• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 418
  • 20
  • 1
  • Tagged with
  • 443
  • 358
  • 67
  • 66
  • 65
  • 45
  • 43
  • 42
  • 42
  • 34
  • 32
  • 30
  • 30
  • 29
  • 29
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
321

Μελέτη συστημάτων σεισμικής προστασίας σφαρικών δεξαμενών / A study on seismic protection systems of spherical liquid storage tanks

Δρόσος, Ιωάννης 14 May 2007 (has links)
Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η δυναμική συμπεριφορά μιας τυπικής σφαιρικής δεξαμενής για την εφαρμογή διάφορων συστημάτων σεισμικής προστασίας. Πέντε διαφορετικά συστήματα σεισμικής προστασίας εξετάζονται:Οι αποσβεστήρες ιξώδους απόσβεσης, οι αποσβεστήρες τριβής και οι μη-λυγίζοντες μεταλλικοί σύνδεσμοι που η λειτουργία τους βασίζεται στην κατανάλωση σεισμικής ενέργειας, και τα ελαστομερή εφέδρανα υψηλής απόσβεσης και αυτά με πυρήνα μολύβδου που η λειτουργία τους βασίζεται στην απομόνωση της βάσης της δεξαμενής. Η αριθμητική ανάλυση έγινε με την χρήση ενός λεπτομερούς μοντέλου πεπερασμένων στοιχείων που προσομοιώνει την ακριβή γεωμετρία της σφαιρικής δεξαμενής, την επίδραση του φαινομένου αλληλεπίδρασης υγρού-δεξαμενής για ενδεικτικά ποσοστά πλήρωσης, την αλληλεπίδραση εδάφους-δεξαμενής και την μη-γραμμική συμπεριφορά των συστημάτων σεισμικής προστασίας. Παρουσιάζονται αποτελέσματα της τέμνουσας δύναμης βάσης, της κατακόρυφης μετατόπισης της ελεύθερης επιφάνειας του περιεχόμενου υγρού και οριζόντιες μετατοπίσεις χαρακτηριστικών σημείων της δεξαμενής, για καθε περίπτωση συστήματος σεισμικής προστασίας υπό σεισμική διέγερση, και συγκρίνονται με τα αντίστοιχα που προκύπτουν για την σφαιρική δεξαμενή με τους συμβατούς χιαστούς συνδέσμους. / Various seismic protection systems are used to study numerically the dynamic behavior of a typical spherical liquid storage tank. Five different anti-seismic devices are investigated; nonlinear viscous dampers, buckling restrained braces and friction devices based on the passive energy dissipation technique and lead core and high damping rubber bearings based on base isolation technique. The numerical analysis is performed by means of a detailed finite element model, taking into account the exact geometry of the steel tank, the fluid-structure interaction effects for an arbitrary level of filling, the soil-structure interaction as well as the non-linearities introduced by either the dissipative bracing systems. Representative results for base shear forces, vertical displacements of the fluid content and displacements at characteristic locations of the spherical tank are presented and compared to those corresponding to a tank with a conventional bracing system.
322

Διερεύνηση των τεχνικογεωλογικών συνθηκών στο Νομό Αχαΐας σχετικά με την αναζήτηση αδρανών υλικών για διάφορες χρήσεις / Research of the engineering geological conditions of Achaia prefecture in order to find materials suitable for aggregates

Σπυρόπουλος, Ανδρέας 22 June 2007 (has links)
Σκοπός της διατριβής είναι η διερεύνηση των τεχνικογεωλογικών συνθηκών στο Νομό Αχαΐας σχετικά με την αναζήτηση αδρανών υλικών για διάφορες χρήσεις. Εξετάζονται οι γενικές, γεωμετρικές, φυσικές και μηχανικές ιδιότητες των χαλαρών αποθέσεων του Νομού οι οποίες βρίσκονται σε αφθονία στην περιοχή και μπορούν να αποτελέσουν φυσικά κοιτάσματα απόληψης αδρανών υλικών χαμηλής ποιότητας και των ασβεστολιθικών σχηματισμών που χρησιμοποιούνται κατά βάση για την παραγωγή θραυστών αδρανών. Δημιουργήθηκε βάση δεδομένων με τη βοήθεια των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών όπου αποτυπώνονται σε χάρτες οι περιοχές που πληρούν τα κριτήρια για να χρησιμοποιηθούν ως πηγές λήψης αδρανών υλικών με στόχο την ορθολογική διαχείριση. Τα κυριότερα προβλήματα που παρουσιάζουν οι χαλαρές αδρομερείς αποθέσεις που εξετάστηκαν είναι το μεγάλο ποσοστό παιπάλης σε πολλές περιοχές καθώς και η παρουσία κερατολιθικού υλικού που φτάνει σε ποσοστό μέχρι και 23%. / In this thesis the engineering geological conditions in Achaia prefecture are examined, in order to find materials suitable for aggregates. The general, geometrical, physical and mechanical parameters of the sand and gravel deposits examined as they are in abundance in the wider area in order to locate areas suitable for the quarrying of low quality aggregates. Moreover limestone representative samples were examined as crushed stone aggregates. Issues such as location, abundance, type and quality and general characteristics of aggregate addressed using GIS technology, while because statutory regulations, technological capabilities and available funding change with time, the maps are designed to provide a resource data base that will be useful over the years. The main problems of the examined deposits are the localy high percentage of filler which deminish the results of the sand equivalent and the quite high percentage of chert content which deminish their density and increase their soundness.
323

Ατομιστική προσομοίωση αυτο-οργανούμενων μονοστρωματικών συστημάτων αλκανοθειολών σε επιφάνειες μετάλλων

Αλεξιάδης, Ορέστης 12 February 2008 (has links)
Τα αυτό -οργανούμενα μονοστρωματικά συστήματα (self-assembled monolayers, SAMs) παρουσιάζουν μεγάλο τεχνολογικό και βιομηχανικό ενδιαφέρον καθώς προσφέρουν μοναδική ευκαιρία για την κατανόηση των διεπιφανειακών φαινομένων και των διεργασιών που σχετίζονται με αυτά. Ο έλεγχος των ιδιοτήτων διαβροχής και λίπανσης της επιφάνειας , η επιλεκτική ρόφηση διαφόρων ειδών μορίων (π .χ ., μεγάλων βιολογικών μορίων) για το σχηματισμό επιπρόσθετου μονοστρώματος προς μία προεπιλεγμένη δομή (π.χ ., με συγκεκριμένο μοριακό προσανατολισμό), ο σχεδιασμός βιοαισθητήρων αλλά και άλλα παραδείγματα αποτελούν μερικές μόνο από τις πιο διαδεδομένες εφαρμογές των SAMs. Στην παρούσα εργασία εστιάσαμε στο πιο διαδεδομένο σύστημα SAM, αυτό που δημιουργείται κατά τη ρόφηση μορίων αλκανοθειολών σε επιφάνεια χρυσού (R-SH/ Au(111)). Πιο συγκεκριμένα διερευνήσαμε τις δομικές ιδιότητες καθώς και τις ιδιότητες διαμόρφωσης του σχηματιζόμενου μονοστρώματος με τη βοήθεια ενός καινούργιου αλγορίθμου Monte Carlo (MC) που σχεδιάσαμε στο εργαστήριο, βασισμένου σ’ ένα ιδιαίτερα αποδοτικό μίγμα τόσο απλών όσο και πιο σύνθετων (συχνά μη φυσικών) κινήσεων για τη δειγματοληψία απεικονίσεων του συστήματος. Η καινοτομία του αλγόριθμου MC συνίσταται στο ότι, ανεξάρτητα από την αρχική απεικόνιση του συστήματος, έχει την ικανότητα να οδηγεί αποτελεσματικά όλα τα μόρια της αλκανοθειόλης επάνω στο υπόστρωμα του χρυσού με αποτέλεσμα στο τέλος της προσομοίωσης αυτό να χαρακτηρίζεται από 100% επιφανειακή κάλυψη. Κατά τον τρόπο αυτό παρακάμπτεται ένας σημαντικός περιορισμός των προηγούμενων μεθόδων , οι οποίες ουσιαστικά προ-υπέθεταν την αρχική απεικόνιση του συστήματος (στη βάση πειραματικών δεδομένων). Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη ένα εκτεταμένο σύνολο αντιγράφων του συστήματος καθένα από τα οποία προσομοιώνεται σε μία διαφορετική τιμή της διαμέτρου van der Waals των ατόμων θείου, σss, και επιχειρώντας ανταλλαγές απεικονίσεων μεταξύ συστημάτων με παρακείμενες τιμές σss, ο νέος αλγόριθμος μας επέτρεψε να προσομοιώσουμε αποτελεσματικά πρότυπα συστήματα R-SH/Au(111) για ένα φάσμα τιμών της παραμέτρου σss από 4.25 Å που αντιστοιχεί στο μοριακό μοντέλο των Hautman-Klein [J. Chem. Phys., 1988; 1989] έως 4.97 Å που αντιστοιχεί στο μοριακό μοντέλο των Siepmann-McDonald [Langmuir, 1993]. Η εφαρμογή του αλγορίθμου MC επεκτάθηκε ακολούθως σε συστήματα αλκανοθειολών ροφημένων σε διαφορετικά μεταλλικά υποστρώματα, με σκοπό τη μελέτη της επίδρασης του είδους της μεταλλικής επιφάνειας στις δομικές ιδιότητες των συστημάτων SAMs. Προς την κατεύθυνση αυτή, αρχικά εκτελέστηκαν κβαντομηχανικοί υπολογισμοί ( ab initio calculations) για ένα μόριο μεθανοθειόλης ροφημένου σε επιφάνεια χρυσού, αργύρου ή πλατίνας και τα αποτελέσματα χρησιμοποιήθηκαν για την εξαγωγή ενός κλασσικού δυναμικού για την περιγραφή των αλληλεπιδράσεων μεταξύ θείου -μετάλλου. Με το δυναμικό αυτό διεξήχθησαν στη συνέχεια ατομιστικές προσομοιώσεις MC για διάφορα μοριακά μήκη συστημάτων SAMs R-SH και στη συνέχεια έγινε ανάλυση των δεδομένων, με έμφαση στην εξάρτηση των δομικών ιδιοτήτων του σχηματιζόμενου φιλμ (μοριακός προσανατολισμός, διαμόρφωση αλυσίδων και στατιστική των ατελειών gauche) από τη φύση του μεταλλικού υποστρώματος. Στο τελευταίο στάδιο της διατριβής εστιάσαμε στη μελέτη της θερμοκρασίας υαλώδους μετάπτωσης Tg ισότροπων συστημάτων αλλά και λεπτών υμενίων πολυαιθυλενίου (PE) με τις αλυσίδες εμφυτευμένες σε σκληρή, ενθαλπικά ουδέτερη επιφάνεια και σχετικά μεγάλη πυκνότητα εμφύτευσης. Για το λόγο αυτό επεκτάθηκε η μεθοδολογία προσομοίωσης MC σε χαμηλές θερμοκρασίες (κοντά στο ή ακόμα και χαμηλότερα από το σημείο Tg) χρησιμοποιώντας την πολύ δραστική κίνηση MC αναγεφύρωσης άκρων (end-bridging, EB). Τα δεδομένα της προσομοίωσης για την εξάρτηση της πυκνότητας και της ενθαλπίας από την θερμοκρασία χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της θερμοκρασίας υαλώδους μετάπτωσης, με το αποτέλεσμα να συμφωνεί σχεδόν επακριβώς με την αντίστοιχη πειραματική τιμή για ημικρυσταλλικό πολυαιθυλένιο στο όριο μηδενικού βαθμού κρυσταλλικότητας (προβλεπόμενη τιμή Tg μεταξύ 220 και 240 Κ). / Self-assembled monolayers (SAMs) find numerous applications in a variety of fields: in the production of thin films from organic materials, in optics and electronics, as means for controlling the hydrophobic or hydrophilic behavior of a surface, as coatings for the protection of surfaces from corrosion, in molecular recognition, and more recently even as biosensors. In an effort to understand the mechanisms and interactions controlling chain organization and packing in these systems and how these affect their macroscopic properties, the present thesis has focused on the development of a Monte Carlo (MC) algorithm, built around a set of simpler but also more complex (sometimes non-physical) moves, for the atomistic simulation of the SAM structures formed by the adsorption of short alkanethiol molecules on a Au(111) surface. The innovation of the MC algorithm is that it is capable of efficiently driving all alkanethiol molecules to the Au(111), thereby leading to full surface coverage, irrespective of the initial setup of the system. This circumvents a significant limitation of previous methods in which the simulation typically starts from optimally packed structures on the substrate that are close to thermal equilibrium. Further, by considering an extended ensemble of configurations each one of which corresponds to a different value of the sulphur-sulphur repulsive core potential, σ ss , and by allowing for configurations to swap between different σ ss values, the new algorithm can adequately simulate model R-SH/ Au(111) systems for values of σ ss ranging from 4.25 Å corresponding to the Hautman-Klein molecular model [J. Chem. Phys., 1988; 1989] to 4.97 Å corresponding to the Siepmann-McDonald model [Langmuir, 1993]. A thorough investigation of the variation of molecular organization and ordering on the Au(111)substrate with chain length is presented. In a parallel study, the MC method was extended to alkanethiol SAM systems on different metal surfaces. This has allowed us to perform a detailed investigation of the substrate’s effect on the structure and conformation of the above systems through atomistic MC simulations based on a first-principles density functional modeling of the sulphur-metal interaction. Ab initio calculations on a methanethiol molecule adsorbed on gold, silver and platinum surfaces were conducted and the data obtained were used to develop an accurate classical force field which served as an input to the new MC algorithm. Emphasis was given primarily to the study of the effect of the substrate on the structural properties of the simulated R-SH SAM systems, like molecular orientation, molecular conformation, and statistics of gauche defects. In the last part of this thesis, and in an attempt to investigate the phenomenon of glass transition ( Tg ), the MC algorithm was employed in simulations with a less complex, than the SAM structures, system, that of amorphous polyethylene (PE). Two sets of simulations were executed: one with a bulk, isotropic sample, and the other with a thin film in which all PE chains were grafted on a hard surface on the one side and exposed to vacuum on the other. In all cases, the simulations were carried out for very long times in order for the autocorrelation function of the chain end-to-end vector to drop practically to zero. For both systems, the value of the glass transition temperature Tg was extracted using volumetric and enhtalpic simulation data and it was found to be between 220 and 240K, i.e., in remarkable agreement with measured data for semicrystalline PE in the limit of zero crystallinity. Additional results about the temperature dependence of the conformational (e.g., the equilibrium mean-square chain end-to-end distance) and structural (e.g., the intermolecular pair distribution function) properties in the two PE systems were also obtained and discussed in detail.
324

Τεχνικές προκωδικοποίησης συστημάτων ΜΙΜΟ βασισμένες σε οικονομική αναπαράσταση καναλιών

Σταυρίδης, Αθανάσιος 24 October 2008 (has links)
Τα τελευταία χρόνια και κυρίως μετά το 1996 έχει παρουσιαστεί ένα έντονο ενδιαφέρον γύρω από τα ασύρματα συστήματα MIMO (Συστήματα Πολλών Εισόδων και Πολλών Εξόδων). Η βασική αιτία που δημιούργησε αυτό το ενδιαφέρον ήταν η θεωρητική ανάλυση της χωρητικότητας που επιτυγχάνεται με τη χρήση πολλαπλών κεραιών τόσο στο δέκτη όσο και στον πομπό. Ωστόσο πέρα από την αύξηση της χωρητικότητας τα συστήματα MIMΟ έχουν μια σειρά από επιπλέον πλεονεκτήματα, επιτυγχάνουν ανεκτικότητα στην εξασθένιση, αυξάνουν την φασματική αποδοτικότητα, μειώνουν την κατανάλωση ενέργειας καθώς και το κόστος χρήσης και κατασκευής ασύρματων δικτύων. Έχοντας λάβει υπ’ όψιν τα παραπάνω και έχοντας κάνει ήδη μια αρχική έρευνα στο τι υπάρχει στην επιστημονική βιβλιογραφία γύρω από τα συστήματα MIMO, επιλέξαμε να ασχοληθούμε με την συγκεκριμένη τεχνολογία και πιο συγκεκριμένα με την προ-κωδικοποίηση πομπού, όταν τα κανάλια που διαθέτουμε είναι συχνοτικά επιλεκτικά (frequency selective). Το πρόβλημα που μας απασχόλησε είναι η διερεύνηση τεχνικών κωδικοποίησης των δεδομένων του πομπού, πριν αυτά μεταδοθούν, ούτως ώστε να μπορέσει να απλοποιηθεί η σχεδίαση του δέκτη. Στην περίπτωση των συχνοτικά επιλεκτικών καναλιών πέρα από τον πανταχού παρόντα Γκαουσιανό θόρυβο έχουμε να αντιμετωπίσουμε και τη διασυμβολική παρεμβολή (Intersymbol Interference - ISI) . Στόχος μας είναι να μπορέσουμε να μετατοπίσουμε τη διαδικασία της ισοστάθμισης από το δέκτη στον πομπό, όπου, στην περίπτωση που ο πομπός είναι ένας σταθμός βάσης, η δυνατότητα υλοποίησης πολύπλοκων διεργασιών είναι μεγαλύτερη, τόσο μεγαλύτερης ανοχής στην κατανάλωση ενέργειας όσο κυρίως, και στη δυνατότητα χρήσης πολύπλοκου υλικού. Το πρόβλημα που τίθεται στην περίπτωση που η ισοστάθμιση γίνει στην μεριά του πομπού είναι η ποιότητα και η ποσότητα της γνώσης του πραγματικού καναλιού. Είναι σχεδόν αδύνατο ο πομπός να έχει πλήρη γνώση του πραγματικού καναλιού, με αποτέλεσμα να πρέπει να αρκεστεί σε γνώση, που στην καλύτερη περίπτωση προσεγγίζει αυτή του πραγματικού καναλιού. Επίσης, πολλές φορές, η ποσότητα της γνώσης που μπορεί να αποσταλεί από το δέκτη – όταν δεν ισχύει η αρχή της αμοιβαιότητας (reciprocity) – είναι περιορισμένη. Από τα παραπάνω καταλαβαίνουμε ότι θα είχε ενδιαφέρον η μελέτη τεχνικών που παρουσιάζουν ανοχή στην ποιότητα της γνώσης του καναλιού καθώς και η συμπεριφορά τους όταν αυτές διαθέτουν μερική ή και περιορισμένη γνώση του πραγματικού καναλιού. Ένας από τους τρόπου αντιμετώπισης όταν συναντούνται συχνοτικά επιλεκτικά κανάλια είναι η χρήση του OFDM με όσα αρνητικά αυτό συνεπάγεται (π.χ. η δυσκολία συγχρονισμού πομπού και δέκτη). Ένας άλλος τρόπος αντιμετώπισης, στην περίπτωση μονής φέρουσας (single carrier), είναι η χρήση προκωδικοποιητων Bezout. Επιλέξαμε να ασχοληθούμε με αυτόν τον τύπου προκωδικοποίητων. Πιο συγκεκριμένα, όταν ο αριθμός των κεραιών του πομπού είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των κεραιών του δέκτη, είναι δυνατόν να εφαρμόσουμε την ταυτότητα Bezout (Bezout Identity) στην μεριά του δέκτη. Με απλά λόγια θα εφαρμόσουμε ένα προ-ισοσταθμιστή επιβολής μηδενικών (zero forcing). Όπως είναι αναμενόμενο, μιας και ο προκωδικοποιητής εφαρμόζεται στην μεριά του πομπού, πριν εμφανιστεί ο Γκαουσιανός θόρυβος, δεν έχουμε ενίσχυση αυτού του θορύβου, ωστόσο είναι δυνατόν να έχουμε σημαντική αύξηση της μεταδιδόμενης ισχύος. Για να λυθεί αυτό το πρόβλημα έχει προταθεί στη βιβλιογραφία η σχεδίαση προκωδικοποιητών Bezout με την χρήση περιορισμών ισχύος. Αυτό που εμείς μελετήσαμε στην περίπτωση των προκωδικοποιητών Bezout (ή FIR προκωδικοποιητών), είναι η συμπεριφορά τους στην περίπτωση που ο πομπός διαθέτει πλήρη ή μερική γνώση του καναλιού. Είδαμε την περίπτωση του σχεδιασμού ενός FIR προκωδικοποιητή κάτω από τον περιορισμό ισχύος μετάδοσης μέσω της μεθόδου Tikhonov Regularization, ενός σημαντικού εργαλείου επίλυσης του προβλήματος των ελαχίστων τετραγώνων κάτω από τη δι-κριτήριο διατύπωση. Τέλος, προτείναμε δύο FIR σχεδιασμούς προκωδικοποιητών για την περίπτωση που ο πομπός διαθέτει παραμετρική (στατιστική) περιγραφή του καναλιού. / The last years, but mainly after 1996 there is an intensive interest in MIMO systems. The reason that created this interest was the capacity that can be achieved by the use of multiple antennas to the transmitter and to receiver. Furthermore, the use of multiple antennas has a number of advantages except from the capacity increase; MIMO can achieve tolerance to fading, spectral efficiency, increased coverage etc. By having considered the above information we decided to work with MIMO systems and especially with precoding techniques for frequency selective channels. In the case of frequency selective channels except from the Gaussian noise we have to treat and with intersymbol interference (ISI) which is an important degradation factor. A very serious reason to handle intersymbol interference at the transmitter side - especially when transmitter is a base station - is to simplify receiver's design. When transmitter is a base station there is a tolerance in power consuming and in the implementation of more complicated hardware. After an extensive bibliographical we concluded to use the theory of Bezout Identity. In the case where the number of antennas at the transmitter is greater than the number of antennas at the receiver it is formed a left-coprime FIR channel. By using the Bezout identity matrix, it is possible to be designed a FIR MIMO precoder that reduce intersymbol interference. Bezout precoder (pre-equalizer) is a zero-forcing (ZF) equalizer. As it is known from bibliography ZF equalizer has the disadvantage that amplifies noise power in deep fades. For the case of Bezout precoder it is not true since there is no noise - noise will appear at the receiver. But there is another disadvantage, Bezout precoder may increase transmit power significantly to overcome deep fades in the singular values of the channel matrix. The solution to the previous phenomenon can be taken by designing ZF precoders under power constraints. The main problem in the case of transmit precoding is the channel knowledge - when reciprocity principle is not valid. In most cases it is not possible to have perfect channel knowledge or even the knowledge that we have may be of bad quality. Another drawback that appears in the case of frequency selective channels is the amounts of information (number of bits) that can be send back to the transmitter - limited feedback. Many works assumed a quasi-static channel - channel doesn't changes for a number of symbols - and perfect channel knowledge. In real world this may not be true. In this master thesis we investigated three things. Firstly, the behavior of Bezout precoders under channel mismatch at the side of transmitter. Secondly, ways that will allows us to decrease channel feedback. And thirdly, which was the most interesting, we proposed two FIR designs that uses statistical channel knowledge.
325

XML και σχεσιακές βάσεις δεδομένων: πλαίσιο αναφοράς και αξιολόγησης / XML and relational databases: a frame of report and evaluation

Παλιανόπουλος, Ιωάννης 16 May 2007 (has links)
Η eXtensible Markup Language (XML) είναι εμφανώς το επικρατέστερο πρότυπο για αναπαράσταση δεδομένων στον Παγκόσμιο Ιστό. Αποτελεί μια γλώσσα περιγραφής δεδομένων, κατανοητή τόσο από τον άνθρωπο, όσο και από τη μηχανή. Η χρήση της σε αρχικό στάδιο περιορίστηκε στην ανταλλαγή δεδομένων, αλλά λόγω της εκφραστικότητάς της (σε αντίθεση με το σχεσιακό μοντέλο) μπορεί να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό \"όχημα\" μεταφοράς και αποθήκευσης πληροφορίας. Οι σύγχρονες εφαρμογές κάνουν χρήση της τεχνολογίας XML εξυπηρετώντας ανάγκες διαλειτουργικότητας και επικοινωνίας. Ωστόσο, θεωρείται βέβαιο ότι η χρήση της σε επίπεδο υποδομής θα ενδυναμώσει περαιτέρω τις σύγχρονες εφαρμογές. Σε επίπεδο υποδομής, μια βάση δεδομένων που διαχειρίζεται την γλώσσα XML είναι σε θέση να πολλαπλασιάσει την αποδοτικότητά της, εφόσον η βάση δεδομένων μετατρέπεται σε βάση πληροφορίας. Έτσι, όσο οι εφαρμογές γίνονται πιο σύνθετες και απαιτητικές, η ενδυνάμωση των βάσεων δεδομένων με τεχνολογίες που φέρουν/εξυπηρετούν τη σημασιολογία των προβλημάτων υπόσχεται αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση στο παραπάνω μέτωπο. Αλλά ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος αποδοτικού χειρισμού των XML εγγράφων (XML documents); Με μια πρώτη ματιά η απάντηση είναι προφανής. Εφόσον ένα XML έγγραφο αποτελεί παράδειγμα μιας σχετικά νέας τεχνολογίας, γιατί να μη χρησιμοποιηθούν ειδικά συστήματα για το χειρισμό της; Αυτό είναι πράγματι μια βιώσιμη προσέγγιση και υπάρχει σημαντική δραστηριότητα στην κοινότητα των βάσεων δεδομένων που εστιάζει στην εκμετάλλευση αυτής της προσέγγισης. Μάλιστα, για το σκοπό αυτό, έχουν δημιουργηθεί ειδικά συστήματα βάσεων δεδομένων, οι επονομαζόμενες \"Εγγενείς XML Βάσεις Δεδομένων\" (Native XML Databases). Όμως, το μειονέκτημα της χρήσης τέτοιων συστημάτων είναι ότι αυτή η προσέγγιση δεν αξιοποιεί την πολυετή ερευνητική δραστηριότητα που επενδύθηκε για την τεχνολογία των σχεσιακών βάσεων δεδομένων. Είναι πράγματι γεγονός ότι δεν αρκεί η σχεσιακή τεχνολογία και επιβάλλεται η ανάγκη για νέες τεχνικές; Ή μήπως με την κατάλληλη αξιοποίηση των υπαρχόντων συστημάτων μπορεί να επιτευχθεί ποιοτική ενσωμάτωση της XML; Σε αυτήν την εργασία γίνεται μια μελέτη που αφορά στην πιθανή χρησιμοποίηση των σχεσιακών συστημάτων βάσεων δεδομένων για το χειρισμό των XML εγγράφων. Αφού αναλυθούν θεωρητικά οι τρόποι με τους οποίους γίνεται αυτό, στη συνέχεια εκτιμάται πειραματικά η απόδοση σε δύο από τα πιο δημοφιλή σχεσιακά συστήματα βάσεων δεδομένων. Σκοπός είναι η χάραξη ενός πλαισίου αναφοράς για την αποτίμηση και την αξιολόγηση των σχεσιακών βάσεων δεδομένων που υποστηρίζουν XML (XML-enabled RDBMSs). / The eXtensible Markup Language (XML) is obviously the prevailing model for data representation in the World Wide Web (WWW). It is a data description language comprehensible by both humans and computers. Its usage in an initial stage was limited to the exchange of data, but it can constitute an effective \"vehicle\" for transporting, handling and storing of information, due to its expressiveness (contrary to the relational model). Contemporary applications make heavy use of the XML technology in order to support communication and interoperability . However, supporting XML at the infrastructure level would reduce application development time, would make applications almost automatically complient to standards and would make them less error prone. In terms of infrastructure, a database able to handle XML properly would be beneficial to a wide range of applications thus multiplying its efficiency. In this way, as long as the applications become more complex and demanding, the strengthening of databases with technologies that serve the nature of problems, promises more effective confrontation with this topic. But how can XML documents be supported at the infrastructure level? At a first glance, the question is rhetorical. Since XML constitutes a relatively new technology, new XML-aware infrastructures can be built from scratch. This is indeed a viable approach and there is a considerable activity in the research community of databases, which focuses on the exploitation of this approach. In particular, this is the reason why special database systems have been created, called \"Native XML Databases\". However, the disadvantage of using such systems is that this approach does not build on existing knowledge currently present in the relational database field. The research question would be whether relational technology is able to support correctly XML data. In this thesis, we present a study concerned with the question whether relational database management systems (RDBMSs) provide suitable ground for handling XML documents. Having theoretically analyzed the ways with which RDBMSs handle XML, the performance in two of the most popular relational database management systems is then experimentally assessed. The aim is to draw a frame of report on the assessment and the evaluation of relational database management systems that support XML (XML-enabled RDBMSs).
326

Ευφυές σύστημα χορήγησης ασφαλειών

Δασκαλάκη, Ευφροσύνη 14 December 2009 (has links)
Στην εργασία που ακολουθεί, ασχολούμαστε με την εφαρμογή μεθόδων Τεχνητής Νοημοσύνης σε ένα πραγματικό πρόβλημα, που αναφέρεται στην διάγνωση του βαθμού ασφαλισιμότητας ενός πελάτη μιας ασφαλιστικής εταιρείας. Η ανάγκη για την εφαρμογή αυτή προέκυψε από το γεγονός ότι πολλές φορές ο εμπειρογνώμονας της εταιρείας δεν είναι διαθέσιμος, αλλά και όταν είναι, χρειάζεται ένα συμβουλευτικό πρόγραμμα. Πιο συγκεκριμένα, για τη λύση του προβλήματος χρησιμοποιούνται: α) ένα ασαφές έμπειρο σύστημα υλοποιημένο με τη βοήθεια του εργαλείου FuzzyCLIPS, β) ένα έμπειρο σύστημα που χρησιμοποιεί κανόνες με συντελεστές βεβαιότητας τύπου MYCIN, γ) ένα έμπειρο σύστημα που χρησιμοποιεί κανόνες με συντελεστές βεβαιότητας τύπου weighted, υλοποιημένα και τα δύο με βάση το εργαλείο CLIPS και δ) ένα νευρωνικό δίκτυο υλοποιημένο με βάση το εργαλείο WEKA. Στο τέλος συγκρίνουμε τα παραπάνω συστήματα με βάση κάποιες μετρικές. Πριν να ξεκινήσουμε την ανάλυση του προβλήματός μας και των υλοποιήσεων των παραπάνω συστημάτων, αναλύουμε λίγο παραπάνω τους όρους και τα εργαλεία που ήδη αναφέραμε, δίνοντας περισσότερες πληροφορίες για την προέλευση τους, τα χαρακτηριστικά τους, τη χρησιμότητά τους, κτλ. Έτσι, αρχικά δίνουμε περισσότερα στοιχεία για τον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης και πώς αυτός έχει εξελιχτεί στις τελευταίες δεκαετίες, και αναλύουμε τη συσχέτιση των Έμπειρων Συστημάτων με την Τεχνητή Νοημοσύνη, τα χαρακτηριστικά τους, τη δομή τους, τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά τους. Στη συνέχεια, αναλύουμε τα τρία εργαλεία που θα χρησιμοποιήσουμε και τις δυνατότητες αυτών. Κι αφού δώσουμε περισσότερες πληροφορίες για το πρόβλημα της ‘Ασφαλισιμότητας’ και τον τρόπο που το αντιμετωπίζουμε, γίνεται παρουσίαση των παραπάνω ευφυών συστημάτων και των αποτελεσμάτων τους σε συγκεκριμένο σύνολο δεδομένων. Τέλος, προχωράμε σε σύγκριση και σχολιασμό των τιμών των μετρικών που προέκυψαν από τις προηγούμενες εφαρμογές, και εξαγωγή των συμπερασμάτων της σύγκρισης. / In the work that follows, we deal with the application of methods of Artificial Intelligence in a real problem, that is concerned with the diagnosis of degree of ‘how safe is to insure a customer’ in an insurance company. The need for this application resulted from the fact that many times over, the expert of the insurance company may not be available, but also when he is, he could use an advisory program. To be more exact, for the solution of the problem described above we use: a) a fuzzy expert system (in our case we use FuzzyCLIPS), b) an expert system that use rules with certainty factors as in the MYCIN tool, c) an expert system that uses rules with certainty factors as in the Weighted tool, both programmed using the CLIPS expert systems tool d) a neural network through WEKA neural network producer tool. Finally, we compare the above mentioned systems by calculating a set of metrics to conclude which method produces the most accurate results. Before analysing our problem and running the systems mentioned above, we analyze fatherly the terms and the tools that we use, providing more information on their characteristics, usefulness, etc. Thus, initially we give more information about Artificial Intelligence and how it has developed in the last decades, and we analyze the cross-correlation of Expert Systems with Artificial Intelligence, their characteristics, their structure, their advantages and disadvantages. After that, we analyze the three tools that we will use, and their possibilities, advantages and disadvantages. After giving more information on the problem of ‘how safe is to insure a customer’ and the way we deal with it, we present the above expert systems and their results in a specific dataset. Finally, we compare the metrics that were calculated from the previous applications, and comment on the conclusions of this comparison.
327

Ανάδειξη στα σύγχρονα συστήματα υγείας των δυσλειτουργιών των ΤΕΠ, προτεινόμενες λύσεις και τεχνολογίες

Τσίρου, Αναστασία 30 July 2010 (has links)
Το Τ.Ε.Π ( Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών ) ενός νοσοκομειακού συγκροτήματος είναι Αυτόνομο Τμήμα στελεχωμένο από ιατρικό , νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό και που καλείται να αντιμετωπίσει επείγοντα περιστατικά σε καθημερινή 24ωρη βάση. Αποτελεί το μοναδικό ίσως φορέα παροχής επείγουσας φροντίδας σε ολόκληρους πληθυσμούς νομών, δεδομένης της παντελούς έλλειψης ή ανεπάρκειας στη χώρα μας, υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Οι ανάγκες για παροχή υπηρεσιών υγείας αυξάνονται με ρυθμούς δυσανάλογους σε σχέση με τους διαθέσιμους πόρους για υγειονομική φροντίδα, γεγονός που δυσχεραίνει την εξασφάλιση της αποδοτικής λειτουργίας των Τ.Ε.Π και κατά συνέπεια δεν διασφαλίζεται η παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών. Για να επιτευχθεί η αποδοτική λειτουργία των Τ.Ε.Π θα πρέπει να εξευρεθούν τρόποι και λύσεις που θα αξιοποιούν και τις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνίας (Τ.Π.Ε) για την επιτάχυνση των λειτουργικών διεργασιών του Τ.Ε.Π και για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των περιστατικών, διατηρώντας υψηλά το επίπεδο ικανοποίησης από τις παρεχόμενες υπηρεσίες όλων των ασθενών. / -
328

Σχεδίαση δικτύων υψηλών τάσεων με εργαλεία πληροφορικής για σύνδεση μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

Λαζάρου, Σταύρος 27 December 2010 (has links)
Στην εργασία αυτή προτείνεται η δημιουργία ενός κατάλληλου περιβάλλοντος ανάλυσης για Συστήματα Ηλεκτρικής Ενέργειας. Για την αποτελεσματική του λειτουργία είναι απαραίτητη η συλλογή, αποθήκευση, διαχείριση, επεξεργασία, ανάλυση και παρουσίαση όλων των δεδομένων που σχετίζονται με την ανάλυση του δικτύου όταν σε αυτό συνδέονται παραγωγές από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Επιλέχθηκε η χρήση των Συστημάτων Γεωγραφικών Πληροφοριών (GIS) λόγω των πλεονεκτημάτων που παρουσιάζουν ως προς την αποθήκευση της πληροφορίας. Τα GIS ταξινομούν τα δεδομένα σε επίπεδα (layers). Κάθε επίπεδο περιλαμβάνει μια συγκεκριμένη πληροφορία (για παράδειγμα το ηλεκτρικό δίκτυο, γεωγραφικά δεδομένα, αιολικό δυναμικό, φωτοβολταϊκό δυναμικό, υδάτινο δυναμικό). Η υπέρθεση όλων των επιπέδων οδηγεί στη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος εξομοίωσης. Στη συνέχεια η πληροφορία αντλείται αυτόματα και αποστέλλεται σε κατάλληλο πρόγραμμα ανάλυσης δικτύων ισχύος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει επιλεγεί για την ανάλυση το πρόγραμμα ATP-EMTP. Η προτεινόμενη τεχνική είναι χρήσιμη για την ανάλυση δικτύων με τοπικές παραγωγές από ΑΠΕ (κατανεμημένη παραγωγή) όπου η μετατροπή του κλασσικού παθητικού δικτύου σε ενεργητικό αναδεικνύει διάφορα λειτουργικά-τεχνικά προβλήματα καθώς και προβλήματα σχεδιασμού. Τα προβλήματα αυτά κυρίως σχετίζονται με θέματα λειτουργίας του συστήματος όπου διαπιστώνεται ότι η διείσδυση της κατανεμημένης παραγωγής επιφέρει τις σημαντικότερες αλλαγές στις πρακτικές που χρησιμοποιούνται. Η διείσδυση της κατανεμημένης παραγωγής αυξάνει την ισχύ βραχυκύκλωσης, άρα και το ρεύμα βραχυκύκλωσης, απαιτώντας ιδιαίτερα μέτρα. Επιπλέον, με τη διείσδυση της κατανεμημένης παραγωγής και την αυξημένη πολυπλοκότητα που αυτή συνεπάγεται, αναδεικνύονται προβλήματα συντονισμού των μέσων προστασίας, αλλά και προβλήματα προστασίας των ίδιων τον μονάδων κατανεμημένης παραγωγής κατά τη σύνδεση και τη λειτουργία τους στο δίκτυο, όπως επίσης και του υπάρχοντος δικτύου με τον εξοπλισμό του. Για την εξομοίωση και ιδιαίτερα για τη μελέτη των μεταβατικών φαινόμενων σε δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας με κατανεμημένη παραγωγή είναι απαραίτητη η ύπαρξη απλών μοντέλων που είναι ικανά να τα εξομοιώσουν με επάρκεια. Η ως τώρα ερευνητική δραστηριότητα σε δυναμικά μοντέλα εστιάζεται κυρίως στις ασύγχρονες και σύγχρονες μηχανές που συμβάλουν καθοριστικά στη λειτουργία του συστήματος (εφαρμόζονται σε ανεμογεννήτριες, υδροηλεκτρικά και σε μονάδες συμπαραγωγής ηλεκτρισμού-θερμότητας). Επίσης έχουν αναπτυχθεί μοντέλα για φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις ενώ υπάρχει έλλειμμα στη κυκλωματική μοντελοποίηση μονάδων παραγωγής με κυψέλες υδρογόνου. Κατόπιν τούτου και στα πλαίσια της εργασίας αναδείχτηκε η ανάγκη για ένα νέο κυκλωματικό μοντέλο κυψελίδων υδρογόνου για χρήση στην ανάλυση ηλεκτρικών δικτύων κυρίως σε επίπεδο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας το οποίο και αναπτύχθηκε. Στόχος ήταν να σχηματιστεί ένα απλουστευμένο αλλά ακριβές ηλεκτρικό ισοδύναμο που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε εξομοιώσεις απότομης μεταβολής του φορτίου. Για την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων του μοντέλου πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις με τη χρήση εργαστηριακής συσκευής κυψελών υδρογόνου ισχύος 1,2 kW. / An ad-hoc environment for electric system analysis is presented in this dissertation. This environment is capable to calculate the steady and dynamic behavior of the electric grid. In order this system to operate adequately the collection, store, compilation, analysis, and presentation of all the data needed is essential. Consequently the use of Geographic Information System (GIS) is proposed, mainly due to their readiness of data store. GIS are classifying the data in layers. Every layer includes a package of information (exempli gratia the electric grid, geographic data, photovoltaic potential wind potential). The anteposition of a group layer creates the complete simulation system. After this, the information needed is dispatched to an appropriate for electric grid simulation program. This program is ATP-EMTP which is able to give reliable results and it is an open source program. The suggested technique could be used for grid analysis with renewable energy generations (distributed generations) where the old designed passive electric grid brings out several questions. These questions are related with grid stability issues where the penetration of distributed generation causes important changes to design procedures used. The distributed generation increases short circuit power at the grid. This creates an increase to short circuit currents and requires additional protection measures. Also protection selectivity issues are created. To simulate adequately the electric grid and especially its dynamic behavior the use of appropriate circuit models is essential. Until now the scientific community created efficient circuit models mainly for asynchronous and synchronous generators. Also models are developed for photovoltaic plants but not for fuel cells. A simple and novel dynamic circuit model for a proton exchange membrane (PEM) fuel cell suitable for the analysis and design of power systems is also presented in this dissertation. To evaluate the effectiveness of the proposed model its dynamic performance under load step changes is simulated. Experimental results coming from a commercial PEM fuel cell module that uses hydrogen from a pressurized cylinder at the anode and atmospheric oxygen at the cathode, clearly verify the simulation results.
329

Σχεδιασμός αυτόνομου φωτοβολταϊκού συστήματος για την τροφοδότηση αγροικίας

Μπουγιούκου, Φανή 20 April 2011 (has links)
Στην περιγραφόμενη διπλωματική εργασία μελετώνται τα αυτόνομα φωτοβολταϊκά συστήματα και γίνεται η μελέτη για την τροφοδότηση μιας αγροικίας στην περιοχή της Πάτρας. Τέτοια συστήματα αποτελούνται από φωτοβολταϊκά πλαίσια, συσσωρευτές και ηλεκτρονικές διατάξεις. Τα πλαίσια είναι αυτά που συλλέγουν την ηλιακή ακτινοβολία και μέσω ενός μηχανισμού, που λέγεται φωτοβολταϊκό φαινόμενο, την μετατρέπουν σε ηλεκτρική ενέργεια. Οι συσσωρευτές αποθηκεύουν ηλεκτρική ενέργεια, την οποία εκμεταλλευόμαστε όταν η ζήτηση είναι μεγαλύτερη από την παραγωγή. Οι ηλεκτρονικές διατάξεις, δηλαδή ο μετατροπέας τάσης και ο ελεγκτής φόρτισης, ευθύνονται για την μετατροπή της συνεχούς ισχύος σε εναλλασσόμενη καθώς, επίσης, και για την ομαλή λειτουργία του συστήματος. Αφού γίνει παρουσίαση όλης της θεωρίας και των μαθηματικών τύπων που απαιτούνται, γίνεται εφαρμογή τους μέσω του σχεδιασμού του κατάλληλου φωτοβολταϊκού συστήματος για την τροφοδότηση της αγροικίας. / The subject of this diploma thesis is the study of stand-alone photovoltaic systems. Such systems include photovoltaic modules, batteries, inverters and charge controllers as well. The photovoltaic modules collect solar energy and transform it into electrical energy via a mechanism that is called photovoltaic effect. Batteries storage electrical energy and are used when the electrical demand is greater than the energy generated by the modules. Inverters are used to convert DC power into AC power and charge controllers connect or disconnect the batteries from the system, as needed. After presenting the theory data required, a stand-alone photovoltaic system is designed so as to supply a country house.
330

Ανάπτυξη αλγορίθμων εποπτικού έλεγχου ασύρματα συνδεδεμένων συστημάτων / Development of algorithms for the supervisory control of wirelessly connected systems

Κανδρής, Διονύσιος 06 October 2011 (has links)
Τα Ασύρματα Συνδεδεμένα Συστήματα αποτελούν ένα διαρκώς διευρυνόμενο τομέα στη σύγχρονη επιστημονική και τεχνολογική εξέλιξη. Το Κεφάλαιο 1 αρχικά εισάγει τον αναγνώστη σε αυτήν την κατηγορία συστημάτων. Στη συνέχειά του, παρουσιάζονται η δομή, οι εφαρμογές και τα προβλήματα που σχετίζονται με τα Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων, που συγκαταλέγονται στα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα ασύρματα συνδεδεμένων συστημάτων. Σε αντιστοιχία με τα προαναφερθέντα, αυτή η διδακτορική διατριβή προσεγγίζει κάποια από τα θέματα ερευνητικού ενδιαφέροντος στα Α.Δ.Α. στοχεύοντας στην επίλυση των αντίστοιχων επιστημονικών προβλημάτων. Το ερευνητικό έργο που εκπονήθηκε, αποτυπώνεται στα επόμενα κεφάλαια της διατριβής ως ακολούθως Στο Κεφάλαιο 2 προσεγγίζεται το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα Α.Δ.Α. κάθε τύπου, δηλαδή αυτό της ενεργειακής ανεπάρκειας. Για το λόγο αυτό επιχειρείται η επίτευξη της εξοικονόμησης ενέργειας σε Α.Δ.Α. μέσω ενός καινοτόμου σχήματος ελέγχου που προτείνεται. Το σχήμα αυτό στοχεύει στην επίτευξη ενεργειακά ευφυούς δρομολόγησης δεδομένων. Η αποτελεσματικότητα του προτεινόμενου σχήματος εξετάζεται μέσω ενός εκτενούς συνόλου προσομοιώσεων που συγκρίνουν την απόδοσή του έναντι αυτής ενός από τα πλέον προηγμένα ιεραρχικά πρωτόκολλα για Α.Δ.Α. Το Κεφάλαιο 3 εστιάζει στη μετάδοση δεδομένων video σε Α.Δ.Α., μελετά τους περιορισμούς στου οποίους υπόκειται αυτή και περιγράφει την ανάπτυξη ενός καινοτόμου σχήματος ελέγχου το οποίο επιδιώκει από κοινού την ενεργειακή εξοικονόμηση και την παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών με ταυτόχρονη ικανοποίηση του διαθέσιμου εύρους ζώνης. Η απόδοση του προτεινόμενου σχήματος τόσο ως προς την ενεργειακή ευφυΐα όσο και προς τη διασφάλιση ποιότητας εξετάζεται μέσω εκτενών προσομοιώσεων. Στο Κεφάλαιο 4 της διατριβής αναπτύχθηκε ένα καινοτόμο σχήμα ελέγχου ποιότητας υπηρεσιών που αφορά τη σειριακή μετάδοση σε Α.Δ.Α. εικόνων οι οποίες χαρακτηρίζονται από χαμηλή ταχύτητα μεταβολής. Το προτεινόμενο σχήμα προσαρμόζει τη συμπίεση των ασύρματα μεταδιδόμενων εικόνων προκειμένου να ικανοποιούνται προκαθορισμένα όρια που αφορούν τον ανώτατο επιτρεπόμενο χρόνο μετάδοσης. Η απόδοση του προτεινόμενου σχήματος εξετάζεται μέσω εκτενών πειραμάτων. Το Κεφάλαιο 5 της διατριβής αυτής ασχολείται με την αντιμετώπιση της συμφόρησης δικτύου σε Α.Δ.Α.. Πιο συγκεκριμένα, ένα καινοτόμο σχήμα ελέγχου, προτείνεται με στόχο την ανίχνευση της επερχόμενης της συμφόρησης και την αποτροπή της περαιτέρω διάδοσής της. Η αποτελεσματικότητα του σχήματος ελέγχεται μέσω εκτεταμένων προσομοιώσεων. Τέλος, στο Κεφάλαιο 6 σκιαγραφείται το ερευνητικό έργο που επιτελέστηκε κατά την εκπόνηση αυτής της διδακτορικής διατριβής. Επιπρόσθετα, συνοψίζεται η επιστημονική συμβολή της διατριβής και παρουσιάζονται τα ερευνητικά συμπεράσματα που προήλθαν μέσω αυτής. Τέλος, προτείνονται κατευθύνσεις μελλοντικής έρευνας σχετικής με τα επιστημονικά θέματα που πραγματεύεται η διατριβή. / Wirelessly connected systems play a rapidly growing role in modern scientific and technological evolution. Chapter 1, at first introduces the reader into this type of systems. Next, the structure, applications and problems associated with the wireless sensor networks, which are among the most typical and widely used examples of wirelessly connected systems are described. In accordance to the aforementioned challenges that the utilization of WSNs faces, a research work has been performed in the context of this doctoral thesis which is organized as follows: In Chapter 2, the issue of energy conservation is approached in WSNs through the energy efficient control of routing. For this reason a novel reactive hierarchical protocol, named SHPER, for energy efficient data routing in WSNs, is proposed. The efficacy of the proposed scheme is examined through extensive simulation tests. Chapter 3 focuses at video communication over WSNs and examines the combined fulfillment of contradictory requirements such as the severe limitations concerning both the available energy resources and bandwidth and the call for high QoS. For this reason, PEMuR, a novel dual control scheme for efficient video communication, which aims at the attainment of both considerable energy saving and high QoS was introduced. Both the energy efficiency and the Qos efficiency of this dual scheme is evaluated through thorough simulations. Chapter 4 examines the transmission of image data over WSNs and introduces a novel QoS control scheme for the sequential transmission over Wireless Sensor Networks of slowly varying images. This scheme aims to adaptively adjust the compression of wirelessly transmitted images in order to conform to predefined upper bounds of the end-to-end image transmission time, while achieving the highest QoS. The effectiveness of the proposed QoS control algorithm is investigated through extended experiments with and without the occurrence of network congestion. Chapter 5 tries to correlate the occurrence of congestion in WSNs with the existence of specific variable and invariant factors and proposes a novel control scheme named PACA, which aims to both predict forthcoming congestion and prevent its further diffusion. The effectiveness of the proposed scheme is examined through extensive simulation tests. Finally, in Chapter 6, the research work performed within the context of this doctoral thesis is summarized. Additionally, the scientific contribution achieved is outlined. Moreover, the conclusions drawn from the research results are presented along with some relevant topics of future research.

Page generated in 0.0328 seconds