• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 30
  • Tagged with
  • 30
  • 25
  • 7
  • 7
  • 7
  • 6
  • 5
  • 5
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
21

Επιπολιτισμός και θρησκευτικότητα. Μια ερευνητική προσέγγιση σε γηγενείς μαθητές και μαθητές πολιτισμικά διαφορετικών ομάδων

Καρναχωρίτη, Δέσποινα - Μαρία 21 October 2011 (has links)
Στα πλαίσια των νέων, διαπολιτισμικών κοινωνιών, παρατηρείται το φαινόμενο του επιπολιτισμού το οποίο προκύπτει από τη δυναμική αλληλεπίδραση διαφορετικών πολιτισμών και τη μεταξύ τους επικοινωνία και οδηγεί το άτομο στο να επιλέξει εκείνη τη στρατηγική επιπολιτισμού που θα το βοηθήσει να προσαρμοστεί και να ενταχθεί στην κοινωνία της χώρας υποδοχής με το μικρότερο κόστος για το ίδιο. Από την άλλη, η θρησκευτικότητα είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο που συναντάται σε επίπεδο κοινωνίας αλλά και σε επίπεδο ατόμου. Οι διάφορες θρησκείες που υπάρχουν ανά τον κόσμο αλλά και τα φαινόμενα θρησκευτικού φανατισμού που έχουν καταγραφεί ιστορικά και παρατηρούνται ξανά τα τελευταία χρόνια, υποδεικνύουν τη δύναμη που ασκούν οι θρησκείες στους πιστούς τους αλλά και στο σύνολο της κοινωνίας, διαμορφώνοντας στάσεις, ήθη, έθιμα κ.λπ. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να ερευνήσει τη σχέση του επιπολιτισμού με τη θρησκευτικότητα στα πλαίσια της διαπολιτισμικής πραγματικότητας. Κυρίως όμως, επιχειρεί να προσδιορίσει τα αποτελέσματα της αλληλεπίδρασης των θρησκειών της χώρας υποδοχής και των χωρών προέλευσης και πως αυτά τα αποτελέσματα επιδρούν στις θρησκευτικές πεποιθήσεις, συνήθειες και πρακτικές των ατόμων. / In the new, intercultural societies, we observe the phenomenon of acculturation, resulting from the dynamic interaction of different cultures and communication between them and that leads the person to choose the acculturation strategy that will help him adjust and integrate in host country’s society with the lowest cost to itself. On the other hand, religiosity is a timeless phenomenon that occurs in social and individual level. The various religions existing around the world as well as the phenomena of religious fanaticism recorded historically and there again the last years indicate the force exerted by the religions to their believers, but also to society by shaping attitudes, customs etc. This study attempts to examine the relationship of acculturation with religiosity in the context of intercultural reality. However, mostly it seeks to determine the effect of the interaction of religions of the host and home countries and how these results impact on religious beliefs, habits and practices of individuals.
22

Μελέτη γνώσεων και στάσεων μαθητών λυκείου έναντι θεμάτων βιοτεχνολογίας και γενετικής / Study of knowledge and attitudes of high school students towards biotechnology and genetics topics

Γιασεμής, Ηλίας 08 May 2012 (has links)
Στη διατριβή αυτή παρουσιάζονται τα αποτελέσματα έρευνας σε δείγμα 1019 μαθητών και μαθητριών της Γ΄ τάξης (1,48 % του μαθητικού πληθυσμού) Γενικού Λυκείου, του σχολικού έτους 2007 – 08. Ο στόχος της έρευνας τριπλός: πρώτον η διερεύνηση των γνώσεων των μαθητών σε βασικές έννοιες και μηχανισμούς της μοριακής γενετικής καθώς και διαδικασιών της γενετικής μηχανικής. Δεύτερον, η αποτύπωση των στάσεων έναντι σύγχρονων εφαρμογών της βιοτεχνολογίας καθώς και των κριτηρίων που χρησιμοποιούν οι μαθητές για να αιτιολογήσουν την στάση τους και τρίτον, η συσχέτιση μεταξύ των γνώσεων και των στάσεων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας, οι μαθητές αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα γνώσεων στους προαναφερθέντες τομείς. Οι κύριες δυσκολίες τους εντοπίζονται στην κατανόηση της λειτουργίας του γονιδίου και της σύνδεσής του με άλλες δομές (πρωτεΐνες και χρωμοσώματα), στη γνώση της ύπαρξης του ίδιου γενετικού υλικού σε όλα τα κύτταρα ενός οργανισμού καθώς και στην άγνοια για την διαφορική έκφραση των γονιδίων στα διάφορα είδη κυττάρων και τέλος στη γνώση της καθολικότητας του γενετικού κώδικα. Επίσης, οι μαθητές δεν γνωρίζουν την έννοια του όρου «Βιοτεχνολογία» και τις σύγχρονες εφαρμογές της και συγχέουν τη Βιοτεχνολογία με τη Βιολογία, χωρίς να εστιάζουν στον όρο «τεχνολογία» που η πρώτη εμπεριέχει, όπως επίσης και τη γενετική μηχανική με τη μοριακή βιολογία. Όσον αφορά τη στάση έναντι εφαρμογών της σύγχρονης βιοτεχνολογίας, οι μαθητές εμφανίζονται θετικοί στη χρήση της γενετικής ανάλυσης, στη θεραπευτική κλωνοποίηση και στη γονιδιακή θεραπεία, ενώ εμφανίζονται αρνητικοί έναντι των ΓΤΟ, καθώς και έναντι της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης και της επιλογής γενετικών χαρακτηριστικών. Τέλος, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ γνώσεων και στάσεων φαίνεται ότι η καλύτερη γνώση επηρεάζει τη στάση, όχι όμως με ενιαίο τρόπο: σε άλλες εφαρμογές της βιοτεχνολογίας η στάση είναι θετική και σε άλλες αρνητική. Έτσι, αυτοί που έχουν περισσότερες γνώσεις γενετικής και βιοτεχνολογίας, είναι πιο θετικοί κυρίως έναντι της γονιδιακής θεραπείας και δευτερευόντως έναντι των ΓΤΟ, ενώ είναι πιο αρνητικοί στην αναπαραγωγική κλωνοποίηση και την επιλογή χαρακτηριστικών των απογόνων. Επίσης, δεν εμφανίζεται διαφοροποίηση (στατιστικά σημαντική) σε σχέση με τα διάφορα γενετικά τεστ για λόγους δικαιοσύνης και υγείας, ούτε επίσης και για τη θεραπευτική κλωνοποίηση. Με βάση τα αποτελέσματά μας αναφορικά με τα κριτήρια υιοθέτησης στάσεων των μαθητών έναντι εφαρμογών της βιοτεχνολογίας, φαίνεται ότι αυτά ήταν κυρίως η επίκληση κινδύνων, η επίκληση χρησιμότητας και τέλος η επίκληση ηθικής. Η επίκληση γνώσης δεν ήταν ιδιαίτερα συχνή. / This thesis presents the results of a research conducted on a sample of 1019 students attending high school on the 12th grade (1,48% of total student population) in schools which lead to general diplomas, of the school year 2007 – 2008. The objective of the research had three tiers: firstly to investigate the knowledge of students in basic concepts and fundamental knowledge of molecular genetics and genetic engineering procedures. Secondly, to record student attitudes towards modern biotechnology applications and the criteria they use to justify them and thirdly, to find the relationship between knowledge and the according attitudes. According to our results, students are facing serious problems of scientific knowledge in the above mentioned areas. Their main difficulties are found to be in the areas of understanding the way genes function and their association with other structures (proteins and chromosomes), the knowledge of the existence of the same genetic material in all cells of an organism, the ignorance of the differential expression of genes in different cell types, and finally the knowledge of the universality of the genetic code. Also, students do not know the meaning of the term Biotechnology and its modern applications and confuse Biotechnology with the science of Biology and do not focus on the word "technology" that the first one includes, and they also confuse genetic engineering with molecular biology. Regarding the attitude on modern biotechnology applications, students are positive to the use of genetic analysis for therapeutic cloning and gene therapy, and appear negative towards GMOs and against reproductive cloning and selection of genetic features. Finally, the relationship between knowledge and attitude tend to show that better knowledge affects attitude, but not in a unified manner: in some applications of biotechnology attitude is positive and in some others negative. Thus, those who have better knowledge of genetics and biotechnology are mainly more positive towards gene therapy and in a second level towards GMOs, while they are more negative against reproductive cloning and selection of offspring genetic features. There seems to be no (statistically significant) differentiation according to the various genetic tests for reasons of justice, for reasons of health and for therapeutic cloning. Based on our results as of the criteria through which students adopt attitudes towards biotechnology applications, it appears that these were mainly relied to risks and usefulness for mankind, and also morality. The invocation of knowledge was not very frequent.
23

Διερευνώντας όψεις της αποτελεσματικότητας της εκπαιδευτικής πολιτικής στην εκκλησιαστική εκπαίδευση: Το προφίλ, οι στάσεις, οι αντιλήψεις και οι επαγγελματικές επιλογές των μαθητών της

Χριστοφορίδης, Θεόδωρος 11 October 2013 (has links)
Η μελέτη αυτή, εκπονήθηκε με βασικό σκοπό αφενός να πραγματευτεί κριτικά και να ερευνήσει στο χώρο της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης το προφίλ, τις στάσεις, τις αντιλήψεις, και τις επαγγελματικές επιλογές των μαθητών της ως μελλοντικών αποφοίτων όπως αυτά διαμορφώνονται από την παρεχόμενη εκπαίδευση στη βάση της υπαγορευόμενης εκπαιδευτικής πολιτικής αφετέρου να διαπιστώσει το βαθμό επίτευξης των στόχων της ως προσφερόμενης παιδείας. Ακολουθώντας την έρευνα επισκόπησης αναζητήθηκαν και αποτυπώθηκαν το προφίλ, οι στάσεις, και οι αντιλήψεις σε ολόκληρο τον μαθητικό πληθυσμό της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης πανελληνίως. Στην έρευνα συμμετείχαν όλοι οι μαθητές των Εκκλησιαστικών Γυμνασίων και Λυκείων της χώρας κατά τη σχολική χρονιά 2011-2012. Παράλληλα εξετάστηκαν οι επαγγελματικές επιλογές των μαθητών και το πώς αυτές επηρεάζονται από τα προηγούμενα και όλα αυτά εντός της ασκούμενης εκπαιδευτικής πολιτικής σε κάθε έκφανση της μαθητικής ζωής. / This study, conducted with a view to both basic hawker critically and to explore the field of ecclesiastical education profile, attitudes, perceptions and career choices of students as future graduates as they are formed from the training provided at the base of motivated educational policy on the other to determine the extent to which the objectives of education as offered. The survey involved all students of Church Ηigh schools during the school year 2011-2012. Following the investigation review was sought and reflected profile, attitudes, and beliefs across the student population of ecclesiastical education throughout Greece. At the same time examined the career choices of students and how they are influenced by the past and all those within the educational policy practiced in every aspect of student life.
24

Η ακαδημαϊκή και κοινωνική συμμετοχή των κωφών παιδιών στα σχολεία γενικής αγωγής της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

Γρουμπός, Ευάγγελος 09 January 2014 (has links)
Σκοπός της παρούσα διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη της ακαδημαϊκής και κοινωνικής ένταξης των κωφών μαθητών που φοιτούν σε σχολεία γενικής αγωγής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μελετώνται επίσης οι παράγοντες που την επηρεάζουν καθώς και οι μεταξύ τους συσχετίσεις. Αρχικά γίνεται ανασκόπηση της βιβλιογραφίας που σχετίζεται με την κοινωνική και ακαδημαϊκή ένταξη των κωφών μαθητών που φοιτούν στα γενικά σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και των παραγόντων που την επηρεάζουν. Δείγμα της ερευνάς αποτελέσαν 57 εκπαιδευτικοί γενικής αγωγής που έχουν έστω έναν κωφό μαθητή. Το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν ερωτηματολόγιο. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS (Πρόγραμμα Στατιστικής Επεξεργασίας Δεδομένων Κοινωνικών Επιστημών). Μέσα από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε το συμπέρασμα πως τόσο η κοινωνική όσο και η ακαδημαϊκή ένταξη των κωφών μαθητών στα σχολεία γενικής αγωγής της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν έχει επιτευχθεί. Παρόλα αυτά υπάρχουν παράγοντες, όπως ατομικά χαρακτηριστικά των μαθητών, οι οποίοι επηρεάζουν το βαθμό της ένταξης και είναι καθοριστικοί για την επιτυχία της ή όχι. Επιπλέον, το πλαίσιο της ένταξης και πιο συγκεκριμένα ο χρόνος παραμονής του μαθητή στην γενική τάξη και η υποστήριξη που πιθανά έχει είναι καθοριστικοί παράγοντες για την επιτυχία της. Αξίζει να σημειωθεί ακόμα ότι η ακαδημαϊκή ένταξη αποτελεί ένα βασικό παράγοντα για την επιτυχία της κοινωνικής και αντίστροφα. Τέλος είναι επιτακτική η ανάγκη διεξαγωγής αντίστοιχων ερευνών οι οποίες θα διαφωτίσουν ακόμα περισσότερο τα παραπάνω ζητήματα. / The purpose of this dissertation is to study the academic and social inclusion of deaf and hearing impaired students (D/HH) who study at secondary general education schools. The factors which can affect them are carefully studied along with the different relationships between each factor. In the first part of this work we review the related literature in the area of academic and social inclusion of deaf students from secondary general education schools and the factors that affects them. This study is based on data collected through a questionnaire from 57 different high school teachers of the mainstream schools who had in their class at least one deaf student. The results revealed that both academic as well as social inclusion of D/HH students in secondary, regular schools have not been achieved. Despite this however, there are factors, such as personal student characteristics, which affect the degree of inclusion and which also determine success or failure. Other factors which include the framework of inclusion and, more specifically, the amount of time the student spends in regular classes and their support they receive in them are related to their successful inclusion. Furthermore, academic inclusion is an important factor that determines social inclusion and visa-versa. Finally, it is of critical importance that more studies are done in the area of inclusive education of secondary school students in order to determine all the critical factors and issues related to this important subject.
25

Η σχολική και κοινωνική ενσωμάτωση κωφών παιδιών που φοιτούν σε τμήμα ένταξης σε δημοτικό σχολείο γενικής εκπαίδευσης

Κόλλιας, Γεώργιος 11 October 2013 (has links)
Η παρούσα μελέτη εξετάζει τη σχολική και κοινωνική ενσωμάτωση 5 κωφών & βαρήκοων μαθητών που φοιτούν σε περιβάλλον ενσωμάτωσης σε ένα γενικό δημοτικό σχολείο μιας τοπικής περιοχής. Από τους μαθητές που μελετήθηκαν οι 2 παρακολουθούσαν το περιβάλλον της γενικής τάξης με παράλληλη στήριξη ορισμένες ώρες του σχολικού ωραρίου από ειδική δασκάλα. Οι υπόλοιποι 3 μαθητές του σχολείου παρακολουθούσαν κάποιες ώρες του σχολικού ωραρίου τμήμα ένταξης και τις υπόλοιπες συνεκπαιδεύονταν στη γενική τάξη με τους ακούοντες συμμαθητές τους. Για τη μελέτη της σχολικής και κοινωνικής ενσωμάτωσης των κωφών & βαρήκοων μαθητών χρησιμοποιήθηκαν οι ποιοτικές μέθοδοι της παρατήρησης και των ημιδομημένων συνεντεύξεων από τους δασκάλους των μαθητών και το διευθυντή του σχολείου. Συνολικά, έλαβαν χώρα 5 παρατηρήσεις, μία σχολική ημέρα για κάθε παιδί. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν πως η επιτυχία ή η βελτίωση της ήδη υπάρχουσας σχολικής και κοινωνικής ενσωμάτωσης των κωφών & βαρήκοων παιδιών επηρεάζεται από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες όπως είναι: (α) το επίπεδο της απώλειας της ακοής, (β) η ενίσχυση του παιδιού με φροντιστηριακά μαθήματα στο σπίτι, (γ) η πρόβλεψη για στήριξη από ειδικό προσωπικό (όπως λογοθεραπευτή) εντός και εκτός του σχολείου, (δ) η καλύτερη και μεγαλύτερη υλικοτεχνική υποδομή, (ε) η στάση των δασκάλων απέναντι στους κωφούς & βαρήκοους μαθητές & η σχετική γνώση και ενσυναίσθησή τους και (στ) η στάση των μαθητών χωρίς προβλήματα ακοής απέναντι στους κωφούς & βαρήκοους συμμαθητές τους. / The present study examines school (academic progress included) and social integration of 5 deaf and hard of hearing students who are educated in mainstreaming in a general elementary school of a local area. Two students attended general class where special teacher offered her parallel support for some hours of the school day. The rest of the students (that means: 3) were educated for some hours of the school day in the special class for deaf and hard of hearing students and for the rest of the school day the latters were educated parallel with their classmates without hearing disabilities in the general class. We examined school and social integration of deaf and hard of hearing students using the qualitative methods of observation and interviews with the teachers of the students and the head of the school. Five observations took place (observation of a whole school day for each student). Results showed that the success or the improvement of school and social integration of deaf and hard of hearing students depends on different parameters like: (a) the level of hearing loss, (b) additional educational support of the child at home, (c) additional support by special staff (like speech therapist) in and out of the school, (d) better and bigger infrastructure of the general school, (e) the attitudes of the teachers at their students with hearing loss as well as their relative knowledge and self-consciousness and (f) the attitudes of the rest of the schoolmates without hearing disabilities at their deaf and hard of hearing peers.
26

Ορθογραφική ακρίβεια και ορθογραφική συνέπεια στην απόδοση κλιτικών μορφημάτων από μαθητές του δημοτικού σχολείου με και χωρίς αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες

Χαρτουμπέκη, Φωτεινή 07 July 2015 (has links)
Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να μελετήσει την ορθογραφική απόδοση κλιτικών μορφημάτων ουσιαστικών, ρημάτων και επιθέτων της ελληνικής γλώσσας από μαθητές ηλικίας 9 έως 11 ετών. Στη μελέτη συμμετείχαν τρεις ομάδες μαθητών: 21 μαθητές Στ΄ δημοτικού με αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες, 21 μαθητές ίδιας χρονολογικής ηλικίας και 24 μαθητές παρόμοιου αναγνωστικού και ορθογραφικού επιπέδου νεότερης ηλικίας. Αρχικά, χορηγήθηκε στους μαθητές όλων των ομάδων ένα σύνολο δοκιμασιών, οι οποίες αξιολογούσαν τη μη λεκτική τους νοημοσύνη, τη βραχύχρονη μνήμη τους, τις αναγνωστικές και ορθογραφικές τους δεξιότητες. Η πειραματική ορθογραφική δοκιμασία συνίστατο στην ορθογραφική απόδοση ουσιαστικών, επιθέτων και ρημάτων ενσωματωμένων σε κατάλληλα προτασιακά πλαίσια. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι μαθητές με αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες ήταν λιγότερο ακριβείς και συνεπείς στην ορθογραφική απόδοση των κλιτικών μορφημάτων των λέξεων συγκριτικά με τους μαθητές τυπικής ανάπτυξης της Στ΄ τάξης δημοτικού. Οι μαθητές με αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες είχαν παρόμοια επίδοση με αυτή των νεαρότερων μαθητών παρόμοιου αναγνωστικού και ορθογραφικού επιπέδου ως προς την ορθογραφική ακρίβεια και την ορθογραφική συνέπεια στην απόδοση των κλιτικών μορφημάτων. Υπήρξαν βέβαια και κάποιες περιπτώσεις, όπου δεν υπήρξαν διαφοροποιήσεις μεταξύ των ομάδων. Επιπλέον, oι μαθητές και των τριών ομάδων είχαν καλύτερη επίδοση στην ορθογραφική απόδοση των κλιτικών μορφημάτων των ουσιαστικών και των ρημάτων σε σχέση με αυτήν στα κλιτικά μορφήματα των επιθέτων. / The purpose of this study was to examine the spelling of noun's, verb's and adjectives' inflectional morphemes in the Greek language by 9–11-year old children. Three groups participated in this study. Particularly, 21 sixth graders with reading and spelling difficulties, 21 chronological age-matched children and 24 younger reading and spelling-level-matched children. At first, students were assessed on a range of tests of non verbal ability, short-memory abilities, as well as reading and spelling abilities. In the experimental spelling task they were asked to spell nouns, verbs and adjectives in dictated sentences. Children with reading and spelling difficulties were less accurate and less consistent than chronological age-matched children in spelling inflectional morphemes. Moreover, children with reading and spelling difficulties performed similarly to younger reading and spelling-level-matched children as far as spelling accuracy and spelling consistency of inflections are concerned. In some cases of inflectional morphemes the three groups did not differ. Finally, children spelled noun and verb inflections more accurately than adjective inflections.
27

Σύγκριση εκπαιδευτικού υλικού για τη διδασκαλία της γραμματικής σε μη φυσικούς ομιλητές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Δρυ, Ιωάννα 17 September 2012 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας έρευνας είναι ο τρόπος διδασκαλίας της γραμματικής της ελληνικής γλώσσας στους μαθητές που δεν είναι φυσικοί ομιλητές της. Πιο συγκεκριμένα ερευνάται κατά πόσον στα εκπαιδευτικά υλικά που έχουν παραχθεί από το Κέντρο Διαπολιτισμικής Αγωγής του ΕΚΠΑ και από το Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων του ΕΚΠΑ και αφορούν τη διδασκαλία της γραμματικής σε αλλόγλωσσους ακολουθούνται οι αρχές της διδασκαλίας της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας, όπως αυτές καθορίζονται από το Αναλυτικό Πρόγραμμα διδασκαλίας της ελληνικής σε αλλοδαπούς μαθητές. Η σύγκριση αφορά το υλικό που αναφέρεται στη διδασκαλία του επιθέτου (ονοματική φράση) και του μέλλοντα (ρηματική φράση). Βασίστηκε σε ποιοτικά κριτήρια βάσει των οποίων ερευνήθηκε το εκπαιδευτικό υλικό. Στα συμπεράσματα της έρευνας ελήφθησαν υπόψη οι διαφορετικές ανάγκες που κατά περίπτωση καλύπτουν τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά υλικά. Η έρευνα εντάσσεται στο πλαίσιο του γενικότερου προβληματισμού σχετικά με την παραγωγή κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στους αλλόγλωσσους μαθητές που φοιτούν όχι μόνο στα μειονοτικά αλλά και στα υπόλοιπα ελληνικά σχολεία. Ανάλογο εκπαιδευτικό υλικό χρειάζεται να χρησιμοποιείται από τους συναδέλφους όλων των σχολείων με τη μορφή εναλλακτικού ή παράλληλου υλικού, στο πλαίσιο της ενισχυτικής διδασκαλίας ή και της κανονικής σχολικής τάξης για την ενίσχυση της γλωσσομάθειας των αλλοδαπών μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. / -
28

Ορθογραφικά λάθη Ελλήνων και αλλοδαπών μαθητών Δημοτικού

Τζωρτζάτου, Κυριακούλα 21 April 2013 (has links)
Στην εργασία αυτή εστιάζουμε την προσοχή μας στα ορθογραφικά λάθη που εντοπίσαμε σε εκθέσεις αλλοδαπών μαθητών που φοιτούν στις τρεις τελευταίες τάξεις του ελληνικού δημοτικού σχολείου. Στόχος μας είναι η διερεύνηση των εξωγλωσσικών παραγόντων της καταγωγής των αλλοδαπών μαθητών, της περιοχής όπου διαβιούν, του φύλου και της ηλικίας τους στην ανάπτυξη της ορθογραφικής τους ικανότητας στην ελληνική γλώσσα. / In this paper we focus our attention on spelling errors we found in writings of immigrant pupils who study at the three last classes of primary greek school. Our aim is to research the impact of exoglossic parametres, such as the pupil's origin, the region of their living, the puppil's gender and their age, on the development of their spelling capacity in greek language.
29

Ορθογραφική ακρίβεια και ορθογραφική συνέπεια στην απόδοση λεξικών και παραγωγικών μορφημάτων της ελληνικής γλώσσας από μαθητές με και χωρίς δυσκολίες στο γραπτό λόγο

Πανταζοπούλου, Ευαγγελία-Τζέσικα 30 June 2015 (has links)
Η παρούσα έρευνα επικεντρώθηκε στη μελέτη ζητημάτων που αφορούν στη μορφολογική πλευρά της ορθογραφίας, γιατί σε αυτήν φαίνεται να είναι μεγαλύτερες οι δυσκολίες που συναντούν οι μαθητές με και χωρίς δυσκολίες στο γραπτό λόγο. Ειδικότερα, η έρευνα αυτή επιχείρησε να εξετάσει την ορθογραφική απόδοση των βασικών λέξεων και των μορφολογικά πολύπλοκων παράγωγών τους, από ελληνόφωνους μαθητές τυπικής ανάπτυξης και μαθητές με αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες, που φοιτούν στο δημοτικό σχολείο. Πιο συγκεκριμένα, δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 66 μαθητές που φοιτούσαν στις Δ΄ και Στ΄ τάξεις του δημοτικού σχολείου. Αρχικά, οι μαθητές εξετάστηκαν σε ορισμένες προδοκιμασίες, οι οποίες αξιολογούσαν τη μη λεκτική νοημοσύνη, τη βραχύχρονη μνήμη και τις αναγνωστικές και ορθογραφικές δεξιότητές τους. Τα αποτελέσματα από τις δοκιμασίες αυτές, οδήγησαν στην επιλογή των μαθητών που θα συγκροτούσαν την κάθε ομάδα αλλά και στις εξισώσεις των ομάδων μεταξύ τους. Οι ερευνητικές ομάδες ήταν τρεις: η πειραματική ομάδα και οι δύο ομάδες ελέγχου. Η πειραματική ομάδα περιείχε 21 μαθητές της Στ΄ τάξης με αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες, η ομάδα ελέγχου Ι περιείχε 21 μαθητές τυπικής ανάπτυξης της Στ΄ τάξης και η ομάδα ελέγχου ΙΙ απαρτιζόταν από 24 μαθητές τυπικής ανάπτυξης της Δ΄ τάξης. Η πειραματική ομάδα εξισώθηκε ως προς τη χρονολογική ηλικία και το νοητικό επίπεδο με την ομάδα ελέγχου Ι και με την ομάδα ελέγχου ΙΙ ως προς το αναγνωστικό, ορθογραφικό και νοητικό επίπεδο. Έπειτα, οι μαθητές εξετάστηκαν στην πειραματική ορθογραφική δοκιμασία με στόχο την εξέταση της ορθογραφικής ακρίβειας, της ορθογραφικής συνέπειας και του συνυπολογισμού της ορθογραφικής ακρίβειας και συνέπειάς τους, σε σχέση με την απόδοση λεξικών μορφημάτων και παραγωγικών επιθημάτων λέξεων της ελληνικής γλώσσας. Οι λέξεις που συμπεριλήφθηκαν στη δοκιμασία αυτή έλαβαν τη μορφή ‘Βάση – Παράγωγη’ λ.χ. διαφημίζω-διαφημίσεις. Για τον υπολογισμό της ορθογραφικής ακρίβειας, τα λεξικά μορφήματα και τα παραγωγικά επιθήματα των λέξεων χωρίστηκαν σε 140 λεξικά τμήματα-στόχοι. Για τον υπολογισμό της ορθογραφικής συνέπειας, ομαδοποιήθηκαν τα λεξικά τμήματα που θα συγκρίνονταν μεταξύ τους σε 52 ομάδες λεξικών τμημάτων. Τα κυριότερα αποτελέσματα ήταν τα εξής: όσον αφορά στις συσχετίσεις, προέκυψαν στατιστικώς σημαντικοί δείκτες μεταξύ όλων των τιμών των ανεξάρτητων μεταβλητών μεταξύ τους, καθώς και μεταξύ των τελευταίων και των εξαρτημένων μεταβλητών «ποσοστό ορθογραφικής ακρίβειας», «ποσοστό ορθογραφικής συνέπειας» και «ποσοστό ορθογραφικής ακρίβειας και συνέπειας» της πειραματικής ορθογραφικής δοκιμασίας, με εξαίρεση τη μη λεκτική νοημοσύνη, η οποία φάνηκε να συσχετίζεται σημαντικά μόνο με τις δύο τελευταίες. Επιπλέον, σε όλες τις μετρήσεις της πειραματικής ορθογραφικής δοκιμασίας, οι μαθητές της Στ΄ τάξης με αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες σημείωσαν χαμηλότερη επίδοση στην ορθογραφική απόδοση των λεξικών μορφημάτων και παραγωγικών επιθημάτων των λέξεων-στόχων συγκριτικά με τους τυπικούς συνομηλίκους τους. Παράλληλα, είχαν παρόμοια επίδοση σε σχέση με τους νεαρότερους τυπικούς μαθητές της Δ΄ τάξης. Ακόμα, οι τρεις ομάδες είχαν καλύτερη επίδοση στην ορθογραφική απόδοση των λεξικών μορφημάτων και παραγωγικών επιθημάτων των ουσιαστικών και των επιθέτων συγκριτικά με αυτήν των ρημάτων. Τα ευρήματα αυτά, επιβεβαιώνουν το προφίλ των μαθητών με δυσκολίες στο γραπτό λόγο που έχει φανεί σε προγενέστερες έρευνες, δηλαδή ότι υπάρχει μία καθυστέρηση στις ορθογραφικές δεξιότητες των μαθητών με αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες σε σχέση με την ηλικία που διανύουν. Επιπρόσθετα, τα υψηλά ποσοστά των τριών ομάδων στην ορθογραφική συνέπεια μάς επιτρέπουν τον ισχυρισμό πως οι μαθητές χρησιμοποιούν μορφολογικές στρατηγικές κατά την παραγωγή ορθογραφημένης γραφής. Ωστόσο, οι τυπικοί μαθητές της Στ΄ φαίνεται να χρησιμοποιούν πιο εκτεταμένα τις μορφολογικές στρατηγικές, αφού παρήγαγαν περισσότερες συνεπείς και σωστές ορθογραφικές αποδόσεις των κοινών λεξικών τμημάτων σε σύγκριση με τους συνομήλικους μαθητές με αναγνωστικές και ορθογραφικές δυσκολίες και τους τυπικούς μαθητές της Δ΄ τάξης. Αν και τα αποτελέσματα της ορθογραφικής συνέπειας ενισχύουν τη χρήση μορφολογικών στρατηγικών, δεν αποκλείουν τη χρήση άλλων στρατηγικών στις οποίες εμπλέκεται ο παράγοντας της μνήμης (λ.χ. απομνημονευτικές στρατηγικές. Τέλος, αν και οι τυπικοί μαθητές της Στ΄ τάξης είχαν σημείωσαν υψηλότερο συνολικό ποσοστό ορθογραφικής ακρίβειας σε σύγκριση με τις άλλες δύο ομάδες, υπήρξαν περιπτώσεις λεξικών τμημάτων, κατά την ορθογραφική απόδοση των οποίων, οι μαθητές και των τριών ερευνητικών ομάδων σημείωσαν είτε υψηλό είτε χαμηλό ποσοστό ορθογραφικής ακρίβειας. Η απουσία στατιστικώς σημαντικής διαφοράς στις περιπτώσεις αυτές, αποτελεί πηγή προβληματισμού και αναδεικνύει το ζήτημα του ρόλου της ορθογραφικής επεξεργασίας εκάστης λέξης. / The present study focused on the examination of matters related to the morphological aspect of spelling. This seems to pose great difficulties to students with or without reading and spelling difficulties. Particularly, this study attempts to examine the spelling of the base and the derived words by Greek-speaking typical achievement students and students with reading and spelling difficulties, all which attended primary school. The participants of this study were 66 fourth and sixth graders. Initially, as part of the testing, students completed a battery of pretests which evaluated their nonverbal intelligence, short-term memory and reading and spelling skills. The results of these tests led to the selection of the students that would form each group and the matching of the groups. Three research groups of participants took part in this study: an experimental group and two control groups. The experimental group consisted of 21 typical achievement sixth graders, control group I consisted of 21 sixth graders with reading and spelling difficulties and control group II comprised 24 typical achievement sixth graders. A reading/spelling level match design was employed. The experimental group was matched in terms of chronological age and intellectual level (chronological age-matched group) with control group I whereas with control group II in terms of reading, spelling and intellectual level (reading/spelling level-matched group). In addition, students were assessed on a spelling task that was designed to examine their spelling accuracy, their spelling consistency and their spelling accuracy-consistency in spelling lexical morphemes and derivational suffixes of Greek words. The experimental items in the spelling task were morphologically related word-pairs (base and derivation). To test the spelling accuracy, lexical morphemes and derivational suffixes of words were divided into 140 lexical parts. To test the spelling consistency, these lexical parts were grouped in 52 groups. The main results are as follows: as far as the correlations are concerned, apart from non-verbal intelligence, there is statistically significant indicators among all independent variables and between the independent and the dependent variables “percentage of spelling accuracy”, “percentage of spelling consistency” and “percentage of spelling accuracy and consistency” of the spelling task. Moreover, in the measurements of the spelling task, students with reading and spelling difficulties performed poorly in spelling lexical morphemes and derivational suffixes compared to their typical achievement peers. At the same time, their performance was similar to the performance of typical achievement fourth graders. In addition, the three groups had a better performance in spelling the lexical morphemes and derivational suffixes of nouns and of adjectives than of verbs. These findings confirm the profile of students with reading and spelling difficulties that has been shown in previous studies. In particular, it seems that there is a delay in the spelling skills of students with reading and spelling difficulties. This is consistent with a spelling delay hypothesis, rather than a spelling deviance hypothesis. Furthermore, the groups’ high percentages in spelling consistency allow us to claim that students use morphological strategies when they spell morphologically related words. However, typical achievement sixth graders seem to make greater use of morphological strategies, since they produce more consistent and correct spellings of the lexical morphemes and derivational suffixes compared to their peers with reading and spelling difficulties and typical achievement fourth graders. Our results suggest the use of morphological strategies, yet they do not exclude the use of other strategies which rely on memory such us memory strategies. Finally, typical achievement sixth graders scored a higher percentage in spelling accuracy compared to the other two groups. However, there were certain parts in which the students’ spellings didn’t differ. Our data show that in these parts students of the three groups scored high or low percentages of spelling accuracy. The absence of statistically significant differences between the three groups in these cases is an area of concern and highlights the role of the orthographic processing of each word.
30

Αυτοεκτίμηση και κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο Ελλήνων και αλλοδαπών μαθητών του δημοτικού σχολείου

Σαμαρά, Αναστασία - Θεοδώρα 19 October 2009 (has links)
Στα πλαίσια της εργασίας αυτής διαπραγματευθήκαμε κυρίως την έννοια της αυτοεκτίμησης και την επίδραση του κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου της οικογένειας σε αυτήν. Για να γίνει περισσότερο αντιληπτή η έννοια της αυτοεκτίμησης, στο δεύτερο κεφάλαιο της εργασίας γίνεται η αποσαφήνιση των όρων και αναφερόμαστε τόσο στην έννοια του εαυτού με τις αντίστοιχες ψυχολογικές προσεγγίσεις όσο και στην έννοια της αυτοαντίληψης. Στο τρίτο κεφάλαιο εξετάζουμε την αυτοεκτίμηση ως έννοια στα πλαίσια τόσο της οικογένειας όσο και της κοινωνίας και του σχολικού περιβάλλοντος. Τέλος επιλέξαμε την διεξαγωγή μιας ποιοτικής έρευνας με ημιδομημένη συνέντευξη και συμμετοχή τεσσάρων εκπαιδευτικών (δασκάλων) για την αποσαφήνιση και επιβεβαίωση / ανάπτυξη της θεωρίας. Στις συνεντεύξεις αυτές οι εκπαιδευτικοί δίνουν μια ενδεικτική εικόνα των αιτιών της χαμηλής αυτοεκτίμησης σε Έλληνες και αλλοδαπούς μαθητές και παρουσιάζουν την επίδραση της μετάβασης στο σχολικό περιβάλλον, του κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου και της κοινωνικής αναγνώρισης που επιζητούν οι μαθητές. / In the context of this work we mainly negotiated the significance of self-estimation and the effect of the socio-economic status of the family in this. In order to make more perceptible the significance of self-estimation, in the second chapter of this work we make the clarification of terms and refer to the significance of self with the corresponding psychological approaches as much as in the significance of self-conception. In the third chapter we examine the self-estimation as significance in the frames of family of what society and school environment. Finally we selected the conduct of qualitative research with semi-structured interview and attendance of four teachers of (schoolteachers) for the clarification and confirmation/growth of theory. In the interviews these teachers give a indicative picture of causes of low self-estimation in Greek and foreign students and they present the effect of passage in the school environment, socio-economic status and social recognition that the students seek.

Page generated in 0.0268 seconds