• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 10
  • Tagged with
  • 10
  • 5
  • 4
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Διερεύνηση της δυνατότητας εκτίμησης της φωτοσυνθετικής ταχύτητας ορισμένων μεσογειακών ειδών μέσω μετρήσεων του φθορισμού της χλωροφύλλης

Χονδρογιάννης, Χρήστος 01 July 2014 (has links)
Η εκτίμηση της παραγωγικότητας των χερσαίων οικοσυστημάτων προϋποθέτει τη δημιουργία αξιόπιστων μοντέλων παραγωγικότητας. Τα μοντέλα παραγωγικότητας τροφοδοτούνται με μια σειρά βιοτικών (φωτοσυνθετική ταχύτητα, συγκέντρωση χλωροφύλλης, ειδική μάζα φύλλου) και αβιοτικών παραμέτρων (θερμοκρασία, ένταση φωτός, βροχόπτωση) των φυτικών ειδών και του περιβάλλοντος. Μία από τις σημαντικότερες βιοτικές παραμέτρους αποτελεί η μέγιστη φωτοσυνθετική ταχύτητα κάτω από κορεσμένες εντάσεις φωτός, σε φυσιολογικές συγκεντρώσεις CO2 και στις επικρατούσες θερμοκρασίες (Asat). Η μέτρηση της Asat στο πεδίο με τις κλασσικές μεθόδους (αναλυτής αερίων) είναι επίπονη και χρονοβόρος διαδικασία. Για το λόγο αυτό νέοι τρόποι υπολογισμού της Asat προτείνονται. Στην παρούσα εργασία διερευνήθηκε η δυνατότητα εκτίμησης της Asat ορισμένων μεσογειακών φυτών μέσω της ανάλυσης της ταχείας φάσης ανόδου του φθορισμού της χλωροφύλλης (JIP-test). Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν τα ετήσια είδη Malva sylvestris και Capparis spinosa, το φυλλοβόλο είδος Cercis siliquastrum, το ημιφυλλοβόλο είδος Phlomis fruticosa, και τα σκληρόφυλλα είδη Nerium oleander, Ceratonia siliqua και Ligustrum japonicum. Οι μετρήσεις της Asat πραγματοποιήθηκαν με τη χρήση αναλυτή αερίων ανοικτού τύπου (LI-6400, LICOR), ενώ για τη μέτρηση της ταχείας φάσης ανόδου του φθορισμού χρησιμοποιήθηκε φθορισμόμετρο υψηλής χρονικής ανάλυσης (HandyPEA, Hansatech). Οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν σε εποχιακή βάση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των πειραμάτων μας, δεν βρέθηκε κάποια παράμετρος του JIP-test που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως γενικευμένος δείκτης της Asat, αντίθετα η Asat εμφάνισε πολύ καλή συσχέτιση με τη στοματική αγωγιμότητα. Εντούτοις, στα σκληρόφυλλα είδη και το ημιφυλλοβόλο είδος βρέθηκε καλή συσχέτιση μεταξύ της Asat και των δεικτών ψΕ0, δR0 και φR0 για τα χειμερινή ομάδα μετρήσεων. Η δυσμενέστερη περίοδος για τα πολυετή είδη φαίνεται πως είναι το καλοκαίρι. Τέλος, ο δείκτης VK/VJ μπορεί να υποδείξει τις κύριες καταπονητικές περιόδους. / The evaluation of the productivity of terrestrial ecosystems presupposes the creation of reliable productivity models. The productivity models are supplied with a series of biotic (photosynthetic rate, chlorophyll concentration, specific leaf mass) and abiotic parameters (temperature, light intensity, rainfall) of the plant species and of the environment. One of the most important biotic parameters is the maximum photosynthetic rate under saturated light intensities, under ambient CO2 concetration and under the prevailing temperatures (Asat). The measurement of Asat under field conditions using the traditional methods (gas analyzer) is a laborious and time consuming process. For this reason new methods of Asat calculation are suggested. In the present study the possibility of Asat estimation in some Mediterranean species with the use of the fast chlorophyll fluorescence transient (JIP-test) has been examined. For this purpose, the annual species Malva sylvestris and Capparis spinosa, the deciduous species Cercis siliquastrum, the semi-deciduous species Phlomis fruticosa, and the sclerophyllous species Nerium oleander, Ceratonia siliqua και Ligustrum japonicum have been used. The Asat measurements have been carried out with the use of an open gas exchange analyzer (LI-6400, LICOR), while for the measurement of the fast chlorophyll fluorescence transient a high-time resolution fluorometer (HandyPEA, Hansatech) has been used. The measurements were carried out on a seasonal basis. According to the results of our experiments, no JIP-test parameter has shown to act as a generalized index of Asat, while Asat has shown a very good correlation with stomatal conductance. However, at the sclerophyllous and the semi-deciduous species, a good correlation between Asat and ψΕ0, δR0 και φR0 indices has been shown for the winter team. The most adverse period of the year for the perennial species is summer. Finally, VK/VJ index is indicative of the most stressful periods for our species.
2

Η αποτελεσματικότητα της επιμόρφωσης των δασκάλων ως προς την εφαρμογή των αρχών της παιδαγωγικής του γραμματισμού με βάση τα κειμενικά είδη στη διδασκαλία του γλωσσικού μαθήματος στο δημοτικό σχολείο

Μαρκοπούλου, Μυρτώ 20 February 2014 (has links)
Μελετάται η αποτελεσματικότητα της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σε επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων ως προς την εφαρμογή των αρχών της Παιδαγωγικής του Γραμματισμού με βάση τα κειμενικά είδη στο γλωσσικό μάθημα στο δημοτικό σχολείο πριν και μετά την μετεκπαίδευσή τους στο Διδασκαλείο Πατρών. / We study the effectiveness of teacher training in knowledge and skills in the application of the principles of genre based literacy Pedagogy in language lesson in elementary school before and after postgraduate studies in the College of Education in Patras (Didaskalio).
3

Γενετική δομή και φυλογενετικές σχέσεις ειδών της οικογένειας Sphaeromatidae

Παπαϊωάννου, Χαρίκλεια 04 May 2011 (has links)
Τα ισόποδα αποτελούν τα πιο ποικίλα σε δομή και τα πλουσιότερα σε είδη Καρκινοειδή της υπέρταξης των Περακαρίδων. Πρόκειται για κοινούς κατοίκους όλων σχεδόν των οικοσυστημάτων. Η οικογένεια Sphaeromatidae (Latreille, 1825) ανήκει στην υπόταξη Flabellifera (μια από τις 10 υποτάξεις των ισοπόδων). Δύο εκπρόσωποι της οικογένειας αυτής είναι τα είδη Sphaeroma serratum (Fabricius, 1787) και Lekanesphaera hookeri (Leach, 1814), που είναι κοσμοπολιτικά, εντοπίζονται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και αποτέλεσαν τα πειραματόζωα στην παρούσα μελέτη. Οι φυλογενετικές μελέτες στον ελλαδικό χώρο περιορίζονται κυρίως στη μελέτη ειδών χερσαίων ισοπόδων, κυρίως λόγω των πολλών ενδημικών ειδών. Ωστόσο εντοπίζονται και άλλα είδη, τα οποία διαβιούν τόσο στη θάλασσα όσο και σε περιοχές με γλυκά και υφάλμυρα νερά, τα οποία δεν έχουν μελετηθεί ακόμη, αν και θα μπορούσαν να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τους μηχανισμούς απομόνωσης των πληθυσμών αλλά και την οικολογία, καθώς και την παλαιογεωγραφία της περιοχής. Η παρούσα εργασία αποτελεί την πρώτη απόπειρα μελέτης των φυλογενετικών σχέσεων των δύο αυτών ειδών τόσο στον ελλαδικό όσο και στον ευρωπαϊκό χώρο γενικότερα. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν ο προσδιορισμός της γενετικής δομής και των φυλογενετικών σχέσεων ειδών της οικογένειας Sphaeromatidae. Για τη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν μοριακοί δείκτες από 18 πληθυσμούς του είδους Sphaeroma serratum και 2 πληθυσμούς του είδους Lekanesphaera hookeri (ως εξωομάδα). Η πειραματική προσέγγιση περιελάμβανε τον πολλαπλασιασμό αλληλουχιών των μιτοχονδριακών γονιδιακών τόπων 16S rDNA και COI (δείκτες που χρησιμοποιούνται ευρέως για μελέτες σε επίπεδο πληθυσμών και ειδών) με τη μέθοδο της PCR, τον προσδιορισμό των αλληλουχιών αυτών και, ακολούθως, τη στατιστική και φυλογενετική τους ανάλυση με τις μεθόδους της Σύνδεσης Γειτόνων (Neighbor Joining), της Μέγιστης Φειδωλότητας (Maximum Parsimony) και της Μπεϊεσιανής Συμπερασματολογίας (Bayesian Inference). Το τελικό μήκος των αλληλουχιών μετά την επεξεργασία ήταν 396 θέσεις για το γενετικό τόπο 16S και 500 θέσεις για το γενετικό τόπο COI. Τα δεδομένα από τους δύο γενετικούς τόπους ήταν δυνατό να συνδυαστούν, επομένως πραγματοποιήθηκε τόσο ανεξάρτητη όσο και συνδυασμένη ανάλυση. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη χρήση των μιτοχονδριακών μοριακών δεικτών και την εφαρμογή των φυλογενετικών μεθόδων που προαναφέρθηκαν, τόσο όσον αφορά τις νουκλεοτιδικές αποκλίσεις όσο και τα φυλογενετικά δέντρα που προέκυψαν, επιβεβαιώνουν τη μεγάλη γενετική διαφοροποίηση μεταξύ των δύο ειδών και αναγνωρίζουν επίσης μεγάλη γενετική διαφοροποίηση μεταξύ των πληθυσμών του είδους Sphaeroma serratum. Η διαφοροποίηση αυτή δεν ακολουθεί κάποιο σαφές γεωγραφικό πρότυπο, ωστόσο φαίνεται να συνδέεται με τα διαφορετικά επίπεδα αλατότητας που παρατηρούνται στις διάφορες περιοχές συλλογής. Οδηγούμαστε συνεπώς στην υπόθεση ότι είναι πιθανή η ύπαρξη κρυπτικών ειδών μέσα στους πληθυσμούς του είδους. / Isopods, the most diverse in form and the most species-rich crustaceans of the superorder Peracarida, have successfully settled all possible habitats. The family Sphaeromatidae (Latreille, 1825) is classified in the suborder Flabellifera (one of the 10 suborders of isopods). Two representatives of this family are the species Sphaeroma serratum (Fabricius, 1787) and Lekanesphaera hookeri (Leach, 1814). They are both cosmopolitan species and have colonized widely the Greek marine shorelines and lagoons. The phylogenetic relations studies in Greece regard only terrestrial isopods, due to the large variety of endemic species. However, there are also non terrestrial species that haven’t been studied yet. This type of studies could give answers to questions about the isolation mechanisms of the populations, about ecological factors and the palaeogeography of Greece. The present study is the first attempt to resolve the phylogenetic relations of the two species mentioned above, in Greece and generally in Europe. In order to resolve those relations, we used two mitochondrial markers (16S rDNA and COI) from 18 populations of Sphaeroma serratum and 2 populations of Lekanesphaera hookeri (outgroup). Our experimental approach included PCR amplification, sequencing and computational statistic and phylogenetic analyses using Neighbor Joining, Maximum Parsimony and Bayesian Inference methods. Regardless of the method used, the results verify the great genetic divergence between the two species and also indicate great divergence among the populations of Sphaeroma serratum. Divergence patterns do not show any clear geographic structure, although they seam to be related somehow with the different salinity levels observed in the sampling regions, implicating the existence of cryptic species.
4

Μεταβολές στη λειτουργία της φωτοσυνθετικής συσκευής σε σχέση με την ταχύτητα εμφάνισης της υδατικής καταπόνησης / Responses of the photosynthetic apparatus under short and long water stress periods

Κούτρα, Ελένη 13 January 2015 (has links)
Η υδατική καταπόνηση αποτελεί έναν από τους κυριότερους περιβαλλοντικούς παράγοντες περιορισμού της φυτικής ανάπτυξης και απόδοσης στα ξηρά και ημίξηρα οικοσυστήματα, συμπεριλαμβανομένων κι αυτών με μεσογειακού τύπου κλίμα. Σκοπός της παρούσας ερευνητικής εργασίας ήταν η εκτίμηση των επιδράσεων της υδατικής καταπόνησης στη φωτοχημική ικανότητα του PSII και τις φωτεινές αντιδράσεις της φωτοσύνθεσης, σε τυπικά μεσογειακά είδη. Η υδατική καταπόνηση επιτεύχθηκε τόσο εργαστηριακά εντός διαστήματος λίγων ωρών, όσο και σε ημι-φυσικές συνθήκες περιβάλλοντος σε διάστημα περίπου δύο εβδομάδων. Μετά τις δύο εβδομάδες τα φυτά επανυδατώθηκαν, με στόχο την εκτίμηση της ικανότητας ανάκαμψης από το έντονο υδατικό stress. Η ανάλυση της κινητικής της επαγωγής του φθορισμού της χλωροφύλλης a μέσω του JIP-test αποκάλυψε την άμεση επίδραση της έλλειψης νερού στη ροή των ηλεκτρονίων, όπως αυτή εκφράζεται από τις παραμέτρους ψΕο, φΕο, δRo και φRo. Επιπλέον, παρατηρήθηκε αρνητική συσχέτιση του δείκτη RWC με το συνολικό απόθεμα των ενεργών κέντρων του PSI και τους τελικούς υποδοχείς του PSI, καθώς και με τους δείκτες φωτοσυνθετικής απόδοσης PIABS & PItotal. Η μέγιστη φωτοχημική ικανότητα του PSII, φPo(=Fv/Fm) μειώθηκε μόνο σε πολύ χαμηλές τιμές RWC στις εργαστηριακές μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν, ενώ στις ημι-φυσικές συνθήκες η μείωση του φPo την δεύτερη εβδομάδα της υδατικής καταπόνησης συνοδεύτηκε από αυξημένη θερμική απόσβεση της απορροφούμενης ενέργειας διεγέρσεως. Η ανάπτυξη του υδατικού stress σε ημι-φυσικές συνθήκες οδήγησε επίσης στη μεταβολή των ειδικών ενεργειακών ροών ανά δραστικό ενεργό κέντρο του PSII, πιθανώς λόγω της μερικής αδρανοποίησης ενεργών κέντρων στις συνθήκες αυτές. Επιπλέον, καταγράφηκε αύξηση του φθορισμού στα 300 μsec (Σημείο Κ), ένα φαινόμενο που συνδέεται με καταστολή της λειτουργίας του συμπλόκου έκλυσης οξυγόνου. Οι εν λόγω μεταβολές δεν παρατηρήθηκαν στον ίδιο βαθμό στις εργαστηριακές μετρήσεις, γεγονός που πιθανώς οφείλεται στη σταδιακή ανάπτυξη της ξηρασίας και τη συνδυαστική δράση της έλλειψης νερού, της υψηλής θερμοκρασίας και των υψηλών εντάσεων φωτός κάτω από φυσικές συνθήκες περιβάλλοντος. Από την πρώτη κιόλας ημέρα μετά την επανυδάτωση των φυτών, όλες οι παράμετροι του JIP-test άρχισαν να επανακάμπτουν. Ωστόσο, εντοπίστηκαν διαφορές στην ταχύτητα επαναφοράς μεταξύ των διαφορετικών ειδών. Συνολικά, τα ευρήματα μας υποδεικνύουν καταστολή των φωτεινών αντιδράσεων της φωτοσύνθεσης σε συνθήκες υδατικής καταπόνησης, μεταβολή η οποία αντιστράφηκε γρήγορα στα πειράματά μας. Θα μπορούσε λοιπόν, να θεωρηθεί ως ένας μηχανισμός προσαρμογής που εξασφαλίζει στα μεσογειακά είδη που μελετήθηκαν την διατήρηση της λειτουργικότητας της φωτοσυνθετικής συσκευής, ακόμη και σε συνθήκες έντονης υδατικής καταπόνησης. / Water stress is one of the most important environmental factors limiting plant growth and yield in arid and semi-arid ecosystems, including those with Mediterranean climate. The objective of this study was to evaluate the effects of water stress on the photosynthetic capacity of PSII and on the light reactions of photosynthesis of typical Mediterranean species. Water stress experiments were conducted both under laboratory conditions, through dehydration of leaf-disks within hours and under semi-natural conditions by withholding water for about two weeks. Drought period was followed by six days of re-watering, in order to assess the recovery of the photosynthetic apparatus. Analysis of the polyphasic OJIP fluorescence transient through JIP-test, revealed direct limitations in electron transport, as expressed by the parameters ψΕο, φΕο, δRo and φRo. Furthermore, a negative correlation was found between RWC and the pool of the RCs of PSI, the pool of electron end-acceptors, and the photosynthetic efficiency, as expressed by the parameters PIABS & PItotal. The maximum quantum yield of primary photochemistry φPο (=Fv/Fm) was affected only under very low RWC values during the laboratory experiments. On the other hand, a reduction was found during the second week of drought stress treatment, along with an increased conversion rate of absorbed light into thermal energy. Under semi-natural conditions, water stress also caused a shift in the specific energy flows per RC of PSII, caused possibly by inactivation of RCs. Moreover, there was an increase in fluorescence intensity at 300 microseconds (K-band), a phenomenon associated with inhibition of the oxygen evolving complex. These alterations were not observed to the same extent in the laboratory experiments, so they can be attributed to the gradual onset of drought and the combined effect of dehydration, high temperature and high light intensities under natural conditions. Within one day after rehydration, all the parameters of the JIP-test began to recover. However, differences in the recovery rate were observed between different species. In conclusion, our findings indicate down-regulation of light reactions of photosynthesis under water stress. This phenomenon was quickly reversed in our experiments. Therefore, it could be regarded as an adaptive response, which maintains the functionality of the photosynthetic apparatus of the Mediterranean species studied, even under severe water deficit.
5

Διδακτικά σενάρια ολιγοθέσιων δημοτικών σχολείων στο μάθημα της Γλώσσας για τις τάξεις Γ΄- Δ΄ και Ε΄- Στ΄. Εφαρμογή και σχολιασμός των αποτελεσμάτων

Γιαννοπούλου, Ιωάννα - Δάφνη 21 May 2014 (has links)
Στο πλαίσιο της διά βίου μάθησης στο χώρο της εκπαίδευσης και πιο συγκεκριμένα στα ολιγοθέσια σχολεία δημιουργήσαμε δύο διδακτικά σενάρια (διδακτικό υλικό και δράσεις βασισμένα κυρίως στις τεχνολογίες) στο μάθημα της Γλώσσας για τις τάξεις Γ΄- Δ΄ και Ε΄- Στ΄. Σε ένα ολιγοθέσιο σχολείο το πρόβλημα διαχείρισης της διδακτέας ύλης, η περιορισμένη θεματολογία των σχολικών εγχειριδίων σχετικά με τα ενδιαφέροντα των μαθητών, η ελλιπής υλικοτεχνική υποδομή, η δυσκολία πρόσβασης εξαιτίας των καιρικών συνθηκών δυσχεραίνουν τις συνθήκες διδασκαλίας για τον εκπαιδευτικό και τους μαθητές. Η δημιουργία διδακτικών σεναρίων συνοδεύτηκε από εφαρμογή σε ολιγοθέσιο σχολείο, προκειμένου να σχολιαστούν τα αποτελέσματα (παραγωγή προφορικού και γραπτού λόγου) σύμφωνα με τους τιθέμενους στόχους. Τα συμπεράσματα της εφαρμογής συνδυάστηκαν με υλικό προϋπάρχουσας δοκιμαστικής εφαρμογής διδακτικού σεναρίου σε διαφορετικό ολιγοθέσιο δημοτικό σχολείο. / In the context of lifelong learning in education and more specifically in small primary schools we created two learning scenarios (teaching material and activities based mainly on technologies) in the subject of language for the 3rd- 4th and 5th - 6th grades of primary school. In a small primary school the management problem of the curriculum, the limited themes of textbooks on students' interests, the lack of logistical infrastructure, the difficulty in accessing due to weather conditions hinder the teaching conditions for the teachers and the students. The creation of learning scenarios was accompanied by implementation in small primary school, in order to comment on the results (spoken and written word) according to the defined goals. The conclusions of the implementation were combined with preexisting material of pilot learning scenario in different small primary school.
6

Διαχείριση και προστασία των ενδημικών, απειλουμένων και σπανίων φυτών του Εθνικού Δρυμού Αίνου, Κεφαλονιάς / Management and conservation of the endemic, threatened and rare plants of the National Park of Ainos, Cephalonia

Καραγιάννη, Βασιλική 20 April 2011 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη των ενδημικών φυτικών ειδών και ειδών ιδιαίτερου ενδιαφέροντος, τα οποία απαντώνται στον Εθνικό Δρυμό του Αίνου (περιοχή NATURA 2000: GR2220002 & SPA). Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται τα: Viola cephalonica, Saponaria aenesia, Ajuga orientalis subsp. aenesia, Campanula garganica subsp. cephallenica, Centaurea subciliaris, κ.ά. Συνολικά η μελέτη περιλαμβάνει 21 taxa τα οποία ανήκουν σε 13 οικογένειες. Προτείνονται in situ και ex situ δράσεις προστασίας των. Για τον σκοπό αυτό έχουν καταγραφεί και μελετηθεί όλοι οι υποπληθυσμοί των ειδών, στοιχεία από τη βιολογία τους, οι απειλές που δέχονται, οι υπάρχουσες διαχειριστικές πρακτικές και οι σημαντικότεροι αβιοτικοί παράγοντες από τις θέσεις εμφάνισής των. Μέρος της μελέτης αποτελεί, επίσης, η εύρεση επιτυχημένων πρωτοκόλλων φύτρωσης και μηχανισμών άρσης του ληθάργου ο οποίος απαντάται σε ορισμένα taxa. Η οικοφυσιολογία της φύτρωσης αποτελεί ένα πολύ σημαντικό στάδιο στο βιολογικό κύκλο των φυτικών ειδών, το οποίο μπορεί να καθορίσει ακόμα και τη διατήρησή τους. Πιθανόν να πρέπει να αξιολογείται μαζί με άλλα δεδομένα (αριθμός ατόμων, έκταση και αριθμός υποπληθυσμών κ.α.) τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψη κατά τη διάρθρωση των κόκκινων καταλόγων των φυτικών ειδών. / The object of the present work is the study of the endemic plant species and of species with special interest, which grow in the National Park of Mount Ainos (NATURA 2000 area: GR2220002 & SPA). The following are included among them: Viola cephalonica, Saponaria aenesia, Ajuga orientalis subsp. aenesia, Campanula garganica subsp. cephallenica, Centaurea subciliaris, etc. In total, the study covers 21 taxa, belonging to 13 families. In situ and ex situ actions for their protection are being proposed. For this purpose, all the species subpopulations have been recorded and data on their biology, on the encountered threats, on the current management practices and on the most important abiotic factors which characterize the locations of occurrence have been studied. Part of the study was also the creation of successful germination protocols and the finding of mechanisms for the dormancy breakage, since the seeds of some taxa are characterized by the presence of dormancy. The ecophysiology of germination constitutes a very important stage in the biological cycle of plant species, which could even define their conservation. It might be necessary to evaluate it along with the other data (no. of individuals, subpopulation size and number etc), which are being taken under consideration, during the compilation of Red Data Books of plant species.
7

Ο λόγος της Ιστορίας και της Βιολογίας στα σχολικά εγχειρίδια του Γυμνασίου : κειμενικά είδη και συστημική λειτουργική ανάλυση

Παπαγιαννόπουλος, Ιωάννης 01 February 2013 (has links)
Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση των γλωσσικών χαρακτηριστικών στα κειμενικά είδη που εμφανίζονται στα σχολικά εγχειρίδια της Ιστορίας και της Βιολογίας του γυμνασίου, με βάση το θεωρητικό πλαίσιο και τη μεθοδολογία της Συστημικής Λειτουργικής Γλωσσολογίας (ΣΛΓ). Συγκεκριμένα, αναλύονται οι λεξικoγραμματικοί πόροι και τα σημασιολογικά χαρακτηριστικά σε είκοσι τέσσερα συνολικά κείμενα από τα σχολικά εγχειρίδια. Η έρευνα εστιάζει στις διαδικασίες και τους μετέχοντες (σύστημα μεταβιβαστικότητας), στη λεξική πυκνότητα, στην τροπικότητα, στη γραμματική μεταφορά (ιδίως στην ονοματοποίηση), στην χρονικότητα και την αιτιότητα και στις συνδετικές σχέσεις. Οι διαφοροποιήσεις του λόγου των ανθρωπιστικών και φυσικών επιστημών, η αφαίρεση και η τεχνικότητα, και τα σύνδρομα χαρακτηριστικών που χαρακτηρίζουν τα κειμενικά είδη, εξετάζονται σε συσχέτιση και με τα ευρήματα συναφών ερευνών που έχουν γίνει τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς (κυρίως στην Αυστραλία). Όπως προκύπτει από την ανάλυση των αποτελεσμάτων, τα χαρακτηριστικά αυξάνονται από τη μία τάξη στην άλλη και εντοπίζονται διαφορές στα δύο αντικείμενα. Η ανασυγκρότηση της γνώσης απαιτεί από τα παιδιά του γυμνασίου εξοικείωση με τις γραμματικές μορφές της γραπτής γλώσσας και του τρόπου που αναπτύσσονται στα κειμενικά είδη στα διάφορα μαθήματα. Επιπλέον, προτείνεται η συστηματικότερη ανάλυση και προσαρμογή των εργαλείων της ΣΛΓ στην ελληνική γλώσσα, δεδομένου ότι έχει εφαρμοστεί κατά κύριο λόγο στην αγγλική, και, τέλος, γίνονται κάποιες προεκτάσεις στην εκπαίδευση και τον γραμματισμό με γνώμονα μια ισονομιστική και χειραφετητική γνώση. / The purpose of this study is to investigate the language of genres in History and Biology school textbooks in early secondary school (gymnasio), within the frame of systemic functional linguistics (SFL). More specifically, our aim is to analyze the lexicogrammar and semantics of twenty four texts from school textbooks. The study focuses on processes and participants (system of transitivity), lexical density, modality, grammatical metaphor (especially nominalization), temporality, causality and conjunctive relations. Differences in discourse of humanities and natural sciences, technicality and abstraction, and the co-occurrence (syndromes) of characteristics in different genres are considered in relation with the findings of relevant Greek and international researches. According to data analysis, there is an increasing tension from lower to higher grade and some differences between the two subject areas. The reconstruction of knowledge demands from early secondary pupils familiarization with grammatical forms of written language and with the way that they are deployed in school genres. Furthermore, it is suggested more specific analysis and adaptation of SFL tools in Greek language, given that they have implemented basically in English, and, finally, our remarks are extended to education and literacy under the rule of equal opportunities and emancipative knowledge.
8

Μελέτη σφαλμάτων σε γραμμές μεταφοράς

Εξαδάκτυλος, Κωνσταντίνος 07 June 2013 (has links)
Σε αυτή τη διπλωματική εργασία γίνεται μελέτη του δικτύου διανομής και των σφαλμάτων που συμβαίνουν στις γραμμές μεταφοράς. Τα σφάλματα αναφέρονται σε ένα χρονικό διάστημα 15 ετών, από το 1989 ως το 2003 και καλύπτουν 35 γραμμές της Δυτικής Ελλάδας. Στη συνέχεια γίνεται επεξεργασία των δεδομένων και ταξινόμηση τους, ανάλογα με το έτος, την γραμμή μεταφοράς και το αίτιο που προκάλεσε το σφάλμα. Αναλυτικότερα, στο 1ο κεφάλαιο της διπλωματικής εργασίας γίνεται: - γενική ανάλυση των στοιχείων μιας γραμμής μεταφοράς. - συνοπτική παρουσίαση των αγωγών, των μονωτήρων, των μετασχηματιστών και των πυλώνων που χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία μιας γραμμής μεταφοράς. - κατηγοριοποίηση των εναέριων γραμμών μεταφοράς ανάλογα με το μήκος τους. Επίσης, αναφέρονται οι απαιτήσεις των γραμμών μεταφοράς αλλά και οι τύποι που υπάρχουν. Τέλος, αναπτύσσεται διεξοδικότερα ο ρόλος που παίζει η διαδρομή της γραμμής στην αντικεραυνική συμπεριφορά. Στο 2ο κεφάλαιο γίνεται σύντομη αναφορά στο κλίμα της Ελλάδας, στην κεραυνική συχνότητα και σε βασικά χαρακτηριστικά των γραμμών και των πυλώνων στο υπό εξέταση δίκτυο. Στη συνέχεια, παρατίθενται κάποια τεχνικά στοιχεία του συστήματος μεταφοράς, όπως το πλήθος των εναέριων, υπόγειων και υποβρύχιων γραμμών μεταφοράς και κάποια βασικά μεγέθη του δικτύου ηλεκτρισμού. Τέλος τα χαρακτηριστικά του δικτύου είναι μια ευγενική παραχώρηση της Δ.Ε.Η. όπως βέβαια και όλα τα στοιχειά που εξετάζουμε. Το 3ο κεφάλαιο αναφέρεται στον εντοπισμό σφαλμάτων και αφιερώνεται σε μια γενική θεώρηση της λογική και της χρησιμότητας του εντοπισμού σφαλμάτων. Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται: - ιστορική αναδρομή για τη συγκεκριμένη θεωρία και παρουσιάζονται συνοπτικά τα πλεονεκτήματα της. - μικρή αναφορά στα είδη σφαλμάτων που συμβαίνουν στους αγωγούς. - παρουσίαση πλεονεκτημάτων του “fault locator”. - αναφορά των μεθόδων εντοπισμού σφαλμάτων. Στο 4ο κεφάλαιο αναφέρονται τα είδη σφαλμάτων(χωρίζονται σε κατηγορίες με βάση τη χρονική τους διάρκεια και τις επιπτώσεις αυτών στο δίκτυο) που παρουσιάζονται στις γραμμές και γίνεται επεξεργασία αυτών. Οι κατηγορίες των σφαλμάτων είναι: - Παροδικά - Παραμένοντα - Μόνιμα Τα κριτήρια κατηγοριοποίησης είναι η διάρκεια των σφαλμάτων και το ύψος της ζημιάς που προκαλούν. Βέβαια οι δυο αυτές ποσότητες είναι αλληλένδετες και ανάλογες. Μια ζημιά που θα καταστρέψει παραδείγματος χάρη έναν πυλώνα θα διαρκέσει ως βλάβη, στην καλύτερη , περίπτωση μερικές μέρες. Έτσι τα παροδικά σφάλματα διαρκούν το πολύ μερικά δευτερόλεπτα και το δίκτυο στο οποίο εμφανίζεται το σφάλμα επανέρχεται σε λειτουργία από μόνο του, δίχως την ανάγκη παρέμβασης. Τα μόνιμα σφάλματα είναι τα σοβαρότερα και τα πλέον απευκταία. Απαιτούν την παρέμβαση συνεργείου της Δ.Ε.Η. στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων τους. Τα παροδικά είναι τα σφάλματα με χαρακτηριστικά κάπου ενδιάμεσα των δυο προηγούμενων κατηγοριών. Στο 5ο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα αιτία που προκαλούν τα σφάλματα στις γραμμές. Η πλειονότητα των σφαλμάτων προκαλείται εξαιτίας κακών ατμοσφαιρικών συνθηκών. Με τον όρο αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση εννοούμε κυρίως τα κεραυνικά πλήγματα πάνω σε μια γραμμή ή πολύ κοντά σε αυτή. Αρκετά πιο σπάνια μπορεί να προκαλέσει σοβαρό σφάλμα σε μια γραμμή ο δυνατός αέρας. Γίνεται, επίσης, ταξινόμηση σε πίνακες, ακολουθούμενα από διαγράμματα, των σφαλμάτων από το 1989 ως το 2003 ανάλογα με την γραμμή μεταφοράς και τον υποσταθμό που εμφανίστηκαν. Τέλος, στο 6ο κεφάλαιο γίνεται: - αναφορά της ανάγκης κατασκευής ενός ΣΑΠ (Σύστημα Αντικεραυνικής Προστασίας) - αναφορά σε ορισμούς που αφορούν ένα ΣΑΠ - αναφορά στο σχεδιασμό ενός ΣΑΠ - παρουσίαση διάφορων μεθόδων προστασίας από κεραυνούς, που όπως αναλύθηκε είναι ένα από τα βασικότερα αίτια πρόκλησης σφαλμάτων - ανάλυση της συχνότητας των κεραυνών και πόσο συχνά πλήττουν τις γραμμές μεταφοράς - παρουσίαση μεθόδων υπολογισμού σφαλμάτων - θεωρητικός υπολογισμός σφαλμάτων για τις γραμμές R-11 και R-23. / This diploma thesis studies the transmission network and the faults that happened on the transmission lines. The faults referred to an interval of 15 years, between years 1989 and 2003 and they are about 35 transmission lines of Western Greece. Also, there is a treatment and a clarification of the data according to the year, the transmission line and the reason that caused the fault. Specifically, in the first chapter of the diplomatic there is: - a general analysis of the data transmission lines. - a summary of the actions of insulators, transformers and posts used in the operation of a transmission line. - a classification of overhead transmission lines according to their length. Also, there is a reference of the requirements of transmission lines and the types of them. Finally, is developed more extensively the role that has the path of the line (routing) in the protection of lines of high voltage. In the second chapter follows short report in the climate of Greece, in the thunder frequency and in basic characteristics of lines and pylons in the network under review. After that, there are the technical date of the transmission system, such as the amount of airspace, underground and underwater transmission lines and some key figures of electricity network. Finally the characteristics of network are a polite concession of Δ.Ε.Η. as of course and the data that we examine. The third chapter referred to debug devoted to an overview about the logic and usefulness of the fault location. In this chapter: - originally presented a history that had to accept the theory and summarizes the advantages - there is also a small reference to the types of faults that occur in the ducts - a summary of advantages of “fault locator” - reference to the methods of faults locating. In the fourth chapter are reported the types of faults (are separated in categories with base their time duration and the repercussions of these in the network) that are presented in the lines and takes place treatment of these. The categories of faults are: - Transitory - Remaining - Permanently The criteria of categorization are the duration of faults and the height of damage that they cause. Of course these two quantities are interrelated and proportional. A damage that will destroy for example pylon will last as damage, in better, case certain days. Thus the transitory faults lasts at maximum certain seconds and the network in which is presented the fault is back on line on his own, without the need of intervention. The permanent faults are most serious. They require the intervention of repair crew of Δ.Ε.Η. in the overwhelming majority of their cases. Transitory are the faults with characteristically somewhere in-between the two previous categories. In the fifth chapter is presented the reason that cause the faults in the lines. The majority of faults are caused because of the bad atmospheric conditions. With this term in the particular case we mainly mean the thunder strokes on a line or a lot near it. Enough more seldom it can cause serious fault in a line the strong air wind. There is, also, a clarification in tables (with the corresponding charts) of the faults between years 1989 and 2003 depending on the transmission line and the substation they took place. Finally, in the sixth chapter there is: - a reference to the construction need of lightning protection system (LPS) - a reference to definitions about the LPS - a reference to the designing of LPS - a presentation of several methods of protection from lightning, which is one of the main reasons faults. - an analysis of lightning frequency and how often they strike the transmission lines. - a presentation of methods of faults calculation - A theoretical calculation of faults in transmission lines R-11 and R-23.
9

Η γλωσσικά εδραιωμένη νοηματοδότηση έργων τέχνης από τα παιδιά στο πρώτο σχολείο

Λογοθέτη, Ανθή 07 October 2014 (has links)
Η παρούσα μελέτη διερευνά τον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά πρωτοσχολικής ηλικίας νοηματοδοτούν τα έργα τέχνης, και ειδικότερα τους πίνακες ζωγραφικής, στο πλαίσιο μιας οργανωμένης διδακτικής συνθήκης που σχετίζεται με το πεδίο της γλωσσικής και εικαστικής αγωγής και ανάπτυξης. Συγκεκριμένα,ακολουθώντας την κοινωνιοσημειωτική προοπτική της Συστημικής Λειτουργικής Γλωσσολογίας (ΣΛΓ) καθώς και μία γνωστική προσέγγιση για τις τέχνες στην εκπαίδευση, αναλύονται οι γλωσσικές πραγματώσεις μιας ομάδας παιδιών νηπιαγωγείου που αφορούν στην ερμηνεία 10 επιλεγμένων από την εκπαιδευτικό-ερευνήτρια πινάκων ζωγραφικής στις διαδοχικές φάσεις μιας λειτουργικά νοηματοδοτημένης διδακτικής παρέμβασης. Η έρευνα προσανατολίζεται στις δυνατότητες για την ενεργοποίηση των προϋπαρχουσών εμπειριών και γνώσεων των παιδιών και των διαδικασιών συλλογισμού και μάθησης πάνω στο κείμενο κατά την την ερμηνεία των έργων τέχνης. Επιπλέον, εξετάζεται η προοπτική της εν λόγω διαδικασίας για εμπλοκή των παιδιών με ποικίλα κειμενικά είδη καθώς και με σημειωτικές διαδικασίες («ειδικές» μορφές γλωσσικής σημείωσης) που συναρτώνται άμεσα με τη μετάβαση από το πεδίο της κοινής, καθημερινής γνώσης στη συστηματική, εκπαιδευτική γνώση. Βάσει της ανάλυσης των αποτελεσμάτων, η νοηματοδότηση των πινακων ζωγραφικής από τα παιδιά συναρτάται άμεσα με ζητήματα ανάκλησης από την πρότερη εμπειρία και γνώση τους (οικογενειακό, κοινωνικό και διδακτικό πλαίσιο), καθώς και το συμφραστικό και κειμενικό πλαίσιο αναφοράς, χρήσης συγκεκριμένων κειμενικών ειδών (περιγραφή, εξήγηση, επιχειρηματολογία και αφήγηση) και εμπλοκής με σημειωτικές διαδικασίες (κατονομασία, γενίκευση, χρήση αιτιωδών και χρονικών συνδέσεων κ.ά.) που μπορούν να θεωρηθούν ως γλωσσικά επιτεύγματα εφόσον εμπίπτουν στο πεδίο της «γλωσσικής προετοιμασίας» για την μετάβαση στη σχολική γνώση. Τα παιδιά νοούνται ως κοινωνικά τοποθετημένα υποκείμενα που συνομιλούν προκειμένου να διαπραγματευτούν το νόημα ή να παράγουν νέα νοήματα. Με δεδομένο ότι η γλωσσική ανάπτυξη δε συνιστά μία απλή ατομική διαδικασία αλλά συντελείται μέσα και μέσω διαλόγων, μέσω, δηλαδή, της ανθρώπινης και κοινωνικής αλληλόδρασης που κατασκευάζει και διατηρεί τη γλώσσα, κατανοούμε τη σημαντικότητα του σχολείου ως πλαίσιο στο οποίο συντελούνται συστηματικές και στοχοθετημένες πρακτικές γραμματισμού. Εστιάζοντας στον γραμματισμό ως τόπο μετάβασης από την κοινή (commonsense) στη μη κοινή (uncommonsense) γνώση, στην παρούσα μελέτη αναλύονται οι γλωσσικές διεπιδράσεις παιδιών πρωτοσχολικής ηλικίας σε μια διδακτική παρέμβαση στοχευμένη στην νοηματοδότηση πινάκων ζωγραφικής βάσει του θεωρητικού πλαισίου που παρέχει η εκπαιδευτική γλωσσολογία του ρεύματος της συστημικής λειτουργικής γλωσσολογίας (ΣΛΓ). / The purpose of this study is to investigate the way in which kindergarteners make meaning of works of art, in particular paintings, within an organized didactic project to the field of language and art education. More specifically, based on the socio-semiotic perspective of educational linguistics in the frame of Systemic Functional Linguistics (SFL) as well as a cognitive approach to arts in education, the study focus on the linguistic developments of a group of Greek kindergarteners, during successive phases of an art-and-language literacy intervention, in their effort to construe 10 paintings selected by the teacher - researcher. Following SLF framework, language development does not constitute an individual process but occurs in and through dialogue, through, social interaction in specific socio-cultural context. By these means, systematic and meaningful school literacy interaction is to be considered the dialogic context in which the transition from commonsense to uncommonsense knowledge is taking place. Through the analysis of the exchanges between children and their preschool teacher, by employing the tools provided by SLF, the research aims to explore children’s pre-existing experience and knowledge as well as the learning and reasoning processes, when they are trying to construe art paintings. More specifically, it aims to explore how children are engaged with various genres (such as description, explanation, argumentative, narrative) as well as the semiotic processes ("specific" forms of linguistic semiosis) that are directly related to the transition from common to systematic, educational knowledge. After our analysis, the meaning-making of the paintings by the children are not only directly linked to the recall of past experience and knowledge (family, social and educational context) but, more interestingly, with the use of specific genre and with the engagement with semiotic processes (naming, generalization, use of causative and time connectors, etc.) which can be considered as linguistic achievements provided they fall into the "linguistic preparation" for the transition to school knowledge. Our findings offer some evidence for both for language-based learning and knowledge and for literacy specific semiotic processes.
10

Επιχειρείν επιχειρηματολογείν : ο επιχειρηματολογικός λόγος στη δ΄ δημοτικού. Μια εμπειρική έρευνα

Σηφάκη, Αγγελική 27 October 2008 (has links)
Η παρούσα ερευνητική εργασία ασχολείται με τη διδασκαλία του γραπτού λόγου και, πιο συγκεκριμένα, με το ζήτημα του γραπτού επιχειρηματολογικού λόγου. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να διερευνηθεί αν και κατά πόσο μπορούν οι μαθητές / τριες της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, και συγκεκριμένα της Δ΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου, να ανταποκριθούν σε γραπτά θέματα επιχειρηματολογικού λόγου, δηλαδή αν είναι σε θέση, κατόπιν συστηματικής διδασκαλίας, να αναπτύξουν λόγο επιχειρηματολογικό και κατά πόσο σε αυτήν την ηλικία διαθέτουν την κριτική σκέψη που απαιτείται για την πραγμάτευση με το συγκεκριμένο κειμενικό είδους. / The present study deals with the teaching of writing and especially with the teaching of argumentative writing. The aim of this study is to investigate if ten years old pupils are able to cope with this genre.

Page generated in 0.0481 seconds