51 |
Ανάλυση παραγόντων αξιολόγησης διαμεσολαβητικών δικτυακών τόπων παροχής υπηρεσιών μεταξύ καταναλωτώνΔασκαλόπουλος, Ευάγγελος 09 December 2013 (has links)
Το διαδίκτυο εισέρχεται ολοένα και περισσότερα στα νοικοκυριά αλλά και στον εργασιακό χώρο των περισσότερων Ελλήνων. Στο περιβάλλον του διαδικτύου, οι χρήστες είναι οι καταναλωτές, και η κατανόηση των προσδοκιών τους είναι υψίστης σημασίας. Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί μία προσπάθεια προσέγγισης των κριτηρίων που λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση των δικτυακών τόπων. Ταυτόχρονα με την θεωρητική προσέγγιση που παρουσιάζεται στα πρώτα κεφάλαια, στην οποία συμπεριλαμβάνονται διάφορα μοντέλα αξιολόγησης, βασισμένα στην υπάρχουσα βιβλιογραφία, επιπλέον επιτυγχάνεται μία εμπειρική διερεύνηση για την αξιολόγηση τριών δικτυακών τόπων που εμφανίζουν διαφορετικό περιεχόμενο. Σκοπός δεν είναι η σύγκριση και η κατάταξη των δικτυακών τόπων σε αξιόλογους ή μη. Αντιθέτως, η συγκεκριμένη μελέτη προσπαθεί να εντοπίσει τους παράγοντες που συμβάλλουν στην αξιολόγηση των δικτυακών τόπων. Τα δεδομένα προήλθαν από την συμπλήρωση ερωτηματολογίων και αναλύθηκαν με το Spss 19 και η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι η παραγοντική ανάλυση. / Nowadays, the internet takes a great and important part in everyday lives in the majority of Greek people , whether at home, at work or in both locales. In the Internet world, users are consumers, and this facts has a great significance in understanding their expectations. This present study comprises an effort in approaching several criteria which could be taken into account for evaluating websites. In the first part of the study there is a theoretical approach which consists of several models of evaluation, based on the existing bibliography. In addition to the theoretical base, an empiric investigation is also represented, which has achieved for the evaluation of three specific websites with different content. The purpose is not to define which sites are “good” and which are “bad,” but rather is to help in identifying the factors that affecting the evaluation of websites. The data was analyzed by using SPSS 19 and Factor analysis method was used to identify the factors.
|
52 |
Ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες της Ελλάδος : Αξιολόγηση υπηρεσιών και ικανοποίηση χρηστώνΓιαννοπούλου, Αγγελική 09 January 2014 (has links)
Ο σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αξιολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών και η μελέτη του βαθμού ικανοποίησης των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών όλων των ελληνικών ΑΕΙ. Η αλήθεια είναι ότι έχουν υλοποιηθεί πληθώρα ερευνών σχετικές με την αξιολόγηση των υπηρεσιών των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών στην Ελλάδα. Οι μελέτες που έχουν γίνει όμως, αφορούν σε κάθε βιβλιοθήκη ξεχωριστά. Δεν έχει γίνει κάποια συνολική προσπάθεια μέτρησης αξιολόγησης υπηρεσιών των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών και ικανοποίησης των χρηστών τους.
Στην παρούσα έρευνα όπου συμμετέχουν εγγεγραμμένοι χρήστες των ελληνικών ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών όλων των ΑΕΙ της χώρας, γίνεται προσπάθεια να αποτυπωθούν αξιόπιστα οι αντιλήψεις, οι προσδοκίες και η πραγματική κατάσταση διάφορων θεμάτων των βιβλιοθηκών αυτών.
Ο καθορισμός του ερευνητικού προβλήματος και επομένως του σκοπού της παρούσας διπλωματικής εργασίας, ορίζεται από:
Γνώση και χρήση παραδοσιακών και ηλεκτρονικών υπηρεσιών των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών, καθώς και μέτρηση αξιολόγησης και σημαντικότητας των υπηρεσιών αυτών από την μεριά των χρηστών.
Εντοπισμός προσδοκιών των χρηστών και πραγματικής κατάστασης σχετικά με τη συλλογή, το προσωπικό και τις εγκαταστάσεις των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών της χώρας. Δηλαδή των τριών διαστάσεων του μοντέλου LibQual, σχετικά με την ποιότητα στις βιβλιοθήκες.
Καθορισμός παραγόντων ικανοποίησης χρηστών, καθώς και επιβεβαίωση του μοντέλου που χρησιμοποιήθηκε στην παρούσα εργασία.
Ένας τελευταίος στόχος είναι η διαμόρφωση του προφίλ των χρηστών που χρησιμοποιούν τις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες.
Το ερωτηματολόγιο διαρθρώνεται σε τέσσερις βασικές ενότητες. Η κάθε ενότητα περιλαμβάνει ερωτήσεις του κάθε στόχου.
Τα πρωτογενή στοιχεία αντλήθηκαν με χορήγηση ερωτηματολογίου σε 950 χρήστες
Στη συνέχεια κωδικοποιήθηκαν και ακολούθησε η επεξεργασία τους με το στατιστικό πακέτο SPSS 19.0. Επίσης πραγματοποιήθηκε έλεγχος των υποθέσεων που είχαν τεθεί, μέσω της ανάλυσης παραγόντων που ανέδειξαν νέες μεταβλητές οι οποίες μετά από την υψηλή αξιοπιστία και συνοχή τους ( α-Crombach > 0,9 ).
Από τα ευρήματα της έρευνας προκύπτουν σημαντικά στοιχεία κατάλληλα για την διοίκηση της κάθε ακαδημαϊκής βιβλιοθήκης, προς βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών και κατ’ επέκταση παροχή ποιοτικότερων υπηρεσιών και τελικά ικανοποίηση των χρηστών τους. Είναι σημαντικό να πραγματοποιούνται παρόμοιες έρευνες κατά τακτά χρονικά διαστήματα, ώστε να εντοπίζονται και να αντιμετωπίζονται έγκαιρα τυχών αδυναμίες και προβλήματ / The purpose of this thesis is to evaluate the services and the satisfaction of the users of all Greek academic libraries. A lot of users surveys have been made , however, relate in each library separately. There has been no attempt to measure overall assessment services for academic libraries and satisfaction of users.
In the present investigation involving registered users of Greek academic libraries of all universities in the country, trying to reliably reflected the perceptions, expectations and the actual situation of different issues of these libraries.
Defining the research problem and therefore the aim of this thesis is defined by:
Knowledge and use of traditional and electronic services of academic libraries and measurement evaluation and significance of such services on the part of users.
Locating user expectations and the actual situation on the collection, staff and facilities of the academic libraries in the country. Ie three dimensional model LibQual, on quality in libraries.
Defining user satisfaction factors and confirmation of the model used in this work.
A final goal is to develop a user profile using academic libraries.
The questionnaire is divided into four main sections. Each section includes questions for each objective.
The primary data are obtained by administering a questionnaire to 950 users
Then coded and followed by treatment with the statistical package SPSS 19.0. Also took control of matters raised by analyzing factors revealed new variables after the high reliability and consistency.
The survey findings show significant data appropriate for the administration of the academic library to improve services and thus provide better quality services and ultimately satisfaction of their users. It is important to undertake similar surveys at regular intervals in order to identify and address weaknesses early fortunes and problematic
|
53 |
Διαφορά αντιμετώπισης συγκεκριμένων προβλημάτων της σχολικής πράξης μεταξύ δασκάλων πτυχιούχων Παιδαγωγικών Ακαδημιών και δασκάλων πτυχιούχων Παιδαγωγικών ΤμημάτωνΠέττα, Κοραλία 07 June 2013 (has links)
Στην παρούσα έρευνα στοχεύουμε να διερευνήσουμε τις διαφορές αντιμετώπισης
συγκεκριμένων προβλημάτων της σχολικής πράξης μεταξύ δασκάλων απόφοιτων
Παιδαγωγικής Ακαδημίας και δασκάλων απόφοιτων Παιδαγωγικού Τμήματος
Δημοτικής Εκπαίδευσης. Σκοπός μας είναι η εις βάθος διερεύνηση των αντιλήψεων
και των παιδαγωγικών πρακτικών των δασκάλων αυτών, σε θέματα πειθαρχίας,
ετερότητας και αξιολόγησης του μαθητή. Με την μέθοδο του ερωτηματολογίου
διερευνήσαμε τις απόψεις 22 δασκάλων Παιδαγωγικής Ακαδημίας και 70 δασκάλων
Παιδαγωγικού Τμήματος. Ως ερμηνευτικό πλαίσιο των ερευνητικών δεδομένων
επιλέξαμε τη θεωρία της κοινωνικής αλλαγής και ειδικότερα την θεωρία του Καρλ
Μαρξ και του Μαξ Βέμπερ που είναι οι δύο βασικές γενικές κοινωνιολογικές
θεωρίες: της αιτιακής εξήγησης και της ερμηνείας της Κοινωνικής αλλαγής,
θεωρώντας πως ανταποκρίνονται καταλληλότερα στην κατανόηση του υπό μελέτη
φαινομένου.
Μέσα από την ανάλυση των δεδομένων γίνεται φανερό ότι η ποσοτική και
ποιοτική αλλαγή της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης (από τη διετή Παιδαγωγική Ακαδημία στο τετραετές Πανεπιστημιακό
Παιδαγωγικό Τμήμα) παρήγαγε δασκάλους με νέες παιδαγωγικές αντιλήψεις και
νέες προθέσεις εκπαιδευτικής πρακτικής στο σχολείο. Έχει αλλάξει ριζικά τόσο ο
ρόλος του δασκάλου, όσο και τα χαρακτηριστικά της εκπαίδευσής του. Ο νέος τύπος
δασκάλου, ο δάσκαλος του Παιδαγωγικού Τμήματος, έχει επιστημονική ταυτότητα
και επαγγελματική κατάρτιση.
Μπορούμε λοιπόν να υποστηρίξουμε ότι η βελτίωση του επιπέδου σπουδών
του δασκάλου έφερε αλλαγή του τρόπου σκέψης, αντίληψης, και πράξης και κατ’
επέκταση κοινωνική αλλαγή. Οι δάσκαλοι των Παιδαγωγικών Τμημάτων
λειτουργούν μέσα στο σχολείο ως παράγοντες αλλαγής του και κατά συνέπεια
μακροπρόθεσμα ως παράγοντες ευρύτερης κοινωνικής αλλαγής. Όταν το σχολείο
αλλάζει, αργά αλλά σταθερά, αλλάζει και η κοινωνία. / In this research study we aim to explore the differences between teachers graduated
from the Pedagogical Academies and those who graduated from the Primary
Education Departments in coping with specific problems of school practice. We focus
on the investigation of the teachers’ perceptions and pedagogical practices
concerning discipline, diversity and students’ evaluation issues. With the method of
the questionnaire we investigated the conceptions of 22 teachers graduated from
Pedagogical Academies and 70 teachers graduated from the Primary Educations
Departments. Our interpretative framework is the theory of social change, and in
particular the theories Karl Marx and Max Weber, the theory of explaining and the
theory of interpreting the social change.
Through the analysis of the data it becomes obvious that the quantitative and
qualitative change in the primary teachers’ education (from the two-year
Pedagogical Academy in a four-year University Department) produced teachers with
new pedagogical concepts and new intentions in school educational practice. The
role of the teacher, as well as the characteristics of the teachers’ education has
changed radically. The new type of the primary teacher, who studies at the
Departments of Primary Education teacher of Pedagogical Department, has scientific
identity and professional training. We consider that the improvement of the level of
teachers’ studies brought change on the way of thinking and practicing and
therefore social change. Teachers graduated at the Departments of Education
operate within the school as agents of change and thus in the long run as factors
social change: when the school is changing, slowly but surely, the society is changing
as well.
|
54 |
Development of evaluation method for visual design with multivariate statistical techniques / Ανάπτυξη μεθόδου αξιολόγησης του σχεδιασμού διεπιφάνειας χρήστη με πολυπαραμετρικές στατιστικές τεχνικέςΠαπαχρήστος, Ελευθέριος 14 October 2013 (has links)
The main goal of this thesis is to propose an evaluation method for visual interface design and more specifically for website design. The proposed visual design evaluation method is an adaptation of Preference Mapping (PM) techniques. It is based on overall preference ratings after multiple comparisons of alternative designs and on various multivariate statistical techniques for the analysis, visualization and interpretation of the resulting data. The suitability of the approach for visual interface design evaluation has been explored in four case studies involving overall 149 participants judging 51 websites. In each case study a different website domain was explored in order to examine whether the importance of certain design characteristics is context specific. Heterogeneity in preferences and perceptions was also studied showing that average construct scores are only representative for subsections of the participant sample. In order to aid the preference interpretation process additional data about study websites have been collected from three distinct sources:
a) Subjective construct ratings provided by the participants after preference evaluation
b) Descriptive attribute ratings obtained from trained expert panel on the same websites
c) Objective measures of visual characteristics of the websites
In each case study the potential of these types of measurements to explain preference variance has been investigated individually and in combination. The results showed that depending on the characteristics of each case study varying combinations of these types of data had the best explanatory power. A variety of methods (e.g. Internal and External PM) and statistical techniques (e.g. Principal Component Analysis (PCA), Generalized Procrustes Analysis (GPA) and Partial Least Squares (PLS)) have been used in order to summarize and visualize participant preference data of all case studies. In general, the method proposed in this thesis has several advantages over other visual design evaluation methods as for example use of standardized questionnaires. The method is flexible and can be used in various stages of design development but most importantly it allows for the identification of important visual design characteristics without ignoring the diversity that exist both among users and among website domains. These advantages have been demonstrated in the visual design evaluation studies presented in this thesis involving websites from four distinct domains. / Ο στόχος της παρούσας διατριβής είναι η πρόταση και ανάπτυξη μεθόδου αξιολόγησης διεπιφανειών χρήστη που θα λαμβάνει υπόψη τόσο τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά σχεδιασμού, όσο και την υποκειμενική διάσταση που διέπει αξιολογήσεις με επίκεντρο τον χρήστη. Για την επίτευξη του στόχου αυτού αναπτύχθηκε μέθοδος αξιολόγησης, η οποία βασίζεται στην συγκριτική αξιολόγηση εναλλακτικών σχεδιασμών κατά την φάση συλλογής δεδομένων και στην χαρτογράφηση προτίμησης κατά την φάση ανάλυσης αποτελεσμάτων. Για την διερεύνηση της καταλληλότητας της προτεινόμενης μεθόδου αξιολόγησης, διεξήχθησαν τέσσερις μελέτες περίπτωσης κατά τις οποίες αξιολογήθηκαν συνολικά 51 ιστοσελίδες από 149 αξιολογητές. Κάθε μελέτη περίπτωσης διερευνούσε διαφορετική κατηγορία ιστοσελίδων και διαφορετικά σενάρια χρήσης της μεθόδου (π.χ. φάση προδιαγραφών, αξιολόγηση πρωτοτύπων κ.α.), έτσι ώστε να αξιολογηθεί η δυνατότητα της μεθόδου να εφαρμοστεί σε διαφορετικές συνθήκες. Σημαντικό πλεονέκτημα της προτεινόμενης μεθόδου είναι η δυνατότητα αναγνώρισης ετερογένειας απόψεων του δείγματος, η οποία σε άλλες μεθόδους αξιολόγησης θεωρείται θόρυβος στα δεδομένα και παραβλέπεται. Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αναδεικνύουν σημαντική ετερογένεια αλλά και σχετική συμφωνία στις προτιμήσεις και αντιλήψεις των συμμετεχόντων. Με στόχο την ερμηνεία των αποτελεσμάτων από τα πειράματα αξιολόγησης διερευνήθηκαν τρεις πηγές δεδομένων πέρα από τις ταξινομήσεις προτίμησης από τους συμμετέχοντες σε όλες τις μελέτες περίπτωσης:
α) αξιολογήσεις βάσει υποκειμενικών χαρακτηριστικών από τους ίδιους τους συμμετέχοντες που ταξινόμησαν τις ιστοσελίδες με βάση την προτίμηση τους
β) αξιολογήσεις περιγραφικών και αντικειμενικών σχεδιαστικών χαρακτηριστικών από ομάδα εκπαιδευμένων εμπειρογνωμόνων
γ) Αντικειμενικές μετρήσεις σχεδιαστικών χαρακτηριστικών με αυτόματα και ημιαυτόματα εργαλεία αναγνώρισης εικόνας
Η δυνατότητα να ερμηνευτούν οι προτιμήσεις των χρηστών με την βοήθεια αυτών των πηγών δεδομένων, διερευνήθηκε ξεχωριστά αλλά και σε συνδυασμό σε κάθε μελέτη περίπτωσης. Στόχος ήταν να αποτιμηθεί η δυνατότητα συσχέτισης δεδομένων που διακατέχονται από διαφορετικά επίπεδα υποκειμενισμού με τις προτιμήσεις των συμμετεχόντων. Ιδανικά, θα αρκούσαν αντικειμενικές μετρήσεις και δεν θα επιβαρύνονταν οι χρήστες με επιπλέον βαθμολογήσεις των διεπιφανειών. Τα αποτελέσματα όμως έδειξαν ότι ένας συνδυασμός αντικειμενικών και υποκειμενικών χαρακτηριστικών ήταν ο βέλτιστος για την επιτυχή ερμηνεία των προτιμήσεων των χρηστών. Η μέθοδος αξιολόγησης που προτείνεται στα πλαίσια αυτής της διατριβής παρουσιάζει συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με την χρήση τυποποιημένων ερωτηματολόγιων που είναι η επικρατέστερη μέθοδος στον χώρο της επικοινωνίας ανθρώπου υπολογιστή. Τα πλεονεκτήματα αυτά σχετίζονται κυρίως με την ευελιξία της μεθόδου και γίνονται εμφανή στις μελέτες αξιολόγησης που διεξήχθησαν με στόχο την εφαρμογή της μεθόδου για την αξιολόγηση ιστοσελίδων που ανήκουν σε τέσσερα διαφορετικά πεδία εφαρμογής.
|
55 |
Development of virtual and augmented reality environment for manufacturing / Ανάπτυξη περιβάλλοντος εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας για την παραγωγήΡέντζος, Λουκάς 07 July 2015 (has links)
Σκοπός της εργασίας είναι η μελέτη της ανάπτυξης περιβάλλοντος εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας για την υποστήριξη ανθρωποκεντρικών διεργασιών στον τομέα της παραγωγής. Οι τεχνολογίες εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας μπορούν να μειώσουν σημαντικά το χρόνο και το κόστος ανάπτυξης προϊόντων και διεργασιών στην παραγωγή. Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των συμβατικών CAD-βασιζόμενων μεθόδων και των μεθόδων προηγμένης προτυποποίησης και επικύρωσης που προσφέρει η χρήση της εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας. Συνεπώς, υπάρχει ανάγκη εμπλουτισμού των εικονικών περιβαλλόντων με νοημοσύνη, μέσω ενσωμάτωσης της γνώσης, επιτρέποντας την πραγματοποίηση πολύπλοκων εργασιών, μειώνοντας την ανάγκη για ανάπτυξη φυσικών πρωτοτύπων και αυξάνοντας τη δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης. Αφενός, περιβάλλοντα επαυξημένης πραγματικότητας που βασίζονται σε σημασιολογική γνώση καθώς και νέες μέθοδοι αλληλεπίδρασης με τον χρήστη μπορούν να παρέχουν τα μέσα για την επανατοποθέτηση του ανθρώπου στην παραγωγική διαδικασία. Αφετέρου, περιβάλλοντα εικονικής πραγματικότητας σε συνδυασμό με τη σημασιολογική γνώση μπορούν να παρέχουν μεθόδους και εργαλεία που ενσωματώνουν τις 3D γεωμετρίες με τις πληροφορίες και τη γνώση, έτσι ώστε οι μηχανικοί να μπορούν αποτελεσματικά να αξιολογήσουν και να διαχειρίζονται εικονικά πρωτότυπα σε ένα εμβυθισμένο και διαδραστικό περιβάλλον. Εντός της παρούσας διατριβής, αναπτύχθηκε μια γενική VR και AR προσέγγιση βασισμένη στην ανάλυση της ανθρώπινης εργασίας και των μεθόδων χαρτογράφησης της γνώσης που υλοποιούνται σε ένα πλαίσιο εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας. Το πλαίσιο VR/AR έχει αναπτυχθεί για να χρησιμοποιηθεί με την προσέγγιση μεθόδου δύο σταδίων χρησιμοποιώντας προηγμένες τεχνικές αλληλεπίδρασης. Η μέθοδος και το πλαίσιο που αναπτύχθηκαν επιβεβαιώνονται μέσα από μια σειρά πραγματικών δοκιμών στην παραγωγή, τόσο της αυτοκινητοβιομηχανίας όσο και της αεροδιαστημικής βιομηχανίας. Τέλος, η αξιολόγηση των προτεινόμενων μεθόδων και του πλαισίου βασίζεται σε πραγματικές δοκιμές στη βιομηχανία με χρήση ποσοτικών δεικτών, επιβεβαιώνοντας τη βελτίωση της ροής εργασιών σε σύγκριση με τη συμβατική. / The aim of this work is to study the development of virtual and augmented reality environment for the support of human-based processes in manufacturing. Virtual and augmented reality technologies can significantly reduce the development time and cost of products and processes in manufacturing. However there is currently a big gap between the conventional CAD-based processes and the advanced prototyping and validation methods offered with the use of VR and AR technology. There is a need for the virtual environments to be enriched with intelligence through the incorporation of knowledge. This will allow for complex tasks to be carried out, thus reducing the need for an ad hoc development, while the reusability of such an environment will be increased. On the one hand, augmented reality environments based on semantic knowledge and new user interaction methods can provide the means for putting the human back in the process loop at manufacturing level. On the other hand, virtual reality environments coupled with semantic knowledge can provide methods and tools that integrate 3D geometries with information/knowledge so that engineers can effectively evaluate and manipulate virtual prototypes in an immersive and interactive environment. Within the current dissertation, a generic VR and AR approach is developed based on human task analysis and knowledge mapping methods that are implemented in a Virtual and Augmented Reality Framework. The VR/AR framework is developed to be used with the two-step method approach using advanced interaction techniques. The developed method and framework are validated through a series of real life manufacturing test cases derived from both the automotive and aerospace industrial practices. Finally, an evaluation of the proposed methods and framework is carried out, based on one of the industrial test cases using quantitative metrics, giving insight on to the improvement of the engineering workflow using the proposed work compared with the conventional physical workflow.
|
56 |
Τεχνικές εξόρυξης δεδομένων και εφαρμογές σε προβλήματα διαχείρισης πληροφορίας και στην αξιολόγηση λογισμικού / Data mining techniques and their applications in data management problems and in software systems evaluationΤσιράκης, Νικόλαος 20 April 2011 (has links)
Τα τελευταία χρόνια όλο και πιο επιτακτική είναι η ανάγκη αξιοποίησης των ψηφιακών δεδομένων τα οποία συλλέγονται και αποθηκεύονται σε διάφορες βάσεις δεδομένων. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη ραγδαία αύξηση του όγκου των δεδομένων αυτών επιβάλλει τη δημιουργία υπολογιστικών μεθόδων με απώτερο σκοπό τη βοήθεια του ανθρώπου στην εξόρυξη της χρήσιμης πληροφορίας και γνώσης από αυτά.
Οι τεχνικές εξόρυξης δεδομένων παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις περιπτώσεις όπου η πηγή των δεδομένων είναι οι ροές δεδομένων ή άλλες μορφές όπως τα XML έγγραφα. Σύγχρονα συστήματα και εφαρμογές όπως είναι αυτά των κοινοτήτων πρακτικής έχουν ανάγκη χρήσης τέτοιων τεχνικών εξόρυξης για να βοηθήσουν τα μέλη τους. Τέλος ενδιαφέρον υπάρχει και κατά την αξιολόγηση λογισμικού όπου η πηγή δεδομένων είναι τα αρχεία πηγαίου κώδικα για σκοπούς καλύτερης συντηρησιμότητας τους.
Από τη μια μεριά οι ροές δεδομένων είναι προσωρινά δεδομένα τα οποία περνούν από ένα σύστημα «παρατηρητή» συνεχώς και σε μεγάλο όγκο. Υπάρχουν πολλές εφαρμογές που χειρίζονται δεδομένα σε μορφή ροών, όπως δεδομένα αισθητήρων, ροές κίνησης δικτύων, χρηματιστηριακά δεδομένα και τηλεπικοινωνίες. Αντίθετα με τα στατικά δεδομένα σε βάσεις δεδομένων, οι ροές δεδομένων παρουσιάζουν μεγάλο όγκο και χαρακτηρίζονται από μια συνεχή ροή πληροφορίας που δεν έχει αρχή και τέλος. Αλλάζουν δυναμικά, και απαιτούν γρήγορες αντιδράσεις. Ίσως είναι η μοναδική πηγή γνώσης για εξόρυξη δεδομένων και ανάλυση στην περίπτωση όπου οι ανάγκες μιας εφαρμογής περιορίζονται από τον χρόνο απόκρισης και το χώρο αποθήκευσης. Αυτά τα μοναδικά χαρακτηριστικά κάνουν την ανάλυση των ροών δεδομένων πολύ ενδιαφέρουσα ιδιαίτερα στον Παγκόσμιο Ιστό.
Ένας άλλος τομέας ενδιαφέροντος για τη χρήση νέων τεχνικών εξόρυξης δεδομένων είναι οι κοινότητες πρακτικής. Οι κοινότητες πρακτικής (Communities of Practice) είναι ομάδες ανθρώπων που συμμετέχουν σε μια διαδικασία συλλογικής εκμάθησης. Μοιράζονται ένα ενδιαφέρον ή μια ιδέα που έχουν και αλληλεπιδρούν για να μάθουν καλύτερα για αυτό. Οι κοινότητες αυτές είναι μικρές ή μεγάλες, τοπικές ή παγκόσμιες, face to face ή on line, επίσημα αναγνωρίσιμες, ανεπίσημες ή και αόρατες. Υπάρχουν δηλαδή παντού και σχεδόν όλοι συμμετέχουμε σε δεκάδες από αυτές. Ένα παράδειγμα αυτών είναι τα γνωστά forum συζητήσεων. Σκοπός μας ήταν ο σχεδιασμός νέων αλγορίθμων εξόρυξης δεδομένων από τις κοινότητες πρακτικής με τελικό σκοπό να βρεθούν οι σχέσεις των μελών τους και να γίνει ανάλυση των εξαγόμενων δεδομένων με μετρικές κοινωνικών δικτύων ώστε συνολικά να αποτελέσει μια μεθοδολογία ανάλυσης τέτοιων κοινοτήτων.
Επίσης η eXtensible Markup Language (XML) είναι το πρότυπο για αναπαράσταση δεδομένων στον Παγκόσμιο Ιστό. Η ραγδαία αύξηση του όγκου των δεδομένων που αναπαρίστανται σε XML μορφή δημιούργησε την ανάγκη αναζήτησης μέσα στην δενδρική δομή ενός ΧΜL εγγράφου για κάποια συγκεκριμένη πληροφορία. Η ανάγκη αυτή ταυτόχρονα με την ανάγκη για γρήγορη πρόσβαση στους κόμβους του ΧΜL δέντρου, οδήγησε σε διάφορα εξειδικευμένα ευρετήρια. Για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στη δυναμική αυτή των δεδομένων, τα ευρετήρια πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μεταβάλλονται δυναμικά. Ταυτόχρονα λόγο της απαίτησης για αναζήτηση συγκεκριμένης πληροφορίας πρέπει να γίνεται το φιλτράρισμα ενός συνόλου XML δεδομένων διαμέσου κάποιων προτύπων και κανόνων ώστε να βρεθούν εκείνα τα δεδομένα που ταιριάζουν με τα αποθηκευμένα πρότυπα και κανόνες.
Από την άλλη μεριά οι διαστάσεις της εσωτερικής και εξωτερικής ποιότητας στη χρήση ενός προϊόντος λογισμικού αλλάζουν κατά τη διάρκεια ζωής του. Για παράδειγμα η ποιότητα όπως ορίζεται στην αρχή του κύκλου ζωής του λογισμικού δίνει πιο πολύ έμφαση στην εξωτερική ποιότητα και διαφέρει από την εσωτερική, όπως για παράδειγμα στη σχεδίαση η οποία αναφέρεται στην εσωτερική ποιότητα και αφορά τους μηχανικούς λογισμικού. Οι τεχνικές εξόρυξης δεδομένων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη του απαραίτητου επιπέδου ποιότητας, όπως είναι ο καθορισμός και η αξιολόγηση της ποιότητας πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τις διαφορετικές αυτές διαστάσεις σε κάθε στάδιο του κύκλου ζωής του προϊόντος.
Στα πλαίσια αυτής της διδακτορικής διατριβής έγινε σε βάθος έρευνα σχετικά με τεχνικές εξόρυξης δεδομένων και εφαρμογές τόσο στο πρόβλημα διαχείρισης πληροφορίας όσο και στο πρόβλημα της αξιολόγησης λογισμικού. / The World Wide Web has gradually transformed into a large data repository consisting of vast amount of data in many different types. These data doubles about every year, but useful information seems to be decreasing. The area of data mining has arisen over the last decade to address this problem. It has become not only an important research area, but also one with large potential in the real world. Data mining has many directives and handles various types of data.
When the related data are for example data streams or XML data then the problems seem to be very crucial and interesting. Also contemporary systems and applications related to communities of practice seek appropriate data mining techniques and algorithms in order to help their members. Finally, great interest has the field of software evaluation when by using data mining in order to facilitate the comprehension and maintainability evaluation of a software system’s source code. Source code artifacts and measurement values can be used as input to data mining algorithms in order to provide insights into a system’s structure or to create groups of artifacts with similar software measurements.
First, data streams are large volumes of data arriving continuously. Data mining techniques have been proposed and studied to help users better understand and analyze the information. Clustering is a useful and ubiquitous tool in data analysis. With the rapid increase in web-traffic and e-commerce, understanding user behavior based on their interaction with a website is becoming more and more important for website owners and clustering in correlation with personalization techniques of this information space has become a necessity. The knowledge obtained by learning the users preferences can help improve web content, find usability issues related to this content and its structure, ensure the security of provided data, analyze the different groups of users that can be derived from the web access logs and extract patterns, profiles and trends. This thesis investigates the application of a new model for clustering and analyzing click-stream data in the World Wide Web with two different approaches.
The next part of the thesis deals with data mining techniques regarding communities of practice. These are groups of people taking part in a collaborative way of learning and exchanging ideas. Systems for supporting argumentative collaboration have become more and more popular in digital world. There are many research attempts regarding collaboration filtering and recommendation systems. Sometimes depending on the system and its needs there are different problems and developers have to deal with special cases in order to provide useful service to users. Data mining can play an important role in the area of collaboration systems that want to provide decision support functionality. Data mining in these systems can be defined as the effort to generate actionable models through automated analysis of their databases. Data mining can only be deployed successfully when it generates insights that are substantially deeper than what a simple view of data can give. This thesis introduces a framework that can be applied to a wide range of software platforms aiming at facilitating collaboration and learning among users. More precisely, an approach that integrates techniques from the Data Mining and Social Network Analysis disciplines is being presented.
The next part of the thesis deals with XML data and ways to handle huge volumes of data that they may hold. Lately data written in a more sophisticated markup language such as XML have made great strides in many domains. Processing and management of XML documents have already become popular research issues with the main problem in this area being the need to optimally index them for storage and retrieval purposes. This thesis first presents a unified clustering algorithm for both homogeneous and heterogeneous XML documents. Then using this algorithm presents an XML P2P system that efficiently distributes a set of clustered XML documents in a P2P network in order to speed-up user queries.
Ultimately, data mining and its ability to handle large amounts of data and uncover hidden patterns has the potential to facilitate the comprehension and maintainability evaluation of a software system. This thesis investigates the applicability and suitability of data mining techniques to facilitate the comprehension and maintainability evaluation of a software system’s source code. What is more, this thesis focuses on the ability of data mining to produce either overviews of a software system (thus supporting a top down approach) or to point out specific parts of this system that require further attention (thus supporting a bottom up approach) potential to facilitate the comprehension and maintainability evaluation of a software system.
|
57 |
Σχεδιασμός, υλοποίηση και πειραματική αξιολόγηση αποδοτικών αλγορίθμων για κινητά δίκτυα αισθητήρωνΠατρούμπα, Δήμητρα 09 December 2013 (has links)
Τα Δίκτυα Αισθητήρων αποτελούνται από ένα μεγάλο αριθμό μικρών αυτόνομων συσκευών, που αλληλεπιδρούν με το άμεσο περιβάλλον τους μέσω αισθητήρων, συλλέγουν δεδομένα και τα προωθούν προς ένας σταθερό, συνήθως, κέντρο ελέγχου, με αναμεταδόσεις στους ενδιάμεσους κόμβους. Η διαδικασία αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη μεγάλη κατανάλωση ενέργειας στις συσκευές, ιδιαίτερα σε αυτές που βρίσκονται κοντά στο κέντρο ελέγχου, αφού πρέπει να αναμεταδίδουν και τα δεδομένα που φτάνουν από το υπόλοιπο δίκτυο προς το κέντρο ελέγχου. Για την επίτευξη μιας πιο ισορροπημένης και αποδοτικής διαδικασίας συλλογής δεδομένων, τα τελευταία χρόνια έχει υιοθετηθεί μια νέα προσέγγιση, όπου το κέντρο ελέγχου είναι κινητό. Η βασική ιδέα είναι ότι το κέντρο ελέγχου διαθέτει σημαντικά και εύκολα ανανεώσιμα αποθέματα ενέργειας, επομένως μπορεί να κινείται στην περιοχή όπου έχει αναπτυχθεί το δίκτυο αισθητήρων, αναλαμβάνοντας να συλλέξει τα δεδομένα από τους κόμβους με πολύ μικρό κόστος. Ωστόσο, η μετάδοση των δεδομένων μπορεί να παρουσιάζει σημαντικές καθυστερήσεις.
Συλλογή δεδομένων με προσαρμοστικούς χρόνους αναμονής:
Στην παρούσα διατριβή αναπτύχθηκαν πρωτόκολλα ελέγχου της κίνησης ενός κέντρου ελέγχου σε δίκτυο αισθητήρων με ανομοιογενή ανάπτυξη των κόμβων αισθητήρων, με στόχο την αποδοτική, ως προς την ενέργεια και τον χρόνο παράδοσης, συλλογή των δεδομένων.
Πιο συγκεκριμένα, αρχικά παρουσιάζεται ένα πρωτόκολλο με βάση το οποίο το κέντρο ελέγχου διαιρεί νοητά το δίκτυο σε περιοχές τις οποίες και επισκέπτεται διαδοχικά, σταματώντας σε κάθε περιοχή για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ώστε να συλλέξει τα δεδομένα. Προτείνουμε δύο τρόπους κίνησης του κέντρου ελέγχου, ντετερμινιστικό και τυχαίο. Στην τυχαία κίνηση, η επιλογή της επόμενης περιοχής την οποία θα επισκεφτεί το κέντρο ελέγχου γίνεται με τυχαίο τρόπο, εισάγοντας όμως ένα όρο μεροληψίας, έτσι ώστε να προτιμούνται περιοχές που έχουν δεχτεί λιγότερες επισκέψεις. Επιπλέον η μέθοδός μας αποφασίζει το χρόνο παύσης σε κάθε περιοχή λαμβάνοντας υπόψιν κάποιες βασικές παραμέτρους του δικτύου, όπως τα αρχικά αποθέματα ενέργειας των κόμβων αισθητήρων και την πυκνότητα της κάθε περιοχής, έτσι ώστε να παραμένει περισσότερο χρόνο σε περιοχές με μεγαλύτερη πυκνότητα, άρα και μεγαλύτερη ποσότητα πληροφορίας. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η γρήγορη κάλυψη όλου του δικτύου, καθώς επίσης και η δίκαιη εξυπηρέτηση των επιμέρους περιοχών του δικτύου.
Προσαρμοστικοί τυχαίοι περίπατοι
Στη συνέχεια, μελετάται η χρήση τυχαίων περιπάτων κατά την κίνηση του κέντρου ελέγχου σε δίκτυα αισθητήρων με στόχο την επίτευξη ενός ικανοποιητικού σημείου ισορροπίας μεταξύ κατανάλωσης ενέργειας και καθυστέρησης στην παράδοση των μηνυμάτων. Για την ικανοποίηση του στόχου αυτού, προτείνουμε τρεις νέους τυχαίους περιπάτους, τους α) Τυχαίος Περίπατος με Αδράνεια, κατά τον οποίο το κινούμενο αντικείμενο τείνει να διατηρεί την ίδια κατεύθυνση στην κίνησή του όσο ανακαλύπτει κόμβους αισθητήρων που δεν έχει επισκεφτεί και αλλάζει την κατεύθυνσή του όταν φτάνει σε κόμβους που έχει ξαναεπισκεφτεί, β) Explore-and-Go, κατά τον οποίο το κινούμενο αντικείμενο τείνει να εκτελεί μια Brownian κίνηση γύρω από την περιοχή του όσο υπάρχουν κόμβοι που δεν έχουν δεχτεί επίσκεψη, γ) Curly Random Walk, όπου το κινούμενο αντικείμενο διαπερνάει όλη την περιοχή του δικτύου ξεκινώντας από το κέντρο και επεκτείνοντας την κίνησή του με συνεχόμενες κυκλικές κινήσεις προς τα έξω. Για την εφαρμογή των τυχαίων περιπάτων χρησιμοποιούμε ένα νοητό πλέγμα ώστε να καλύπτουμε την περιοχή του δικτύου αισθητήρων• οι περίπατοι κινούνται πάνω στους κόμβους του πλέγματος.
Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις οι τυχαίοι περίπατοι μελετώνται σε Gn,p και Grid γράφους, τα δίκτυα αισθητήρων μοντελοποιούνται με μεγαλύτερη ακρίβεια χρησιμοποιώντας το μοντέλο των Random Geometric Graphs (RGG), εφόσον έτσι αναπαρίσταται καλύτερα η χωρική εγγύτητα του δικτύου. Οι παραπάνω τυχαίοι περίπατοι δεν δίνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα όταν τρέχουν σε RGG. Έτσι οδηγηθήκαμε στο σχεδιασμό ενός νέου τυχαίου περιπάτου, του γ-Stretched Random Walk, η βασική ιδέα του οποίου είναι να μεροληπτεί υπέρ της επίσκεψης των πιο μακρινών γειτόνων του τρέχοντος κόμβου έτσι ώστε να μειώσει στο ελάχιστο τις επικαλύψεις στις επισκέψεις.
Αλγόριθμοι που λαμβάνουν υπόψιν την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία στο δίκτυο:
Εκτός από τη μελέτη της κίνησης του κέντρου ελέγχου σε δίκτυα αισθητήρων, στη διατριβή αυτή παρουσιάζεται μια πρώτη προσπάθεια μελέτης θεμάτων σχετικά με την επίγνωση της εκπομπή ακτινοβολίας σε περιβάλλοντα όπου λειτουργούν πολλαπλά ετερογενή ασύρματα δίκτυα. Ως ακτινοβολία σε ένα σημείου του τρισδιάστατου χώρου καλούμε τη συνολική ποσότητητα ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας που δέχεται το σημείο αυτό.
Έτσι, καταρχάς μελετάμε σε αναλυτικό επίπεδο την ακτινοβολία σε διάφορες γνωστές τοπολογίες (τυχαίες, πλέγματα) και κατόπιν επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον μας στην εύρεση ενός μονοπατιού ελάχιστης ακτινοβολίας το οποίο ακολουθείται από κάποιο άτομο που κινείται στην περιοχή που καλύπτεται από ένα ασύρματο δίκτυο αισθητήρων. Προτείνουμε τρεις ευρετικές μεθόδους για την εύρεση του μονοπατιού καθώς το άτομο κινείται, ενώ υπολογίζουμε και την οffline λύση χρησιμοποιώντας τον αλγόριθμο ελάχιστου μονοπατιού.
Κατόπιν, εξετάζουμε το θεμελιώδες πρόβλημα της διάδοσης των δεδομένων σε ασύρματα δίκτυα αισθητήρων, προσπαθώντας τόσο να παραμείνει γρήγορη η διαδικασία παράδοσης των μηνυμάτων, παράλληλα όμως και η συνολική ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που παράγεται από τις συνεχείς ασύρματες μεταδόσεις να διατηρηθεί σε χαμηλά επίπεδα. Αυτό επιτυγχάνεται αρχικά χρησιμοποιώντας κάποιες άπληστες ευρετικές μεθόδους που όμως λαμβάνουν υπόψιν την ακτινοβολία. Επιπλέον, οι μέθοδοι αυτοί συνδυάζονται με μεθόδους που πραγματοποιούν back-off στο χρόνο, χρησιμοποιώντας τοπικές ιδιότητες του δικτύου (όπως ο αριθμός γειτόνων, η απόσταση από το κέντρο ελέγχου), έτσι ώστε «απλωθεί» κατά κάποιο τρόπο η ακτινοβολία τόσο ως προς το χρόνο αλλά και ως προς το χώρο.
Τα προτεινόμενα πρωτόκολλα αξιολογήθηκαν πειραματικά μέσω προσομοίωσης, χρησιμοποιώντας ποικίλες τιμές για βασικές παραμέτρους του δικτύου και σύγκρινοντάς τα με σχετικές υπάρχουσες ευρέως αποδεκτές μεθόδους.
Συστημικές Εφαρμογές:
Τέλος, στη διατριβή παρουσιάζονται κάποιες συστημικές εφαρμογές ασύρματων δικτύων αισθητήρων σε κτίρια. Συγκεκριμένα, η πρώτη εφαρμογή αναλαμβάνει σε περίπτωση ανίχνευσης φωτιάς, την εύρεση του ελάχιστου μονοπατιού μακριά από το σημείο όπου έγινε η ανίχνευση. Επιπλέον, παρέχει καθοδήγηση στους ενοίκους του κτιρίου (οι οποίοι μοντελοποιούνται από ένα κινούμενο ρομπότ) έτσι ώστε να εγκαταλείψουν με ασφάλεια το κτίριο.
Η επόμενη εφαρμογή παρουσιάζει τη δυνατότητα της απρόσκοπτης διασύνδεσης αυτοματισμών έξυπνων κτιρίων, αποτελούμενων από ενσωματωμένα συστήματα, στο διαδίκτυο και την αφαιρετικοποίησή τους ως απλά web services. Η προσέγγιση αυτή έχει στόχο την δημιουργία ενός ευέλικτου, εύκολα κλιμακώσιμου συστήματος που είναι προσβάσιμο και ελεγχόμενο απομακρυσμένα. Η προσέγγιση που ακολουθήθηκε και παρουσιάζεται στην παρούσα διατριβή περιλαμβάνει την ανάπτυξη ενός αριθμού αισθητήρων μέσα σε ένα κτίριο, οι οποίοι αποκτούν IPv6 διεύθυνση ώστε να είναι προσβάσιμοι διαδικτυακά, ενώ παράλληλα διασυνδέονται με ηλεκτρικές συσκευές του κτιρίου για σχηματισμό αυτοματισμών. Τέλος αναπτύχθηκε μία web εφαρμογή για απομακρυσμένη διαχείριση του δικτύου και του κτιρίου γενικότερα. / Wireless Sensor Networks consist of a large number of small, autonomous devices, that are able to interact with their environment by sensing and collaborate to fulfill their tasks, as, usually, a single node is incapable of doing so; and they use wireless communication to enable this collaboration. The collected data is disseminated to a static control point – data sink in the network, using node to node - multi-hop data propagation. However, sensor devices consume significant amounts of energy in addition to increased implementation complexity, since a routing protocol is executed. Also, a point of failure emerges in the area near the control center where nodes relay the data from nodes that are farther away. Recently, a new approach has been developed that shifts the burden from the sensor nodes to the sink. The main idea is that the sink has significant and easily replenishable energy reserves and can move inside the area the sensor network is deployed, in order to acquire the data collected by the sensor nodes at very low energy cost. However, the need to visit all the regions of the network may result in large delivery delays.
Data collection with biased stop times:
In this work we have developed protocols that control the movement of the sink in wireless sensor networks with non-uniform deployment of the sensor nodes, in order to succeed an efficient (with respect to both energy and latency) data collection.
More specifically, we first propose a protocol, where the sink partitions the network area in equal square regions and then performs a network traversal by visiting each area sequentially. Also, it pauses in each area for a certain amount of time, in order to collect the data. Two network traversal methods are proposed, a deterministic and a random one. When the sink moves in a random manner, the selection of the next area to visit is done in a biased random manner depending on the frequency of visits of its neighbor areas. Thus, less frequently visited areas are favored. Moreover, our method locally determines the stop time needed to serve each region with respect to some global network resources, such as the initial energy reserves of the nodes and the density of the region, stopping for a greater time interval at regions with higher density, and hence more traffic load. In this way, we achieve accelerated coverage of the network as well as fairness in the service time of each region. Besides randomized mobility, we also propose an optimized deterministic trajectory without visit overlaps, including direct (one-hop) sensor-to-sink data transmissions only.
Adaptive random walks:
Afterwards, in order to achieve satisfactory energy-latency trade-offs the use of random walks for the sink' s motion pattern is studied. Towards this direction three new random walks evaluated on a grid overlaying the wireless sensor network are proposed. The first one is the Random Walk with Inertia where the sink tends to keep the same direction as long as it discovers new nodes, while changing direction when it encounters already visited ones. The second one is
the Explore-and-Go Random Walk, where as long as there are undiscovered nodes on the nearby sub-regions of the network it tends to make a Brownian-like motion until all this area is covered. When no new sensors are discovered, it performs a more or less straight-line walk in order to move to a different, possibly unvisited area. The last one is the Curly Random Walk where the sink traverses the network area beginning from the center and expanding its traversal to the entire network area with consecutive circular-like moves.
In random walk studies the Gn,p and Grid graph models are well established. However, wireless sensor networks are more accurately modeled via Random Geometric Graphs (RGG), as RGG better capture certain characteristics of WSN's such as link existence dependencies of neighbouring nodes due to geometric proximity. The above mentioned random walks do not behave well on this particular graph model, thus a new random walk was defined, the so called γ-stretched random walk. Its basic idea is to favour visiting distant neighbours of the current node towards reducing node overlap.
Radiation-aware algorithms:
Except for the issue of mobility in wireless sensor networks, in this work we also attempt (probably for the first time from a distributed networking perspective) to investigate the aspect of electromagnetic radiation in modern and future heterogeneous wireless networks. We call “radiation” at a target elementary surface the total amount of electromagnetic quantity (in terms of energy or power density) it is exposed to.
Thus, we first evaluate, both mathematically and by simulation, the radiation in well known sensor network topologies (random, grid) and then focus on the minimum radiation path problem of finding low radiation trajectories for a person moving in a sensor network. We propose three online heuristics and then we identify the (offline) optimum path given by the shortest paths' algorithm.
Afterwards, we focus on the fundamental problem of efficient data propagation in wireless sensor networks, trying to keep latency low while maintaining at low levels the radiation cumulated by wireless transmissions. We first propose greedy and oblivious routing heuristics that are radiation aware. We then combine them with temporal back-off schemes that use local properties of the network (e.g. number of neighbours, distance from sink) in order to “spread” radiation in a spatio-temporal way.
Al the proposed protocols were evaluated via simulation, in diverse network settings and comparatively to related state of the art solutions.
Systems and applications:
Finally, in this work we present two applications of wireless sensor networks in buildings. More specifically, the first application, in the event of a fire inside a monitored building, uses the information from the deployed sensor network in order to find the shortest safest path away from the emergency and provides navigation guidance to the occupants (modelled by a mobile robot), in order to safely evacuate the building.
The second application addresses networked embedded systems enabling the seamless interconnection of smart building automations to the Internet and their abstractions as web services, using the latest technologies based on IPv6, such as 6LOWPAN, COAP and RESTLess Architecture.
|
58 |
Σχεδιασμός ευφυούς συστήματος υποστήριξης και αξιολόγησης οδηγών / Design of an intelligent system that supports and evaluates the behavior of the vehicle’s driversΓιάννου, Ολυμπία 01 July 2015 (has links)
Μία από τις πιο γοργά αναπτυσσόμενες περιοχές της επιστήμης των υπολογιστών είναι η ανάπτυξη έξυπνων συστημάτων που υποστηρίζουν τις αποφάσεις των χρηστών και παρέχουν ένα ευρύ πεδίο υπηρεσιών. Η εξυπνάδα τους βασίζεται στην παρακολούθηση και αποκωδικοποίηση των αναγκών και την προσομοίωση της συμπεριφοράς του χρήστη.
Το αντικείμενο της παρούσας διατριβής είναι η παρουσίαση ενός νέου, αξιόπιστου συστήματος δυναμικής αξιολόγησης της συμπεριφοράς του οδηγού και υποστήριξης αυτού σε πραγματικό χρόνο. Πιο συγκεκριμένα, δίνεται έμφαση στην ανοικτή, προσανατολισμένη προς τις υπηρεσίες (service-oriented) αρχιτεκτονική του, στους κανόνες που το διέπουν και στο υλικό και το λογισμικό που του επιτρέπουν να παρέχει διαλειτουργικές υπηρεσίες.
Εφαρμόζεται η συστημική προσέγγιση που αρχίζει με τα στοιχεία εισόδου. Τα στοιχεία αυτά αφορούν βασικά τον οδηγό: προσωπικά στοιχεία, προφίλ, καλούς χειρισμούς κ.ά., το αυτοκίνητο: ταχύτητα, επιτάχυνση, επιβράδυνση, γωνία τιμονιού, αριθμός στροφών κινητήρα, σχέση μετάδοσης στο κιβώτιο ταχυτήτων, μοντέλο και τύπος οχήματος και το περιβάλλον: GPS, RFID, κάμερες, αισθητήρες, ασύρματες και δορυφορικές επικοινωνίες κ.ά.
Συνεχίζουμε με την ευφυή - αλγοριθμική, στατιστική κ.λπ. - επεξεργασία αυτών των στοιχείων (α) για να εκτιμήσουμε την τρέχουσα κατάσταση του οδηγού και του οχήματος στις συγκεκριμένες περιβαλλοντικές συνθήκες και (β) για να κατανοήσουμε τη συμπεριφορά και να υποστηρίξουμε παθητικά ή ενεργά τον οδηγό κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού.
Παράγουμε πρωτότυπα αποτελέσματα, δηλαδή χρήσιμη πληροφορία και πιθανές συμβουλές προς τον οδηγό του οχήματος, στοιχεία για την συμπεριφορά του οδηγού με σκοπό την περαιτέρω χρήση αυτών των πληροφοριών από άλλους φορείς, όπως ασφαλιστικές, εταιρείες, ελεγκτικά όργανα του κράτους κ.λπ.
Βέβαια, οι δυνατότητες που προσφέρονται από το προτεινόμενο σύστημα μπορούν να οδηγήσουν σε οφέλη και για τις ασφαλιστικές εταιρείες οι οποίες καλούνται να εκσυγχρονίζουν συνεχώς τον τρόπο με τον οποίο καθορίζουν το ύψος των ασφαλίστρων. Επιπλέον, το προτεινόμενο σύστημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από εταιρείες που διαθέτουν στόλο οχημάτων, προκειμένου να επαληθεύουν και να ελέγχουν την ικανότητα των οδηγών σε πραγματικό χρόνο. Τέλος, το προτεινόμενο σύστημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από το υπουργείο μεταφορών, την τροχαία, τους φορείς τοπικής διοίκησης κ.ά. / One of the fastest growing areas of computer science is the development of intelligent systems that support user decisions and provide a wide range of services. Their intelligence is based on monitoring and decoding of real needs, as well as the simulation of end user’s behavior.
The object of this Thesis is the presentation of a new, integrated system for dynamic evaluation of driver behavior. In particular, we emphasize at its open, service-oriented architecture, the incorporated set of rules and the system hardware and software which allow it to provide interoperability.
We apply the systematic approach that begins with the input data plus requirements. These data mainly concern the driver: personal data, profile, good practices etc., the vehicle: speed, acceleration, deceleration, steering angle, engine speed, gear ratio in gearbox, model and type, and the environment: GPS, RFID, cameras, wireless and satellite communications, etc.
Then, these data are processed applying an intelligent-algorithmic, statistical etc.- approach in order (a) to evaluate the current state of the driver and the car in certain environmental conditions, and (b) to understand the behavior and passively or actively support the driver during a travel.
We produce original results, i.e. useful information and possible recommendations to the driver of the vehicle, data concerning the driver behavior and thus, this information can be further used by others, such as insurance companies, audit institutions of state etc. We place great emphasis on cutting-edge technologies that are applied to achieve the required feedback, parameterization and adaptation of the system.
Of course, the capabilities offered by the proposed system can lead to clear benefits for various organizations, like insurance companies, which are required to continually update their price policy, companies that have a fleet of vehicles, in order to verify the ability of the drivers and support them in real time. Finally, the proposed system could be used by the Ministry of Transport, the traffic police, the local authorities etc.
|
59 |
Η αξιοποίηση του Παγκόσμιου Ιστού μέσα από τους διαδικτυακούς χώρους των σχολείων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΑχαΐαΚόκκαλη, Άννα 05 February 2015 (has links)
Η παρούσα εργασία αποτελεί μια ερευνητική προσέγγιση στην οποία μελετήθηκε η αξιοποίηση του διαδικτύου και συγκεκριμένα των σχολικών διαδικτυακών χώρων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση της Αχαΐας. Σκοπός της εργασίας ήταν να διερευνηθεί: α) ο ρόλος των σχολικών διαδικτυακών χώρων στην εκπαίδευση, β) τα στοιχεία που προβάλλονται από τους σχολικούς διαδικτυακούς χώρους και γ) αν διευκολύνουν την επικοινωνία ανάμεσα στη σχολική και την ευρύτερη κοινότητα. Για τη συλλογή των δεδομένων εφαρμόστηκε πολυμεθοδολογική προσέγγιση. Πιο συγκεκριμένα, έγινε παρατήρηση όλων των σχολικών διαδικτυακών χώρων των σχολείων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Αχαΐας, ώστε να διαπιστωθεί η δομή τους και οι πληροφορίες που προβάλλονται. Για την επίτευξη της αντικειμενικότητας της παρατήρησης, πραγματοποιήθηκε επιπρόσθετη παρατήρηση και αξιολόγηση των σχολικών διαδικτυακών χώρων από ειδικευμένους γνώστες των Νέων Τεχνολογιών σε συγκεκριμένους άξονες, μέσα από φύλλο παρατήρησης. Κατόπιν, διεξήχθησαν συνεντεύξεις από επιλεγμένα άτομα, τα οποία σχετίζονται με τη χρήση των Νέων Τεχνολογιών στην εκπαίδευση και έχουν ταυτόχρονα μεγάλη εκπαιδευτική εμπειρία, ώστε να διευκρινιστούν οι λόγοι και ο σκοπός δημιουργίας των διαδικτυακών αυτών χώρων. Για την ερμηνευτική προσέγγιση της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ως θεωρητικό πλαίσιο η σχέση των Τ.Π.Ε. και του Διαδικτύου με την Εκπαίδευση και η αξιολόγηση των διαδικτυακών χώρων μέσα από σχετικές έρευνες. Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η εργασία δείχνουν ότι ο ρόλος των σχολικών δικτυακών χώρων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση της Αχαΐας είναι περισσότερο ενημερωτικός και λιγότερο εκπαιδευτικός και ψυχαγωγικός και ότι δεν παρέχουν μηχανισμούς αλληλεπίδρασης και ανατροφοδότησης με τον επισκέπτη. Επιπλέον, η έρευνα έδειξε ότι οι παραπάνω διαδικτυακοί χώροι εστιάζουν περισσότερο στην προβολή πληροφοριών και πολιτιστικών δράσεων των σχολείων και λιγότερο στην επικοινωνία μεταξύ των μελών της σχολικής κοινότητας και των σχολείων με την τοπική κοινωνία. Τέλος, προτείνονται τρόποι βελτίωσης, ώστε οι σχολικοί ιστότοποι να αποτελέσουν ένα χρήσιμο εκπαιδευτικό, επικοινωνιακό και ψυχαγωγικό εργαλείο. / The present paper work is a research approach in which we studied the use of the internet and specifically of school websites in the Primary Education of Achaia. The aim of this work was to investigate: a) the role of school websites in education, b) the items displayed by school websites, and c) if they facilitate communication between the school and the wider community. For the data collection we applied the multimethodological approach. In particular, we held an observation of all school websites of the primary schools of Achaia, to determine the structure and the information displayed. To achieve the objectivity of observation, we performed additional observation and evaluation of school websites by skilled and specialized users of New Technologies in specific categories, through observation sheet. Afterwards, we conducted interviews with selected individuals, who are related to the use of ICT in education and they also have great educational experience, in order to clarify the reasons and the purpose of creation of these websites. For the interpretive approach of this work we used as theoretical framework the relationship of ICT and the Internet with education and also the evaluation of websites through relevant researches. The conclusions in which ends up this work show that the role of school websites in the Primary Education of Achaia is more informative and less educative and recreational and that the school websites do not provide mechanisms of interaction and feedback with the visitor. Additionally, the research has shown that the school websites focus more on the projection of information and promotion of cultural activities in schools and less on communication between members of the school community and schools with the local community. Finally, we propose ways of improvement, so as the school websites will be able to constitute a useful educational, communication and entertainment tool.
|
60 |
Ανάπτυξη μοντέλου και αλγορίθμων μοντελοποίησης ενός χρήστη-εκπαιδευόμενου σε προσαρμοστικά περιβάλλοντα ηλεκτρονικής μάθησης / Modelling student behaviour in adaptive e-learning systemsΜουτάφη, Κωνσταντίνα 05 February 2015 (has links)
Αντικείμενο της συγκεκριμένης εργασίας αποτελεί η μελέτη των χαρακτηριστικών του μοντέλου εκπαιδευόμενου, ο καθορισμός των απαιτούμενων εξ' αυτών για ένα προσαρμοστικό σύστημα ηλεκτρονικής μάθησης καθώς και ο αποδοτικότερος τρόπος αναπαράστασής τους. Επίσης μελετώνται οι τρόποι συλλογής δεδομένων για την δημιουργία και συνεχή ανανέωση του μοντέλου (μοντελοποίηση) καθώς και οι αλγόριθμοι που χρησιμοποιούνται, με σκοπό την υλοποίηση του καταλληλότερου και αποδοτικότερου εξ' αυτών. Η διπλωματική στοχεύει στη δημιουργία ενός μοντέλου χρήστη-εκπαιδευόμενου συνοδευόμενο από τους αντίστοιχους αλγορίθμους μοντελοποίησης το οποίο θα συγκεντρώνει την απαραίτητη πληροφορία για την αυτοματοποιημένη και προσαρμοσμένη επιλογή κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού προς τον συγκεκριμένο χρήστη, με ευκολία και αφαιρετικότητα προς τον χρήστη. / In the present thesis we are studying the characteristics that can be represented in a user model, we define those that are essential in a student model and we propose an efficient way of representation. We also study the different ways of constructing and updating a student model and the algorithms that can be used in order to implement the most appropriate and efficient of them. The main purpose of the thesis is the development of a student model, with the suitable algorithms, that will support the automated process of adapted educational material provision in an easy and abstract way.
|
Page generated in 0.0425 seconds