• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 24
  • 3
  • 3
  • 3
  • Tagged with
  • 36
  • 9
  • 5
  • 4
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
31

Ζητήματα σύνθεσης της Νέας Ελληνικής : διδακτική προσέγγιση της Νέας Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας

Σπανού, Παναγιώτα 13 July 2010 (has links)
Η εργασία ασχολείται με το φαινόμενο της σύνθεσης των λέξεων στη Νέα Ελληνική γλώσσα και κατά πόσο οι αλλόγλωσσοι μαθητές είναι σε θέση να συνθέσουν επιτυχώς σύνθετες λέξεις. / This paper deals with the phenomenon of composition of words in Creek language and examines if foreign students can succesfully make those words.
32

Σύγκριση εκπαιδευτικού υλικού για τη διδασκαλία της γραμματικής σε μη φυσικούς ομιλητές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Δρυ, Ιωάννα 17 September 2012 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας έρευνας είναι ο τρόπος διδασκαλίας της γραμματικής της ελληνικής γλώσσας στους μαθητές που δεν είναι φυσικοί ομιλητές της. Πιο συγκεκριμένα ερευνάται κατά πόσον στα εκπαιδευτικά υλικά που έχουν παραχθεί από το Κέντρο Διαπολιτισμικής Αγωγής του ΕΚΠΑ και από το Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων του ΕΚΠΑ και αφορούν τη διδασκαλία της γραμματικής σε αλλόγλωσσους ακολουθούνται οι αρχές της διδασκαλίας της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας, όπως αυτές καθορίζονται από το Αναλυτικό Πρόγραμμα διδασκαλίας της ελληνικής σε αλλοδαπούς μαθητές. Η σύγκριση αφορά το υλικό που αναφέρεται στη διδασκαλία του επιθέτου (ονοματική φράση) και του μέλλοντα (ρηματική φράση). Βασίστηκε σε ποιοτικά κριτήρια βάσει των οποίων ερευνήθηκε το εκπαιδευτικό υλικό. Στα συμπεράσματα της έρευνας ελήφθησαν υπόψη οι διαφορετικές ανάγκες που κατά περίπτωση καλύπτουν τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά υλικά. Η έρευνα εντάσσεται στο πλαίσιο του γενικότερου προβληματισμού σχετικά με την παραγωγή κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στους αλλόγλωσσους μαθητές που φοιτούν όχι μόνο στα μειονοτικά αλλά και στα υπόλοιπα ελληνικά σχολεία. Ανάλογο εκπαιδευτικό υλικό χρειάζεται να χρησιμοποιείται από τους συναδέλφους όλων των σχολείων με τη μορφή εναλλακτικού ή παράλληλου υλικού, στο πλαίσιο της ενισχυτικής διδασκαλίας ή και της κανονικής σχολικής τάξης για την ενίσχυση της γλωσσομάθειας των αλλοδαπών μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. / -
33

De la presse traditionnelle et ses sites web. Une étude comparative de trois pays. Les Etats-­Unis, la France et la Corée du Sud / From the Ttraditional Newspapers and Their Web Sites. A Comparative Study on Three Countries. United States, France and South Korea

Song, Yung Joo 21 March 2012 (has links)
Cette thèse se veut une étude comparative des médias dans trois différents pays (les États-Unis, la France et la Corée du Sud). Partant des rapports industriels et des recherches universitaires réalisés dans les différents pays, ce travail compare à la fois la presse traditionnelle et sa version internet. Notre questionnement porte sur le dispositif de publication internet/papier. Nous illustrons ainsi l’écosystème actuel de la presse et ce, dans le cadre du développement des versions internet des sites des titres de presse. Il s’agit d’examiner le potentiel des versions web de la presse à garantir une meilleure contextualisation de l’actualité à l’aide de technologies de l’internet. La recherche se déroule en quatre étapes. Nous avons en effet mené successivement une analyse des marchés des médias, un examen morphologique de la presse, enfin nous avons réalisé une analyse de contenu et étudié les facteurs de contextualisation. Malgré les différences remarquées dans les marchés des médias des trois pays de notre corpus, la tendance vers le déclin de la presse traditionnelle est partagée. L’observation portée sur les morphologies des journaux nous a permis de comparer les ressemblances nationales et de distinguer les différences dans les offres journalistiques. Notre analyse de contenu présente les principales formes d’écriture utilisées par les éditeurs sur internet, notamment la pratique de l’hypertexte et du multimédia. L’analyse qualitative sur l’arborescence des liens et sur la nature de la contextualisation nous a autorisé à identifier de nombreuses carences dans la manière dont les éditeurs de presse exploitent leurs sites web. Ceci nous permet donc de penser que la mobilisation de la technologie par la presse sera optimale lorsque le travail journalistique assurera le traitement essentiel de l’information. / This study compares the morphology and content formats of the traditional newspapers and their web sites in three different countries (United States, France and South Korea). It explores how the online environment changes content format from the traditional newspaper format. By focusing on the diversity of market environments within a common framework, this research proposes different types of analysis to illustrate today’s newspaper in a continually changing environment. Chapter 2 focuses on the observation of the environments of the three countries, which influence the traditional and online newspaper sectors. The thesis highlights that, despite the difference in the newspaper industry in the three countries, the traditional model of journalism suffers continued decline of revenue and audience in all three. Chapter 3 studies the morphology of the newspapers and their web sites and notes national similarities, centering on daily newspapers. The research design is completed by content analysis. Chapter 4 analyzes the content forms between the newspapers and their web sites, especially the hyperlink practice and the presence of multimedia content. Chapter 5 is devoted to contextualization capacity of Internet news by analyzing hyperlinks’ trajectory, as proposed by selected newspapers and news-sites. However, the study also showed that the traditional newspapers’ web sites still fall short in using this potential. The utility of the technology for newspapers will only be fulfilled if the journalism resources ensure the essential treatment of information.
34

Η λεμφαγγειογένεση στην παθοφυσιολογία της καρκινικής νόσου

Παπαναστασόπουλος, Παναγιώτης 03 August 2009 (has links)
Το λεμφαγγειακό σύστημα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ομοιόστασης των ιστών, στην ανοσολογική απόκριση του οργανισμού, στην απορρόφηση των λιπών από τον πεπτικό σωλήνα, και στη διασπορά των καρκινικών κυττάρων. Η πρόσφατη ανακάλυψη ειδικών για τα λεμφαγγειακά ενδοθηλιακά κύτταρα δεικτών και αναπτυξιακών παραγόντων, όπως επίσης και η δημιουργία γενετικών μοντέλων ποντικιών με διαταραγμένη τη λειτουργία του λεμφαγγειακού συστήματος, παρείχαν σημαντικότατες πληροφορίες για τη μοριακή ρύθμιση της εμβρυικής ανάπτυξης του λεμφαγγειακού συστήματος και της φυσιολογίας του. Τα σχετικά πρόσφατα αναγνωρισμένα μοριακά σηματοδοτικά μονοπάτια από τα οποία ρυθμίζεται η λεμφαγγειογένεση επέτρεψαν τη μελέτη της σχετιζόμενης με όγκους λεμφαγγειογένεσης. Οι μελέτες αυτές κατέδειξαν ότι η σχετιζόμενη με τους όγκους λεμφαγγειογένεση αποτελεί σημαντικό στοιχείο της μεταστατικής διαδικασίας, ενώ παράλληλα αναδεικνύουν συνεχώς καινούρια μόρια/σηματοδοτικά μονοπάτια-ρυθμιστές της εν λόγω διαδικασίας. / The lymphatic vascular system plays an important role in the maintenance of fluid homeostasis, in the afferent immune response, in the intestinal lipid uptake and in the metastatic spread of malignant cells. The recent discovery of specific markers and growth factors for lymphatic endothelium and the establishment of genetic mouse models with impairment of lymphatic function have provided novel insights into the molecular control of the lymphatic system in physiology and in embryonic development. Recently, molecular pathways that signal for lymphangiogenesis have been described allowing analyses of tumor lymphangiogenesis to be performed. These studies demonstrate that tumor lymphangiogenesis is a major component of the metastatic process, while at the same time new molecules and transduction pathways are discovered to regulate tumor lymphatics growth.
35

Βιολογικοί παράγοντες που ενέχονται στην παθογένεια της οστεοπόρωσης

Σταυροπούλου, Αναστασία 22 December 2008 (has links)
Το αξιόπιστο πειραματικό μοντέλο της ωοθηκεκτομής σε επίμυες εφαρμόστηκε για τη μελέτη των παθογενετικών μηχανισμών της οστεοπόρωσης. Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής ήταν η διερεύνηση του ρόλου της λεπτίνης και των κυτοκινών RANKL και οστεοπροτεγερίνης (OPG) στην εξέλιξη της οστεοπόρωσης. Για την διεκπεραίωση της μελέτης χρησιμοποιήθηκαν 40 ενήλικοι θηλυκοί επίμυες ηλικίας 9 μηνών. Πριν την ωοθηκεκτομή στους επίμυες εφαρμόστηκε η τεχνική της ποσοτικής υπολογιστικής τομογραφίας (pQCT) παράλληλα με την πρωτοποριακή μη επεμβατική τεχνική του θερμοδυναμικού συντελεστή εσωτερικής απόσβεσης (MDF) ώστε να διαπιστωθεί η κατάσταση της οστικής πυκνότητας των πειραματόζωων. Σε χρονικά διαστήματα 20, 40 και 60 ημερών μετά την ωοθηκεκτομή πραγματοποιήθηκαν τυχαίες ομαδικές θυσίες με σκοπό τη συλλογή αίματος και την απομόνωση μηριαίων οστών και οστών κνήμης. Την 60η ημέρα πριν τη θυσία στην τελευταία ομάδα των ωοθηκεκτομήθέντων επίμυων επαναλήφθηκαν οι μετρήσεις pQCT και MDF για να διαπιστωθεί η εγκατάσταση σοβαρής οστεοπόρωσης με τη λήξη της πειραματικής πορείας. Οι οροί αίματος που συλλέχθηκαν από όλα τα χρονικά πειραματικά σημεία χρησιμοποιήθηκαν για τη διερεύνηση των επιπέδων έκφρασης των βιοχημικών δεικτών του οστικού μεταβολισμού NTx και οστεοκαλσίνης καθώς και της ελεύθερης λεπτίνης με την τεχνική της ενζυμικής ανοσοπροσρόφησης (ELISA). Στα οστά της κνήμης εφαρμόστηκε η τεχνική της ιστομορφομετρίας για τη μελέτη των μεταβολών της μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών κατά την εξέλιξη της οστεοπόρωσης. Επιπρόσθετα η τεχνική της ανοσοϊστοχημείας εφαρμόστηκε στα οστά της κνήμης για τη διερεύνηση των μεταβολών που προκαλεί η ωοθηκεκτομή στα επίπεδα έκφρασης του υποδοχέα της λεπτίνης και των κυτοκινών RANKL και οστεοπροτεγερίνης στους οστικούς κυτταρικούς πληθυσμούς. Στα μηριαία οστά εφαρμόστηκαν οι τεχνικές της ηλεκτροφόρησης σε πηκτή πολυακρυλαμιδίου (SDS-PAGE electrophoresis) και του ανοσοστυπώματος (Western Blot) για να συλλεχθούν επιπλέον πληροφορίες σχετικά με τις μεταβολές στα επίπεδα έκφρασης του υποδοχέα της λεπτίνης και των κυτοκινών RANKL και οστεοπροτεγερίνης κατά την εξέλιξη της οτεοπόρωσης. Τα συμπεράσματα που διεξάγονται από τα επιμέρους πειραματικά δεδομένα επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι η λεπτίνη κατέχει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του οστικού μεταβολισμού και συμμετέχει ενεργά μέσω κάποιου άγνωστου μέχρι στιγμής μηχανισμού στη διαδικασία της οστικής ανακατασκευής στην οστεοπόρωση. Όσον αφορά τις ρυθμιστικές κυτοκίνες της οστεοκλαστογένεσης RANKL και OPG, διαπιστώθηκε ότι μεταβάλλονται σημαντικά κατά την εξέλιξη της οστεοπόρωσης στους ωοθηκεκτομηθέντες επίμυες, υποδηλώνοντας τη σημαντικότητα του ρόλου τους στον οστικό μεταβολισμό. / Ovariectomy in mature rats mimics the changes in bone metabolism observed in postmenopausal women and results in osteoporosis. The aim of this thesis was to investigate the role of leptin and the cytokine RANKL and Osteoprotegerin (OPG) in the progression of ovariectomy-induced osteoporosis. Nine–month-old female Wistar rats were bilaterally ovariectomized (n=40). Before the operation, pQCT and MDF technology were applied on rats in order to estimate the bone mineral density of the animals. On days 20, 40 and 60 after the operation the rats were randomly sacrificed and blood samples, dissected knees and femurs were collected. On day 60, pQCT and MDF techniques were applied in order to confirm the establishment of severe osteoporosis until the end of the experimental procedure. Leptin, and the biochemical markers of bone metabolism, osteocalcin and NTx, were measured in blood serum from all time points, by an ELISA method. Bone sections from the knees of the rats were examined by histomorphometric techniques in order to investigate the alterations in the micro-architectural structure of the skeleton caused by ovariectomy. Furthermore, immunohistochemistry was applied on knee sections and SDS-PAGE electrophoresis and western blot techniques were performed in femur homogenized tissueς, in order to investigate whether the expression levels of leptin receptor, RANKL and OPG were altered during the progression of osteoporosis. The results indicate that leptin is involved in the molecular mechanisms of bone remodeling in osteoporosis. The regulators of osteoclastogenesis, RANKL and OPG are also important players in the field of bone metabolism
36

Συγκριτική μελέτη παρανοϊκής μορφής σχιζοφρένειας πρώιμης και όψιμης έναρξης

Σκώκου, Μαρία 17 September 2012 (has links)
Τα δημογραφικά χαρακτηριστικά και η συμπτωματολογία και της παρανοειδούς μορφής σχιζοφρένειας πρώιμης και όψιμης έναρξης μελετήθηκαν σε 88 ασθενείς, που νοσηλεύθηκαν στην Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου Πατρών, από 15-3-2005 έως 7-5-2008. Εξ’ αυτών, 60, 46 άνδρες και 14 γυναίκες, ενεφάνιζαν πρώιμη έναρξη της νόσου, πριν από την ηλικία των 30 ετών, ενώ 21, 8 άνδρες και 13 γυναίκες, ασθένησαν όψιμα, με έναρξη νόσου σε ηλικία ≥35 ετών. Συνεκρίθησαν τα δημογραφικά στοιχεία, η συχνότητα κατάχρησης ή εξάρτησης τον καπνό, οινόπνευμα και κάνναβη, τα στοιχεία προνοσηρών διαταραχών προσωπικότητας, ο αριθμός και ο τύπος των προδρόμων συμπτωμάτων, η διάρκεια της πρόδρομης φάσης και η συμπτωματολογία της ενεργού φάσης μεταξύ των ασθενών πρώιμης και όψιμης έναρξης, συνολικά και χωριστά για τα δύο φύλα, καθώς και μεταξύ ανδρών και γυναικών, στις δύο ηλικιακές ομάδες. Οι κλίμακες που εφαρμόσθηκαν ήταν οι SCID-I/P, PANSS, Calgary Depression Scale, SCID-II, καθώς και κλινική συνέντευξη για τα πρόδρομα συμπτώματα. Τα στοιχεία αναλύθηκαν με τις στατιστικές δοκιμασίες Wilcoxon rank-sum και χ2. Οι ασθενείς πρώιμης έναρξης, και ιδιαίτερα οι άνδρες, είχαν στατιστικώς σημαντικά μεγαλύτερη πιθανότητα να έχουν γεννηθεί σε αστική περιοχή σε σχέση με τους ασθενείς όψιμης έναρξης. Οι γυναίκες όψιμης έναρξης είχαν το μεγαλύτερο ποσοστό έγγαμης συμβίωσης από όλες τις άλλες ομάδες. Δεν παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά στη χρήση καπνού, οινοπνεύματος και κάνναβης μεταξύ των ομάδων πρώιμης και όψιμης έναρξης, συνολικά ή χωριστά στα δύο φύλα. Στην ομάδα πρώιμης έναρξης, οι άνδρες παρουσίαζαν σε μεγαλύτερη συχνότητα χρήση αλκοόλ και κάνναβης σε σχέση με τις γυναίκες. Παρομοίως, οι άνδρες όψιμης έναρξης κάπνιζαν και έτειναν να χρησιμοποιούν κάνναβη σε μεγαλύτερο ποσοστό από τις γυναίκες. Στην προνοσηρή περίοδο, οι πρώιμης έναρξης ασθενείς έχουν σημαντικά περισσότερα στοιχεία αποφευκτικής διαταραχής προσωπικότητας σε σχέση με τους όψιμης έναρξης. Αυτό το εύρημα πλησιάζει τη στατιστική σημαντικότητα και στο δείγμα των γυναικών. Οι ασθενείς όψιμης έναρξης, στο συνολικό δείγμα και στο δείγμα των ανδρών, εμφανίζουν στατιστικώς σημαντικά περισσότερα στοιχεία παθητικο-επιθετικής διαταραχής προσωπικότητας σε σχέση με τους ασθενείς πρώιμης έναρξης. Στην ομάδα με την πρώιμη έναρξη, οι άνδρες είχαν περισσότερα στοιχεία σχιζότυπης και παρανοειδούς διαταραχής προσωπικότητας από τις γυναίκες, ενώ οι τελευταίες είχαν περισσότερα στοιχεία καταθλιπτικής διαταραχής προσωπικότητας. Στους ασθενείς όψιμης έναρξης, οι άνδρες είχαν περισσότερα στοιχεία ιστριονικής, ναρκισσιστικής και αντικοινωνικής διαταραχής από τις γυναίκες. Στην πρόδρομη φάση, οι ασθενείς πρώιμης έναρξης παρουσιάζουν στατιστικώς σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό αρνητικών συμπτωμάτων, στο συνολικό δείγμα και στο δείγμα των ανδρών. Στο συνολικό δείγμα, τα συμπτώματα της εκσεσημασμένης κοινωνικής απομόνωσης και της έκπτωσης της συγκέντρωσης παρατηρούνται σε στατιστικώς σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό στην ομάδα με την πρώιμη έναρξη σε σχέση με την ομάδα όψιμης έναρξης. Στους ασθενείς που νόσησαν πρώιμα, οι γυναίκες είχαν μικρότερη διάρκεια πρόδρομης περιόδου από τους άνδρες. Κατά την ενεργό φάση, η ομάδα πρώιμης έναρξης εμφάνιζε βαρύτερη συνολική αρνητική συμπτωματολογία, καθώς και βαρύτερα τα συμπτώματα της έλλειψης αυθορμητισμού και των διαταραχών της βούλησης. Αντίθετα, οι ασθενείς όψιμης έναρξης έτειναν νε έχουν βαρύτερο το σύμπτωμα της καχυποψίας/ιδεών δίωξης. Στο δείγμα των ανδρών, οι ασθενείς πρώιμης έναρξης είχαν στατιστικώς σημαντικά βαρύτερη συνολική αρνητική συμπτωματολογία, συναισθηματική αμβλύτητα και έλλειψη αυθορμητισμού. Στο δείγμα των γυναικών δεν ανευρέθησαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές. Στους ασθενείς όψιμης έναρξης, οι άνδρες εμφάνιζαν σημαντικά βαρύτερες παραληρητικές ιδέες σε σχέση με τις γυναίκες. Ως προς την καταθλιπτική συμπτωματολογία, δεν παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των ομάδων. Συνολικά τα παραπάνω ευρήματα υποδεικνύουν την τροποποιητική επίδραση του φύλου και της ηλικίας έναρξης στην κλινική εμφάνιση της παρανοϊκής μορφής σχιζοφρένειας, κατά την προνοσηρή περίοδο, πρόδρομη και ενεργό φάση, πιθανόν ως αποτέλεσμα των διεργασιών ανάπτυξης και ωρίμανσης του εγκεφάλου με την πάροδο της ηλικίας, στα δύο φύλα. / The demographic features and symptomatology of young and late onset paranoid schizophrenia were studied in a sample of 88 patients who were consecutively hospitalized in the Psychiatric Department of the University Hospital of Patras, from 3-15-2005 to 5-7-2008. The sample consisted of 60 patients, 46 men and 14 women, with young onset paranoid schizophrenia, before the age of 30, and 21 late onset patients, 8 men and 13 women, with onset of the illness after the age of 35 years old. Demographic features, rates of smoking and alcohol and cannabis use, premorbid personality disorder features, the number and type of prodromal symptoms, the duration of the prodromal period and the symptomatologies of the active phase were compared between young and late onset groups, in the total sample and separately for the two sexes, and between the two sexes in each age group. SCID-I/P, PANSS, Calgary Depression Scale, SCID-II, and a clinical interview for the prodromal symptoms were applied. Statistical analysis was performed by applying the Wilcoxon rank-sum and chi-square tests. Young onset patients, particularly men, were more likely to have been born in urban regions, compared with late onset patients. Late onset women were most frequently married, compared with all other groups. There was not any significant difference regarding use of nicotine, alcohol or cannabis between young and late onset patients. In the young onset group, men more frequently used alcohol and cannabis than women. Similarly, late onset men smoked and tended to use cannabis more often than late onset women. In the premorbid period, young onset patients have significantly more traits of avoidant personality disorder compared with late onset patients. This finding tended to be significant in the female sample, as well. Late onset patients had significantly more traits of passive-aggressive personality disorder than young onset patients, in the total and male sample. In the young onset group, men had significantly more traits of paranoid and schizotypal personality disorder than women, whereas women had more traits of the depressive personality disorder. In the late onset group, men had more histrionic, narcissistic and antisocial traits than women. In the prodromal phase, young onset patients present with significantly more negative prodromal symptoms, in the total and the male sample. In the total sample, marked isolation and impairment of concentration are observed at a significantly higher rate in the young onset group, than in late onset patients. Also, in the young onset group, women had significantly shorter duration of prodromal period than men. During the active phase, young onset patients had significantly heavier total score of negative symptomatology, heavier lack of spontaneity and heavier disturbances of volition. On the other hand, late onset patients tended to suffer from heavier suspiciousness/ideas of persecution. In the male sample, young onset patients had heavier total negative symptomatology, blunted affect and lack of spontaneity. There were not any significant differences in the female sample. In the late onset group, men had heavier delusions than women. There was not any significant difference regarding depressive symptoms among the groups. Our findings indicate the modulatory effect of age of onset and sex on the clinical presentation of paranoid schizophrenia, in the premorbid period, prodromal and active phases, possibly following the developmental and maturational procedures that take place in the brain, throughout the life span, in the two sexes.

Page generated in 0.063 seconds