαφορική εξίσωση που αναλύεται στο πέμπτο κεφάλαιο, στις δυναμικές, φαίνεται πως το αποτέλεσμα εξαρτάται από τρεις παραμέτρους: από τον αρχικό πληθυσμό, από την πιθανότητα να παιχτεί η καθεμία στρατηγική και από τον πίνακα με τις ανταμοιβές των παικτών. Έτσι απαντάται το αρχικό μας ερώτημα και προκύπτει η στρατηγική που τελικά θα επικρατήσει, που ονομάζεται εξελικτική στρατηγική (evolutionary stable strategy-ESS). Στο τέταρτο κεφάλαιο ορίζεται η Ισορροπία Nash (I.N.), η Εξελικτική Σταθερή Στρατηγική (ESS) και η Εξελικτική Ισορροπία (E.E.) και στο έκτο κεφάλαιο αναφέρουμε την τοπική κατάταξη συστημάτων με χαμηλές διαστάσεις και συγκεκριμένα τα γραμμικά παίγνια μίας-διάστασης, τα συστήματα δύο μεταβλητών και άλλα συστήματα δύο-διαστάσεων και μη-γραμμικά. Κλείνοντας το 2ο μέρος και γενικά την παρούσα εργασία, παρουσιάζουμε τρία παραδείγματα στα οποία φαίνεται η εφαρμοσιμότητα των όσων αναφέραμε. Συγκεκριμένα αναλύονται τρία γνωστά παίγνια τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από την πολιτική και παραλληλίστηκαν με καταστάσεις που είχαν να αντιμετωπίσουν εκείνη τη στιγμή. / This thesis deals with the evolutionary game theory and how it applies to economics. First of all, it is necessary to refer the original game theory and to analyze the key elements and then move to the analysis of evolutionary game theory. In the first part of this study, therefore, we indicate what is on game theory. Specifically, in the first chapter is a brief history of game theory and the second chapter defined game theory as a formal study examining the rationality in a business environment and presents the basics elements of a game. Also, at this chapter i reffer to the description of games, namely, games of cooperation and non-cooperation, and the two ways of representing their strategy, the normal form (matrix) and the extensive form (game tree). The third chapter sets out the dominant strategy and the corresponding dominant strategy equilibrium and in the fourth chapter we define the Nash Equilimbrium, which is the standard notion of equilibrium in economics. In these two chapters (third and fourth) there are examples of the application for better understanding, and we analyze the prisoner's dilemma, which is the most classic example of game theory. If there is no Nash Equilimbrium (this could happen at narmal strategy games) the game is solved by mixed strategies, which are analyzed in the fifth chapter. Continuing, at the sixth chapter we can see the extensive games with perfect information and we analyze the method of backward induction. In the seventh chapter, we can see the extensive games with imperfect information and the eighth chapter refers to the zero-sum games and how they can be used together with randomized algorithms for the analysis of problems on-line calculation. Finally, the first part closes with an example application of game theory, the auctions. The question is “What happens when a game is played more than once?” The answer comes from the second part of this thesis in which we analyse the evolutionary game theory. In the first two chapters of this part we define evolutionary games, we refere where evolutionary games might be applicable and why economic application aren’t common already. The third and fourth chapter are the most important chapters of the second part. At the third chapter we present the model of the evolutionary game and its elements (expected payoffs, population, states). We describe the stage game which is defined by a fitness function and we emphasize at its two linear specifications. Then we make a full analysis one of the most representative example of evolutionary game theory, the Hawk-Dove game. This game has two types of players, aggressive (Hawk) and defensive (Dove), which reflects the situation where there is a competitive and an uncompetitive business, and the point is to find which of the two types will eventually prevail. Based on a differential equation, we conclude that the result depends on three parameters: the initial population, the probability with which each strategy is played and the payoff matrix. All this leads in a strategy which is known as evolutionary stable (ESS). In chapter five, we define the Nash Equilibrium, the Evolutionary Stable Strategy (ESS) and Evolutionary Equilibrium (EE) and in chapter six we analyze the local classification of low dimensions systems. To make clear the applicability of all those we mention at this thesis, we are closing with three examples. More specific we analyze three well-known games which were used by the political and paralleled with situations they had to face with.
86

Μελέτη ανελαστικής συμπεριφοράς του γεφυριού της Κόνιτσας με χρήση ανελαστικού προσομοιώματος για τοιχοποιία και εφαρμογή μεθόδων ενίσχυσης

Κορομπίλιας, Δημήτριος 26 February 2015 (has links)
Η διατριβή μπορεί να χωριστεί σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά την παρουσίαση του θεωρητικού υποβάθρου του μαθηματικού προσομοιώματος που χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη βλάβη που μπορεί να εμφανιστεί σε μια κατασκευή έπειτα από την επιβολή δυναμικής ή στατικής φόρτισης. Το προσομοίωμα αυτό χρησιμοποιήθηκε στην παρούσα διατριβή για την ανάλυση της γέφυρας της Κόνιτσας και γι’ αυτό το λόγο κρίθηκε απαραίτητη η αναφορά στο θεωρητικό υπόβαθρο, πάνω στο οποίο στηρίζεται. Το δεύτερο μέρος της διατριβής αφορά τη σεισμική ανάλυση της γέφυρας της Κόνιτσας, την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και τη διαδικασία ενίσχυσής της, καθώς και τη μετέπειτα σύγκριση των αποτελεσμάτων. Έτσι λοιπόν, στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται αρχικά μια ιστορική ανασκόπηση της τοιχοποιίας ενώ στην συνέχεια γίνεται αναφορά τόσο στις κατηγορίες της όσο και στην τοιχοποιία ως υλικό δόμησης. Επιπλέον, γίνεται μία σύντομη περιγραφή των μηχανικών ιδιοτήτων της τοιχοποιίας. Τέλος, παρουσιάζονται σύντομα οι θεμελιώδεις παραδοχές και οι στόχοι του προσομοιώματος που χρησιμοποιήθηκε και εφαρμόστηκε στην παρούσα εργασία. Το δεύτερο κεφάλαιο, αποτελεί το εισαγωγικό μέρος στο οποίο παρουσιάζεται λεπτομερέστερα τα στοιχεία μηχανικής της τοιχοποιίας. Αρχικά, γίνεται αναφορά στην ταξινόμηση της τοιχοποιίας, ως προς τους τρόπους δόμησης, ενώ στην συνέχεια αναλύονται οι μηχανικές της ιδιότητες. Στις υποπαραγράφους του δευτέρου κεφαλαίου, αναλύεται δηλαδή η αντοχή της τοιχοποιίας σε μονοαξονική θλίψη, σε πολυαξονική θλίψη, η εφελκυστική αντοχή σε κάμψη, η διατμητική αντοχή καθώς και η αντοχή υπό τυχούσα επίπεδη καταπόνηση. Τέλος παρουσιάζονται τα ελαστικά χαρακτηριστικά της τοιχοποιίας ενώ περιγράφεται και η διαδικασία της ομογενοποίησης των συστατικών της τοιχοποιίας προκειμένου να αντιμετωπίζεται ως ένα ισοδύναμο ομογενές υλικό. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται σύντομη περιγραφή της θεωρίας βλάβης του συνεχούς μέσου και ο τρόπος που εισάγεται αυτή στο μαθηματικό προσομοίωμα που εφαρμόστηκε στο δεύτερο μέρος της διατριβής. Αρχικά, λοιπόν, γίνεται μια μηχανική αναπαράσταση της βλάβης και στη συνέχεια παρουσιάζεται το θεωρητικό υπόβαθρο της θεωρίας βλάβης στα ψαθυρά υλικά. Ακολουθεί μία σύντομη περιγραφή του δείκτη βλάβης και η διατύπωση των συναρτήσεών του, όπως αυτές διαμορφώθηκαν κατά την ανάπτυξη του μαθηματικού προσομοιώματος που εφαρμόστηκε στην εργασία, για μονοαξονική θλιπτική καταπόνηση, για μονοαξονική εφελκυστική καταπόνηση, για διατμητική καταπόνηση μετά ορθής τάσης, για επίπεδη εντατική κατάσταση και τέλος τη γενίκευση του για τριαξονική εντατική κατάσταση. Στο τέταρτο κεφάλαιο περιγράφεται η επιφάνεια οριακής αντοχής. Αρχικά, δηλαδή, παρουσιάζονται συνοπτικά, και σύμφωνα με την βιβλιογραφία, οι μηχανισμοί αστοχίας της τοιχοποιίας καθώς και ο τρόπος υπολογισμού των τάσεων οριακής αντοχής. Στη συνέχεια διατυπώνονται οι μηχανισμοί αστοχίας της τοιχοποιίας υπό επίπεδη εντατική κατάσταση καθώς και ο γεωμετρικός προσδιορισμός της επιφάνειας οριακής αντοχής της τοιχοποιίας ενώ τέλος παρουσιάζονται οι σχέσεις που υπολογίζουν την οριακή αντοχή της τοιχοποιίας υπό συνθήκες τριαξονικής εντατικής κατάστασης. Στο πέμπτο κεφάλαιο, παρουσιάζονται συνοπτικά οι μέθοδοι αποκατάστασης και ενίσχυσης κατασκευών από τοιχοποιία. Μετά από μία σύντομη βιβλιογραφική αναφορά για την τρωτότητα των κατασκευών από φέρουσα τοιχοποιία, των βλαβών υπό τη δράση στατικών και σεισμικών φορτίσεων, των βλαβών υπό τη δράση περιβαλλοντικών παραγόντων, των κριτηρίων και των αρχών επεμβάσεων επισκευής και ενίσχυσης και των τεχνικών επεμβάσεων επισκευής και ενίσχυσης, γίνεται μια περιγραφική αναφορά των ενισχύσεων τοιχοποιίας με μανδύα οπλισμένου σκυροδέματος και με προεντεταμένους ελκυστήρες, καθώς αυτοί οι μέθοδοι ενίσχυσης χρησιμοποιήθηκαν και για τη γέφυρα της Κόνιτσας στον Αώο ποταμό. Στο έκτο κεφάλαιο, περιγράφεται συνοπτικά το λογισμικό που κάνει χρήση πεπερασμένων στοιχείων και επιλέχθηκε για την εφαρμογή του προσομοιώματος. Γίνεται αναφορά στις επιλογές ανάλυσης και τις δυνατότητες του προγράμματος αυτού καθώς και της δυνατότητας γραφικής απεικόνισης των αποτελεσμάτων που παράγει.. Στο έβδομο κεφάλαιο, παρουσιάζεται η κατασκευή που επιλέχθηκε προκειμένου να γίνει αριθμητική εφαρμογή του προσομοιώματος βλάβης. Αρχικά, περιγράφεται η γέφυρα της Κόνιτσας και γίνεται αναφορά των γεωμετρικών στοιχείων της. Έπειτα, παρουσιάζονται ορισμένα ιστορικά στοιχεία της γέφυρας. Στη συνέχεια, περιγράφεται ο τρόπος προσομοίωσης της γέφυρας με τη χρήση πεπερασμένων στοιχείων και αναφέρονται οι μηχανικές ιδιότητες των υλικών της. Επιπλέον, γίνεται αναφορά στις δυναμικές αναλύσεις χρονοϊστορίας που έγιναν τόσο για την αρχική κατάσταση της γέφυρας όσο και στις φάσεις ενίσχυσης με τη χρήση μανδύα οπλισμένου σκυροδέματος ή με τη χρήση προεντεταμένων ελκυστήρων. Τέλος, αναλύονται οι διαδικασίες ενίσχυσης της γέφυρας είτε με μανδύα οπλισμένου σκυροδέματος είτε με προεντεταμένους ελκυστήρες. Στο όγδοο κεφάλαιο, παρουσιάζονται τα αποτελέσματα των αναλύσεων της γέφυρας τόσο για την αρχική κατάστασή της, δηλαδή της μη ενισχυμένης περίπτωσης, όσο και για τις δύο περιπτώσεις στις οποίες η γέφυρα έχει ενισχυθεί με μανδύα σκυροδέματος ή με προεντεταμένους ελκυστήρες. Στο ένατο κεφάλαιο, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τις αναλύσεις της γέφυρας τόσο για την αρχική της κατάσταση όσο και για τις ενισχυμένες περιπτώσεις. / The thesis can be divided into two parts. The first part deals with the presentation of the theoretical background of the mathematical model used to describe the damage that can occur in a construction upon a dynamic or static charge. The model was used in this thesis to analyze the bridge of Konitsa and for this reason the reference to the theoretical background was necessary, on which rests. The second part of the thesis concerns the seismic analysis of the bridge of Konitsa, evaluation of results and building processes and the subsequent comparison of results. Thus, the first chapter is initially a historical overview of the masonry and then refer to both categories and masonry as building material. Moreover, there is a brief description of the mechanical properties of masonry. Finally, presented briefly the fundamental assumptions and objectives of the model used and applied in the present work. The second chapter is the introductory part in which the masonry engineering data presented in more detail. Initially, reference is made to the classification of the masonry, for the construction of ways and then analyzed the mechanical properties. In sub-second chapter, that analyzes the strength of masonry in uniaxial compression, a multiaxial compressive, tensile bending strength, shear strength and durability under arbitrary stress levels. Finally presents the elastic characteristics of masonry and described the process of homogenization of the components of the masonry to be treated as an equivalent homogeneous material. The third chapter is a brief description of the error theory of continuous medium and the way it is introduced in the mathematical model applied in the second part of the thesis. Initially, then, is a mechanical representation of the lesion and then presents the theoretical background of damage theory in brittle materials. Following is a brief description of the index lesion and the expression of functions, like those formed during the development of the mathematical model applied to work, uniaxial compressive stress for uniaxial tensile stress for shear stress after proper voltage for plane stress conditions and end generalization for triaxial stress state. The fourth chapter describes the ultimate strength surface. Initially, ie, summarized, and according to the literature, the masonry failure mechanisms and the calculation of ultimate resistance trends. Then the masonry failure mechanisms are mentioned under plane stress conditions and the geometric definition of the ultimate strength of the masonry surface and finally presents the relations that calculate the ultimate strength of the masonry under conditions of triaxial stress condition. In the fifth chapter summarizes the methods of recovery and strengthening masonry structures. After a brief reference for the vulnerability of masonry structures, damage under the action of static and seismic loads, damage under the action of environmental factors, the criteria and repair operations authorities and aid and technical assistance and repair operations, is a descriptive report of wall reinforcement with concrete jacket and prestressing tractors, as these payment methods used and the bridge of Konitsa Aoos River. In the sixth chapter, summarized the software that makes use of finite element chosen for the implementation of the model. Refer to the analytical options and features of the program and the graphic display feature of the results produced .. In the seventh chapter, the structure was chosen in order to make numerical implementation of the model fault. Initially, described the bridge of Konitsa and reference geometric details. Then are some historical elements of the bridge. Then describe how simulation of the bridge using finite element and are the mechanical properties of the materials. Furthermore, reference is made to the dynamic history analyzes conducted for both the initial state of the bridge and in the amplification stages using concrete jacket or using prestressed tractors. Finally, we analyze the bridge-building processes or concrete jacket or prestressing tractors. In the eighth chapter presents the results of analyzes of the bridge both the initial condition, ie unamplified case, and for two cases in which the bridge has been reinforced with mantle concrete or prestressing tractors. In the ninth chapter presents the conclusions drawn from the analysis of both the bridge in its original condition and for reinforced cases.
87

Το οικονομικό και το πολιτισμικό κεφάλαιο των εκπαιδευομένων των ΣΔΕ, καθώς και οι προσδοκίες τους στην περίοδο της οικονομικής κρίσης. Η περίπτωση του ΣΔΕ Αγ. Αναργύρων

Κυριαζοπούλου, Ευανθία 03 May 2015 (has links)
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι αφενός να διερευνήσει το οικονομικό και πολιτισμικό κεφάλαιο των εκπαιδευομένων του Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας (ΣΔΕ) Αγίων Αναργύρων κι αφετέρου να ανιχνεύσει τις προσδοκίες που αναμένουν από την αύξηση του συνολικού τους κεφαλαίου μέσω της αξιοποίησης του νεοαποκτηθέντος απολυτηρίου τους. Επιπλέον, αναζητά τον βαθμό ταύτισης των προσδοκιών τους με τους διακηρυγμένους στόχους του θεσμού των ΣΔΕ. Το θεωρητικό πλαίσιο της έρευνάς μας βασίζεται στη θεωρία της πρακτικής του Pierre Bourdieu η οποία συνδέει το κεφάλαιο με την έξη (habitus) και το πεδίο. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με τη χρήση 14 ημι-δομημένων συνεντεύξεων και η επεξεργασία τους με ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Τα ερευνητικά μας ευρήματα κατέδειξαν ότι υπάρχει διαφοροποίηση των προσδοκιών μεταξύ των ενήλικων εκπαιδευομένων οι οποίες οφείλονται στις ενσωματωμένες «έξεις» τους καθώς και στο διαφορετικό οικονομικό και πολιτισμικό τους κεφάλαιο. Διαπιστώνεται επίσης ότι οι προσδοκίες των εκπαιδευομένων κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης δεν ταυτίζονται με τους διακηρυγμένους στόχους των ΣΔΕ, όσον αφορά τη μετάβασή τους στο πεδίο της εργασίας. / The purpose of this study is to investigate on the one hand, the economic and cultural capital of learners of Second Chance School (SCS) of Ag. Anargiroi and on the other hand, to detect their expectations on the increase of their total capital by boosting their qualifications through the newly acquired High school degree. Furthermore, the research focuses on to what extent their expectations meet the stated goals of the institution of SCSs. The theoretical framework of our research is based on the theory of practice by Pierre Bourdieu, which connects the capital both with the exis (habitus) and social field. The data collection was performed by using the technique of 14 semi-structured interviews which were thereafter processed with the use of qualitative content analysis. The surveyed data showed that there is a variation among adult learners’ expectations which were mostly due to their embodied "habitus", as well as, their different economic and cultural capital. What is more, the results demonstrated that the learners’ expectations during the period of economic crisis do not identify with the stated goals of SCS regarding their transition to the field of labor.
88

Αλγοριθμική και εξελικτική θεωρία παιγνίων

Παναγοπούλου, Παναγιώτα 17 March 2009 (has links)
Στα πλαίσια της διατριβής αναπτύξαμε δύο από τους πρώτους αλγορίθμους υπολογισμού μιας ε-προσεγγιστικής ισορροπίας Nash για την περίπτωση όπου το ε είναι κάποια σταθερά. Οι προσεγγίσεις που επιτυγχάνουν οι αλγόριθμοί μας είναι ε=3/4 και ε=(2+λ)/4 αντίστοιχα, όπου λ είναι το ελάχιστο, μεταξύ όλων των ισορροπιών Nash, κέρδος για έναν παίκτη. Επιπλέον, μελετήσαμε μια ευρεία κλάση τυχαίων παιγνίων δύο παικτών, για την οποία υπολογίσαμε μια πολύ καλή ε-προσεγγιστική ισορροπία Nash, με το ε να τείνει στο 0 καθώς το πλήθος των διαθέσιμων στρατηγικών των παικτών τείνει στο άπειρο. Οι αρχές της θεωρίας παιγνίων είναι χρήσιμες στην ανάλυση της επίδρασης που έχει στην καθολική απόδοση ενός συστήματος διαμοιραζόμενων πόρων η εγωιστική και ανταγωνιστική συμπεριφορά των χρηστών του. Προς την κατεύθυνση αυτή, εστιάσαμε στο πρόβλημα της εξισορρόπησης φορτίου. Μελετήσαμε διάφορα μοντέλα πληροφόρησης (π.χ. όταν όλα τα φορτία είναι άγνωστα ή όταν κάθε παίκτης γνωρίζει το μέγεθος του δικού του φορτίου) και αναλύσαμε για το καθένα το σύνολο και τις ιδιότητες των ισορροπιών Nash. Yπολογίσαμε επίσης φράγματα στο λόγο απόκλισης, ο οποίος εκφράζει την επίδραση που έχει στην απόδοση του συστήματος η εγωιστική συμπεριφορά των χρηστών του. Εκτός από τα υπολογιστικά θέματα που σχετίζονται με τη θεωρία παιγνίων, έχει ενδιαφέρον να μελετηθεί κατά πόσο μπορεί η θεωρία παιγνίων να βοηθήσει στην ανάπτυξη και ανάλυση αλγορίθμων για υπολογιστικά δύσκολα προβλήματα συνδυαστικής βελτιστοποίησης. Προς αυτήν την κατεύθυνση, μελετήσαμε από παιγνιοθεωρητική σκοπιά το πρόβλημα χρωματισμού των κορυφών ενός γραφήματος. Ορίσαμε κατάλληλα το παίγνιο χρωματισμού γραφήματος και αποδείξαμε ότι κάθε παίγνιο χρωματισμού γραφήματος έχει πάντα μια αγνή ισορροπία Nash, και ότι κάθε αγνή ισορροπία Nash αντιστοιχεί σε ορθό χρωματισμό του γραφήματος. Δείξαμε επίσης ότι υπάρχει πάντα μια αγνή ισορροπία Nash που χρησιμοποιεί βέλτιστο αριθμό χρωμάτων, δηλαδή ίσο με το χρωματικό αριθμό του γραφήματος. Επιπλέον, περιγράψαμε και αναλύσαμε έναν πολυωνυμικό αλγόριθμο που υπολογίζει μια αγνή ισορροπία Nash για ένα οποιοδήποτε παίγνιο χρωματισμού γραφήματος και χρησιμοποιεί συνολικά ένα πλήθος χρωμάτων που ικανοποιεί ταυτόχρονα τα περισσότερα κλασικά γνωστά φράγματα στο χρωματικό αριθμό. / We developed two algorithms for computing an e-approximate Nash equilibrium for the case where e is an absolute constant. The approximations achieved by our algorithms are e=3/4 and e=(2+l)/4 respectively, where $\lambda$ is the minimum, among all Nash equilibria, payoff of either player. Furthermore, we studied a wide class of random two player games, for which we showed how to compute an e-approximate Nash equilibrium, where e tends to zero as the number of strategies of the players tends to infinity. Game theoretic concepts are useful in determining the impact that selfish behavior plays on the global performance of a system involving selfish entities. Towards this direction, we focused on the problem of load balancing. We studied the case where the agents are not necessarily fully informed about the exact values of their loads. We focused on several models of information (e.g. when all agents know nothing about the loads, or when each agents knows her own load) and, for each model, we characterized the set of Nash equilibria and analyzed their properties. Moreover, we bounded the coordination ratio, a measure which captures the impact that selfish behavior has to the global performance of the system, in contrast to the performance achieved by an optimum centralized algorithm. Besides the computational issues related to game theory, it is interesting to investigate whether game theory can help us in developing and analyzing algorithms for computationally difficult combinatorial optimization problems. Towards this direction, we studied from a game theoretic point of view the problem of vertex coloring. In particular, we properly defined the graph coloring game and we proved that every graph coloring game has a pure Nash equilibrium, and each pure Nash equilibrium corresponds to a proper coloring of the graph. We also showed that there exists a pure Nash equilibrium that uses an optimum number of colors, i.e. equal to the chromatic number. Furthermore, we developed and analyzed a polynomial time algorithm that computes a pure Nash equilibrium for any graph coloring game, using a number of colors satisfying most of the known classical bounds on the chromatic number.
89

Μηχανική συμπεριφορά σε στατική και δυναμική καταπόνηση σύνθετων υλικών με παρουσία συγκέντρωσης τάσης

Κατερέλος, Διονύσιος 05 March 2009 (has links)
Οι περιοχές συγκέντρωσης τάσης ή/και παραμόρφωσης στα σύνθετα υλικά, όπως και στα συμβατικά -μεταλλικά- υλικά, αποτελούν σημαντικά στοιχεία στο σχεδιασμό τμημάτων δομών και ολόκληρων κατασκευών. Ειδικότερα η μέθοδος σχεδιασμού με ανοχή στη βλάβη, η οποία έχει επικρατήσει, καθιστά την κατανόηση και μελέτη της συμπεριφοράς των περιοχών αυτών εκ των ων ουκ άνευ. Στο παρόν, γίνεται μια προσπάθεια για την καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς των σύνθετων υλικών, όταν εμπεριέχουν περιοχές συγκέντρωσης τάσης. / Stress concentration or strain magnification locations on composite materials, similar to conventional-metallic materials, are a very important case in designing structural elements or structures in general. Damage tolerance design, particularly, which has become a dominant design method, makes the study and understanding of the behaviour of these locations necessary. In the present, an effort is presented for the better understanding of the composite materials behaviour in the presence of stress concentration locations.
90

Μελέτη της δυναμικής συμπεριφοράς αμιγούς και απλού συναγωνισμού δύο μικροβιακών πληθυσμών σε διάταξη δύο συζευγμένων χημοστατών

Γάκη, Αλεξάνδρα 12 March 2009 (has links)
Στην παρούσα εργασία εξετάζεται η δυναμική συμπεριφορά αμιγούς και απλού συναγωνισμού δύο μικροβιακών πληθυσμών που αναπτύσσονται σε δύο συζευγμένους χημοστάτες. Χρησιμοποιώντας το μοντέλο Andrews για τους ειδικούς ρυθμούς ανάπτυξης και συνθήκες βαθμίδας συγκέντρωσης στην τροφοδοσία, η μελέτη του συστήματος γίνεται με εφαρμογή μεθόδων της θεωρίας διακλαδώσεων. Εξετάζοντας δύο περιπτώσεις τροφοδοσίας, παρουσία μικροοργανισμών και απουσία, κατασκευάστηκαν δύο λειτουργικά διαγράμματα ως προς το βαθμό σύζευξης r και το λόγο των όγκων λ των δύο αντιδραστήρων και βρέθηκε το είδος ευστάθειας των υπαρχουσών καταστάσεων ισορροπίας. Παρουσία μικροοργανισμών στην τροφοδοσία παρατηρήθηκαν περιοχές συνύπαρξης των δύο πληθυσμών σε μόνιμη, περιοδική και οιονεί περιοδική κατάσταση, ενώ υπάρχουν ενδείξεις και για χαοτική συμπεριφορά. Υπό στείρα τροφοδοσία βρέθηκε ότι συνύπαρξη μπορεί να επιτευχθεί μόνο σε μόνιμη και περιοδική κατάσταση σε μία ευρεία περιοχή των παραμέτρων λειτουργίας λ και r. / The dynamic behavior of pure and simple competition of two microbial populations growing in two interconnected bioreactors is investigated. Using Andrews inhibitory model and gradient in feed concentration, the use of bifurcation theory allows an in-depth analysis of the stability change mechanisms occurring in the system, when the operating parameters of the degree of coupling and the volume ratio change. Regions of species coexistence in all steady, periodic and quasi-periodic states are observed, while there is substantial indication of chaotic behavior. Under clean feed conditions coexistence is only possible in steady and periodic states.

Page generated in 0.0431 seconds