Spelling suggestions: "subject:"γραμματισμός"" "subject:"αγραμματισμός""
1 |
Διερεύνηση των στάσεων-αντιλήψεων των γονέων παιδιών ηλικίας 3-4 ετών και των οικογενειακών πρακτικών γραμματισμούΚαρδάση, Βασιλική 13 January 2015 (has links)
Η παρούσα εργασία αναφέρεται σε μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε κατά τη σχολική περίοδο
2013-2014 στον Β’ Δημοτικό Παιδικό Σταθμό Μεσσήνης, στο Ν. Μεσσηνίας, με στόχο τη διερεύνηση
των παραμέτρων που συνδιαμορφώνουν τις δυνατότητες εμπλοκής της οικογένειας σε αυθεντικά
συμβάντα γραμματισμού και των τρόπων με τους οποίους αξιοποιούνται, για την ενίσχυση του φυσικού
γραμματισμού στην παιδική ηλικία και ιδιαίτερα κατά τις ηλικίες 3-4 ετών.
Η έρευνα διενεργήθηκε σε 13 οικογένειες μέσω ερωτηματολογίου και συνέντευξης και τα
δεδομένα που προέκυψαν, συνεξετάσθηκαν με τα δεδομένα της παρατήρησης συμπεριφορών
γραμματισμού των 15 παιδιών των οικογενειών που συμμετείχαν στην έρευνα. Η συλλογή των
δεδομένων απέβλεπε στο να απαντηθούν τα ακόλουθα: (α) αν οι στάσεις και αντιλήψεις των γονιών για
το γραμματισμό επηρεάζουν/υποβοηθούν την ανάπτυξη του, (β) αν η από κοινού ανάγνωση βιβλίων
αποτελεί συνηθισμένη πρακτική στο οικογενειακό περιβάλλον, (γ) αν οι γονείς ενισχύουν την ενεργή
συμμετοχή του παιδιού τους σε περιστατικά γραμματισμού και τέλος, (δ) κατά πόσο είναι ενήμεροι για τη
σημασία του έντυπου λόγου στο περιβάλλον και ενισχύουν τις ικανότητες του παιδιού να αντλεί νόημα
από αυτόν.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι γονείς στην πλειοψηφία τους κατανοούν τον ενεργό τους ρόλο
στην μαθησιακή πορεία των παιδιών τους, φαίνεται όμως πως αντιλαμβάνονται το γονεϊκό τους έργο ως
συμπληρωματικό του δασκάλου και, κυρίως, αναπαράγουν πρακτικές σχολικού τύπου. Με άλλα λόγια,
φαίνεται να δίνουν σημασία στην εκμάθηση των γραμμάτων, πιστεύοντας ότι είναι ο μόνος τρόπος που
θα συμβάλλει στην μελλοντική σχολική τους επιτυχία.
Από τα παραπάνω προκύπτει η ανάγκη ευαισθητοποίησης των γονιών παιδιών προσχολικής
ηλικίας σε θέματα φυσικού γραμματισμού, με έμφαση στην ενίσχυση των κινήτρων και των πρακτικών,
που συμβάλλουν στην υποκίνηση της περιέργειας και του ενδιαφέροντος των παιδιών, προκειμένου αυτά
να αντιληφθούν τη μάθηση ως μέσο ευχαρίστησης και κατανόησης του κόσμου γύρω τους. / This work presents research has been conducted during the 2013-2014 academic year in the 2nd Child Center of the Municipality of Messini, in Messinia, Greece. The study explores the factors affecting the potential of family involvement in early literacy events and their contribution in improving early literacy during childhood, and especially during the ages 3-4.
The study is based on a questionnaire and an interview with 13 families, as well as theobservation of literacy behavior of the 15 children of the participating families. The data collection wasdesigned to address the following questions: (a) whether the parents beliefs towards literacy affect/support its development, (b) whether shared book reading is a common practice in the family environment, (c) whether parents support the active involvement of their children in literacy events,and finally (d) whether parents are aware of the importance of the environmental print and whether they try to improve the child’s ability to draw meaning from it.
The results show that the majority of parents appreciate the significance of their contribution in the early literacy of their children, but they perceive their parental role as supplementary to the school teacher and more importantly, parents tend to reproduce school-type practices and activities. In other words, they believe that the most important factor for their children’s school success, is the learning of the code.
It is, therefore, necessary to make aware preschool children’ parents on matters of early literacy, with particular emphasis on literacy practices that stimulate the child’s interest and curiosity and to foster the concept of learning as a source of joy and of understanding the world.
|
2 |
Διδακτικά σενάρια για το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας ΣΤ΄ δημοτικούAγγελόπουλος, Γεώργιος 05 February 2015 (has links)
Η εργασία αυτή παρουσιάζει έξι (6) διδακτικά σενάρια τα οποία έχουν σχεδιαστεί για τη διδασκαλία της γλώσσας σε μαθητές που φοιτούν στη Στ΄ τάξη του Δημοτικού Σχολείου. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να τονίσει ότι τα διδακτικά σενάρια, ως μέθοδος διδασκαλίας, μπορούν αποτελεσματικά να βοηθήσουν την εκπαιδευτική διαδικασία. Πιο συγκεκριμένα ακόμη, τα ψηφιακά μέσα και ειδικότερα ο διαδραστικός πίνακας δίνουν τη δυνατότητα σε όλους τους μαθητές να συμμετέχουν ενεργά στην εκπαιδευτική διαδικασία μέσα από την ανακαλυπτική μάθηση. / This study presents six (6) instructional scenarios that have been designed for the language tutoring in students that study at the 6th grade of Elementary School. The purpose of this study is to point out that instructional scenarios, as teaching method, can really be effective at the educational procedure. More specifically, digital media and especially the interactive whiteboard give the ability to all students to participate actively in the educational procedure through the discovery learning.
|
3 |
Ο (γλωσσικός) γραμματισμός στο νηπιαγωγείο : αναλυτικά προγράμματα, αντιλήψεις και στάσεις νηπιαγωγώνΑντωνοπούλου, Ειρήνη 27 April 2015 (has links)
Η παρούσα έρευνα διερευνά τις έννοιες του γλωσσικού γραμματισμού, ο οποίος κυριαρχεί στα σύγχρονα προγράμματα σπουδών για το νηπιαγωγείο. Σημείο εκκίνησης αποτέλεσε η απροσδιοριστία του όρου «γραμματισμός» όπως καταγράφεται αφενός στα προγράμματα και αφετέρου στις πρακτικές στα νηπιαγωγεία. Το 2011 νέα πιλοτικά προγράμματα για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης εισήγαγαν τον όρο «κριτικός γραμματισμός» με σκοπό να συμπληρώσουν και να βελτιώσουν τα υπάρχοντα προγράμματα. Στην εργασία μας επιχειρήθηκε η συγκριτική ανάλυση των επίσημων ή μη εγχειριδίων (παλιών και νέων) με βάση ένα μοτίβο οκτώ αξόνων, που μας επέτρεψαν να διακρίνουμε τις συνέχειες και τις ασυνέχειες ανάμεσα στα προγράμματα. Στη συνέχεια, προσπαθήσαμε να δούμε πώς αποτυπώνονται στις στάσεις και στις πρακτικές σε δύο δείγματα νηπιαγωγών. Πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις με 7 νηπιαγωγούς που εφάρμοσαν για δύο σχολικές χρονιές το νέο πρόγραμμα «κριτικού γραμματισμού» και με 7 νηπιαγωγούς που το «μελέτησαν» χωρίς να το έχουν εφαρμόσει. Μέσα από την επεξεργασία των προγραμμάτων διαπιστώθηκε πως αυτά παρουσιάζουν μια πολύπλοκη θέση περί γραμματισμού. Ειδικότερα, η στοχοθεσία του νέου προγράμματος στηρίζεται σε επικοινωνιακές-λειτουργικές προσεγγίσεις, παρόλο που υιοθετεί τον κριτικό γραμματισμό ως θεωρητική παραδοχή του. Από την ανάλυση των συνεντεύξεων προέκυψε πως οι νηπιαγωγοί δεν κατονομάζουν το μοντέλο γραμματισμού που ακολουθούν και αναφέρονται σε στόχους που επιδιώκουν μέσω των δράσεών τους. Οι στόχοι αυτοί εστιάζουν στην καλλιέργεια στρατηγικών για κατανόηση και παραγωγή προφορικών κειμένων και στην απόκτηση λειτουργικών δεξιοτήτων για το γραπτό λόγο. Η έρευνα αφενός αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια αποτίμησης του νέου προγράμματος πάνω στο ζήτημα του γλωσσικού γραμματισμού και αφετέρου οδηγεί στην ανίχνευση αντιλήψεων και στην υιοθέτηση στάσεων των νηπιαγωγών, που εμπλέκονται σε μια γλωσσική αλλαγή στο χώρο του νηπιαγωγείου. / This research explores the meanings of literacy, which dominates in current curricula in kindergarten schools. The initial point was the indefinite term of “literacy” as, on one side, proposed in curricula and, on the other side, regarding the practices used in kindergarten places. In 2011, the term “critical literacy” was introduced by New Curriculum for all grades in Greek educational systems in order to supplement and improve the already existing curricula. The purpose of this study is to present a comparative analysis of previous and new curricula, according to an 8-base pattern. This pattern allowed us to distinguish the continuity and the discontinuity among the curricula. Moreover, we attempted to investigate teachers' perceptions and attitudes with interviews among 7 kindergarten teachers who implemented for 2 years the new curriculum based on critical literacy pedagogy and 7 kindergarten teachers who just studied this curriculum without having implemented it. The analysis and interpretation of curricula highlighted the complicated meanings attributed to the term of literacy. More specifically, the aim of New Curriculum is based on communicative - functional principles for the teaching of Greek language, even though “critical literacy” is used as a theoretical admission of the new. The interviews shown that kindergarten teachers didn't identify the model of literacy pedagogy suggested by new curriculum and they only mention specific linguistic goals in respect of their literacy practices. These goals are related to comprehension and production of oral texts as well as the acquisition of functional skills for the written medium. In conclusion, this study discussed the perceptions and attitudes of kindergarten teachers to the process of curricular change, which leads to a general change in educational system in kindergarten school age.
|
4 |
Ορισμοί και ταξινομήσεις από παιδιά νηπιαγωγείου στο πλαίσιο πρακτικών σχολικού γραμματισμού : η περίπτωση των γεωμετρικών σχημάτωνΓιαννίση, Παρασκευούλα 21 October 2011 (has links)
Αντικείμενο μελέτης είναι η παραγωγή ορισμών και ταξινομήσεων από παιδιά νηπιαγωγείου και ειδικότερα οι ορισμοί και οι ταξινομήσεις γεωμετρικών σχημάτων. Τα δεδομένα προέρχονται από διαθεματικές δραστηριότητες μιας ερευνητικής-διδακτικής συνθήκης οργανωμένες σ' ένα σεναριακό πλαίσιο δράσης: την παραγωγή βιβλίων για αποστολή σε άλλα σχολεία. Αναλύονται οι γλωσσικοί διάλογοι και οι σημασιολογικές επιλογές των παιδιών ως χρηστών της γλώσσας σ'ένα υπό διαμόρφωση σημασιολογικό πεδίο. Η έρευνα μας παρέχει δεδομένα για τους τρόπους γλωσσικής συγκρότησης πεδίων μη κοινής γνώσης στη σχολική βαθμίδα του νηπιαγωγείου και επιτρέπει να φωτιστούν οι όροι της ίδιας της διδακτικής συνθήκης, των πρακτικών δηλαδή σχολικού γραμματισμού. Αυτό που κυρίως αναδεικνύουν τα δεδομένα της συγκεκριμένης έρευνας είναι η εστίαση των παιδιών στα κείμενα και η συμβολή του γλωσσικού διαλόγου στην ερμηνεία, επεξεργασία και επέκταση των συσχετιστικών διαδικασιών.
Η ενθάρρυνση της ενασχόλησης των παιδιών με τα κείμενα και μορφές γλωσσικής σημείωσης όπως οι ορισμοί, μέσω της οργάνωσης ενός κατάλληλου πλαισίου, φαίνεται να προωθεί όχι μόνο τη μάθηση των σχετικών περιεχομένων, αλλά και την επίγνωση των παιδιών για τους τρόπους συγκρότησης της γνώσης, με άλλα λόγια την ανάπτυξη της μεταγλώσσας και τις διαδικασίες "στοχαστικού" γραμματισμού. / -
|
5 |
Διδακτικά σενάρια ολιγοθέσιων δημοτικών σχολείων στο μάθημα της Γλώσσας για τις τάξεις Γ΄- Δ΄ και Ε΄- Στ΄. Εφαρμογή και σχολιασμός των αποτελεσμάτωνΓιαννοπούλου, Ιωάννα - Δάφνη 21 May 2014 (has links)
Στο πλαίσιο της διά βίου μάθησης στο χώρο της εκπαίδευσης και πιο συγκεκριμένα στα ολιγοθέσια σχολεία δημιουργήσαμε δύο διδακτικά σενάρια (διδακτικό υλικό και δράσεις βασισμένα κυρίως στις τεχνολογίες) στο μάθημα της Γλώσσας για τις τάξεις Γ΄- Δ΄ και Ε΄- Στ΄. Σε ένα ολιγοθέσιο σχολείο το πρόβλημα διαχείρισης της διδακτέας ύλης, η περιορισμένη θεματολογία των σχολικών εγχειριδίων σχετικά με τα ενδιαφέροντα των μαθητών, η ελλιπής υλικοτεχνική υποδομή, η δυσκολία πρόσβασης εξαιτίας των καιρικών συνθηκών δυσχεραίνουν τις συνθήκες διδασκαλίας για τον εκπαιδευτικό και τους μαθητές. Η δημιουργία διδακτικών σεναρίων συνοδεύτηκε από εφαρμογή σε ολιγοθέσιο σχολείο, προκειμένου να σχολιαστούν τα αποτελέσματα (παραγωγή προφορικού και γραπτού λόγου) σύμφωνα με τους τιθέμενους στόχους. Τα συμπεράσματα της εφαρμογής συνδυάστηκαν με υλικό προϋπάρχουσας δοκιμαστικής εφαρμογής διδακτικού σεναρίου σε διαφορετικό ολιγοθέσιο δημοτικό σχολείο. / In the context of lifelong learning in education and more specifically in small primary schools we created two learning scenarios (teaching material and activities based mainly on technologies) in the subject of language for the 3rd- 4th and 5th - 6th grades of primary school. In a small primary school the management problem of the curriculum, the limited themes of textbooks on students' interests, the lack of logistical infrastructure, the difficulty in accessing due to weather conditions hinder the teaching conditions for the teachers and the students. The creation of learning scenarios was accompanied by implementation in small primary school, in order to comment on the results (spoken and written word) according to the defined goals. The conclusions of the implementation were combined with preexisting material of pilot learning scenario in different small primary school.
|
6 |
Η γραμματική στο δημοτικό σχολείο : η περίπτωση της Κύπρου : πρόταση πειραματικής εφαρμογής της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής προσέγγισης στη Γ΄ δημοτικούΧατζηλουκά-Μαυρή, Ειρήνη 22 September 2009 (has links)
Η διδακτορική αυτή διατριβή πραγματεύεται έναν επικοινωνιακό-κειμενοκεντρικό τρόπο διδασκαλίας της γραμματικής στο Δημοτικό Σχολείο της Κύπρου και, κατ’ επέκταση, της Ελλάδας. Περιλαμβάνει λεπτομερή περιγραφή μίας πρότασης πειραματικής εφαρμογής της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής προσέγγισης στην Γ΄ Δημοτικού, στην Κύπρο, βασισμένης στο παιδαγωγικό μοντέλο συστημικής-λειτουργικής γραμματικής της Αυστραλιανής Σχολής (του Halliday και των συνεργατών του), το οποίο εστιάζει στο κείμενο, ως προϊόν και κοινωνική διαδικασία, στο συγκείμενο, στη γραμματική των κειμενικών ειδών, στη γλωσσική επάρκεια και, ευρύτερα, στο γραμματισμό.
Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης πειραματικής εφαρμογής διεξήχθη ημιπειραματική έρευνα με προπειραματικό και μεταπειραματικό έλεγχο, με δύο φυσικώς ισοδύναμες ομάδες.
Σκοπός της έρευνας ήταν να εξετάσει την αποτελεσματικότητα ερευνητικού προγράμματος επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής προσέγγισης της διδασκαλίας της γραμματικής ως προς τη γλωσσική επάρκεια (και τις δύο συνιστώσες της, τη γλωσσική ικανότητα και την επικοινωνιακή ικανότητα) των παιδιών που συμμετείχαν σε αυτή και ως προς το επίπεδο γραμματισμού τους, εν γένει.
Η έρευνα ήταν ποσοτική. Μέσω ενός ειδικά καταρτισμένου δοκιμίου, που περιλάμβανε ποικιλία έργων και σχετικών ασκήσεων, μετρήθηκαν τόσο οι γλωσσικές όσο και οι επικοινωνιακές επιδόσεις των παιδιών των δύο ομάδων.
Οι υποθέσεις της έρευνας εστίασαν σε ορισμένα γλωσσικής και επικοινωνιακής φύσεως εννοιακά υποεπίπεδα, συναρτήσει του ευρύτερου εννοιακού επιπέδου «γλωσσική επάρκεια», και σχετίζονται με τα ακόλουθα ερωτήματα:
1. Ποια είναι η επίδραση της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής διδασκαλίας της γραμματικής στη γλωσσική ικανότητα που αντιστοιχεί στην ορθογραφική γνώση του διδασκομένου;
2. Ποια είναι η επίδραση της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής διδασκαλίας της γραμματικής στη γλωσσική ικανότητα που αντιστοιχεί στην «αμιγώς γραμματική» (μορφοσυντακτική) γνώση (ή γνώση γραμματικών κανόνων παραδοσιακού τύπου) του διδασκομένου;
3. Ποια είναι η επίδραση της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής διδασκαλίας της γραμματικής στη γλωσσική ικανότητα που αντιστοιχεί στη γνώση του διδασκομένου σε σχέση με τη μεταγλώσσα (βασική γραμματική ορολογία);
4. Ποια είναι η επίδραση της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής διδασκαλίας της γραμματικής στο γενικό επίπεδο της γλωσσικής ικανότητας (γλωσσικές επιδόσεις) του διδασκομένου;
5. Ποια είναι η επίδραση της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής διδασκαλίας της γραμματικής στην επικοινωνιακή ικανότητα του διδασκόμενου που αντιστοιχεί στη γνώση δόμησης γραπτού λόγου (άρα και παραγωγής γραπτών κειμένων) εντός επικοινωνιακού πλαισίου (και αναλύεται βάσει επιμέρους σχετικών δεικτών];
6. Ποια είναι η επίδραση της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής διδασκαλίας της γραμματικής στο γενικό επίπεδο της επικοινωνιακής ικανότητας (επικοινωνιακές επιδόσεις) του διδασκομένου;
7. Ποια είναι, εν τέλει, η επίδραση της επικοινωνιακής-κειμενοκεντρικής διδασκαλίας της γραμματικής στην καλλιέργεια της γλωσσικής επάρκειας του διδασκομένου;
Τα ευρήματα της έρευνας, αναφορικά με τα παραπάνω ερωτήματα και στη βάση των υποθέσεών της, ειδικότερα, κατέδειξαν ότι υπήρξε στατιστικά σημαντική διαφορά ως προς:
α. τις «γλωσσικές» και τις «επικοινωνιακές επιδόσεις» των παιδιών της Πειραματικής Ομάδας έναντι των αντίστοιχων επιδόσεων της Ομάδας Ελέγχου, κατά την τελική αξιολόγηση της γλωσσικής επάρκειάς τους (της γλωσσικής ικανότητας και της επικοινωνιακής ικανότητάς τους, αντίστοιχα)
β. τις «γλωσσικές επιδόσεις» και τις «επικοινωνιακές» επιδόσεις των παιδιών της Πειραματικής Ομάδας, ανάμεσα στην αρχική και την τελική αξιολόγηση της γλωσσικής επάρκειάς τους (της γλωσσικής ικανότητας και της επικοινωνιακής ικανότητά τους, αντίστοιχα)
γ. το τελικό γενικό επίπεδο γλωσσικής επάρκειας των παιδιών της Πειραματικής Ομάδας έναντι του αντίστοιχου επιπέδου της Ομάδας Ελέγχου
δ. το αρχικό και το τελικό γενικό επίπεδο της γλωσσικής επάρκειας των παιδιών της Πειραματικής Ομάδας.
Τα παραπάνω ευρήματα, όπως φαίνεται και από τη θεματική ανάλυση περιεχομένου των ποιοτικών δεδομένων που συλλέχθηκαν μέσω, κυρίως, της συμμετοχικής παρατήρησης και της συνέντευξης, η οποία ενισχύει σε μεγάλο βαθμό την εσωτερική εγκυρότητα της έρευνας, σχετίζονται, δυνητικά, με το όλο ερευνητικό πρόγραμμα και την πειραματική παρέμβαση καθαυτή.
Γενικά, τα ποσοτικά και ποιοτικά ευρήματα της έρευνας επικυρώνουν την ανάγκη για στροφή από την επικοινωνιακή προσέγγιση στην κειμενοκεντρική προσέγγιση, με έμφαση στη ρητή διδασκαλία των κειμενικών ειδών και της γραμματικής τους, γεγονός το οποίο μπορεί να συμβάλει θετικά στην καλλιέργεια της γλωσσικής επάρκειας, και εν γένει του γραμματισμού. Μία τέτοια αλλαγή αναμένεται ότι θα επιτρέψει τον απεγκλωβισμό από το "πώς" της γραμματικής διδασκαλίας και θα δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα όπως: "ποια είδη κειμένου πρέπει να διδάσκονται, σε ποια τάξη και με ποια σειρά".
Η διατριβή εστιάζει συστηματικά στον προβληματισμό αυτό και καταθέτει τη δική της ολοκληρωμένη πρόταση για κειμενοκεντρική προσέγγιση της γραμματικής στην Γ΄ Δημοτικού, τάξη η οποία συνιστά ένα κομβικό σημείο στη γλωσσική αγωγή, αναγνωρίζοντας το ρόλο της γραμματικής διδασκαλίας στο γραμματισμό των παιδιών του δημοτικού σχολείου.Στην τελική αυτή πρόταση κυρίαρχη θέση έχει όχι απλώς η "παιδαγωγική του γραμματισμού" αλλά η "παιδαγωγική της γραμματικής του γραμματισμού", η οποία και θεμελιώνεται σε συγκεκριμένα κειμενολογικά κριτήρια. / This PhD thesis deals with a communicative-genre based way of grammar teaching in the Primary School of Cyprus and, additionally, of Greece. It describes in detail an experimental programme, which is based on the Hallidayian systemic-functional model of grammar and the relative Sydney School Theory, from a pedagogic perspective.
For the application of the particular programme, which took place in Grade 3, a quasi experimental research was carried out. The design for this research was a pre test - post test, control group-experimental group design.
The aim of the research was to examine the effectiveness of the particular experimental programme, regarding the student’s linguistic adequacy (and its two components, the linguistic competence and the communicative competence) and their literacy, in general.
The research was quantitative. Via an appropriate test, that included various linguistic and communicative exercises, the linguistic competence and the communicative competence of all the students, who participated in the programme, were tested at the outset of the research. After the Experimental Group received an instruction which placed a strong emphasis on text, as a product and as a social process, context and grammar, for a three month period, both experimental and control group students were re-tested, in order to examine their literacy outcomes in various linguistic and communicative areas and subjects of linguistic adequacy, such as the orthographic knowledge, the grammatical knowledge, the metalinguistic knowledge and the knowledge for effective written text production.
The main null hypothesis for the research stated that no change would take place, between the Experimental Group and the Control Group, in the competencies related to “knowledge about language” and “knowledge of the language use”, as a result of the Experimental Group's exposure to explicit grammar teaching and, specifically, to communicative and genre based strategies and activities. After the data were analysed, the main null hypothesis was rejected and the alternative hypothesis, positing that a significant positive change would take place in the Experimental Group’s literacy outcomes was affirmed.
The results of the quantitative research were accompanied by the results of a parallel qualitative research. The thematic content analysis of the qualitative data, which were collected via a series of participative observations and interviews, increased the internal validity of the research and strengthened the possible relationship between the instruction, being described above, and the quantitative research results.
Generally speaking, the quantitative and qualitative results of the research underline the possible effectiveness of the communicative and, especially, of the genre based grammar approach, regarding the linguistic adequacy of primary school students and their literacy.
So, the most important conclusion of this PhD thesis is that, within the frame of a genre based grammar education, students can acquire the knowledge and skills to both write effectively and to deal knowingly with grammatical as well as textual forms. As genre based grammar education is related to a new way of grammar teaching, which aims to the social construction of language, it becomes equal to literacy based education. This new way allows the movement from the “how” of grammar teaching to the “how” of genres' teaching, during the primary years of schooling.
The final proposal of the thesis refers to the “how” of genres' teaching in Grade 3, which is supposed to be a crucial point regarding language education and, obviously, regarding literacy itself.
|
Page generated in 0.0378 seconds