1 |
Εκπαιδευτικό υλικό με χρήση δυναμικών περιβαλλόντων γεωμετρίας / Educational material using dynamic geometry systemsΜαστρογιάννης, Αλέξιος 19 April 2010 (has links)
Αρχικά, η παρούσα εργασία ξεκινά μια ιστορική αναδρομή, με σταθμούς τις κεφαλαιώδεις ανακαλύψεις, οι οποίες συνέβαλαν στη γρήγορη και αποτελεσματική εκτέλεση υπολογισμών. Από την εποχή των πρώτων υπολογιστικών συσκευών, διατρέχει αρχαίους πολιτισμούς, μέσω των αριθμητικών συστημάτων τους, μελετά τους λογαρίθμους, αναφέρεται στην επινόηση των δεκαδικών αριθμών και καταλήγει στο σημερινό υπολογιστή.
Ακολούθως, πραγματεύεται την έλευση της λεγόμενης εκπαιδευτικής τεχνολογίας στον εκπαιδευτικό χώρο, ενώ μελετά και τις επιδράσεις των θεωριών μάθησης, στη κατασκευή και δημιουργία τύπων και μορφών εκπαιδευτικού λογισμικού καθώς και στη χρησιμοποίηση των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Οι εκπαιδευτικές χρήσεις των τεχνολογιών πληροφορίας και των επικοινωνιών (ΤΠΕ) χωρίζονται αδρομερώς σε 3 κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία αφορά στην ανάπτυξη βασικών δεξιοτήτων και στην εξοικείωση με την Τεχνολογία. Επίσης οι μαθητές μαθαίνουν να χρησιμοποιούν λογισμικά. Η δεύτερη περίπτωση επικεντρώνεται σε λογισμικά εξάσκησης και επανάληψης. Τέλος η τελευταία κατηγορία χρήσεων των ΤΠΕ περιλαμβάνει περισσότερο κονστρουκτιβιστικές προσεγγίσεις.
Ο εποικοδομισμός (κονστρουκτιβισμός) που αποτελεί την επικρατέστερη θεωρία της εποχής μας, επαγγέλλεται τα ενιαιοποιημένα σχήματα αναλυτικού προγράμματος και διδακτικής παρέμβασης. Προτρέπει, η μάθηση να συντελείται μέσα σε αυθεντικές καταστάσεις, ομαδοσυνεργατικά, οργανώνοντας το αναλυτικό πρόγραμμα με θέματα προσωπικού ενδιαφέροντος Ακόμα παραδέχεται ότι η γνώση δε μεταβιβάζεται αλλά «οικοδομείται» από το μαθητή, αφού οι νέες πληροφορίες εντάσσονται στα προϋπάρχοντα νοητικά σχήματα τα οποία με τη σειρά τους τροποποιούνται, εξαιτίας, βέβαια, της άφιξης των νέων δεδομένων. Το βασικό, λοιπόν, αξίωμα τού κονστρουκτιβισμού είναι ότι ο άνθρωπος κατασκευάζει τη γνώση, μέσα από μια συνεχή ενεργητική διαδικασία και δεν τη δέχεται παθητικά.
Οι ΤΠΕ (πρέπει να) χρησιμοποιούνται και να αξιοποιούνται στο Σύγχρονο Σχολείο. Τα μαθησιακά οφέλη τους διαχέονται μέσω των ολοκληρωμένων (ολιστικών) μοντέλων, σε όλα σχεδόν τα γνωστικά αντικείμενα. Ειδικότερα για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, είναι επιβεβαιωμένο το ενδιαφέρον των μαθητών ως προς την χρήση των ΤΠΕ, στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Ειδικότερα, ως προς τα Μαθηματικά, ο εποικοδομισμός πρεσβεύει πως οι μαθητές εφευρίσκουν ειδικές- προσωπικές μεθόδους κατά την επίλυση μαθηματικών προβλημάτων και ότι η μάθηση των Μαθηματικών συντελείται μέσα από τις προσπάθειες επίλυσής τους.
Το περιβάλλον Δυναμικής Γεωμετρίας Cabri-Geometry II παρέχει δυνατότητες κατασκευής και πραγματοποίησης μαθησιακών δραστηριοτήτων σύμφωνα με τις σύγχρονες κοινωνικές και εποικοδομιστικές θεωρήσεις για τη γνώση και τη μάθηση. Σύμφωνα με αυτές τις θεωρήσεις η μάθηση είναι μια ενεργητική, υποκειμενική και κατασκευαστική δραστηριότητα στην οποία καταλυτικό ρόλο παίζει το πλαίσιο συμφραζομένων στο οποίο πραγματοποιείται και ειδικότερα οι μαθησιακές δραστηριότητες και τα εργαλεία τα οποία παρέχονται προς χρήση στους μαθητές.
Είναι γνωστές οι 6 τύποι ποικίλων και διάφορων διερευνητικών, διδακτικών, αλληλεπιδραστικών δραστηριοτήτων μάθησης, που παρέχονται μέσω των λειτουργιών και εργαλείων τού εκπαιδευτικού λογισμικού Cabri Geometry II.
Ειδικότερα, οι δραστηριότητες «βιωματικού τύπου» που μελετούν πραγματικά προβλήματα ζωής (real life problems), μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές να αναπτύξουν ισχυρό κίνητρο, για τη μάθηση των μαθηματικών και την προσέγγισή τους, ως ανθρώπινη δραστηριότητα. Επίσης οι μαθηματικές έννοιες τίθενται σε ένα διεπιστημονικό-διαθεματκό πλαίσιο. Η αξιοποίηση του Cabri Geometry II, παρέχει δυνατότητες δημιουργίας περιβαλλόντων μάθησης, όπου μεταφέρονται αυθεντικά σενάρια πραγματικής ζωής, ώστε να συνδεθούν οι πληροφορίες του σχολείου με καθημερινές καταστάσεις.
Η εργασία αυτή και με «σύμμαχο» το περιβάλλον Δυναμικής Γεωμετρίας Cabri-Geometry II, προτείνει τρόπους «μεταφοράς» της σχολικής γνώσης με στόχο να αντιληφθεί ο μαθητής ότι η γνώση αυτή, είναι χρήσιμη στην καθημερινή ζωή.
Για παράδειγμα κατασκευάστηκαν μια σειρά από αλληλεπιδραστικές δραστηριότητες «βιωματικού-αυθεντικού» χαρακτήρα, για την αποσαφήνιση της έννοιας της μονάδας μέτρησης του εμβαδού, για την υποστήριξη τής μάθησης τής έννοιας τού ύψους στα τρίγωνα και της ελάχιστης απόστασης μεταξύ σημείου και ευθείας. Ακόμα σχεδιάστηκαν δραστηριότητες που αφορούν σε μετασχηματισμούς, σε εύρεση εμβαδών διάφορων σχημάτων, σε αποδείξεις απλών ταυτοτήτων αλλά και σε αναπαραστάσεις κλασμάτων, μέσω της μελέτης σημαιών διάφορων χωρών του κόσμου. Σε μια περίπτωση, οι προτεινόμενες αλληλεπιδραστικές κατασκευές και ερωτήσεις δοκιμάσθηκαν στην τάξη και προέκυψε ανατροφοδότηση, στηριζόμενη σε πραγματικά δεδομένα. Μάλιστα, μελετήθηκε η προστιθέμενη αξία και τα παιδαγωγικά και διδακτικά οφέλη της χρήσης των ΤΠΕ στο σχολείο, δεδομένου ότι έγινε σύγκριση μαθησιακών δεδομένων και αποτελεσμάτων που αντλήθηκαν μέσω παραδοσιακών μεθόδων διδασκαλίας.
Τέλος, μερικές από τις κατασκευές- δραστηριότητες, απέκτησαν περισσότερο δυναμικό χαρακτήρα, μέσω της «κινηματογραφικής κίνησης» των πρωταγωνιστών τους. / Initially, this project begins with an historical retrospection using as marks the fundamental discoveries that contributed to the fast and effective implementation of calculations. From the age of the first calculating machines, the retrospection goes through ancient civilizations and their number systems, studies the logarithms, reports the invention of decimal numbers and leads to today’s computer.
Afterwards, it deals with the arrival of the said educational technology in the educational area, while it also studies the effects of learning theories in the creation of types and forms of educational software as well as in the utilisation of ICT in the educational process.
Cabri Geometry II is a widely known Dynamic Geometry system that provides students with potential opportunities in the creation of training activities according to the current social and constructivist aspects about Knowledge and learning.
According to these regards, learning is an energetic, subjective and constructional activity and the frame context, in which it is implemented, plays a catalytic role. Specifically, training activities and tools which are provided to be used by students are essential and determinative.
Six types of various exploratory, instructive and interactive learning activities are known and provided via the operations and tools of Cabri Geometry.
More specifically, the constructions simulating real life problems can help students to develop powerful motives in learning mathematics and to approach mathematics as a human activity. The exploitation of Cabri Geometry provides us with new possibilities in the creation of learning environments, where authentic real-life scenarios are transferred to, so that school information can be connected with daily situations.
Working with the Dynamic Geometry System of Cabri-Geometry II as an "ally" constitutes a new way of transferring school knowledge in order that students will realize that this knowledge is useful in their daily life.
For example, a series of interactive activities of “experiential-authentic” type was constructed in order to clarify the significance of the unit for measuring an area, to support learning the concept of height in triangles and the minimal distance between a point and a straight line. Furthermore, several activities were designed that concern geometric transformations, measuring the size of various shapes, proofs of simple identities and also representations of fractions via studying flags of various countries in the world. In one case, the proposed activities and questions were tested in class and feedback was produced, supported on real data.
|
2 |
Συ-σχεδίαση υλικού/λογισμικού και υλοποίηση σε πλατφόρμα FPGA του πρωτοκόλλου ασφαλείας IPsec για το IPv6Γκίτσας, Γεώργιος 28 August 2014 (has links)
Τις τελευταίες δεκαετίες η ασφάλεια υπολογιστών και δικτύων έχει τραβήξει το ενδιαφέρον τόσο των ερευνητών όσο και της βιομηχανίας. Το ενδιαφέρον αυτό συνεχίζει να αυξάνεται με εκθετικό ρυθμό τα τελευταία χρόνια λόγω των συνεχώς αυξανόμενων επιθέσεων, της συνεχούς μεγέθυνσης των εταιρικών και κυβερνητικών δικτύων καθώς και την ολοένα αυξανόμενη χρήση και αξιοποίηση των υπολογιστικών συστημάτων σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Στο πολύ ενεργό αυτό πεδίο, προκύπτουν συνέχεια νέα προβλήματα και παρουσιάζονται συνεχώς νέες ιδέες για την επίλυσή τους. Μία από τις πιο υποσχόμενες είναι η σουίτα IPsec, η οποία προστατεύει την κίνηση των δικτύων στο επίπεδο IP της στοίβας πρωτοκόλλων του Internet, TCP/IP. Η εφαρμογή του έχει ήδη ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια, σε μικρή κλίμακα, αλλά με την μετάβαση που προβλέπεται να γίνει από το IPv4 στο IPv6, η υλοποίηση του IPsec θα είναι υποχρεωτικό να υπάρχει σε κάθε δικτυακό σύστημα με την προοπτική της ενδυνάμωσης της ασφάλειας στο Internet.
Ακόμα, η ανάπτυξη υπολογιστικών συστημάτων ειδικών εφαρμογών έχει καταφύγει τα τελευταία χρόνια στην μορφή των ενσωματωμένων συστημάτων (embedded systems). Για την σχεδίαση και πιστοποίηση της ορθής λειτουργίας αυτών των συστημάτων είναι σύνηθες να χρησιμοποιούνται FPGA (Field Programmable Gated Array) chip ενώ η τελική μορφή του συστήματος είναι συνήθως υλοποιημένη σε ASIC (Application Specific Integrated Circuit) διότι δίνει τα πλεονεκτήματα μεγαλύτερης ταχύτητας και μικρότερης κατανάλωσης ενέργειας σε σχέση με τα FPGA.
Στην παρούσα διπλωματική εργασία σχεδιάστηκε το πρωτόκολλο IPsec ως ένα ενσωματωμένο σύστημα υλικού-λογισμικού και υλοποιήθηκε στην πλατφόρμα FPGA Virtex 5 της εταιρείας Xilinx. Το ενσωματωμένο σύστημα εμπεριέχει έναν επεξεργαστή Microblaze και επιταγχυντές υλικού (hardware accelerators). Η υλοποίηση έγινε με αποδοτική συσχεδίαση υλικού και λογισμικού ώστε να γίνεται αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων και των δύο. Συγκεκριμένα, σε υλικό σχεδιάστηκαν οι, απαιτητικοί σε χρόνο, κρυπτογραφικοί πυρήνες του συστήματος, CBC-AES-128 και HMAC-SHA1-96, ενώ το υπόλοιπο τμήμα του IPsec σχεδιάστηκε σε λογισμικό. Για την σχεδίαση και υλοποίηση του ακολουθήθηκαν οι προδιαγραφές που δίνονται στα αντίστοιχα Data-Sheets και RFCs (Request For Comments) και έγινε προσπάθεια να υλοποιηθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος αυτών και με όση το δυνατόν ακρίβεια. Τέλος, έγινε on-chip πιστοποίηση ορθής λειτουργίας του συστήματος στην αναπτυξιακή πλακέτα ML507 (Virtex-5) με σύνδεση της σε ένα δίκτυο υπολογιστών και κρυπτογράφηση/αποκρυπτογράφηση πραγματικών πακέτων δεδομένων. / Computer and network security have been of great interest within the research and the industrial community for the last decades. This interest still grows exponentially due to continually growing attacks in number and scale, the growth of corporative and government networks and the increasing use and trust of computer systems in every aspect of life.
Many new problems and many new ideas and solutions have occurred in this active field. One of the most promising is the IPsec protocol suite, which protects network traffic in the IP level of the internet protocol stack, TCP/IP. Its usage begun a few years ago, in small scale, but with the foreseeing transition from IPv4 to IPv6, it will be mandatory for every networking system to have an IPsec implementation, with the perspective of strengthening Internet security.
Moreover, development of application specific systems turned to embedded system solutions. For the development and verification process of embedded systems, it’s usual the usage of FPGA (Field Programmable Gate Array) chips, while the final form of the system is, in most cases, an ASIC (Application Specific Integrated Circuit) system because of the advantages in speed and low power consumption.
The current diploma thesis deals with the design and implementation of IPsec protocol suite in the form of a hardware-software embedded system, using the Virtex 5 FPGA platform, product of the company Xilinx. It uses a Microblaze processor and hardware accelerators. The system is designed with hardware/software co-design, utilizing efficiently their advantages. Specifically, the most time consuming cryptographic components, CBC-AES-128 and HMAC-SHA1-96, are implemented in hardware, while the rest of the IPsec is implemented in software. The implementation followed the corresponding Data-Sheets and RFC (Request For Comments) specifications as much as possible in the manner of features and implementation accuracy. Finally, the system was interconnected as part of a computer network and was verified with processing of real packets.
|
3 |
Σχεδιασμός και εφαρμογή διδακτικού υλικού για το μάθημα της Γλώσσας στο δημοτικό σχολείο με βάση την παιδαγωγική του γραμματισμού και των πολυγραμματισμώνΑντωνοπούλου, Αλεξία, Καρακίτσου, Έμιλυ 06 July 2015 (has links)
Η παρούσα πτυχιακή αφορά τη διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας με βάση τη θεωρία της κειμενοκεντρικής προσέγγισης. Περιλαμβάνει δύο μέρη: Πρώτον, τη θεωρητική θεμελίωση, στην οποία γίνεται αναφορά στις παιδαγωγικές προσεγγίσεις της κειμενοκεντρικής προσέγγισης και ιδιαίτερα του γραμματισμού και των πολυγραμματισμών. Δεύτερον, περιλαμβάνει πρωτότυπο διδακτικό υλικό που σχεδιάστηκε και εκπονήθηκε, κατά τη διάρκεια της παρούσας πτυχιακής εργασίας, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες θεωρίες. Για το σχεδιασμό του διδακτικού υλικού έχουν επιλεγεί αυθεντικά κείμενα διαφόρων κειμενικών ειδών (π.χ. αφηγηματικά, περιγραφικά, επιχειρηματολογικά, επεξηγηματικά), τα οποία συνοδεύονται από δραστηριότητες υπερδομικής επεξεργασίας του κειμένου, λειτουργικής γραμματικής και παραγωγής γραπτού λόγου για όλες τις τάξεις του Δημοτικού. Μεταξύ των κειμένων περιλαμβάνονται και πολυτροπικά κείμενα. Σκοπός της παρούσας διδακτικής πρότασης αποτελεί η ανάπτυξη δεξιοτήτων όχι μόνο γλωσσικού αλλά και κοινωνικού γραμματισμού. / --
|
4 |
Ανάπτυξη υπολογιστικού μοντέλου προσωμοίωσης φθοριζόντων υλικών ανιχνευτών ιατρικής απεικόνισης με τεχνικές Monte Carlo / Development of computerized simulation model on phosphor materials detectors of medical imaging by Monte Carlo methodsΛιαπαρίνος, Παναγιώτης Φ. 23 October 2007 (has links)
Οι ενδογενείς ιδιότητες των φθοριζόντων υλικών ανιχνευτών ιατρικής απεικόνισης, παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην απόδοση των ενισχυτικών πινακίδων που χρησιμοποιούνται σε ιατρικά απεικονιστικά συστήματα. Σε προηγούμενες μελέτες φθοριζόντων υλικών κοκκώδους μορφής, είτε με αναλυτικές μεθόδους είτε με τεχνικές Monte Carlo, οι τιμές των οπτικών παραμέτρων καθώς και οι πιθανότητες αλληλεπίδρασης του φωτός υπολογίστηκαν με τη βοήθεια τεχνικών προσαρμογής (fitting) σε πειραματικά δεδομένα. Ωστόσο, είχε παρατηρηθεί ότι στηριζόμενοι σε πειραματικά δεδομένα και τεχνικές προσαρμογής, οι οπτικοί παράμετροι ενός συγκεκριμένου υλικού μεταβάλλονται εντός ενός σημαντικού εύρους τιμών (π.χ. είχαν δημοσιευτεί, για το ίδιο πάχος υλικού διαφορετικές τιμές ενεργούς διατομής οπτικής σκέδασης). Στην παρούσα διδακτορική διατριβή αναπτύχθηκε ένα υπολογιστικό μοντέλο προσωμοίωσης φθοριζόντων υλικών κοκκώδους μορφής, με τεχνικές Monte Carlo, με σκοπό τη μελέτη διάδοσης των ακτίνων-χ και του φωτός. Το μοντέλο στηρίχθηκε μόνο στις φυσικές ιδιότητες των φθοριζόντων υλικών.
Κάνοντας χρήση της θεωρίας σκέδασης Mie και με τη βοήθεια του μιγαδικού συντελεστή διάθλασης των υλικών, χρησιμοποιήθηκαν μικροσκοπικές πιθανότητες αλληλεπίδρασης του φωτός. Η εγκυρότητα του μοντέλου πιστοποιήθηκε συγκρίνοντας αποτελέσματα (π.χ. ποσοστό απορρόφησης ακτίνων-χ, στατιστική κατανομή μετατροπής των ακτίνων-χ σε φωτόνια φωτός, αριθμός εκπεμπόμενων οπτικών φωτονίων, κατανομή του φωτός στην έξοδο του ανιχνευτή) με δημοσιευμένα πειραματικά δεδομένα για το φθορίζον υλικό Gd2O2S:Tb (ενισχυτική πινακίδα τύπου Kodak Min-R). Τα αποτελέσματα έδειξαν την εξάρτηση της συνάρτησης μεταφοράς διαμόρφωσης (MTF) από το μέγεθος του κόκκου και από τον αριθμό των κόκκων ανα μονάδα μάζας (πακετοποιημένη πυκνότητα: packing density). Προβλέφθηκε ότι ενισχυτικές πινακίδες με φθορίζον υλικό υψηλού αριθμού κόκκων ανά μονάδα όγκου και χαμηλής τιμής μεγέθους κόκκου μπορούν να παρουσιάσουν καλύτερη απόδοση ως προς την ποσότητα και την κατανομή του εκπεμπόμενου φωτός σε σχέση με τις συμβατικές ενισχυτικές πινακίδες, κάτω απ’ τις ίδιες πειραματικές συνθήκες (π.χ. ενέργεια ακτίνων-χ, πάχος ενισχυτικής πινακίδας). / The intrinsic phosphor properties are of significant importance for the performance of phosphor screens used in medical imaging systems. In previous analytical-theoretical and Monte Carlo studies on granular phosphor materials, values of optical properties and light interaction cross sections were found by fitting to experimental data. These values were then employed for the assessment of phosphor screen imaging performance. However, it was found that, depending on the experimental technique and fitting methodology, the optical parameters of a specific phosphor material varied within a wide range of values, i.e. variations of light scattering with respect to light absorption coefficients were often observed for the same phosphor material. In this study, x-ray and light transport within granular phosphor materials were studied by developing a computational model using Monte Carlo methods. The model was based on the intrinsic physical characteristics of the phosphor. Input values required to feed the model can be easily obtained from tabulated data. The complex refractive index was introduced and microscopic probabilities for light interactions were produced, using Mie scattering theory. Model validation was carried out by comparing model results on x-ray and light parameters (x-ray absorption, statistical fluctuations in the x-ray to light conversion process, number of emitted light photons, output light spatial distribution) with previous published experimental data on Gd2O2S:Tb phosphor material (Kodak Min-R screen). Results showed the dependence of the modulation transfer function (MTF) on phosphor grain size and material packing density. It was predicted that granular Gd2O2S:Tb screens of high packing density and small grain size may exhibit considerably better resolution and light emission properties than the conventional Gd2O2S:Tb screens, under similar conditions (x-ray incident energy, screen thickness).
|
5 |
Σχεδιασμός γλωσσικού μαθήματος για μη φυσικούς ομιλητές : εφαρμογή στην Γ΄ και Δ΄ τάξη του δημοτικούΧαϊδογιάννου, Χρυσούλα 01 October 2012 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας εργασίας αποτέλεσε ο σχεδιασμός του γλωσσικού μαθήματος για τους μη φυσικούς ομιλητές της ελληνικής γλώσσας που φοιτούν στο δημοτικό σχολείο με βάση τον αντίστοιχο σχεδιασμό του γλωσσικού μαθήματος που εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων. Αρχικά εντοπίστηκαν και καταγράφηκαν οι κειμενικοί και γραμματικοί στόχοι των σχολικών εγχειριδίων της Γ και Δ τάξης του δημοτικού σχολείου που εκπονήθηκαν στο πλαίσιο του Π.Ε.Μ. Στη συνέχεια έγινε εφαρμογή αυτού του γλωσσικού σχεδιασμού στα σχολικά εγχειρίδια της Γ και Δ τάξης που διδάσκονται σε όλα τα δημοτικά σχολεία της ελληνικής επικράτειας.
Η έρευνα εντάσσεται στο πλαίσιο του ευρύτερου επιστημονικού ενδιαφέροντος για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας ως ξένης. Πρωταρχικός της στόχος ήταν να αναζητήσει σε ποιο βαθμό ο σχεδιασμός του γλωσσικού μαθήματος μέσα από τα σχολικά εγχειρίδια του Π.Ι. είναι κατάλληλος και για τους αλλόγλωσσους μαθητές του ελληνικού σχολείου. Βασικό κριτήριο για αυτή την εφαρμογή υπήρξε ο γλωσσικός σχεδιασμός του Π.Ε.Μ. Συγκεκριμένα ερευνήθηκαν οι κειμενικοί και οι γραμματικοί στόχοι (φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη) των σχολικών εγχειριδίων της Γ και Δ τάξης του δημοτικού σχολείου.
Η ανάλυση της έρευνας έδειξε πως ένα μεγάλο μέρος των κειμενικών και γραμματικών στόχων των σχολικών εγχειριδίων είναι πολύ απαιτητικοί για τους αλλόγλωσσους μαθητές αυτών των τάξεων. Μερικοί από αυτούς τους στόχους μπορούν ενδεχομένως να εφαρμοστούν μερικώς και άλλοι υπό κάποιες προϋποθέσεις.
Η ύπαρξη του ενός και μοναδικού σχολικού εγχειριδίου στο ελληνικό σχολείο, διαμορφωμένου μάλιστα με βάση ένα σχεδιασμό για μαθητές φυσικούς ομιλητές της ελληνικής γλώσσας, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για την υιοθέτηση και εφαρμογή προσαρμοσμένου με τις εκάστοτε ανάγκες διδακτικού υλικού. Η υιοθέτηση του πολλαπλού-εναλλακτικού βιβλίου που θα καλύπτει τις ιδιαίτερες ανάγκες των μαθητών και θα επιτρέπει την αυτενέργεια των εκπαιδευτικών θεωρείται απαραίτητη. / -
|
6 |
Ανίχνευση πρακτικών γραμματισμού μαθητών Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού σε κείμενα μαζικής κουλτούρας και το ισχύον διδακτικό υλικόΤσάμη, Βασιλική 28 February 2013 (has links)
Η προοδευτική στροφή των σχολικών προγραμμάτων έχει αναδείξει τη σημασία αξιοποίησης των κειμένων μαζικής κουλτούρας στη γλωσσική διδασκαλία (Alvermann et al. 1999˙ Stevens 2001˙ Morrell 2002).
Στην παρούσα εργασία θα διερευνηθεί σε ποιο βαθμό μαθητές/τριες της Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού έχουν πρόσβαση σε μέσα (τηλεόραση, ραδιόφωνο, υπολογιστής κ.ά) τα οποία είναι φορείς κειμένων μαζικής κουλτούρας και σε ποιο βαθμό προτιμούν δραστηριότητες που εμπεριέχουν κείμενα μαζικής κουλτούρας (ακρόαση τραγουδιών, παρακολούθηση τηλεοπτικών προγραμμάτων, πλοήγηση στο διαδίκτυο, ανάγνωση εξωσχολικών εντύπων, παρακολούθηση θεατρικών παραστάσεων και κινηματογραφικών ταινιών). Παράλληλα, θα μελετηθεί αν και σε ποιο βαθμό οι προτιμήσεις των παιδιών επηρεάζονται από διάφορους κοινωνικούς παράγοντες, καθώς και αν σχετίζονται με τις σχολικές επιδόσεις του/της μαθητή/τριας στο γλωσσικό μάθημα. Επιπλέον, διερευνάται αν και σε ποιο βαθμό οι προτεινόμενες διδακτικές πρακτικές από το ισχύον αναλυτικό πρόγραμμα και το διδακτικό υλικό για το γλωσσικό μάθημα στο δημοτικό σχολείο αξιοποιούν και βρίσκονται σε αντιστοιχία με τις προτιμήσεις και τις καθημερινές εμπειρίες των μαθητών/τριών από τον ευρύτερο κοινωνικοπολιτισμικό τους χώρο. Τέλος, γίνεται σύγκριση των όσων καταδεικνύουν τα αποτελέσματα της έρευνάς μας με τις ισχύουσες διδακτικές πρακτικές στην Ελλάδα, όπως περιγράφονται σε σχετικές έρευνες.
H συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίων από τους/τις μαθητές/τριες. Η έρευνα διεξήχθη σε πέντε δημόσια σχολεία του νομού Αχαΐας, τα οποία λειτουργούν σε περιοχές με διαφορετικό κοινωνικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα παιδιά της Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού φαίνεται να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην οπτική και ακουστική διάσταση των κειμένων μαζικής κουλτούρας. Φαίνεται να προτιμούν λιγότερο τα έντυπα κείμενα μαζικής κουλτούρας, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να συνδυάζουν μόνο τον γραπτό λόγο και την εικόνα, ενώ υπάρχει η τάση να προτιμούν τραγούδια και κείμενα της τηλεοπτικής μαζικής κουλτούρας, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να συνδυάζουν σύγχρονους σημειωτικούς τρόπους της ψηφιακής τεχνολογίας, όπως εικόνα, κίνηση και ήχο. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ανάμεσα στο ισχύον διδακτικό υλικό και τις εξωσχολικές πρακτικές γραμματισμού των παιδιών υπάρχει μια σημαντική αναντιστοιχία (Luke 2004). / -
|
7 |
Βελτιστοποίηση επαναπροσδιοριζομένων αρχιτεκτονικών για απόδοση και κατανάλωση ενέργειας σε κρυπτογραφικές εφαρμογές κυριαρχούμενες από δεδομέναΜιχαήλ, Χαράλαμπος 12 April 2010 (has links)
Στη παρούσα διδακτορική διατριβή του κ. Χαράλαμπου Μιχαήλ με τίτλο «Βελτιστοποίηση Επαναπροσδιοριζόμενων Αρχιτεκτονικών για Απόδοση και Κατανάλωση Ενέργειας για Κρυπτογραφικές Εφαρμογές και Εφαρμογές Κυριαρχούμενες από Δεδομένα» προτείνονται, αναπτύσσονται και μελετώνται αποδοτικές τεχνικές βελτιστοποίησης της απόδοσης ή/και της κατανάλωσης ενέργειας για κρυπτογραφικές εφαρμογές καθώς και εφαρμογές κυριαρχούμενες από δεδομένα που υλοποιούνται σε ενσωματωμένες πλατφόρμες ειδικού σκοπού. Συνολικά, οι προτεινόμενες τεχνικές μελετήθηκαν για τις διάφορες παραμέτρους που έχουν και συνολικά οδήγησαν στην διαμόρφωση της προτεινόμενης γενικής μεθοδολογίας βελτιστοποίησης των κρυπτογραφικών και λοιπών εφαρμογών κυριαρχούμενων από δεδομένα. Τα θεωρούμενα συστήματα στοχεύουν σε αριθμητικά απαιτητικές εφαρμογές και προέκυψαν εντυπωσιακές βελτιστοποιήσεις ειδικά δε στην απόδοση συγκεκριμένων κρυπτογραφικών εφαρμογών όπως οι συναρτήσεις κατακερματισμού και ανάμειξης (hash functions) και κατά συνέπεια και των αντίστοιχων κρυπτογραφιών μηχανισμών στους οποίους αυτές χρησιμοποιούνται. Πρωταρχικός σχεδιαστικός στόχος είναι η αύξηση της ρυθμαπόδοσης σχεδιάζοντας κρυπτογραφικές εφαρμογές για διακομιστές υπηρεσιών ή γενικότερα εφαρμογές κυριαρχούμενες από δεδομένα.
Λαμβάνοντας επίσης υπόψη το γεγονός ότι η κρυπτογραφία αποτελεί σήμερα –πιο πολύ παρά ποτέ- ένα αναγκαίο και αναντικατάστατο συστατικό της ανάπτυξης ηλεκτρονικών υπηρεσιών μέσω διαδικτύου και της εν τέλει μετάβασης της ανθρωπότητας στο νέο οικονομικό μοντέλο της «ηλεκτρονικής οικονομίας» είναι προφανής η σημασία της προτεινόμενης μεθοδολογίας και των αντίστοιχων σχεδιασμών που προκύπτουν. Η ολοκλήρωση των κρυπτογραφικών συστημάτων ασφαλείας σε υλικό είναι σχεδόν αναγκαία για τα ενσωματωμένα συστήματα κρυπτογράφησης. Τα πλεονεκτήματα που έχουμε είναι η υψηλή απόδοση, η μειωμένη κατανάλωση ισχύος με μειονέκτημα το κόστος της ολοκλήρωσης σε υλικό. Νέες τεχνολογίες όπως FPGAs (Field-Programmable Gate Array), επιτρέπουν την πιο εύκολη ολοκλήρωση του αλγορίθμου και την ανανέωση - αντικατάστασή του από νεώτερους-βελτιωμένους. Ήδη τα τελευταίας γενιάς FPGAs τείνουν να έχουν τις ιδιότητες των ASICs (Application-Specific Integrated Circuit) -μειωμένη κατανάλωση ισχύος, υψηλή απόδοση, και ρύθμιση της λειτουργικότητας ανάλογα την εφαρμογή. Ένα άλλο πλεονέκτημα των υλοποιήσεων σε υλικό είναι πως από την φύση τους είναι λιγότερο ευαίσθητο σε επιθέσεις κρυπτανάλυσης ενώ μπορούν ευκολότερα να ενσωματώσουν πολιτικές αντιμετώπισης κρυπταναλυτικών τεχνικών .
Ερευνητική Συνεισφορά
Ανάπτυξη και μελέτη τεχνικών βελτιστοποίησης που οδηγούν σε σχέδια με πολύ υψηλή ρυθμαπόδοση και περιορισμένο κόστος σε επιφάνεια ολοκλήρωσης για κρυπτογραφικές και υπολογιστικά απαιτητικές εφαρμογές
Αναπτύσσονται και αναλύονται όλες οι επιμέρους τεχνικές που αξιολογήθηκαν κατά την εκπόνηση της εν λόγω διδακτορικής διατριβής και χρησιμοποιούνται για την βελτιστοποίηση των σχεδίων σε υλικό. Μελετώνται οι παράμετροι εφαρμογής ανάλογα με την υφή της κάθε τεχνικής και τα τιθέμενα σχεδιαστικά κριτήρια, τα οποία εξαρτώνται από τα επιθυμητά χαρακτηριστικά των σχεδίων σε υλικό καθώς και από τις εν γένει προδιαγραφές τους ανάλογα με τον εκάστοτε σχεδιαστικό στόχο.
Ανάπτυξη και μελέτη «πάνω-προς-τα-κάτω» μεθοδολογίας βελτιστοποίησης των σχεδίων που οδηγούν σε πολύ υψηλή ρυθμαπόδοση και περιορισμένο κόστος σε επιφάνεια ολοκλήρωσης για κρυπτογραφικές και υπολογιστικά απαιτητικές εφαρμογές
Αναπτύσσεται ολοκληρωμένη και δομημένη συνολική μεθοδολογία βελτιστοποίησης σχεδίων, με βάση τις επιμέρους τεχνικές που παρουσιάστηκαν και αναλύθηκαν, που οδηγεί σε γενική μεθοδολογία η οποία είναι εφαρμόσιμη σε όλες σχεδόν τις συναρτήσεις κατακερματισμού για τις οποίες καταφέρνει να παράγει σχέδια υψηλής απόδοσης με περιορισμένο κόστος σε επιφάνεια ολοκλήρωσης. Ταυτόχρονα, αναλύονται τα θεωρητικώς αναμενόμενα οφέλη από την κάθε επιμέρους τεχνική βελτιστοποίησης καθώς και από την συνολική εφαρμογή της μεθοδολογίας βελτιστοποίησης του σχεδιασμού σε υλικό ανάλογα με την επιλεχθείσα τιμή των παραμέτρων της κάθε εφαρμοζόμενης τεχνικής.
Ανάπτυξη σχεδίων σε υλικό πολύ υψηλής βελτιστοποίησης για τις συναρτήσεις κατακερματισμού SHA-1 και SHA-256
Παρουσιάζεται η διαδικασία βελτιστοποίησης του σχεδιασμού σε υλικό των δυο πιο σημαντικών συναρτήσεων κατακερματισμού αναφέροντας σε κάθε περίπτωση τα επιμέρους κέρδη, καθώς και την συνολική βελτίωση που επιτεύχθηκε με την εφαρμογή της προτεινόμενης μεθοδολογίας. Οι δύο συναρτήσεις είναι οι SHA-1 (η πιο δημοφιλής συνάρτηση κατακερματισμού στις σημερινές εφαρμογές) και SHA-256 (που αναμένεται να χρησιμοποιηθεί ευρύτατα στο μέλλον παρέχοντας υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας). Υλοποιήσεις σε συγκεκριμένες επαναπροσδιοριζόμενες αρχιτεκτονικές συγκρίνονται με αντίστοιχες που έχουν προταθεί ερευνητικά ή είναι εμπορικά διαθέσιμες, αποδεικνύωντας την υπεροχή των προτεινόμενων σχεδίων. Έτσι προκύπτουν σχέδια πολύ υψηλής ρυθμαπόδοσης (τουλάχιστον 160% βελτιωμένοι σε σχέση με συμβατικές υλοποιήσεις) με περιορισμένο κόστος σε επιφάνεια ολοκλήρωσης (λιγότερο από 10% σε επίπεδο συνολικού κρυπτογραφικού συστήματος στην χειρότερη περίπτωση σε σχέση με συμβατικές υλοποιήσεις), βελτιστοποιώντας τον σχεδιαστικό παράγοντα «απόδοση x επιφάνεια ολοκλήρωσης» σε σχέση με άλλες εμπορικές ή ακαδημαϊκές υλοποιήσεις. / In this Ph.D dissertation, certain design techniques and methodologies, for various hardware platforms, aiming to boost performance of cryptographic modules and data intensive applications are presented. This way we manage to obtain hardware designs with extremely high throughput performing much better that anyone else that has been previously proposed either by academia or industry.
Taking in consideration the rapid evolution of e-commerce and the need to secure all kind of electronic transactions, it is obvious that there is a great need to achieve much higher throughputs for certain cryptographic primitives. Especially in IPv6, HMAC etc it is crucial to design hash functions that achieve the highest degree of throughput since hashing is the limiting factor in such security schemes. The proposed methodology achieves to tackle this problem achieving to offer design solutions for hashing cores that can increase their throughput up to 160%. The proposed methodology is generally applicable to all kind of hash functions and this is a main characteristic of its importance. The proposed techniques and methodologies go far beyond from just unrolling the rounds of the algorithm and/or using extended pipelining techniques. It offers an analysis on these techniques while at the same time proposes some new, which all together form a holistic methodology for designing high-throughput hardware implementations for hash functions or other data intensive applications. These designs that can achieve high throughput rates are appropriate for high-end applications that are not constrained in power consumption and chip covered area.
The main contributions of this PhD thesis involve:
Developing and study of certain optimizing techniques for increasing throughput in cryptographic primitives and data intensive applications
Certain design techniques that can take part in a generic methodology for improving hardware performance characteristics are proposed and studied. This study has been conducted in terms of each technique’s parameters and certain design criteria are mentioned in order to choose their values. These design criteria depend on the intended hardware characteristics, specifications and available hardware resources for the cryptographic primitive or data intensive application.
Developing and study of top-down methodology for increasing throughput in cryptographic primitives and data intensive applications
Techniques that were previously proposed and analyzed are merged in order to form propose a top-down methodology able to boost performance of cryptographic primitives and data intensive applications. Design parameters are studied in order to propose various design options with the default one being achieving the highest degree of throughput maintaining the best throughput/area ratio. The proposed methodology can significantly increase throughput of hardware designs leading theoretically even to 160% increase of throughput with less than 10% cost in integration area for the whole cryptographic system.
Highly optimized hardware designs for the two main hash functions: SHA-1 and SHA-256 with high-throughput properties.
In this contribution high throughput designs and implementations are proposed concerning the two most widely used hash functions SHA-1 and SHA-256. SHA-1 is currently the most widely deployed hashing function whereas SHA-256 has started to phase out SHA-1 due to security issues that have recently been reported. These two designs also serve as case studies for the application of the proposed methodology aiming to increase throughput in cryptographic modules and data intensive applications. Our implementation does not only increases throughput by a large degree, but it also utilizes limited area resources thus offering an advantageous "throughput x area" product in comparison with other hashing cores implementations, proposed either by academia or industry. The proposed design achieves maximum throughput over 4.7 Gbps for SHA-1 and over 4.4 Gbps for SHA-256 in Xilinx Virtex II platform with minor area penalty comparing to conventional implementations. These synthesis results are only slightly decreased after the place-and-route procedure
|
8 |
Σχεδιασμός κρυπτογραφικών συστημάτων με υλικό ειδικού σκοπούΣελίμης, Γεώργιος 27 October 2008 (has links)
Το αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής με τίτλο “Σχεδιασμός Κρυπτογραφικών Συστημάτων με Υλικό Ειδικού Σκοπού” είναι ο σχεδιασμός κρυπτογραφικών μηχανισμών για την ενσωμάτωσή τους σε συστήματα περιορισμένων πόρων (κόστος υλικού, καταναλισκόμενη ισχύς, ενέργεια). Πρωταρχικοί στόχοι είναι η περιορισμένη κατανάλωση ισχύος και η ελαχιστοποίηση του κόστους υλικού ενώ ο ρυθμός απόδοσης σε αυτά τα συστήματα αποτελεί δεύτερο στόχο. Σύγχρονα συστήματα όπως έξυπνες κάρτες και RFID ετικέτες δεν έχουν την απαιτούμενη επιφάνεια για να ολοκληρώσουν-ενσωματώσουν μεγάλα συστήματα κρυπτογραφίας άλλα ούτε τους απαραίτητους πόρους σε ενέργεια. Οι κρυπτογραφικές πράξεις είναι από τη φύση τους δύσκολο να αναλυθούν, να απλοποιηθούν και να υλοποιηθούν. Παρόλα αυτά η διδακτορική διατριβή έδειξε ότι μπορεί να εφαρμοστούν σε αυτές τεχνικές χαμηλής κατανάλωσης ισχύος. Αν σε ένα κρυπτογραφικό σύστημα, οι μη αποδοτικές πράξεις από πλευράς κατανάλωσης ισχύος του συνολικού συστήματος μπορεί να αποκτήσουν χαρακτηριστικά χαμηλής κατανάλωσης ισχύος, τότε μειώνεται αισθητά η μέση κατανάλωση ισχύος. Στην προσπάθεια μείωσης της μέσης κατανάλωσης ισχύος των αλγορίθμων είναι ο εντοπισμός των λιγότερο αποδοτικών πράξεων των κρυπτογραφικών συστημάτων και η μελέτη-ανάλυση με σκοπό τη μείωση της κατανάλωσης ισχύος. Επειδή είναι προφανές πως η μεθοδολογία αυτή προορίζεται για συστήματα χαμηλών πόρων πρέπει και το αντίστοιχο κόστος σε υλικό να είναι περιορισμένο. / The evolution of mobile-wireless computing systems have triggered the development of new cryptographic needs. Therefore, existing and new cryptographic algorithm architectures have to be designed in order to satisfy the mobile wireless system specifications. Wireless mobile standards limit a wireless system's throughput to less than a hundred Mbps. This is a quite satisfactory limit and it is capable to support real-time applications as voice, video and online streaming. Additionally, the nature of mobile systems highlights the needs for strict power and area constrains. However, many cryptographic designs focus on achieving high-throughput by unrolling the rounds of the algorithm and using extended pipelining techniques. These designs that can achieve high throughput rates, are appropriate for high-end applications that are not constrained in power consumption and chip covered area. Therefore, it is impossible to integrate these modules in mobile systems. The main contributions of this phd thesis involve: A Lightweight secure mechanism which presents a top-down design methodology. There are three contributions in the domain of optimized cryptographic operations: a) Versatile multiplier for GF(28) Finite Fields, b) Optimized SubBytes transformation in terms of power and area, c) Optimized MixColumns transformation in terms of power and area. Finally an 8-bit Advanced Encryption Standard Design with low power-low area properties is proposed.
|
9 |
Προσδιορισμός μηχανικών παραμέτρων του βραχώδους υλικού και εφαρμογή αυτών στην εκτίμηση της αντοχής και παραμορφωσιμότητας της βραχομάζαςΠαπανακλή, Στυλιανή 01 February 2008 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας διατριβής αποτελεί η διερεύνηση των μηχανικών
παραμέτρων του βραχώδους υλικού και η εφαρμογή αυτών στην εκτίμηση της
αντοχής και παραμορφωσιμότητας της βραχομάζας. Προς την κατεύθυνση αυτή,
έγινε οριοθέτηση της μηχανικής συμπεριφοράς του βραχώδους υλικού, διατύπωση
συσχετίσεων μεταξύ των φυσικών και μηχανικών παραμέτρων του καθώς και
ημιποσοτική εκτίμηση της επίδρασης της ορυκτολογικής σύστασης στη
διαφοροποίηση της συμπεριφοράς τους. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων της
έρευνας έγινε μέσω ενός «Σχεσιακού Συστήματος Διαχείρισης Φυσικών και
Μηχανικών Παραμέτρων Γεωλογικών Υλικών» που σχεδιάστηκε και δημιουργήθηκε
στα πλαίσια της Διατριβής. Η έρευνα εστιάστηκε σε ιζηματογενή πετρώματα, χημικά
(ασβεστόλιθους) και κλαστικά (ψαμμίτες και ιλυόλιθοι του φλύσχη) που συναντώνται
εκτεταμένα στη Δυτική Ελλάδα καθώς επίσης και σε μεταμορφωμένα πετρώματα
(μάρμαρα).
Η δειγματοληψία των ιζηματογενών πετρωμάτων επικεντρώθηκε στους
σχηματισμούς που απαρτίζουν τις γεωτεκτονικές ζώνες των Εξωτερικών Ελληνίδων,
οι οποίες καλύπτουν το δυτικό ήμισυ του Ελλαδικού χώρου και φιλοξενούν πλήθος
τεχνικών έργων. Για τα μεταμορφωμένα, δείγματα μαρμάρων λήφθηκαν από
λατομεία της Βόρειας Ελλάδας που περιλαμβάνονται στις ζώνες των Εσωτερικών
Ελληνίδων.
Συνολικά, στα πλαίσια της έρευνας λήφθηκαν βραχώδη τεμάχη από 62 θέσεις
δειγματοληψίας από τα οποία διαμορφώθηκαν και εξετάστηκαν ως προς τις φυσικές,
δυναμικές και μηχανικές τους ιδιότητες 519 δείγματα βραχώδους υλικού. Ειδικότερα
πρόκειται για 33 θέσεις δειγματοληψίας σε ασβεστολιθικούς σχηματισμούς (271
δοκίμια), 22 θέσεις σε σχηματισμούς του φλύσχη (152 δοκίμια ψαμμίτη και 24 δοκίμια
ιλυόλιθου) και 7 θέσεις σε μάρμαρα (72 δοκίμια).
Για κάθε θέση δειγματοληψίας διαμορφώθηκαν, με εργαστηριακό
αδαμαντοτρύπανο, αδαμαντοτροχό και συσκευή λείανσης, έξι δοκίμια για τον
εργαστηριακό προσδιορισμό των φυσικών, των δυναμικών και των μηχανικών
παραμέτρων του βραχώδους υλικού. Οι εργαστηριακές δοκιμές πραγματοποιήθηκαν
σύμφωνα με τις προδιαγραφές της ISRM (1981), του ΥΠΕΧΩΔΕ (Ε102-84) καθώς και
της ASTM (D 2664 – 86, D 2938 – 86, D 2845 – 90, D 3967 – 92, D 3148 – 93).
Έτσι, συνολικά εκτελέστηκαν:
• 476 δοκιμές προσδιορισμού του πορώδους n (%), ξηρής πυκνότητας ρd
(kN/m3), κορεσμένης πυκνότητας ρsat (kN/m3), λόγου κενών e και δείκτη κενών
Iv (%).
• 249 δοκιμές προσδιορισμού της ταχύτητας διάδοσης των υπερήχων Vp και Vs
(m/sec).
• 336 δοκιμές προσδιορισμού της σκληρότητας SHV.
• 120 δοκιμές προσδιορισμού του δείκτη σημειακής φόρτισης Is(50) (MPa).
• 67 δοκιμές προσδιορισμού της αντοχής σε μοναξονική θλίψη σc (MPa) από τις
οποίες οι 58 έγιναν με σύγχρονη μέτρηση των αξονικών και πλευρικών
παραμορφώσεων για τον προσδιορισμό του μέτρου ελαστικότητας Ε και του
λόγου Poisson ν.
• 75 δοκιμές προσδιορισμού της αντοχής σε εφελκυσμό σt (MPa).
• 62 τριαξονικές δοκιμές.
Κατά την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των εργαστηριακών δοκιμών κρίθηκε
σκόπιμη η προετοιμασία και παρατήρηση στο μικροσκόπιο 20 λεπτών τομών που
προήλθαν από διαφορετικά δείγματα με σκοπό την καλύτερη πληροφόρηση σχετικά
με την ορυκτολογική σύσταση και τη δομή των βραχωδών υλικών που εξετάστηκαν.
Μετά το πέρας των εργαστηριακών δοκιμών τα αποτελέσματα αυτών
συγκεντρώθηκαν και αξιολογήθηκαν. Ακολούθησε στατιστική επεξεργασία από την
οποία προέκυψαν ιστογράμματα διακύμανσης των τιμών της κάθε παραμέτρου και
οριοθετήθηκε η συμπεριφορά των βραχωδών υλικών που εξετάστηκαν. Επιπλέον,
μεταξύ των διαφόρων παραμέτρων του βραχώδους υλικού σχεδιάστηκαν τα
αντίστοιχα διαγράμματα συσχέτισης και προτάθηκαν εμπειρικές σχέσεις που
συνδέουν αυτές. Επίσης, πολύ σημαντικές ποιοτικές και ημιποσοτικές εκτιμήσεις
προέκυψαν από τη συσχέτιση των παραμέτρων αντοχής με την ορυκτολογική
σύσταση των βραχωδών υλικών.
Μετά την ολοκλήρωση των εργαστηριακών δοκιμών στα πλαίσια της παρούσας
διατριβής οι παράμετροι αντοχής (αντοχή σε μοναξονική θλίψη και σταθερά mi) που
υπολογίστηκαν για το βραχώδες υλικό χρησιμοποιήθηκαν για την εκτίμηση κυρίως
της αντοχής της βραχομάζας. Για το σκοπό αυτό εκτιμήθηκε ο Γεωλογικός δείκτης
Αντοχής, GSI, σε 32 συνολικά θέσεις και προσδιορίστηκαν με τη χρήση του
προγράμματος Roclab οι παράμετροι αντοχής της βραχομάζας για τις θέσεις αυτές.
Στη συνέχεια και για να διερευνηθεί η επίδραση της διακύμανσης των παραμέτρων
του βραχώδους υλικού στη συμπεριφορά της βραχομάζας υπολογίστηκαν οι
παράμετροι αντοχής και παραμορφωσιμότητάς της με βάση τις προτεινόμενες από
τη βιβλιογραφία τιμές του mi και όχι αυτές που υπολογίστηκαν εργαστηριακά. Από τη
σύγκριση των δύο αποτελεσμάτων προέκυψαν χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με
τη σημασία των εργαστηριακών δοκιμών αλλά και τη σημαντική επίδραση που έχουν
οι ακριβείς τιμές των παραμέτρων του βραχώδους υλικού στην εκτίμηση της αντοχής
της βραχομάζας. / The aim of this thesis is the determination of the mechanical properties of intact
rock and their application to the estimation of the strength and deformability of the
rock mass. There has been made an attempt to set up the boundaries in rock
material behavior and to formulate empirical correlations between rock material
parameters.
In the frame of the current research a data base has been developed in order to
file all laboratory testing results that had been conducted before in Greece by the
Laboratory of Engineering Geology in University of Patras as well as the Central
Public Works Laboratory. There has been recorded a total number of 5885 entries
which correspond to an equal amount of rock specimens subjected to laboratory
tests of their physical and/or mechanical properties.
The research was focused on triaxial tests of clastic and chemical sedimentary rock specimens as well as marble rock specimens. Clastic and chemical sedimentary rocks are known to be the most widespread rock formations in Western Greece and a lot of major constructions have been made on or within these formations. Block samples were collected from 62 different sites in Greece, in order to be investigated through laboratory testing procedures. After the cutting of the samples laboratory tests were conducted in 519 cylindrical specimens. From these sites 33 were in limestones (271 specimens), 22 in flysch formations (152 sandstone specimens and 24 siltstone specimens) and 7 in marbles (72 specimens).
Laboratory core drill and saw machines were used to cut the samples and end
faces were ground in order to provide cylindrical specimens in size, shape and ends
geometries according to testing requirements. The execution of laboratory tests was in accordance with ISRM suggested methods (1981, 1986) and ASTM standards (D
2664 – 86, D 2938 – 86, D 2845 – 90, D 3967 – 92, D 3148 – 93).
More specifically the following laboratory tests were conducted:
• 476 tests for porosity n (%), ρd (kN/m3), ρsat (kN/m3), e and Iv.
• 249 tests for sound velocities (Vp and Vs).
• 336 SHV tests.
• 120 point load tests.
• 67 uniaxial compressive tests with determination of modulus of deformation E
and Poisson ratio, ν (in 58 UCS tests).
• 75 brazilian tests.
• 62 triaxial tests for rock material constant mi determination.
During the evaluation of the results of laboratory testing, 20 thin sections have
been made corresponding to different samples, in order to provide all the information
as far as the mineralogy and structure of the samples are concerned.
Statistical analyses were used in order to evaluate the test results.
The strength and deformability of the rock mass corresponding to 32 selected sites
were estimated. The Geological Strength Index, GSI and the Disturbance Factor, D were estimated in each site and used as input parameters. The values of mi, also used as input parameters, were those estimated by triaxial testing in the laboratory. Additionally, in order to evaluate the impact of the mechanical parameters of intact rock to the estimation of the strength and deformability of the rock mass, rock mass parameters
were estimated using the mi values proposed by relevant bibliographical references. As a result of the comparison between the two methods,the remarkable usefulness of the laboratory testing, as a means of preliminary design as well as the considerable impact of the mechanical parameters of the rock material
to the strength and deformability of the rock mass have been pointed out.
|
10 |
Μοντέλο πιστοποίησης ποιότητας ψηφιακού εκπαιδευτικού υλικού για εκπαίδευση ενηλίκων με τη μέθοδο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσηςΔήμου, Ελένη 31 August 2012 (has links)
Η παρούσα ερευνητική εργασία παρουσιάζει ένα μοντέλο πιστοποίησης της ποιότητας ψηφιακού εκπαιδευτικού υλικού κατάλληλου για εκπαίδευση ενηλίκων με τη μέθοδο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Το προτεινόμενο μοντέλο υιοθετεί το πρότυπο ποιότητας λογισμικού ISO/IEC 9126, λαμβάνει υπόψη τις θεωρίες μάθησης ενηλίκων και βασίζεται σε δύο μοντέλα διδακτικού σχεδιασμού: το μοντέλο (κύκλος μάθησης) του Kolb και το μοντέλο των Gagne, Briggs & Wager. Αρχικά περιγράφεται η συσχέτιση των τμημάτων του εκπαιδευτικού υλικού με το μοντέλο διδακτικού σχεδιασμού των Gagne, Briggs & Wager και το μοντέλο του Kolb. Ακολουθεί η περιγραφή, η ανάλυση και η κατηγοριοποίηση των κατάλληλων χαρακτηριστικών, υπο-χαρακτηριστικών και γνωρισμάτων ποιότητας του ψηφιακού εκπαιδευτικού υλικού τα οποία συνιστούν τις διαστάσεις ποιότητας. / This paper presents a model for the quality certification of digital educational material that is appropriate for adult education by means of distance learning. The proposed model adopts the software quality standard ISO/IEC 9126, takes into account adult learning theories and is based on two instructional design models: Kolb’s model (the learning cycle) and Gagne, Briggs &Wager’s model. Initially, the relationship of educational material modules to the two models is described. Then follows the description, analysis and classification of the appropriate characteristics, sub-characteristics and quality attributes of digital educational material that constitute the dimensions of quality.
|
Page generated in 0.0365 seconds