• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 305
  • 22
  • 1
  • Tagged with
  • 333
  • 283
  • 25
  • 21
  • 21
  • 19
  • 17
  • 17
  • 17
  • 17
  • 15
  • 15
  • 14
  • 14
  • 14
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
161

Ανίχνευση σημάτων ακουστικής εκπομπής με χρήση κυματιδίων

Σιούτας, Ιωάννης 07 June 2013 (has links)
Στην εργασία εξετάζονται εφαρμογές της πρόσφατα αναπτυχθείσας τεχνικής επεξεργασίας σήματος με βάση τα κυματίδια. Εισάγεται η μεθοδολογία κυματιδίων, και παρουσιάζεται μια πλήρης διαδικασία μεθόδων ανάλυσης ακουστικής εκπομπής (ΑΕ) με βάση τα κυματίδια. Σε μία μελέτη συμπεριφοράς της θραύσης υλικών καταδεικνύεται το πλεονέκτημα των τεχνικών ΑΕ που βασίζονται στα κυματίδια, καθώς παρέχεται επίσης η συμβατική ανάλυση ΑΕ παράλληλα για σύγκριση. Σήματα ΑΕ από ενισχυμένα με ίνες γυαλιού (GFR) σύνθετα υλικά συλλέγονται κατά τη διάρκεια των τυπικών οιονεί στατικών δοκιμών εφελκυσμού και μετασχηματίζονται από τα διακριτά κυματίδια Daubechies. Τα αποτελέσματα επαληθεύουν ότι η μέθοδος που βασίζεται στα κυματίδια προσεγγίζει καλύτερα την παραμένουσα αντοχή σε σχέση με τις κλασσικές τεχνικές ΑΕ. Στη συνέχεια παρουσιάζεται μια νέα προσέγγιση για την ανάλυση των μεταβατικών κυμάτων διασποράς πλάκας που διαδίδονται σε σύνθετα ελάσματα βασισμένη επίσης στα κυματίδια. Δείχνεται ότι οι κορυφές του μεγέθους του WT του κυματιδίου Gabor στο πεδίο χρόνου-συχνότητας σχετίζονται με τους χρόνους άφιξης της ταχύτητας ομάδας. Παρουσιάζονται πειράματα πραγματοποιημένα σε ελάσματα γραφίτη/εποξειδίου των οποίων τα αποτελέσματα συγκρίνονται με τη θεωρία των πλακών Mindlin. Τέλος, εξετάζεται το πρόβλημα του εντοπισμού της θέσης της επίπεδης πηγής για ανισότροπα ελάσματα, χρησιμοποιώντας τους εξαρτώμενους από τη συχνότητα χρόνους άφιξης και την κατευθυντική εξάρτηση των ταχυτήτων καμπτικής κατάστασης. / --
162

Η πλαστική ζώνη διάτμησης του Φελλού (Ενότητα Κυανοσχιστολίθων, Άνδρος)

Παπαπαύλου, Κωνσταντίνος 30 April 2014 (has links)
Στην παρούσα Μεταπτυχιακή Διατριβή αναλύονται τα παραμορφωτικά και συστασιακά (πετρογραφικά - ορυκτοχημικά) χαρακτηριστικά μυλωνιτιωμένων λιθολογιών από την πλαστική ζώνη διάτμησης του Φελλού (Βορειοδυτική Άνδρος). Η ζώνη διάτμησης του Φελλού είναι μια μεσοσκοπικής κλίμακας δομή, ΒΒΑ διεύθυνσης, με δομικό πάχος της τάξεως των 200 μέτρων. Το κεντρικό τμήμα της ζώνης διάτμησης φιλοξενείται σε μετα-πηλιτικές λιθολογίες και οριοθετείται από έντονα παραμορφωμένα μετα-υπερβασικά και μετα-βασικά λιθολογικά σώματα. Οι μυλωνιτιωμένες λιθολογίες της ζώνης διάτμησης χαρακτηρίζονται σαν S έως S – L τεκτονίτες. Η τεκτονική χαρτογράφηση στην περιοχή μελέτης αποκάλυψε ότι η μυλωνιτική ζώνη αναπτύχθηκε υπο-παράλληλα με το αξονικό επίπεδο ενός ήπια κεκλιμένου συγκλινοειδούς το οποίο έχει υποστεί καθολικό μετασχηματισμό. Οι ρεολογικές αντιθέσεις μεταξύ του πυρήνα της ζώνης διάτμησης και των περιθωρίων της σε συνδυασμό το τεκτονικό περιβάλλον ενός μετασχηματισμένου συγκλινοειδούς έχουν συμβάλλει στον εντοπισμό της παραμόρφωσης στην θέση ανάπτυξης της ζώνης διάτμησης. Σε χαρτογραφική κλίμακα ο προσανατολισμός των γραμμώσεων έκτασης μεταβάλλεται από ΝΝΔ , παράλληλα στη διεύθυνση της ζώνης διάτμησης, σε ΔΒΔ διεύθυνση βύθισης. Η μεταβολή στον προσανατολισμό των γραμμώσεων έκτασης δείχνει ότι η διεύθυνση κίνησης εντός της ζώνης διάτμησης διαμερίζεται χωρικά σε συνιστώσες κίνησης παράλληλα και κάθετα στην παράταξη της μυλωνιτικής φολίωσης. Ο κινηματικός διαμερισμός στην πλαστική ζώνη διάτμησης του Φελλού είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα ζωνών διάτμησης πλάγιας συστολής. Ο κινηματικός διαμερισμός που αναγνωρίστηκε, ερευνήθηκε περαιτέρω με την εξέταση της χωρικής κατανομής των κρυσταλλογραφικών αξόνων [c] του χαλαζία, από δείγματα χαλαζιακών φλεβών και χαλαζιακών μυλωνιτών, προσανατολισμένα παράλληλα στη μυλωνιτική φολίωση και κάθετα στη γράμμωση έκτασης (ΧΖ επίπεδο ελλειψοειδούς παραμόρφωσης). Τα ιστολογικά διαγράμματα [c] αξόνων χαλαζία παρουσιάζουν μεταβολές στην τοπολογία τους σε διαφορετικά δομικά επίπεδα της ζώνης διάτμησης και διακριτές διαφορές με τα πρότυπα κρυσταλλογραφικά διαγράμματα [c] αξόνων μονοκλινικής συμμετρίας. Διακριτό χαρακτηριστικό , ειδικά για τα ανώτερα δομικά επίπεδα της ζώνης διάτμησης, είναι η εστίαση των [c] αξόνων σε σημειακά μέγιστα που προβάλλονται σε περιφερειακές θέσεις των κρυσταλλογραφικών διαγραμμάτων. Η βάση , δομικά, της ζώνης διάτμησης βρίσκεται στην ρεολογική διεπιφάνεια μετα-πηλιτών – μετα-βασιτών. Στην επαφή αυτή, ιστολογικά διαγράμματα από γειτονικά δείγματα χαλαζιακών φλεβών παρουσιάζουν συστηματικά διαγράμματα τύπου μικρών κύκλων. Η συστηματικότητα αυτή υποδηλώνει εντοπισμό της γεωμετρίας της παραμόρφωσης στην λιθολογική επαφή των μετα-πηλιτών - μετα-βασίτων. Η ποσοτική ανάλυση της παραμόρφωσης έδειξε ότι η παράμετρος Rxz μεταβάλλεται από 2.1 έως 6.45 ενώ η παράμετρος Flinn κυμαίνεται από 0.01 έως 0.93, υποστηρίζοντας και ποσοτικά ότι η γεωμετρία της παραμόρφωσης ανήκει στο πεδίο της πλάτυνσης. Η γεωμετρία της παραμόρφωσης στο πεδίο της πλάτυνσης είναι ένα επιπλέον διαγνωστικό χαρακτηριστικό των ζωνών διάτμησης πλάγιας συστολής. Η πετρογραφικη εξέταση μυλωνιτιωμένων λιθολογιών εστίασε στην αναγνώριση ζωνωμένων ορυκτών φάσεων με σκοπό την στοιχειοθέτηση των ορυκτοχημικών χαρακτηριστικών τους. Η πετρογραφική εξέταση δειγμάτων από μια επιφανειακή εμφάνιση μεταβασιτών από την βάση της μυλωνιτικής ζώνης συνέβαλλε στην αναγνώριση, σε κλίμακα λεπτής τομής, δύο λιθολογικών τύπων οι οποίοι είναι (α) Γρανατούχος – γλαυκοφανιτικός σχιστόλιθος και (β) Επιδοτιτικός - γλαυκοφανιτικός σχιστόλιθος. Η ορυκτοχημεία ζωνωμένων γρανατών και αμφιβόλων από τους δύο λιθολογικούς τύπους εξετάστηκε μέσω SEM/EDS.Η ορυκτοχημική ανάλυση οδήγησε στην αναγνώριση τριών τύπων ζώνωσης στις αμφιβόλους με τα εξής χαρακτηριστικά (α) Σκούροι πράσινοι πυρήνες σιδηρο-Κεροστίλβης με κροσσιτικά περιθώρια (β) Παλίνδρομη ζώνωση μεταξύ μπλε (σιδηρο-Γλαυκοφανής) και πράσινων αμφιβόλων (σιδηρο-Βαρροϊσίτης) και (γ) Απομονωμένοι κρύσταλλοι με κροσσιτικούς πυρήνες και ριβεκιτικά περιθώρια. Τα περιθώρια των ζωνωμένων γρανατών που εξετάστηκαν βρίσκονται σε ιστολογική ισορροπία με μπλέ αμφιβόλους, το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τα ορυκτοχημικά πειστήρια της κλασμάτωσης του μαγγανιου στους πυρήνες αποδεικνύει ότι η βλάστηση των γρανατών συνέβη σε αυξανόμενες συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας κατά την διάρκεια του υψηλής πίεσης μεταμορφικού γεγονότος. / The subject of the present contribution is the analysis of deformation in the Fellos ductile shear zone, which crops out in the island of Andros. Fellos shear zone (FSZ) is an outcrop scale NNE –striking structure with a total structural thickness of, approximately, 200 m. The central main domain of the shear zone is defined by mylonitized metapelitic rocks, bounded by strongly deformed meta-basic and meta–ultrabasic rocks both on top and bottom. Mylonitic rocks in the shear zone can be classified as S to S – L tectonites. Structural mapping revealed that the Fellos shear zone resulted from the complete transposition of a gently inclined synform the axial plane of which is orientated sub – parallel to the mylonitic foliation. The rheological contrasts between the core of the shear zone and its margins in conjunction with the structural framework of a transposed synform are first order influences to the localization of deformation. The map scale pattern of the stretching lineations in the shear zone shows that the lineation swings from a NNE orientation, trending parallel to the strike of the shear zone, to an ESE orientation. This variation shows that transport orientation in the shear zone is spatially partitioned into strike parallel and strike normal movements. This kinematic partitioning in the Fellos shear zone is a characteristic feature of transpressional high strain shear zones. The recognized partitioning was further investigated by examining the pattern of quartz [c]-axes fabrics in quartz veins oriented parallel to the mylonitic foliation as well as in quartz –rich mylonites. Quartz [c] axes fabric diagrams shows variations in their topology at different structural levels of the shear zone and distinct differences with the [c] axes patterns of monoclinic strain symmetry. Distinct feature, especially at the uppermost structural levels of the shear zone, is the point maxima clustering of the [c] axes in peripheral position of the crystallographic diagrams. At the base of the shear zone, in the rheological interface of metapelites with metabasites, the fabric diagrams from neighboring quartz vein specimens shows consistently small circle girdle pattern. This observation denotes localization in the geometry of deformation (flattening) at this lithological contact. Finite strain analysis shows that Rxz varies from 2.1 to 6.45, while the Flinn parameter range between 0.01 and 0.93, supporting quantitatively the flattening geometry of strain. Flattening strain is another diagnostic criterion of transpressional shear zones. The means to constrain the compositional features of the mylonitic rocks was mineral chemistry and petrologic analysis. Petrographic examination, specifically, of a metabasite outcrop from the base of the shear zone revealed, in thin section scale, two lithologic types : (a) Garnet blueschist and (b) Epidote blueschist. The mineral chemistry of zoned garnets and amphiboles from these petrographic types has been examined using SEM/EDS. The microchemical analysis revealed three different zoning patterns in the amphiboles which are characterized by (a) dark green Ferro – hornblende cores with crossite rims (b) Amphiboles with compositional zoning and alternations of blue (Ferro – glaucophane) and green amphiboles (Ferro – barroisite) and (c) Isolated grains with crossite cores and riebeckite rims. Compositional mapping of zoned garnets witnessed fractionation of manganese to the cores, which is the Prima facie evidence of growth zoning. In addition, the almandine rims of the zoned garnets are in textural equilibrium with blue amphiboles, observation which implies that these garnets nucleated during the HP event.
163

Αεροδυναμική και αεροακουστική ανάλυση ανεμοκινητήρων οριζοντίου άξονα

Τάχος, Νικόλαος 26 August 2014 (has links)
Αντικείμενο της εργασίας είναι η αεροδυναμική και αεροακουστική ανάλυση στροφείων ανεμοκινητήρων οριζοντίου άξονα (α-ο-α). Ο υπολογισμός του πεδίου ροής και των αεροδυναμικών συντελεστών του στροφείου ενός ανεμοκινητήρα επιτυγχάνεται κατά δύο τρόπους, με σκοπό την άμεση σύγκριση των αποτελεσμάτων με κριτήρια αφενός την ακρίβεια και αφετέρου την ευκολία ή πρακτικότητα που προσδιορίζεται κύρια σε όρους χρόνου υπολογισμού και διαθεσιμότητας υπολογιστικών πόρων. Οι δύο επιλεγμένοι τρόποι που διαφοροποιούνται στην φυσικο-μαθηματική μοντελοποίηση του προβλήματος ροής γύρω από το στροφείο του ανεμοκινητήρα, αποτελούν δύο δοκιμασμένες μεθοδολογίες ή τεχνικές ανάλυσης και σχεδιασμού περιστρεφόμενων στροφείων, τα οποία μπορούν να λειτουργούν ως κινητήριες μηχανές ή ως εργομηχανές, είναι η μέθοδος των επιφανειακών στοιχείων και η αριθμητική επίλυση των εξισώσεων Navier-Stokes. Για την αξιολόγηση των υπολογιστικών αποτελεσμάτων επιλέχθηκε ως στροφείο αναφοράς, ο πειραματικός ανεμοκινητήρας NREL phase II. Ο αλγόριθμος των επιφανειακών στοιχείων συμπλέχτηκε με ολοκληρωτικά σχήματα πρόλεξης και υπολογισμού του οριακού στρώματος με σκοπό να συμπεριληφθούν τα φαινόμενα συνεκτικότητας της ροής. Πραγματοποιήθηκε παραμετρική ανάλυση του δρομέα του ανεμοκινητήρα για διαφορετικές συνθήκες λειτουργίας του. Η σύγκριση των αποτελεσμάτων των συντελεστών πίεσης των περιστρεφόμενων πτερυγίων για τέσσερις θέσεις κατά το εκπέτασμα του πτερυγίου με τα πειραματικά δεδομένα δείχνει ικανοποιητική συμφωνία. Για την ανάλυση του πεδίου ροής που παράγεται γύρω από περιστρεφόμενους δρομείς α-ο-α χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της υπολογιστικής ρευστοδυναμικής (CFD). Πραγματοποιήθηκαν RANS προσομοιώσεις για διαφορετικές συνθήκες λειτουργίας του ανεμοκινητήρα και για τέσσερα διαφορετικά μοντέλα τύρβης. Το k-ω SST μοντέλο τύρβης έχει τις μικρότερες αποκλίσεις με τα πειραματικά αποτελέσματα. Η αεροακουστική ανάλυση του στροφείου ενός ανεμοκινητήρα επιτυγχάνεται με την επίλυση της ακουστικής εξίσωσης Ffowcs-Williams Hawkings, μέσω ενός υπολογιστικού κώδικα που αναπτύχθηκε γι’ αυτό το σκοπό. Από τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων, φάνηκε στα ροδογράμματα κατευθυντικότητας του ήχου, τα επίπεδα της ακουστικής πίεσης να είναι υψηλότερα για θέσεις παρατηρητή ανάντη και κατάντη του ανεμοκινητήρα. / The aim of this study is to represent the aerodynamic and aeroacoustic analysis of horizontal axis wind turbine (ΗAWT) rotors. The calculation of the flow field and the aerodynamic coefficients over the wind turbine rotor are performed using two methodologies, the panel method and the numerical solution of Navier-Stokes equations. These two methodologies are differentiated in the mathematical modeling approach of the flow around the rotor and are utilized in the design and manufacturing phases of horizontal axis wind turbine rotors. Moreover, the results of these two methodologies are compared in terms of the accuracy and the computational time required. For the evaluation of the computational results the experimental wind turbine NREL phase II is chosen as the reference rotor. An invicid/viscous interaction algorithm is developed using integral boundary layer equations coupled with the low order panel method solution in order to account the viscous effects. A parametric analysis of the wind turbine rotor is conducted for different operating conditions. The comparison of the results of the pressure coefficients of the rotating blades for four spanwise positions along the blade with the experimental data shows satisfactory agreement. The analysis of the near and far flow field of HAWT is obtained via CFD by RANS simulations of four different turbulence models (Spalart-Allmaras, k-ε, k-ε RNG and k-ω SST). From the conducted study, it is confirmed the ability of analysis of a HAWT rotor flow field with the RANS equations and the good agreement of the computations with experimental data, when the k-ω SST turbulence model is used. The aeroacoustic analysis of the HAWT is based on the solution of the Ffowcs Williams-Hawkings (FW-H) equation via a computer code developed for this purpose. The radiation patterns of the calculated aeroacoustic noise show that high level amplitudes are calculated for upwind and downwind positions.
164

Μεταβολομική ανάλυση κυττάρων HeLa μετά από υπερέκφραση της πρωτεΐνης DGCR14, ενός παράγοντα που σχετίζεται με το σωματίδιο συναρμογής (spliceosome)

Καυκιά, Ελένη 02 March 2015 (has links)
Στην μετα-γονιδιωματική εποχή, την εποχή της συστημικής βιολογίας, η κατανόηση της πολυπλοκότητας της κυτταρικής φυσιολογίας απαιτεί την ανάλυση της δυναμικής των δικτύων βιομοριακών αλληλεπιδράσεων σε όλα τα μοριακά επίπεδα κυτταρικής λειτουργίας. Με τη σειρά της, η λειτουργική γονιδιωματική, ένας θεμελιώδης λίθος της συστημικής βιολογίας, στοχεύει στον πολυδιάστατο χαρακτηρισμό ενός γονιδίου, συνδυάζοντας δεδομένα από τις τεχνολογίες υψηλής απόδοσης. Είναι αυτή ακριβώς η ενοποίηση όλων των μοριακών προτύπων για ένα διαταραγμένο βιολογικό σύστημα που μπορεί να δώσει πληροφορίες αναφορικά με την λειτουργία ενός αγνώστου γονιδίου. Στο πλαίσιο αυτό, η παρούσα Διπλωματική Εργασία αποτελεί μέρος της ολιστικής λειτουργικής ανάλυσης δύο αλληλεπιδρώντων, αγνώστου βιολογικού ρόλου, πρωτεϊνών, της DGCR14 και της FRA10AC1, οι οποίες έχουν απομονωθεί ως συστατικά του σωματιδίου συναρμογής και έχουν συσχετιστεί με νευρολογικές ασθένειες. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στην μεταβολομική μελέτη των μοριακών επιπτώσεων της υπερέκφρασης της DGCR14 σε ένα ανθρώπινο κυτταρικό μοντέλο, τα κύτταρα HeLa, με την χρήση της αέριας χρωματογραφίας - φασματομετρία μάζας. Ωστόσο, για να επιτευχθεί αυτό, θέματα σχετικά με τις δυνατότητες ποσοτικοποίησης των πολυβηματικών ομικών αναλύσεων έπρεπε να επιλυθούν. Μια σημαντική παράμετρος αφορά στην γρήγορη αδρανοποίηση των ενζυματικών διεργασιών έτσι ώστε οι αποκτηθέντες μετρήσεις να αντικατοπτρίζουν την πραγματική κυτταρική φυσιολογία. Για τον σκοπό αυτό, ο πειραματικός σχεδιασμός πρέπει να τροποποιείται κατάλληλα έτσι ώστε οποιεσδήποτε απαιτούμενες προ-αναλυτικές διαδικασίες χειρισμού των κυττάρων να έχουν ελάχιστη επίδραση στην φυσιολογία τους. Μελετήσαμε συνεπώς την επίδραση τεσσάρων πρωτοκόλλων συλλογής προσκολλημένων κυττάρων και δύο διαφορετικών διαλυμάτων έκπλυσης στο μεταβολικό πρότυπο κυττάρων HeLa. Τα μεταβολομικά δεδομένα αξιολογήθηκαν στο πλαίσιο της καρκινικής μεταβολικής φυσιολογίας και το πρωτόκολλο με την ελάχιστη δυνατή επίδραση στην κυτταρική φυσιολογία καθορίστηκε. Μεταξύ των αποτελεσμάτων αυτής της μελέτης, πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με την μεταβολική φυσιολογία των αθανατοποιημένων κυτταρικών σειρών προέκυψαν, οι οποίες ενίσχυσαν σημαντικά την υπάρχουσα γνώση γύρω από τον καρκινικό μεταβολισμό, σε σταθερές ή μεταβαλλόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες. Επακόλουθα, η βελτιστοποίηση της διαδικασίας συλλογής είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός αντιπροσωπευτικού μεταβολικού προτύπου κυττάρων HeLa πάνω στο οποίο πραγματοποιήθηκε η αξιολόγηση της υπερέκφρασης της πρωτεΐνης DGCR14 χωρίς να επισκιάζεται από πειραματικές αποκλίσεις εισαγόμενες από την διαδικασία χειρισμού των κυττάρων. Αναφορικά με τα κύτταρα που υπερεκφράζουν την DGCR14, η μεταβολομική ανάλυση εντόπισε μια αλλαγή φυσιολογίας συνδεόμενη με συγκεκριμένα μεταβολικά μονοπάτια τα οποία υποδηλώνουν έντονο μεταβολικό στρες. Για να διερευνήσουμε την συσχέτιση της υπερέκφρασης της DGCR14 με τον παραπάνω μεταβολικό φαινότυπο, χρησιμοποιήσαμε το ανακατασκευασμένο δίκτυο πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων του σωματιδίου συναρμογής στον άνθρωπο και το δίκτυο πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων στον άνθρωπο από την μετα-βάση δεδομένων PICKLE, προκειμένου να αντλήσουμε επιπλέον πληροφορίες για τον ρόλο της DGCR14 βάσει της θέσης της σε σχέση με άλλους κόμβους και υπερ-κόμβους. Μια πιθανή λειτουργική συσχέτιση της DGCR14 με αυτοφαγικούς και λυσοσωμικούς μηχανισμούς βρέθηκε, η οποία θα αξιολογηθεί και μελλοντικά μέσω της ανάλυσης, ξεχωριστά και συνδυαστικά, των μοριακών συνεπειών της υπερ- και υπο-έκφρασης σε όλα τα μοριακά επίπεδα κυτταρικής λειτουργίας. / In the post-genomic, systems biology era, developing a systems level understanding of a physiological process requires the analysis of biomolecular network dynamics at all molecular levels of cellular function. Likewise, functional genomics, an essential foundation of systems biology research, aims to define and analyze gene function at a global level by integrating data obtained from multiple high-throughput technologies. It is the integration of all the molecular profiles for a systematically perturbed system that can provide insight about the function of unknown genes. Along these lines, the present study is part of the systematic functional analysis of two interacting, but yet of unknown biological role, spliceosomal proteins, DGCR14 and FRA10AC1, that have both been implicated in neurological diseases. The present work focuses on studying the molecular consequences of DGCR14 overexpression in a human cell model, HeLa cells, at the metabolic level using Gas Chromatography-(ion trap) Mass Spectrometry. However, to succeed in this, issues regarding the quantification capabilities of the multistep omic analysis procedures needed to be resolved. A major concern refers to the fast quenching of any enzymatic processes, so that the acquired measurements indeed reflect the cellular physiology in vivo. To this end, the experimental design should be appropriately adjusted so that any required sample handling actions before quenching have a minimal effect on cellular physiology. Thus, we investigated the effect of four cell collection protocols and two different washing solutions on the intracellular metabolic profile measurements of a HeLa cell culture. The measurements were interpreted in the context of the known cancer cell metabolic physiology and the protocol with the minimum possible effect on cellular physiology was specified. Among the results of this study, valuable information about the metabolic physiology of the immortal cell line arise, which improved our knowledge about cancer metabolism under steady or varying environmental conditions. Subsequently, the optimization of the collection procedure enabled us to establish a representative metabolic profile of HeLa cells against which the overexpression of DGCR14 was evaluated without being obscured by the effect of the sample handling. Regarding the overexpressing cells, the metabolomic analysis detected a trend of physiological change connected to specific metabolic pathways indicating strong metabolic stress. To understand how DGCR14 overexpression generates this particular metabolic phenotype, we used the human spliceosomal complex protein-protein interaction (PPI) network and the integrated human PPI meta-database PICKLE to extract additional information about DGCR14 role based on its location with respect to other nodes and hubs. A possible functional correlation of DGCR14 to autophagic and lysosomal mechanisms was established, that will be further evaluated in the future through the analysis, separately and in combination, of the consequences of DGCR14 over- and under-expression at all molecular levels of cellular function.
165

Linear stability analysis of viscoelastic fluid extrusion through a planar die

Πέττας, Διονύσιος 02 June 2015 (has links)
It is well-known that, increasing the flow rate in polymer extrusion, the flow becomes unstable and the smooth extrudate surface becomes wavy and disordered to an increasing degree. In order to investigate the mechanisms responsible for these instabilities we perform a linear stability analysis of the steady extrusion of a viscoelastic fluid flowing through a planar die under creeping flow conditions. We consider the Phan-Thien-Tanner (PTT) model to account for the viscoelasticity of the material. We employ the mixed finite element method combined with an elliptic grid generator to account for the deformable shape of the interface. The generalized eigenvalue problem is solved using Arnoldi’s algorithm. We perform a thorough parametric study in order to determine the effects of all material properties and rheological parameters. We investigate in detail the effect of interfacial tension and the presence of a deformable interface. It is found that the presence of a finite surface tension destabilizes the flow as compared to the case of the stick-slip flow. We recognize two modes which are found to become unstable beyond a critical value of the Weissenberg number and perform an energy analysis to examine the mechanisms responsible for the destabilization of the flow and compare against the mechanisms that have been suggested in the literature. / --
166

Μελέτη περιβαλλοντικών και γεωλογικών παραμέτρων στη θέση του νέου λιμένα Αιγίου με χρήση γεωγραφικών συστημάτων πληροφοριών (GIS)

Σουλιώτη, Σωτηρία 04 December 2008 (has links)
Η παρούσα εργασία μελετά τις περιβαλλοντικές και γεωλογικές παραμέτρους στη θέση κατασκευής του νέου λιμένα της πόλης του Αιγίου. Για την μελέτη αυτή, σημαντικό ρόλο έπαιξε η χρήση των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (GIS) και ειδικότερα του προγράμματος ArcGIS έκδοση 9, με το οποίο αναλύθηκαν και εκτιμήθηκαν οι διάφορες παράμετροι που επιλέχθησαν, αυξάνοντας έτσι την αποτελεσματικότητα των μεθοδολογιών και συγκροτώντας ταυτόχρονα μία πολύτιμη τράπεζα δεδομένων για τη θαλάσσια περιοχή κατασκευής του λιμένα. Παρουσιάζονται δηλαδή τα αποτελέσματα μιας θαλάσσιας γεωφυσικής έρευνας που έλαβε χώρα στην παράκτια ζώνη του Αιγίου. Ο σκοπός της είναι διττός καθώς επιχειρείται να δοθούν λύσεις και απαντήσεις σε δύο σημαντικά ερωτήματα: α) στον εντοπισμό των επικινδυνοτήτων της περιοχής και β) στην ποσοτική ανάλυση των γεωφυσικών μεθόδων. Το μέγεθος της εργασίας εκτείνεται σε τέσσερα κεφάλαια στα οποία περιγράφονται αναλυτικά η όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε καθώς και τα αποτελέσματα και συμπεράσματα που προέκυψαν για τον πυθμένα του λιμένα, από τις μετρήσεις και αναλύσεις που έγιναν μέσω των τομογραφιών. Πρέπει να τονιστεί ότι αφετηρία για τις οποιεσδήποτε μελέτες έγιναν, αποτέλεσαν οι αρχικοί χάρτες του προγράμματος Autocad καθώς και οι τομογραφίες που είχαν ληφθεί από τον τομογράφο υποδομής πυθμένα 3.5KHz. Έτσι στο πρώτο κεφάλαιο, γίνεται μία περιγραφή των γεωφυσικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή θαλάσσιων τεχνικών έργων. Επίσης γίνεται αναφορά στις γεωλογικές και ανθρωπογενείς επικινδυνότητες από τις οποίες επηρεάζεται ο πυθμένας και οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στα τεχνικά έργα μέσω των φορτίων που εξασκούν σε αυτά. Στο κεφάλαιο αυτό αναφέρονται και τα όργανα που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των μεθόδων αυτών, όπως είναι οι τομογράφοι, οι ηχοβολιστές πλευρικής σάρωσης και τα κατευθυνόμενα βαθυσκάφη. Το δεύτερο κεφάλαιο της διπλωματικής εργασίας αναφέρεται στη θέση που βρίσκεται η περιοχή που μελετάται και στα γεωλογικά φαινόμενα που χαρακτηρίζουν αυτή. Το τρίτο κεφάλαιο αφορά στις μεθοδολογικές προσεγγίσεις που εφαρμόστηκαν για α) την αποτύπωση της βυθομετρίας και της μορφολογίας του πυθμένα, β) τον προσδιορισμό της υποδομής και του πάχους των σύγχρονων επιφανειακών ιζημάτων, γ) τον υπολογισμό της κλίσης των υποεπιφανειακών στρωμάτων και δ) τον εντοπισμό πιθανών γεωλογικών επικινδυνοτήτων, όπως ρηγμάτων, κατολισθητικών φαινόμενων και αέριων υδρογονανθράκων στου πόρους των ιζημάτων. Επίσης αναφέρεται το μεθοδολογικό σχήμα ανάλυσης και επεξεργασίας των αναλογικών καταγραφών με βάση την ποσοτικοποίηση των αναλογικών καταγραφών του τομογράφου υποδομής πυθμένα και την εφαρμογή της πολυδιάστατης στατιστικής ανάλυση όπως της Παραγοντικής Ανάλυσης (Factor Anlysis) και της ανάλυσης Επιφανειών Τάσης (Trend Surface Analysis). Τέλος, το τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας αυτής, αφορά τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τις παραπάνω αναλύσεις. Λαμβάνοντας υπόψη τις επιφανειακές κατανομές της βυθομετρίας τόσο του πυθμένα και των υποεπιφανειακών οριζόντων όσο και των άλλων παραμέτρων που μετρήθηκαν, αλλά και τα αποτελέσματα της παραγοντικής ανάλυσης, επιχειρείται η εξαγωγή συμπερασμάτων για την κατανόηση των όσων αναφέρθηκαν και μετρήθηκαν στην εργασία αυτή. / The present master thesis examines the environmental and geologic parameters of the new harbour site in the city of Aegio. In this research the Geographic Information Systems (GIS) played a major role and more specifically the software ArcGIS version 9, which was used to analyze and evaluate the various parameters, increasing thus the methodology effectiveness and at the same time creating a valuable data bank concerning the sea area of the harbour site. In the research below are presented the results of a marine geophysical survey that took place in the coastal region of Aegio. The object of this survey is double, as it attempts to provide answers and solutions to two substantial questions: a) the localization of the areas risks and b) the quantitative analysis of the geophysical techniques. The research is extended in four chapters, in which it is detailed the whole process followed as well as the results and the conclusions arising from the seafloor of the harbour, from the measurements and the analysis done through the tomographies. We should point out that the starting point of our research were the original maps of the Autocad as well as the tomographies taken from the subbottom profiler 3.5 KHz In the first chapter, we describe the geophysical techniques used for the construction of the sea technical works. It is also mentioned the geologic and anthropogenic risk which affects the seafloor and could damage the works due to the pressure put on them. There are also mentioned the instruments used for the implementation of these techniques, such as the subbottom profilers, side scan sonars and the bathyscaphes. The second chapter is dedicated to the location of the region and its typical geologic phenomena. The third chapter is about the methods we implemented for: a) the plotting of the seafloor bathymetry and morphology, b) the definition of the substructure and the thickness of the contemporary superficial sediments, c) the estimation of the gradient of the sub-superficial beds and d) the detection of possible geological risks, such as faultings, landslides and hydrocarbon gases in the sediments pores. It is also mentioned the methodological plan used for the analysis and the processing of the analogue recordings on the basis of the quantification of the subbottom profilers analogue recordings and the application of the multidimensional statistical analysis, such as the Factor Analysis and the Trend Surface Analysis . Finally in the fourth chapter of this master thesis are included the results and the conclusions that arose from the aforementioned analysis. Taking into account the superficial distribution of the bathymetry of the seafloor and of the sub-superficial horizons as well as of the other parameters counted, but also the results of the factor analysis, we attempted to arrive at a conclusion in order to make more intelligible what has been mentioned in this master thesis.
167

Ανάπτυξη και εφαρμογή μεθοδολογίας περιβαλλοντικής αξιολόγησης σε ηλεκτροχρωμικά παράθυρα / Development of an environmental evaluation methodology and application for electrochromic windows

Συρράκου, Ελένη 31 May 2007 (has links)
Στη διατριβή αυτή έχει αναπτυχθεί ένας νέος συνδυασμός της Ανάλυσης Κύκλου Ζωής (ΑΚΖ) και της Ανάλυσης Οικολογικής Απόδοσης, που εφαρμόζεται για την αξιολόγηση της περιβαλλοντικής και ενεργειακής απόδοσης και της απόδοσης κόστους ενός πρότυπου ηλεκτροχρωμικού παραθύρου, η οποία έχει σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως διάταξη εξοικονόμησης ενέργειας σε κτήρια. Ο κύριος στόχος είναι να επισημάνουμε πώς η συγκεκριμένη μέθοδος συμπληρώνει τις δύο μεθόδους, ενσωματώνοντας τα ιδιαίτερα πλεονεκτήματά τους σε ένα πληρέστερο και πιο ισχυρό διαγνωστικό εργαλείο. Η αποδοτικότητα της μεθόδου αποδεικνύεται με εφαρμογή σε έναν ηλεκτροχρωμικό υαλοπίνακα (K-Glass/WO3/πολυμερής ηλεκτρολύτης/V2O5/K-Glass), διαστάσεων 40cmx40cm. Αξιολογείται ολόκληρος ο κύκλος ζωής του εφαρμόζοντας τη μέθοδο της ΑΚΖ (ISO 14040). Για να μετρηθεί και να καταγραφεί η οικολογική απόδοση, χρησιμοποιούνται δείκτες περιβαλλοντικής απόδοσης, οι οποίοι βασίζονται σε ισοζύγια υλικών και ενέργειας και ορίστηκαν λαμβάνοντας υπόψη διάφορες παραμέτρους, (σενάριο ελέγχου, προσδοκώμενος χρόνος ζωής, κλιματικές συνθήκες, κόστος αγοράς). Ο συνδυασμός των αποτελεσμάτων οδηγεί σε σημαντικά συμπεράσματα για τον συνδυασμό ιδιοτήτων και τις πιθανές βελτιώσεις, που μπορεί να χρησιμοποιηθούν στη λήψη αποφάσεων για το σχεδιασμό και την ανάπτυξη του προϊόντος και για την επιλογή της βέλτιστης περίπτωσης μεταξύ διαφόρων υαλοπινάκων για ειδικές κλιματικές συνθήκες. Τέλος, μια τέτοια μεθοδολογία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καθιέρωση ενεργειακής σήμανσης, ή ενεργειακής ταξινόμησης των παραθύρων, ενώ επιπλέον είναι σύμφωνη με την Ευρωπαϊκή Οδηγία (2002/91/EC) για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων, που απαιτεί πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης για υφιστάμενα και νέα κτήρια. / In this study, a novel combination of the Life Cycle Assessment (LCA) and the Eco-efficiency analysis has been developed and implemented to evaluate the environmental, energy and cost efficiency potential of an electrochromic (EC) window prototype that aims to be used as an energy saving component in the building. The main objective is to mark out how the proposed method complements the traditional techniques, namely LCA and Eco-efficiency integrating their individual advantages into a more complete and a further more powerful diagnostic tool. The efficiency of the method is demonstrated with implementation to a 40cm x 40cm EC glazing (K-Glass/WO3/polymer electrolyte/V2O5/K-Glass). The whole life cycle of the EC glazing is evaluated by implementing the method of LCA (ISO 14040). In order to measure and report the ecological efficiency, environmental performance indicators were used, based on material and energy balances. The indicators were suitably defined taking into consideration various parameters (control scenario, expected lifetime, climatic type, purchase cost). Significant conclusions can be drawn for the development and the potential applications of the device compared to other commercial fenestration products. The combination of the results leads to significant conclusions for the balance of its properties and possible improvements that can be utilized in decision making for the product design and development and for the selection of an optimum case among various fenestration products for specific areas/climates. Finally, such a methodology can be utilized to establish a system for energy labeling or energy rating of windows and it is in accordance with the European Directive (2002/91/EC) on the energy performance of buildings, which calls for energy performance certificates to be available for new and existing buildings.
168

Ανάλυση ηλεκτροεγκεφαλογραφικού σήματος με εφαρμογές στην επιληψία και τις μαθησιακές δυσκολίες / Electroencephalographic signal analysis with applications in epilepsy and learning difficulties.

Γιαννακάκης, Γιώργος 29 June 2007 (has links)
Σκοπός αυτής της διπλωματικής εργασίας είναι η εξαγωγή γνώσης και χρήσιμων συμπερασμάτων για το σχετικά αδιερεύνητο θέμα της διάγνωσης των μαθησιακών δυσκολιών. Χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα καταγραφής ηλεκτροεγκεφαλογραφημάτων ηρεμίας και εγκεφαλικών προκλητών δυναμικών υγιών και ατόμων με μαθησιακές δυσκολίες, τα οποία συλλέχθηκαν στο εργαστήριο Ψυχοφυσιολογίας του Αιγινητείου Νοσοκομείου. Από την ανάλυση αυτών των σημάτων προσδιορίστηκαν παράμετροι (π.χ συγκεκριμένες κορυφώσεις) που διαφοροποιούν στατιστικά τα άτομα με μαθησιακές δυσκολίες σε σχέση με τους υγιείς. Παράλληλα, εξετάστηκαν παράμετροι από την κλασική θεωρία βιοσημάτων όπως η ενέργεια και οι χαρακτηριστικοί ρυθμοί. Τέλος, επιλύθηκε το αντίστροφο πρόβλημα της ηλεκτροεγκεφαλογραφίας ώστε να βρεθούν οι ρευματικές πηγές που προκαλούν τα αντίστοιχα σήματα στην επιφάνεια του κεφαλιού. Από τις πηγές αυτές επιδιώχθηκε ο προσδιορισμός περιοχών του εγκεφάλου που πιθανώς να είναι υπεύθυνες για την εμφάνιση μαθησιακών δυσκολιών. / The present thesis aims at the extraction of knowledge and useful conclusions for the relatively uninvestigated phenomenon of learning difficulties. Patients and healthy controls were evaluated by a computerized version of the digit span Wechsler test and EEG/ERP signals were recorded from 15 scalp electrodes based on the international 10-20 system of electroencephalography. The phenomenon was investigated via processing and analysis of EEG/ERP signals of healthy and persons with learning difficulties. Some features were extracted from these signals that statistically differentiate these two groups. Furthermore, features from classical theory of biosignals such as energy and characteristic rhythms were investigated. Finally, the so-called electroencephalography inverse problem was solved in order to define the internal current sources. The localization of such sources in the brain aimed at defining brain regions that are potentially responsible for learning difficulties.
169

Χρήση της περιβάλλουσας ανάλυσης δεδομένων για την αποδοτική κάλυψη ή σύμπτηξη ενός συνόλου

Γεωργαντζίνος, Στυλιανός 11 January 2010 (has links)
Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία περιγράφεται η διαδικασία συνδυασμού προβλημάτων Επιχειρησιακής Έρευνας με την μεθοδολογία εύρεσης συγκριτικής αποδοτικότητας (DEA). Αρχικά, παρουσιάζεται μια γενική περιγραφή της μεθόδου DEA και μια συνοπτική επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας. Παρουσιάζεται ο τρόπος συνδυασμού της μεθόδου DEA και δύο κλασσικών μοντέλων χωροθέτησης εγκαταστάσεων, του μοντέλου με περιορισμό και του αντίστοιχου μοντέλου χωρίς περιορισμό στην χωρητικότητα. Για την επίτευξη αυτού του στόχου γίνονται οι απαραίτητοι χειρισμοί στην μέθοδο DEA ούτως ώστε να μπορεί να υπολογίζεται η αποδοτικότητα για όλες τις μονάδες λήψης απόφασης ταυτόχρονα – μέθοδος ταυτόχρονης DEA (Simultaneous DEA), εφόσον το κλασσικό μοντέλο βρίσκει την αποδοτικότητα μιας μονάδας λύνοντας μια φορά το γραμμικό πρόβλημα με τους συντελεστές βαρύτητας αυτής της μονάδας. Η λύση του πολυκριτήριου προβλήματος αναδεικνύει την αλληλεπίδραση μεταξύ κόστους και αποδοτικότητας, για τη λήψη απόφασης ανάλογα με τις ανάγκες που μπορεί ενυπάρχουν σε ένα αντίστοιχο πραγματικό πρόβλημα. Στην συνέχεια αναπτύσσεται για πρώτη φορά στη διεθνή βιβλιογραφία μια μεθοδολογία για το συνδυασμό δύο άλλων βασικών προβλημάτων, της κάλυψης και της σύμπτυξης συνόλου, αντίστοιχα, με την μεθοδολογία DEA. Στόχος είναι να μορφοποιηθεί ένα μοντέλο γραμμικού προγραμματισμού έτσι ώστε εκτός από το μέτρο απόφασης του κόστους για την κάλυψη ή σύμπτυξη ενός συνόλου-στόχου, από διαθέσιμα υποσύνολα να ληφθεί υπόψη και η αποδοτικότητα του εκάστοτε υποσυνόλου, η οποία εν τέλει θα επηρεάσει και την συνολική αποδοτικότητα του συνόλου-στόχου. Γίνεται ο συνδυασμός των μεθοδολογιών και αναπτύσσονται μεθοδολογίες πολυκριτήριας ανάλυσης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την λήψη αποφάσεων που αφορούν την αποδοτική και οικονομική κάλυψη ή σύμπτυξη ενός συνόλου. Για την πιστοποίηση και τη διαπίστωση της λειτουργικότητας των προτεινόμενων μεθοδολογιών αναπτύσσονται παραδείγματα προβλημάτων, τα οποία και επιλύονται επιτυχώς. / In the present thesis, the combination of Operation Research Problems with the Data Envelopment Analysis (DEA) is performed in order to make optimal and efficient decisions. Firstly, a general description of DEA and a breath literature review is presented. Then, we show and test location modeling formulations that utilize data envelopment analysis (DEA) efficiency measures to find optimal and efficient facility location/allocation patterns. In addition, to the authors’ best knowledge, the combinations of DEA with the Set Covering Problem as well as Set Packing Problem are formulated as multiobjective problems, for first time in the literature. The main aim of the proposed models is to make cost-effective and efficient decisions regarding the Set Covering and Packing Problem, respectively. Numerical examples are developed in order to validate and test the novel models. The numerical results of multiobjective analysis demonstrate that the proposed methods are able to successfully find optimal and efficient solutions for real set covering, packing and partitioning problems.
170

Ανάλυση παλινδρόμησης με χρήση ποιοτικών ερμηνευτικών μεταβλητών : διερεύνηση της επίδρασης του φύλου στις επιδόσεις μαθητών του γυμνασίου

Μαλλή, Ουρανία 05 March 2014 (has links)
Σε πολλά προβλήματα υπάρχει η ανάγκη να ασχοληθούμε ταυτόχρονα με την μελέτη δύο μεταβλητών ώστε να δούμε αν υπάρχει αλληλεξάρτηση μεταξύ τους, καθώς και να εντοπίσουμε την σχέση που εκφράζει αυτήν την αλληλεξάρτηση. Η σχέση αυτή ονομάζεται εξίσωση παλινδρόμησης και περιγράφει τον τρόπο αλληλεξάρτησης των μεταβλητών, τον κανόνα δηλαδή που διαμορφώνει τις τιμές της μιας μεταβλητής από τις τιμές της άλλης. Η πρώτη θα ονομάζεται ανεξάρτητη (ερμηνευτική) και η δεύτερη που οι τιμές της θα καθορίζονται από αυτές της πρώτης εξαρτημένη(ερμηνευόμενη). Κάποιες φορές οι ερμηνευτικές μεταβλητές που χρησιμοποιούμε είναι ποιοτικές και υπάρχουν τρόποι ποσοτικού προσδιορισμού των κατηγοριών μιας ποιοτικής μεταβλητής. Η μελέτη αυτή έχει ως στόχο την διερεύνηση της σχέσης του φύλου του μαθητή με τις επιδόσεις του στα μαθηματικά, ώστε να αναλυθούν οι διαφορές που εμφανίζονται μεταξύ των δυο φύλων. Για τον σκοπό αυτό θα χρησιμοποιηθούν γραμμικά μοντέλα, όπου όμως η ερμηνευτική μεταβλητή(το φύλο) είναι ποιοτική. Θα γίνει ποσοτικός προσδιορισμός των κατηγοριών της με την χρήση δύο τιμών: 0 αν είναι κορίτσι, 1 αν είναι αγόρι. Ο πληθυσμός της έρευνας αποτελείται από μαθητές γυμνασίου της ορεινής Αχαΐας που άρχισαν και τελείωσαν το γυμνάσιο στο συγκεκριμένο σχολείο. Για κάθε μαθητή έχει καταγραφεί από την καρτέλα του για κάθε τάξη η επίδοση στα μαθηματικά, στη γλώσσα, η συνολική επίδοση και το φύλο. / In many problems there is a need to simultaneously study two variables in order to see if there is interdependence between them and as well as to identify the equation that expresses this interdependence. This equation is called the regression equation and describes the way that these variables are interdependent. The first variable will be called independent (explanatory) and the second one, whose values are determined by the values of the first, will be called dependent (interpreted). In some cases the explanatory variables we use are qualitative and there are ways of quantifying the categories of a qualitative variable. This study aims to investigate the relationship between the sex of a student and his or hers performance in mathematics, in order to analyze the differences between the two sexes. For this purpose linear models will be used, where the interpretative variable (sex) is qualitative. We will quantify the categories with the use of two values: 0 if it's a girl and 1 if it's a boy. The survey population is consisted of students of a high school located in mountainous Achaia that started and finished studying at this particular school. For each student we have retrieved the performance in mathematics course, language course, overall performance and gender for each year studying in that school.

Page generated in 0.0221 seconds