• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 137
  • 2
  • 1
  • Tagged with
  • 141
  • 24
  • 22
  • 15
  • 14
  • 12
  • 12
  • 11
  • 10
  • 9
  • 9
  • 9
  • 9
  • 8
  • 8
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
51

Το δίκαιο και η φύσει εξουσία του ισχυρού στον Πλάτωνα και τον Θουκυδίδη υπό το πρίσμα του αντιθετικού ζεύγους νόμος - φύσις

Λιακοπούλου, Αριστέα 25 May 2015 (has links)
Στην παρούσα εργασία εξετάζεται η θεωρία για το δίκαιο και την φύσει εξουσία του ισχυρού στον Πλάτωνα και τον Θουκυδίδη υπό το πρίσμα του αντιθετικού ζεύγους νόμος - φύσις. Συγκεκριμένα εξετάζονται δύο πλατωνικοί διάλογοι, η Πολιτεία και ο Γοργίας και ένα εκτενές και πολυσυζητημένο χωρίο της θουκυδίδειας Ιστορίας, ο διάλογος Αθηναίων - Μηλίων. Αναφορικά με την Πολιτεία διερευνάται η στάση του σοφιστή Θρασύμαχου απέναντι στον νόμο, στο πρώτο βιβλίο. Εν συνεχεία, στον Γοργία, εξετάζεται η εξύψωση του φυσικού δικαίου και της φύσεως εκ μέρους του Καλλικλή, συνομιλητή του Σωκράτη στον εν λόγω πλατωνικό διάλογο. Παράλληλα, ο Καλλικλής περιγράφει τον ιδανικό τύπο ανθρώπου, αλλά και τον ιδανικό τρόπο ζωής. Τέλος, αναφορικά με τον διάλογο Αθηναίων -Μηλίων, το ενδιαφέρον μας εστιάζεται στην εξύψωση του νόμου της φύσεως εκ μέρους των Αθηναίων, στην προσπάθειά τους να πείσουν τους Μήλιους να προσχωρήσουν στην Αθηναϊκή συμμαχία κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου. Σύμφωνα με τον εν λόγω νόμο, οι ισχυροί οφείλουν πάντα να καταδυναστεύουν τους αδυνάτους. Η εξέταση των άνωθι αποσπασμάτων καταδεικνύει την απήχηση που είχαν κατά την διάρκεια του 5ου αιώνα θεωρίες για το δίκαιο και την εξουσία που αντλούν οι ισχυροί, έναντι των αδυνάτων, από την φύση. / The present essay examines the theory about the right and the φύσει strength in two platonic dialogues, the Republic and the Gorgias,and in an extensive passage of the History of Thucydides, the Melian dialogue.
52

Μηχανική συμπεριφορά προηγμένων αεροπορικών κραμάτων μαγνησίου

Χάμος, Απόστολος 28 April 2009 (has links)
Διαχρονικά, ένας από τους βασικότερους στόχους της αεροπορικής βιομηχανίας είναι η μείωση του βάρους των αεροχημάτων προκειμένου να επιτευχθεί αύξηση του οφέλιμου φορτίου και παράλληλα μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων μέσω της μείωσης εκπομπής ρύπων. Στο πλαίσιο αυτό, η αξιοποίηση ελαφρύτερων μεταλλικών υλικών, όπως είναι για παράδειγμα τα κράματα μαγνησίου, μπορεί να αποτελέσει σημαντική τεχνολογική καινοτομία. Παρολ’ αυτά, μέχρι σήμερα η χρήση των κραμάτων μαγνησίου, και ειδικότερα των ελατών προιόντων, είναι εξαιρετικά περιορισμένη κυρίως λόγω της υψηλής διαβρωτικότητάς τους και δευτερευόντως λόγω της υποδεέστερης συμπεριφοράς ανοχής σε βλάβη σε σύγκριση με τα ευρέως χρησιμοποιούμενα κράματα αλουμινίου και τιτανίου. Στην παρούσα εργασία πραγματοποιείται μια συστηματική μελέτη της μηχανικής συμπεριφοράς δύο προηγμένων ελατών κραμάτων μαγνησίου της οικογένειας ΑΖ, συγκεκριμένα του ΑΖ31 και του ΑΖ61, λαμβάνοντας υπόψη τους μηχανισμούς παραμόρφωσης, συσσώρευσης βλάβης και αστοχίας που λαμβάνουν χώρα στη μικροδομή των υλικών. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στη συμπεριφορά κόπωσης του κράματος ΑΖ31. Επιπλέον, μελετάται η επίδραση της προηγηθείσας βλάβης διάβρωσης στη μηχανική συμπεριφορά των υλικών. Για την αξιολόγηση της μηχανικής επίδοσης των εν λόγω κραμάτων πραγματοποιήθηκε εκτενής πειραματική μελέτη η οποία περιελάμβανε το χαρακτηρισμό της μικροδομής των υλικών, μηχανικές δοκιμές εφελκυσμού, κόπωσης και διάδοσης ρωγμής κόπωσης τόσο σε αδιάβρωτα όσο και σε προ-διαβρωμένα δοκίμια και ακολούθησε μεταλλογραφική ανάλυση και μελέτη των επιφανειών θραύσης των αντίστοιχων δοκιμίων των πειραματικών δοκιμών. Τα αποτελέσματα των δοκιμών εφελκυσμού έδειξαν ανισοτροπία των υλικών στις διευθύνσεις έλασης και κάθετα σε αυτήν. Από τη μεταλλογραφική ανάλυση που επακολούθησε προέκυψε ότι η παρατηρούμενη ανισοτροπία έχει αφετηρία τη γωνιακή διασπορά των πόλων των επιπέδων βάσης του κρυσταλλικού πλέγματος του υλικού. Επιπλέον, από το μεταλλογραφικό έλεγχο παρατηρήθηκε εμφανής διακύμανση της πυκνότητας των διδυμιών κατά μήκος των δοκιμίων εφελκυσμού και διαπιστώθηκε ο καθοριστικός ρόλος των διδυμιών στην πλαστική διαρροή στη διεύθυνση της έλασης. Ως προς τη συμπεριφορά κόπωσης, παρατηρήθηκε ότι οι καμπύλες S-N παρουσιάζουν μια πολύ ήπια μετάβαση από την περιοχή της ολιγοκυκλικής στην πολυκυκλική κόπωση, δηλαδή ότι η διάρκεια ζωής σε κόπωση εξαρτάται ισχυρά από μικρές μεταβολές της τάσης. Οι ρωγμές κόπωσης στο κράμα ΑΖ31 εκκινούν πρόωρα σε σημεία ασυμβατότητας πλαστικής παραμόρφωσης (π.χ. όρια των κόκκων) λόγω της αδυναμίας ενεργοποίησης των απαραίτητων 5 συστημάτων ολίσθησης που απαιτεί το κριτήριο του von Mises. Ως εκ τούτου το υλικό οδηγείται σε ψαθυρούς μηχανισμούς εκκίνησης και διάδοσης των ρωγμών κόπωσης. Για την καλύτερη κατανόηση του μηχανισμού κόπωσης του κράματος ΑΖ31 πραγματοποιήθηκαν δοκιμές νανο-διεισδύσεων σε διαφορετικά ποσοστά της διάρκειας ζωής προκειμένου να γίνει αντιληπτός ο μηχανισμός συσσώρευσης βλάβης στο αρχικό στάδιο της συνολικής διαδικασίας. Τα αποτελέσματα των εν λόγω δοκιμών έδειξαν ότι η επιφανειακή σκληρότητα του υλικού δεν παρουσιάζει ουσιαστική μεταβολή με τους κύκλους καταπόνησης μέχρι την εμφάνιση της ρωγμής. Τα στοιχεία αυτά αποτελούν μια ισχυρή ένδειξη ότι το υλικό αδυνατεί να συσσωρεύσει βλάβη υπό τη μορφή κυκλικής πλαστικότητας, με αποτέλεσμα την πρόωρη εκκίνηση των ρωγμών κόπωσης. Οι μηχανικές δοκιμές σε προ-διαβρωμένο υλικό έδειξαν, όπως ήταν αναμενόμενο, μια σημαντική υποβάθμιση της συνολικής μηχανικής συμπεριφοράς των υλικών. Η υποβάθμιση αυτή αποδίδεται στην προοδευτική ανάπτυξη των τριμμάτων διάβρωσης κάτω από εφελκυστικά φορτία. Τα τρίμματα διάβρωσης δρούν ως εγκοπές, αυξάνοντας τοπικά την τάση και παράλληλα μειώνοντας τη φέρουσα διατομή των δοκιμίων, με αποτέλεσμα το υλικό να αστοχεί χωρίς να προλάβει να δεχθεί σημαντικές πλαστικές παραμορφώσεις. Στην περίπτωση της κυκλικής φόρτισης η παρουσία των εγκοπών διάβρωσης έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία συγκέντρωσης τάσεων στα άκρα τους, διευκολύνοντας έτσι την εκκίνηση και διάδοση των ρωγμών κόπωσης. Συμπερασματικά, η παρούσα εργασία παρέχει σαφείς ενδείξεις ότι το κύριο μειονέκτημα των κραμάτων μαγνησίου για χρήση σε αεροπορικές δομές είναι η συμπεριφορά κόπωσης, η οποία αποδίδεται στην κρυσταλλική δομή του μαγνησίου, και δευτερεύον μειονέκτημα είναι η υψηλή διαβρωτικότητα αυτών των υλικών η οποία οδηγεί σε σημαντική υποβάθμιση της μηχανικής συμπεριφοράς. / Permanent objective of the aeronautical industry is the weight reduction of airframe, systems and interior components in order to increase operational capacity and reduce environmental impact via reduction of fuel consumption. In this frame, the utilization of low weight materials, like magnesium alloys, could represent a break through solution. Yet, the aeronautical application of magnesium alloys remains very limited due to the high corrosion susceptibility and the poor damage tolerance behaviour as compared to other structural alloys like aluminum and titanium. In the present work, a systematic investigation of the mechanical behaviour of two advanced rolled AZ magnesium alloys, namely AZ31 and AZ61, was conducted by taking into account the deformation mechanisms, damage accumulation mechanisms and failure mechanisms taking place in the microstructure of the materials. The present work mainly focuses on the fatigue behaviour of AZ31 alloy. Furthermore, the effect of prior corrosion damage on the mechanical behaviour has also been assessed. To accomplish the above objective a thorough experimental investigation was performed including microstructural characterization, tensile tests, constant amplitude fatigue tests and constant amplitude fatigue crack growth tests on both parent and pre-corroded specimens. The experimental results were supported by extensive metallographic and fractographic investigation. The tensile tests performed revealed anisotropy of the yield strength of the materials between rolling and transverse direction. The metallographic analysis has shown that the observed anisotropy is attributed to the near basal texture of the alloys and the angular spread of basal poles towards the rolling direction. Furthermore, the metallographic investigation indicates a clear variation in twinning density across the specimen length and the decisive role of twins in plastic deformation has been pointed out. Concerning the fatigue behaviour, it was observed that the S-N curves exhibit a very smooth transition from low to high cycle fatigue regime, indicating very high stress sensitivity on the fatigue life of the materials. Fatigue cracks in AZ31 alloy initiate in an early stage between strain incompatibility points (e.g. grain boundaries) due to difficulties in satisfying the von Mises criterion. As a result, the initiation and propagation mechanisms of the fatigue cracks are characterized as cleavage. In order to understand the fatigue mechanism of magnesium alloy AZ31 in the early stages of fatigue damage accumulation process, nano-indentation measurements at different percentages of the fatigue life of the AZ31 alloy have been performed and hardness alteration was obtained. The obtained results have shown that nano-hardness remains unchangeable with fatigue cycles until crack initiation. This has been interpreted as a lack of the material’s ability to accumulate damage in terms of cyclic plasticity at the early stages resulting in very early crack initiation. This is a major disadvantage for application where fatigue life is of primary importance. The mechanical tests on pre-corroded specimens have shown a significant degradation of the overall mechanical behaviour of the materials. Tensile properties degradation due to prior corrosion damage is attributed to the progressive notch effect of the developed pits, which increase locally the applied stress and in parallel reduce the ability of the material to accumulate large amounts of plastic deformation. In the case of cyclic loading the presence of corrosion pits results in the development of stress concentration, facilitating essentially the initiation and propagation of fatigue cracks. Concluding, the present work provides evidence that the major disadvantage of magnesium alloys for use in aeronautical structures is their fatigue behaviour, which is attributed to the hexagonal structure of magnesium, and secondarily the high corrosion susceptibility of magnesium which leads to significant degradation of the mechanical performance of the alloys.
53

Μελέτη πολυμορφισμών στα γονίδια Hf του συστήματος του συμπληρώματος και LOC387715, που ενέχονται στην ηλικιο-εξαρτώμενη εκφύλιση της ωχράς κηλίδας στον ελληνικό πληθυσμό

Μαριόλη, Δήμητρα 02 November 2009 (has links)
Η υψηλή συχνότητα εμφάνισης της ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας σε συνδυασμό με τις σοβαρές επιπτώσεις της στην υγεία των ασθενών και την αδυναμία πλήρους θεραπευτικής αποκατάστασης της όρασης, καθιστά αναγκαία την διερεύνηση των παθογενετικών μηχανισμών της με στόχο την ανάπτυξη νέων προληπτικών και θεραπευτικών προσσεγγίσεων. Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η ηλιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας είναι μια πολυπαραγοντική ασθένεια στην εμφάνιση της οποίας ενέχονται τόσο αλληλεπιδράσεις περιβάλλοντος-γονιδίων όσο και αλληλεπιδράσεις γονιδίων-γονιδίων. Η αναγνώριση γονιδίων και γενετικών πολυμορφισμών που συμβάλλουν στην επιδεκτικότητα για την εμφάνιση της ασθένειας μπορούν αφενός να συμβάλλουν στην διαλεύκανση της μοριακής παθογένειας αφετέρου να χρησιμοποιηθούν ως γενετικοί δείκτες αυξημένου κινδύνου εμφάνισης οδηγώντας σε νέες προληπτικές και θεραπευτικές προσεγγίσεις. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να διαπιστωθεί εάν οι πολυμορφισμοί Y402H του γονιδίου CFH και A69S του γονιδίου LOC387715 είναι μοριακοί δείκτες επιδεκτικότητας για την ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας στον Ελληνικό πληθυσμό της Νοτιοδυτικής Ελλάδας. Η κλινική μελέτη συσχέτισης στην οποία περιλαμβάνει 100 ασθενείς με προχωρημένη AMD και 115 μάρτυρες από τον γενικό πληθυσμό. / -
54

Η χρήση μοντέλων από την Ιστορία της Επιστήμης για την ανίχνευση και το μετασχηματισμό βιωματικών νοητικών παραστάσεων των μαθητών στο πεδίο της Οπτικής: Διδακτική προσέγγιση / Using scientific models from History of Science for the tracing and the transformation of students

Δέδες, Χρήστος 10 June 2007 (has links)
Στην εργασία επιχειρείται η καταγραφή και στη συνέχεια ο μετασχηματισμός βιωματικών νοητικών παραστάσεων μαθητών ηλικίας 12 -16 ετών, για τα φαινόμενα του σχηματισμού φωτεινών προβολών και σκιών από εκτεταμένες φωτεινές πηγές. Το μεθοδολογικό σχέδιο που χρησιμοποιείται βασίζεται στην αξιοποίηση δεδομένων από την Ιστορία της Επιστήμης: Η ανίχνευση και ανάλυση των παραστάσεων των μαθητών επιτελείται στη βάση των εναλλακτικών επιστημονικών μοντέλων που διατυπώθηκαν στην ιστορική εξέλιξη της Επιστήμης για την ερμηνεία ενός οπτικού φαινομένου - γρίφου, ενώ η διδακτική παρέμβαση, η οποία πραγματοποιείται στα πλαίσια ενός αλληλεπιδραστικού μαθησιακού περιβάλλοντος, συνίσταται στη συστηματική διαμεσολάβηση του διδάσκοντος και την παρουσίαση του ορθού προτύπου, τα χαρακτηριστικά του οποίου αντλούνται από το σχετικό ιστορικό πείραμα του J. Kepler. / The purpose of the study is the recording and following then the restructure of students.
55

Συναισθηματική νοημοσύνη, μετασχηματιστική ηγεσία και διοίκηση αλλαγών στο πλαίσιο της οργάνωσης

Μπελεγρής, Κωνσταντίνος 20 September 2010 (has links)
Το επιχειρείν στην εποχή μας εξελίσσεται ακατάπαυστα και ταχύτατα. Κάθε φορά που απαιτείται αναδιοργάνωση και αναδιάρθρωση εκ των έσω ή και εκ των έξω, απαιτούνται υψηλά αποθέματα συναισθηματικής νοημοσύνης (χάριν συντομίας για το υπόλοιπο της διπλωματικής θα γράφεται και ως ΣΝ) και ικανότητας διοίκησης αλλαγών. Η φύση των αλλαγών αυτών μπορεί να είναι είτε συνεχής είτε έκτακτη. Άλλες επιχειρήσεις προβαίνουν σε αλλαγές όταν διαφαίνεται εκ των υστέρων η ανάγκη, και άλλες το έχουν στην κουλτούρα τους. Όπως και να έχει όμως, τα προγράμματα αλλαγής δεν εφαρμόζονται από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά τα επιθυμητά αποτελέσματα επιτυγχάνονται μέσω μιας δομημένης διαδικασίας διαχείρισης. Εδώ εμπλέκεται και η έννοια της Μετασχηματιστικής Ηγεσίας και το πώς ο χαρισματικός ηγέτης γίνεται φορέας της αλλαγής και επικοινωνεί στους υπολοίπους τις αλλαγές. Η διαχείριση της αλλαγής διακρίνεται, στην διαχείριση των πόρων (υλικών και άϋλων) και από την άλλη πλευρά στη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού. Σε γενικές γραμμές, αυτός είναι ο άξονας που θα κινηθούμε. Πιο ειδικά, θα αναλυθεί ο ρόλος της ΣΝ και η συσχέτισή της με τον μετασχηματιστικό ηγέτη – φορέα αλλαγής και τελικά πώς αυτό το σύμπλεγμα οδηγεί στη διοίκηση αλλαγής στο πλαίσιο της οργάνωσης. Στην εποχή μας, καθίσταται επιτακτική ανάγκη η ικανοποίηση τόσο των υλικών όσο και των άϋλων αναγκών του έμψυχου παράγοντα. Επί παραδείγματι, πολύς λόγος γίνεται για το λεγόμενο job satisfaction, δηλαδή την ικανοποίηση των υπαλλήλων και στη ψυχολογία με την οποία αντιμετωπίζουν τα ζητήματα που αφορούν αυτούς και την επιχείρηση (εσωτερικό περιβάλλον), καθώς και την ικανοποίηση των πελατών (εξωτερικό περιβάλλον). Η ανάλυση της συγκεκριμένης διάστασης θα γίνει με την εννοιολογική προσέγγιση του όρου της συναισθηματικής νοημοσύνης. Πρώτος ο Daniel Goleman εισήγαγε την έννοια αυτή (1995) και κατέδειξε τον τρόπο με τον οποίο συνδέεται με τα χαρακτηριστικά του ηγέτη-φορέα αλλαγής. Κατόπιν θα αναφερθούμε στην μετασχηματιστική ηγεσία και τη διοίκηση αλλαγών στο πλαίσιο οργάνωσης του επιχειρηματικού γίγνεσθαι και στο τελευταίο τμήμα θα επιχειρήσουμε τον συγκερασμό των τριών αυτών εννοιών στο πλαίσιο της οργάνωσης. Ειδικότερα, αρχικώς η πρώτη έννοια που αναπτύσσεται είναι η ’’Συναισθηματική Νοημοσύνη’’. Η ΣΝ, είναι ένα είδος νοημοσύνης που αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες και απέκτησε μεγάλη σημασία ιδιαίτερα στον εργασιακό χώρο. Πρόκειται για την ικανότητα να αναγνωρίζει κάποιος τα συναισθήματά του και αυτά των άλλων, να δημιουργεί κίνητρα για τον εαυτό του και να διαχειρίζεται αποτελεσματικά τόσο τα συναισθήματα, όσο και τις διαπροσωπικές του σχέσεις. Η αναγνώριση των συναισθημάτων μας αλλά και των συναισθημάτων των άλλων σήμερα παίζει σημαντικό ρόλο στις επιχειρήσεις. Κάθε άνθρωπος εκφράζει με μοναδικό, ξεχωριστό τρόπο τον συναισθηματικό του κόσμο. Ακόμα και σε ακραίες περιπτώσεις ομοιότητας μεταξύ δυο ατόμων υπάρχουν στοιχεία φυσιολογικά, ψυχολογικά και γνωσιολογικά που τα διαφοροποιούν. Τα χαρακτηριστικά αυτά που συμβάλλουν στη μοναδικότητα ενός ατόμου, έχουν άλλοτε θετικό και άλλοτε αρνητικό αντίκτυπο στην εργασία. Ας μην παραβλέπουμε το γεγονός πως η εργασιακή απόδοση εξαρτάται και από το καλό εργασιακό κλίμα. Τέλος, οι πέντε σημαντικότερες διαστάσεις της συναισθηματικής νοημοσύνης, σύμφωνα με τον πρωτεργάτη της θεωρίας Daniel Goleman είναι η αυτοεπίγνωση, η αυτορρύθμιση, η ενσυναίσθηση, τα κίνητρα συμπεριφοράς και οι κοινωνικές δεξιότητες. H αυτοεπίγνωση (self-awareness), είναι η ικανότητα να αναγνωρίζει κανείς τα συναισθήματα, τις ανάγκες, τα δυνατά και αδύνατά του σημεία. Η αυτορρύθμιση (self-management) είναι η ικανότητα να διαχειρίζεται κανείς την εσωτερική του κατάσταση, ενώ τα κίνητρα συμπεριφοράς (motivation), είναι η συναισθηματική τάση που ωθεί το άτομο να προσπαθεί με επιμονή για τους στόχους του. Η ενσυναίσθηση (empathy),είναι η ικανότητα να αντιλαμβάνεται κανείς τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τις ανάγκες των ατόμων γύρω του, ενώ οι κοινωνικές δεξιότητες (social skills) αναφέρονται στην ικανότητα του ατόμου να επικοινωνεί με τους ανθρώπους γύρω του και να τους προκαλεί τις αντιδράσεις που επιθυμεί. Εν συνεχεία, αναλύεται το θέμα της "Μετασχηματιστικής Ηγεσίας". Για τη διοικητική επιστήμη, η ηγεσία δεν έχει καμία σχέση με τα ανώτατα επίπεδα της ιεραρχίας. Στο παγκοσμιοποιημένο γίγνεσθαι, ο ηγέτης θα πρέπει να διαθέτει ευρύ φάσμα ανεπτυγμένων δεξιοτήτων συναισθηματικής νοημοσύνης. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να μπορεί να θέσει και να μεταδώσει το όραμά του για μια βελτιωμένη και διαρκώς επιτυχημένη επιχείρηση ώστε να διατηρεί τους εργαζομένους ευχαριστημένους. Επιπροσθέτως, οι μετασχηματιστικοί ηγέτες δεν διατάσσουν, ούτε διοικούν, αλλά εμπνέουν. Διατυπώνοντας το όραμά τους είναι διανοητικά και συναισθηματικά ενθαρρυντικοί. O μετασχηματιστικός ηγέτης προχωρά σε ένα άλλο επίπεδο και ενεργοποιεί τους ανθρώπους για την αλλαγή αφυπνίζοντας τα συναισθήματά τους σχετικά με την εργασία που κάνουν. Με τον τρόπο αυτό, οι ηγέτες απευθύνονται στην αίσθηση του νοήματος και της αξίας που έχουν μέσα τους οι άνθρωποι. Ακολούθως, παρουσιάζεται το μείζον θέμα της διοίκησης αλλαγών στο πλαίσιο της οργάνωσης των επιχειρήσεων. Όταν κάποιος είναι μάνατζερ αλλά όχι ηγέτης τότε κάνει κοινότυπα λάθη στην προσπάθειά του να διαχειριστεί την αλλαγή. Η μη επαρκής επικοινωνία και η αποστολή ασυσχέτιστων μηνυμάτων σε συνδυασμό με την συχνή αλλαγή στόχων και προτεραιοτήτων, οδηγούν στην αποτυχία του όλου εγχειρήματος. Ο πραγματικός ηγέτης, λοιπόν για να αποφύγει τα παραπάνω σφάλματα οφείλει να ενστερνιστεί την ιδέα της αλλαγής. Για να το πετύχει αυτό πρέπει να επικεντρωθεί σε πέντε χαρακτηριστικά., 1) να έχει ένα συγκεκριμένο όραμα που θα τον καθοδηγεί. 2) για να γίνει αποδεκτή η αλλαγή είναι απαραίτητο να υιοθετηθεί μια περισσότερο δεκτική στάση, 3) για να πραγματοποιηθεί μια αλλαγή, πρέπει αυτός που την καθοδηγεί να είναι πρόθυμος να αλλάξει και ο ίδιος, 4) η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των κοινών μάνατζερ και του αυθεντικού ηγέτη είναι η δράση που αναλαμβάνει ο τελευταίος και 5) το τελευταίο συστατικό της αλλαγής συνίσταται στην συνεχή ανάπτυξη. Οι ηγέτες βλέπουν πέρα από τα τωρινά προβλήματα και περιορισμούς, προκειμένου να βοηθήσουν τους υφισταμένους τους να ανακαλύψουν τις ικανότητές τους. Είναι ένα κλειδί προκειμένου και οι ίδιοι οι ηγέτες να εξελιχθούν περαιτέρω. Έτσι γίνονται πιο αποτελεσματικοί, αξιολογώντας ταυτόχρονα τη μέχρι τώρα κατεύθυνσή τους, προκειμένου να μείνουν συντονισμένοι με την αλλαγή που επιτελούν. Πέραν των όσων αναφέρθηκαν πριν, προχωρούμε στον συγκερασμό των ανωτέρω εννοιών και στην εφαρμογή τους στο πλαίσιο της οργανωσιακής κουλτούρας της επιχείρησης. Tο κίνητρο ενός προϊσταμένου να βελτιώσει τις ικανότητες της συναισθηματικής νοημοσύνης θα ενθάρρυνε και τους υφισταμένους να χρησιμοποιήσουν την ενσωμάτωση στόχων για να χειριστούν μια οργανωσιακή αλλαγή. H θετική διάθεση των εργαζομένων συσχετίζεται με τον αλτρουισμό στον εργασιακό χώρο και με την εξυπηρέτηση πελατών. Επίσης, ενδυναμώνουν την συνεργασία και την αναζήτηση πιο δημιουργικών λύσεων καθώς και την αυτοπεποίθηση πως μπορούν να επιτύχουν θετικά αποτελέσματα. Αντίθετες συμπεριφορές επιφέρουν απόρριψη καλών προτάσεων και σχέσεων και αρνητικό περιβάλλον που επιδρά και στην εργασιακή απόδοση. Μετά και την παρουσίαση των τριών εννοιών και του προσδιορισμού του τρόπου επίδρασής τους στην καθημερινότητα του στελέχους, παρουσιάζονται συμπεράσματα καθώς και επιπτώσεις για τη διοίκηση. Η εφαρμογή της μετασχηματιστικής ηγεσίας σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης στο πλαίσιο του ενδοεπιχειρησιακού περιβάλλοντος αποτελούν πρόκληση για κάθε στέλεχος με επίγνωση της επιχειρησιακής πραγματικότητας του σήμερα και των επιχειρηματικών απαιτήσεων του αύριο. Τα συστατικά της συναισθηματικής νοημοσύνης έχουν ξεκάθαρα κοινά γνωρίσματα με τα χαρακτηριστικά της μετασχηματιστικής ηγεσίας, αφού είναι αλληλένδετες έννοιες. Αποτελούν ιδιότητες οι οποίες κάνουν τα άτομα που τις διαθέτουν να ξεχωρίζουν από τους γύρω τους, μεταξύ τους αλλά και σχετικά με τους στόχους και τις ανάγκες μιας επιχείρησης. Στο σημείο αυτό ακολουθούν οι περιορισμοί της παρούσας διπλωματικής. Βασικός περιoριστικός παράγοντας της εργασίας αυτής, είναι η χρήση δευτερογενών στοιχείων για τη διεξαγωγή της. Αν και η ίδια η χρήση των στοιχείων αυτών χαρακτηρίζεται από τα πλεονεκτήματα του χαμηλού κόστους και του μικρού χρόνου που απαιτείται για την συλλογή τους, εμπεριέχει μια αντικειμενική αδυναμία λόγω της φύσης των δευτερογενών στοιχείων. Αν και έγινε σημαντική προσπάθεια να συμπεριληφθούν όλες οι έννοιες και οι πτυχές ώστε το θέμα να είναι καλυμμένο σε βάθος, υπήρχε το θέμα της περιορισμένης χρονικής πραγμάτωσης της. Όμως ο συνδυασμός των ερευνητικών στοιχείων, προσδίδει μια έντονη ερευνητική προσπάθεια και αφήνει ένα ευρύ πεδίο ερευνητικών προβλημάτων. Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός πως οι τομείς της διοίκησης Αλλαγών και της συναισθηματικής νοημοσύνης αναπτύσσονται σημαντικά τα τελευταία χρόνια, χωρίς αυτό να σημαίνει πως υπάρχουν απεριόριστες πηγές για τη μελέτη τους. Ο τομέας της μετασχηματιστικής ηγεσίας ιδίως, χρήζει έντονης μελέτης. Θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο ώστε να γίνει μια πιο διεξοδική ενασχόληση με το θέμα αυτό και να τονιστεί η σπουδαιότητά του σε όλες τις σύγχρονες επιχειρήσεις, ανά Κλάδο επιχείρησης, ιδίως δε στη χώρα μας όπου αυτές οι έννοιες τα τελευταία χρόνια καθίστανται περισσότερο εφαρμόσιμες. / -
56

Κατασκευή μικροϋπολογιστικού συστήματος για τη βελτίωση της απόδοσης φωτοβολταϊκής συστοιχίας

Καρύδα, Άρτεμις-Νεκταρία 11 January 2011 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται τη μελέτη και κατασκευή μιας διάταξης που παρακολουθεί συνεχώς τη θέση του ήλιου στον ουρανό και στρέφει αντίστοιχα ένα φωτοβολταϊκό πάνελ κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μεγιστοποιείται η ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας που προσπίπτει σε αυτό και επομένως και η ενεργειακή του απόδοση (solar tracker). Προκειμένου να πραγματοποιηθεί η εφαρμογή, το ίδιο το φωτοβολταϊκό πάνελ χρησιμοποιήθηκε ως ανιχνευτής της θέσης του ήλιου στον ουρανό απλουστεύοντας έτσι την κατασκευή και μειώνοντας το κόστος της καθώς δεν χρειάστηκαν επιπλέον αισθητήρες. Συγκεκριμένα, ανά τακτά χρονικά διαστήματα δειγματοληπτούνταν η τιμή της τάσης στα άκρα του φωτοβολταϊκού πάνελ από τον μικροελεγκτή msp430F169 της εταιρείας texas instruments, αποθηκεύονταν στους καταχωρητές του και αφού μετατρεπόταν το σήμα από αναλογικό σε ψηφιακό συγκρινόταν με τις προηγούμενες τιμές. Ανάλογα με το αποτέλεσμα της σύγκρισης, ο μικροελεγκτής έδινε εντολή στον κινητήρα που κατεύθυνε το φωτοβολταϊκό πάνελ να κινηθεί στην αντίστοιχη κατεύθυνση. Η διαδικασία επαναλαμβανόταν μέχρις ότου βρεθεί το σημείο εκείνο όπου η τάση στα άκρα του γίνεται μέγιστη. Το σύστημα που κατασκευάσαμε περιλαμβάνει κίνηση γύρω από έναν άξονα. Συγκεκριμένα παρακολουθεί την αζιμουθιακή κίνηση του ήλιου ξεκινώντας από την ανατολή (Earth) και καταλήγοντας στη δύση (West). / The present thesis deals with the study and construction of a solar tracker that constantly detects the sun position to the sky and directs correspondingly a photovoltaic panel in order to maximize the intensity of solar radiation prostrating to it and as a result, its energy performance as well. In order the application to be realized, the same photovoltaic panel was used as detector of the sun position to the sky, simplifying the construction and reducing its cost, as no further sensors were required. Particularly, the point-to-point voltage value of the photovoltaic panel was regularly sampled by the microcontroller msp430F169 of the Texas Instruments Company, it was saved to the register, and after the signal was being converted from analog to digital, it was being compared to the previous value. Depending on the result of the comparison, the microcontroller ordered the motor directing the photovoltaic panel to move across the corresponding direction. The process was being repeated until a point was found were the point-to-point voltage value was the maximum. The system created includes motion around one axis. Particularly, it observes the azimuthal solar motion starting from East and ending to West
57

Διερεύνηση της υπόθεσης της αποτελεσματικότητας της αγοράς / The efficient market hypothesis

Πισπιρίγκου, Ευθαλία 03 October 2011 (has links)
Ο αντικειμενικός σκοπός της συγκεκριμένης εργασίας είναι να διερευνηθεί κατά πόσο και αν ισχύει η θεωρία της αποτελεσματικότητας των αγορών που πρωτοεισήχθη από τους Fama και French σε εβδομαδιαία δεδομένα που προέρχονται από το Χρηματιστήριο Αξιών της Μ. Βρετανίας για την περίοδο 1/1/2000 μέχρι 1/1/2010. / The investigation of the efficient market hypothesis with daily U.K. data, testing period from 1/1/2000 to 1/1/2010.
58

Δραστηριότητες μέτρησης της χωρητικότητας στην προσχολική ηλικία

Μπαλάσογλου, Αθανασία 03 October 2011 (has links)
Στην παρούσα έρευνα επιχειρείται να αναδειχθεί ο παιδαγωγικός ρόλος των δραστηριοτήτων στην οικειοποίηση από παιδιά της προσχολικής εκπαίδευσης μαθηματικών εννοιών, όπως η μέτρηση της χωρητικότητας δοχείων. Ερευνήθηκε η ηλικιακή επίδραση στο επίπεδο κατανόησης της έννοιας της μέτρησης της χωρητικότητας δοχείων. Τέλος προσπαθήσαμε να επαληθεύσουμε αποτελέσματα παρόμοιων ερευνών. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 30 υποκείμενα ηλικιών 5–6 που φοιτούσαν το σχολικό έτος 2009-2010 σε δύο ελληνικά δημόσια νηπιαγωγεία και κοινωνικοοικονομικά ανήκαν στα μεσαία στρώματα. Η έρευνα διεξήχθη σε τρεις φάσεις: στο pre-test, τη διδασκαλία και το post-test. Στο pre-test, ελέγξαμε αν τα παιδιά μπορούν να πραγματοποιήσουν άμεσες (απευθείας μεταξύ δοχείων) και έμμεσες (με τη χρήση κάποιου κοινού μέτρου) συγκρίσεις της χωρητικότητας δοχείων. Στη διδακτική παρέμβαση προτάθηκαν δραστηριότητες, οι οποίες αποσκοπούσαν στη δημιουργία κατάλληλων frameworks σχετικά με τις άμεσες και έμμεσες συγκρίσεις. Ενώ περιελάμβανε και μια δραστηριότητα η οποία εισήγαγε τα παιδιά στην έννοια του μέτρου μέτρησης της χωρητικότητας δοχείων. Στο post-test, αξιολογήθηκε η επίδραση της teaching intervention στη βελτίωση της ικανότητας των παιδιών να χειρίζονται θέματα άμεσης και έμμεσης σύγκρισης χωρητικότητας δοχείων, καθώς και της χρήσης ενός αυθαίρετου οργάνου μέτρησης και μιας άτυπης μονάδας μέτρησης της χωρητικότητας. Τα ευρήματα ανέδειξαν το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει το επικοινωνιακό πλαίσιο στη διδασκαλία, που ενισχύει την αυτονομία των μαθητών και συνεισφέρει στην κατάκτηση της νέας γνώσης. / This research attempts to highlight the role of pedagogical activities in the ownership of pre-school children mathematical concepts such as measurement of container capacity. We investigated the age effect on the level of understanding of the concept of measuring the containes measurament. Finally we tried to verify results of similar investigations. The sample of the study consisted of 30 subjects aged 5–6, who attended the school year 2009-2010 in two Greek state kindergartens with the same social characteristics belonged to middle socioeconomic strata. The study was conducted in three phases: the pre-test, teaching intervention and post-test. In the pre-test, we examined whether children can perform direct (directly between containers) and indirect (using a common measure) comparisons of the containers capacity. The teaching intervention proposed activities, which aimed to create appropriate frameworks for the direct and indirect comparisons. While it included an activity which introduced children to the concept of measurement of containers capacity. In the post-test, evaluated the effect of teaching intervention to improve children’s ability to handle matters of direct and indirect comparison containers capasity, and the use of an arbitrary gauge and an informal unit of measurement of capacity. The findings highlighted the important role of communication within the teaching, enhancing the autonomy of pupils and contribute to the acquisition of new knowledge.
59

Πολυμορφισμός του γονιδίου του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης και λειτουργία των αναπνευστικών μυών σε νεογνά

Παπακωνσταντίνου, Δέσποινα 24 January 2011 (has links)
Το γονίδιο του ανθρώπινου μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης ACE περιέχει έναν πολυμορφισμό δύο αλληλομόρφων που αποτελείται είτε από την παρουσία (I) είτε από την απουσία (D) ενός τμήματος 287 ζευγών βάσεων (bp). Πρόσφατες μελέτες έχουν προτείνει ότι το αλληλόμορφο Ι, μπορεί να σχετίζεται με απόδοση σχετιζόμενη με τη μυϊκή αντοχή. Αντιθέτως, το αλληλόμορφο D γονίδιο έχει συσχετισθεί με απόδοση σχετιζόμενη με τη μυϊκή ισχύ. Επιπλέον, έχει καταδειχθεί ότι η δραστικότητα του κυκλοφορούντος ACE (cACE) συσχετίζεται ευθέως με τη μυική ισχύ σε υγιείς ενήλικες. Η φυσιολογία και η βιοχημεία των αναπνευστικών μυών είναι παρόμοια με αυτή των σκελετικών μυών. Επομένως, η λειτουργικότητα των αναπνευστικών μυών και ιδίως του διαφράγματος, του πλέον σημαντικού αναπνευστικού μυ, μπορεί να επηρεάζεται αναλόγως. Η κόπωση των αναπνευστικών μυών μπορεί να οδηγεί σε αδυναμία διατήρησης του απαραίτητου κυψελιδικού αερισμού. Διάφορες μέθοδοι έχουν χρησιμοποιηθεί για να αξιολογηθούν οι ιδιότητες αντοχής των αναπνευστικών μυών. Ο διαφραγματικός δείκτης πίεσης-χρόνου (PTIdi) και ο μη επεμβατικός δείκτης πίεσης-χρόνου των αναπνευστικών μυών (PTImus), είναι δύο μέθοδοι εκτίμησης της αντοχής του διαφράγματος και των αναπνευστικών μυών, αντίστοιχα. Έχουν χρησιμοποιηθεί σε ενήλικες και παιδιά και έχουν τεκμηριωθεί σε νεογνά. Η διαφραγματική ισχύς και η ισχύς των αναπνευστικών μυών στα νεογνά μπορεί να αξιολογηθούν ειδικά με τη μέτρηση της μέγιστης δια-διαφραγματικής πίεσης (Pdimax) και της μεγίστης εισπνευστικής πίεσης αεραγωγών (Pimax), αντίστοιχα. Σκοπός. Να εξετασθεί η πιθανή συσχέτιση του πολυμορφισμού I/D του ACE και του κυκλοφορούντος ACE με την λειτουργικότητα του διαφράγματος και των αναπνευστικών μυών σε νεογνά. Δευτερεύων σκοπός ήταν ο προσδιορισμός της κατανομής του πολυμορφισμού I/D του ACE στον συγκεκριμένο πληθυσμό και η συσχέτισή του με την δραστικότητα του cACE. Υλικό και Μέθοδοι. Μελετήθηκαν νεογνά που είχαν εισαχθεί στην Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών- Παιδιατρική κλινική του Πανεπιστημίου Πατρών. Τα Ι και D αλληλόμορφα του γονιδίου του ACE προσδιορίστηκαν με αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR amplification) σε DNA το οποίο εξήχθη από 0,5 mL ολικού αίματος. Η δραστηριότητα του ACE ορού αξιολογήθηκε με τη χρησιμοποίηση μιας UV κινητικής μεθόδου. Η αντοχή του διαφράγματος και των αναπνευστικών μυών εκτιμήθηκαν με μέτρηση του διαφραγματικού δείκτη πίεση-χρόνου (PTIdi) και του δείκτη πίεσης-χρόνου των αναπνευστικών μυών (PTImus), αντίστοιχα. Η διαφραγματική ισχύς και η ισχύς των αναπνευστικών μυών στα νεογνά αξιολογήθηκαν με μέτρηση της μέγιστης δια-διαφραγματικής πίεσης (Pdimax) και της μεγίστης εισπνευστικής πίεσης αεραγωγών (Pimax), αντίστοιχα. Αποτελέσματα. Συνολικά εξετάστηκαν 171 νεογνά. Στην πρώτη μελέτη της διατριβής μελετήθηκαν 148 νεογνά, στην δεύτερη μελέτη 132 και στην τρίτη μελέτη 110 νεογνά. Η κατανομή του πολυμορφισμού του ACE στο συγκεκριμένο πληθυσμό βρέθηκε κοντά σε προηγούμενα αναφερόμενα στοιχεία. Τα νεογνά με Ι/Ι γονότυπο είχαν χαμηλότερο PTIdi και PTImus από τα νεογνά με γονοτύπους είτε D/D ή I/D. Η ανάλυση των επιμέρους στοιχείων των PTIdi και PTImus έδειξε ότι μόνο οι λόγοι Pdimean (μέση διαδιαφραγματική πίεση) προς Pdimax και Pimean (μέση πίεση αεραγωγών) προς Pimax, αντίστοιχα, ήταν χαμηλότεροι σε νεογνά με γονότυπο I/I έναντι των νεογνών με γονοτύπους είτε D/D είτε I/D. Οι Pdimax και Pimax δεν ήταν στατιστικά διαφορετικές ανάμεσα στις τρείς ομάδες. Ανάλυση βηματικής παλινδρόμησης κατέδειξε σημαντική συσχέτιση των γονότυπων του ACE με τις τιμές του PTIdi και του PTImus, ανεξαρτήτως παραγόντων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την λειτουργικότητα του διαφράγματος και των αναπνευστικών μυών. Νεογνά με το D/D γονότυπο είχαν αυξημένη δραστικότητα ACE ορού σε σχέση με νεογνά με I/I ή I/D γονοτύπους. Η δραστικότητα του cACE σχετιζόταν σημαντικά ευθέως με τη Pimax και αντιστρόφως με το PTImus. Συμπεράσματα. Στις μελέτες αυτής της διατριβής ανεδείχθη συσχέτιση ανάμεσα στους γονοτύπους του ACE και την αντοχή του διαφράγματος και γενικότερα των αναπνευστικών μυών όπως αξιολογείται με τη μέτρηση των PTIdi και PTImus, αντίστοιχα, σε νεογνά. Δεν ανεδείχθη συσχέτιση ανάμεσα στους γονοτύπους του ACE και την ισχύ του διαφράγματος και γενικότερα των αναπνευστικών μυών όπως αξιολογείται με τη μέτρηση των Pdimax και Pimax, αντίστοιχα, σε αυτό τον πληθυσμό. Εντούτοις, κατεδείχθη μια θετική συσχέτιση μεταξύ της δραστικότητας του ACE ορού και της ισχύος των αναπνευστικών μυών, όπως αυτή αξιολογείται από μετρήσεις της Pimax , και μια αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στη δραστικότητα του ACE ορού και του PTImus. Επιπλέον, δείχθηκε μια συσχέτιση του αλληλόμορφου D γονιδίου του γονοτύπου ACE με την αυξημένη δραστικότητα του cACE στα νεογνά. / The human ACE (angiotensin converting enzyme) gene contains a polymorphism consisting of either the presence (insertion, I) or absence (deletion, D) of a 287 base pair (bp) fragment. Recent studies have suggested that the I-allele may be associated with endurance performance. Conversely, D-allele has been associated with power-oriented performance. Moreover, it has been suggested that circulating ACE (cACE) activity is correlated with muscle strength in healthy adults. The physiological and biochemical properties of the respiratory and skeletal muscles are quite similar. Therefore, respiratory muscle and specific diaphragmatic function, may be similarly influenced. Fatigue of respiratory muscles may result in inability to maintain adequate alveolar ventilation. Several methods have been used to assess the endurance properties of respiratory muscles. Diaphragmatic pressure-time index (PTIdi) and the non-invasive pressure-time index of respiratory muscles (PTImus), are two methods of assessment of diaphragmatic and respiratory muscle endurance, respectively. They have been validated in both adults and infants. Diaphragmatic and respiratory muscle strength in infants can be assessed specifically, by measurement of maximum transdiaphragmatic pressure (Pdimax) and maximum inspiratory pressure (Pimax), respectively. Aims. To examine the possible association of the I/D genotypes of ACE and cACE, with diaphragmatic and respiratory muscle performance, in infants. Secondary aims were to identify the distribution of the I/D genotypes of ACE in the specific population and its association with cACE activity. Material and methods. Infants cared for at the Neonatal Intensive Care Unit- Paediatric Department of the University General Hospital of Patras, Greece, were eligible for the study. ACE genotyping was performed by polymerase chain reaction amplification on DNA, extracted from 0,5 ml of whole blood. Serum ACE activity was assayed by using a UV-kinetic method. The endurance of the diaphragm and the respiratory muscles was assessed by measurement of diaphragmatic pressure-time index (PTIdi) and pressure-time index of the respiratory muscles (PTImus), respectively. Diaphragmatic and respiratory muscle strength was assessed by measurement of maximum transdiaphragmatic (Pdimax) and maximum inspiratory (Pimax) pressures, respectively. Results. One hundred seventy one infants were recruited. One hundred fourty eight infants were included in the first study, one hundred thirty two in the second study and one hundred ten in the third study of this thesis. The distribution of the I/D genotypes of ACE in the specific population was close to previous reported data. Infants with I/I ACE genotype had lower PTIdi and PTImus than infants with either D/D or I/D genotypes. Analysis of the components of the PTIdi and PTImus has shown that the ratios of Pdimean to Pdimax and Pimean to Pimax , only, were lower in infants with the I/I genotype, compared to infants with either the D/D or I/D genotypes. Neither Pdimax, nor Pimax were statistically different between the three groups. A stepwise regression analysis revealed that ACE genotypes were significantly related to the PTIdi and PTImus measurements, independent of other factors that may affect diaphragmatic and respiratory muscle function. Infants with D/D genotype had significantly higher serum ACE activity than infants with I/I or I/D genotypes. Circulating ACE activity was significantly related to Pimax and inversely related to PTImus. Conclusions. In the studies of this thesis, an association between ACE genotypes and the endurance of the diaphragm and the respiratory muscles, assessed by measurement of PTIdi and PTImus, respectively, was demonstrated, in infants. No such association was demonstrated between ACE genotypes and strength of the diaphragm and the respiratory muscles, assessed by measurement of Pdimax and Pimax, respectively, in the specific population. However, a positive correlation between serum ACE activity and respiratory muscle strength, assessed by measurement of Pimax and and a negative correlation between serum ACE activity and PTImus, was shown. Moreover, an association of D-allele of ACE genotype with increased circulating ACE activity in infants, was demonstrated.
60

Εκπαιδευτική πολιτική για την ποιότητα της εκπαίδευσης : ο σχολικός σύμβουλος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης / Educational policy for the quality in educatio : the school consultant of primary education

Μπαρτζάκλη, Μαριάννα 07 April 2011 (has links)
Η παρούσα διατριβή ασχολείται με την έννοια της Ποιότητας της Εκπαίδευσης και συγκεκριμένα εστιάζεται στο ρόλο και τη δράση του Σχολικού Συμβούλου Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στο θέμα αυτό ως υπεύθυνου για την επιστημονική και παιδαγωγική καθοδήγηση και αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Οι πολιτικές για την ποιότητα φαίνεται ότι δεν προέρχονται από την ελληνική παράδοση ή και τις ελληνικές εκπαιδευτικές προτεραιότητες. Είναι περισσότερο επίδραση της συμμετοχής της χώρας σε υπερ-εθνικούς και διεθνείς θεσμούς και μορφώματα. Κατά συνέπεια, η μελέτη αυτή εκκινεί από τη διττή διαπίστωση πως η διερεύνηση της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής για την εκπαίδευση δεν μπορεί παρά να εστιάζει ταυτόχρονα, τόσο στο διεθνές περιβάλλον (ΕΕ και μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί) όσο και στις ιδιαιτερότητες του εθνικού μέσα από τις δράσεις φορέων που μπορούν να διαμορφώσουν, να επηρεάσουν ή να καθορίσουν την τελική επιτυχία μιας οποιασδήποτε δέσμης πολιτικών αποφάσεων κατά την εφαρμογή τους. Στο πλαίσιο αυτό γίνεται απόπειρα να αναλυθεί η έννοια της Ποιότητας της Εκπαίδευσης, να διερευνηθεί το πώς προσεγγίζεται από τους μεγάλους διεθνείς οργανισμούς και πώς σχεδιάζεται και εν τέλει υλοποιείται ως εκπαιδευτική πολιτική. Στη συνέχεια, ενδιαφέρει το πώς αυτή η πολιτική μεταφέρεται, εφαρμόζεται και προσαρμόζεται τελικά στην ελληνική πραγματικότητα. Μέσα από την ανάλυση περιεχομένου κειμένων διεθνών οργανισμών, ευρωπαϊκών νομοθετικών κειμένων, ελληνικών νομοθετημάτων και του Διδασκαλικού Βήματος (1993-2008) καθώς και την ανάλυση ημί-δομημένων συνεντεύξεων σε 28 Σχολικούς Συμβούλους Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης επιχειρείται η ανάλυση και ερμηνεία τόσο των πολιτικών για την εκπαίδευση, διεθνώς και στην Ελλάδα, όσο και το ρόλο του Σχολικού Συμβούλου σε αυτές. Στα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύονται και ερμηνεύονται οι λόγοι απόστασης θέσπισης και εφαρμογής των νομοθετημάτων που παρατηρείται στην ελληνική εκπαιδευτική πολιτική. Ακόμα συγκαταλέγονται τα εμπόδια που συναντά ο Σχολικός Σύμβουλος κατά τη δράση του, οι περιορισμοί της δράσης του καθώς επίσης και τα περιθώρια που έχει να αναπτύξει πρακτική που στοχεύει στην ποιότητα της εκπαίδευσης. Προς επικύρωση αλλά και ανάδειξη της καλής πρακτικής χρησιμοποιούνται ευρήματα έρευνας πεδίου σε εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. / The present thesis deals with the subject of quality in education. More specifically it deals with the role and action of the Scholikou Symvoulou of Primary Education. This person in the Greek educational system is responsible for the scientific and pedagogical guidance, consultation and the evaluation of teachers. It seems that the Greek educational policies that concerns quality in education do not have roots in the Greek educational tradition. They come as a result and consequence to the Greek’s participation in International Organizations and Unions. The dissertation focus starts from the dual point that the study of Greek educational policy should consider on the one hand the international makers of educational policy (European Union and International Organizations) and on the other the national specific under which the action of players who can modify, affect or determine the final success of political decision in their implementation. In this context we attempt to understand the meaning of quality in education, to study how this notion is used by the international organizations and how it is formulated and implemented in the Greek educational system. Through the content analysis of documents of International Organizations, of the European Union, of the Greek regulative framework and of the journal “Didaskaliko Vima” (1993-2008) and also the findings of the 28 semi-structured interviews of Scholikous Symvoulous we attempt on the one hand to analyze and explain the implementation of the Greek regulative framework and on the other to clarify and analyze the role and actions of Scholikou Symvoulou. The findings of the research bring to light the gap between formulation and implementation of the Greek educational policy that concerns quality in education. Furthermore the findings bring to light the obstacles, the restrictions of his/ her action but also the ways that he/ she has to develop action that promotes quality in education. In order to make clear this action that promotes quality, findings are used from semi-structured interviews to teachers.

Page generated in 0.0568 seconds