• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 14
  • 3
  • Tagged with
  • 17
  • 8
  • 4
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
11

Διεθνοποίηση των επιχειρήσεων. Εφαρμογή στην εταιρία τσιμέντων ΤΙΤΑΝ

Αστερή, Μαρία 22 May 2012 (has links)
Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τόσο από θεωρητικής πλευράς το φαινόμενο της διεθνοποίησης και των εταιρικών στρατηγικών διεθνοποίησης, αλλά και πως αυτές εφαρμόζονται στην περίπτωση του Ομίλου ΤΙΤΑΝ. ‘Ετσι εξετάζουμε εκτενώς τις εταιρικές στρατηγικές διεθνούς επέκτασης του Ομίλου, ώστε αφ’ ενός να θεμελιώσει ένα γνωστικό υπόβαθρο στη μελέτη οργανισμών υπό το πρίσμα της διεθνοποίησης και αφ’ετέρου να εξακριβώσει την ύπαρξη συσχέτισης μεταξύ των θεωρητικών προσεγγίσεων και των ρεαλιστικών πρακτικών. Ο Όμιλος επιλέχθηκε για την μελέτη διεθνοποίησης και στρατηγικών ανάπτυξης μιας εταιρίας στο διεθνές περιβάλλον, λόγω της διαχρονικής εστίασης του σαν εταιρία σε διεθνοποίηση των δραστηριοτήτων του και στην γεωγραφική διαφοροποίησης του στις δραστηριότητες του. Επιπρόσθετα, ο ΤΙΤΑΝΑΣ αποτελεί την παλαιότερη τσιμεντοβιομηχανία της Ελλάδας και μια πολύ ισχυρή δύναμη στον κλάδο των δομικών υλικών τόσο στην εγχώρια όσο και στην παγκόσμια αγορά. Η έρευνα και η μελέτη της εργασίας μας βασίστηκε σε διάφορες πηγές πληροφοριών όπως το διαδίκτυο, τα πανεπιστημιακά βιβλία, σχετικά οικονομικά άρθρα καθώς και από συνεντεύξεις από στελέχη της εταιρίας ΤΙΤΑΝ και από τα οποία καταφέραμε να συγκεντρώσουμε αρκετά στοιχεία για την στρατηγική διεθνοποίησης που ακολουθεί η εταιρία ΤΙΤΑΝ. / -
12

Examination of the level of adoption of opportunistic behaviors in the supply chain in the food sector : Relationships between multiple retailers and suppliers / Εξέταση του βαθμού υιοθέτησης οπορτουνιστικών συμπεριφορών στην εφοδιαστική αλυσίδα στον κλάδο τροφίμων : Σχέσεις επιχειρήσεων λιανικής πώλησης και προμηθευτών

Μαγλαράς, Γεώργιος 21 July 2015 (has links)
Food supply chains are dominated by multiple retailing companies with high market power. There is a raising concern about multiple retailers’ practicing in their relationships with suppliers. In some cases, multiple retailers may behave opportunistically against their suppliers. This could negatively impact suppliers’ operations, the whole chain’s competitiveness and in the long term even consumers’ welfare. Even though the issue is of high importance no studies have attempted to examine it empirically in the past. The aim of this study is to investigate potential multiple retailers’ opportunism in the supply chain in the Greek food sector. For this reason a conceptual model describing the creation of multiple retailers’ opportunism was developed. A combination of qualitative and quantitative research methods was applied in order to confirm the conceptual model. In-depth interviews with practitioners preliminarily confirmed the model and gave valuable contextual specific information. A large scale survey in a sample of 398 food suppliers gave significant results concerning multiple retailers’ opportunistic behaviors. Structural Equation Modeling was applied for data analysis. The study confirmed the developed model and showed that in some cases retailers may adopt opportunistic practices. Goal incompatibility between the exchange partners and suppliers’ dependence on their big customers are the most important factors creating opportunism. In addition, the study found that small suppliers and suppliers who compete with own brand products face higher levels of opportunism. Excessive payments to retailers, agreement violations and negotiation pressures are the three emerged underlying dimensions of retailers’ opportunism. The findings of the study can be used by suppliers for mitigating retailers’ opportunistic behavior and also for increasing their awareness concerning the requirements of such a relationship. In addition, retailers could obtain significant insights for the suppliers’ perceptions concerning their relationships. / Οι μεγάλες επιχειρήσεις λιανικής πώλησης έχουν αποκτήσει μεγάλη δύναμη και κυριαρχούν στις εφοδιαστικές αλυσίδες στον κλάδο τροφίμων. Αυτό έχει δημιουργήσει μία αυξανόμενη ανησυχία σχετικά με τις πρακτικές που ακολουθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις λιανικής πώλησης στις σχέσεις τους με τους προμηθευτές. Κάποιες φορές οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης συμπεριφέρονται οπορτουνιστικά απέναντι στους προμηθευτές τους. Το γεγονός αυτό μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την λειτουργία των προμηθευτών, την ανταγωνιστικότητα όλης της εφοδιαστικής αλυσίδας και μακροπρόθεσμα την ευημερία του καταναλωτή. Αν και το συγκεκριμένο ερευνητικό αντικείμενο είναι ιδιαίτερα σημαντικό δεν έχουν πραγματοποιηθεί εμπειρικές μελέτες που εστιάζουν σε αυτό. Στόχος της παρούσας μελέτης είναι να διερευνήσει τον πιθανό οπορτουνισμό των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης στην εφοδιαστική αλυσίδα στον κλάδο τροφίμων στην Ελλάδα. Για το σκοπό αυτό αναπτύχθηκε ένα ερευνητικό μοντέλο που περιγράφει την δημιουργία οπορτουνισμού από την πλευρά των μεγάλων επιχειρήσεων λιανικής πώλησης. Για την εξέταση και επιβεβαίωση του ερευνητικού μοντέλου χρησιμοποιήθηκε ένας συνδυασμός ποιοτικών και ποσοτικών ερευνητικών μεθόδων. Αρχικά διεξήχθησαν συνεντεύξεις σε βάθος με στελέχη επιχειρήσεων τροφίμων οι οποίες επιβεβαίωσαν το μοντέλο σε πρώτη φάση και έδωσαν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τις σχέσεις προμηθευτών-επιχειρήσεων λιανικής πώλησης στην Ελληνική αγορά. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε μεγάλης κλίμακας έρευνα δημοσκόπησης σε 398 προμηθευτές τροφίμων από την οποία προέκυψαν σημαντικά αποτελέσματα σχετικά με την οπορτουνιστική συμπεριφορά των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης. Τα δεδομένα της έρευνας δημοσκόπησης αναλύθηκαν με τη χρήση Μοντέλου Δομικών Εξισώσεων. Η μελέτη επιβεβαίωσε το ερευνητικό μοντέλο που αναπτύχθηκε και έδειξε ότι σε μερικές περιπτώσεις οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης μπορεί να υιοθετήσουν οπορτουνιστικές πρακτικές. Η ασυμφωνία στόχων μεταξύ των συνεργατών και η μεγάλη εξάρτηση των προμηθευτών από τις επιχειρήσεις λιανικής πώλησης είναι οι πιο σημαντικοί παράγοντες δημιουργίας οπορτουνισμού. Επιπλέον, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι μικρότεροι προμηθευτές και οι προμηθευτές που ανταγωνίζονται προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας αντιμετωπίζουν υψηλότερα επίπεδα οπορτουνισμού. Υπερβολικές πληρωμές προς τις επιχειρήσεις λιανικής πώλησης, παραβίαση μέρους των συμφωνιών και διαπραγματευτικές πιέσεις είναι οι βασικές διαστάσεις των εξεταζόμενων πρακτικών. Τα αποτελέσματα της μελέτης μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους προμηθευτές ώστε να αμβλύνουν την οπορτουνιστική συμπεριφορά των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης αλλά και για να αυξήσουν την γνώση των προμηθευτών σχετικά με τις απαιτήσεις που παρουσιάζουν οι εμπορικές σχέσεις με μεγάλους πελάτες. Τα ευρήματα της μελέτης είναι ιδιαιτέρως χρήσιμα και για τις επιχειρήσεις λιανικής πώλησης οι οποίες μπορούν να αποκτήσουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τις αντιλήψεις των προμηθευτών για τις εμπορικές σχέσεις τους.
13

Οι επιπτώσεις της αχωρικής περιφερειακότητας στην καινοτομία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που βρίσκονται σε μειονεκτικά περιβάλλοντα

Τσεγενίδη, Κυριακή 19 August 2008 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να εξετάσει τους παράγοντες που επηρεάζουν την καινοτόμο δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτοντας ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με την ανάπτυξη και υποστήριξη της καινοτομίας στην περιφέρεια. Για την πραγματοποίηση της έρευνας επιλέχθηκαν δώδεκα περιοχές μελέτης που βρίσκονται σε έξι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κάθε μια από τις έξι χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα, επιλέχθηκε μια περιοχή με σχετικά καλή οικονομική απόδοση λαμβανομένου υπόψη του μειονεκτήματος λόγω της απομακρυσμένης της θέσης (περιοχή Α), και μια περιοχή σχετικά προσβάσιμη (περιοχή Β) με οικονομική απόδοση αντίστοιχη με αυτή της περιοχής Α. Οι περιοχές είναι οι εξής: Shetland (Α) και East Ayrshire (Β) στη Σκωτία, Keski- Suomi (Α) και Satakunta (Β) στη Φινλανδία, L’Alcoià (Α) και Camp de Morvedre (Β) στην Ισπανία, Rottal-Inn (Α) και Bitburg-Prüm (Β) στη Γερμανία, Ευρυτανία (Α) και Καλάβρυτα (Β) στην Ελλάδα και Midwest Clare (Α) και Southeast Wexford (Β) στην Ιρλανδία. Τα δεδομένα προήλθαν από 600 συνολικά επιχειρήσεις (50 από κάθε περιοχή) και συλλέχθηκαν με τη βοήθεια ερωτηματολογίων και μέσω προσωπικών συνεντεύξεων στα πλαίσια ενός ερευνητικού προγράμματος χρηματοδοτούμενου από την Ε.Ε. (AsPIRE: Aspatial Peripherality, Innovation and the Rural Economy). Η διδακτορική διατριβή είναι χωρισμένη σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος δίνεται καταρχήν ο ορισμός της καινοτομίας και πραγματοποιείται μια ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας για την καινοτομία και την κατανομή της στο χώρο. Στη συνέχεια αποτυπώνεται η επιρροή του χωρικού, τοπικού και μη τοπικού, περιβάλλοντος μιας επιχείρησης στην καινοτόμο δραστηριότητά της. Γίνεται η υπόθεση ότι η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε μη- τοπικά περιβάλλοντα καθορίζει την πιθανότητα να εισάγουν οι επιχειρήσεις καινοτομία και ελέγχει το ποσοστό της συνολικής καινοτόμου δραστηριότητας μιας περιοχής. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η καινοτόμος δραστηριότητα των επιχειρήσεων επηρεάζεται από παράγοντες που σχετίζονται με το άνοιγμα των τοπικών συστημάτων παραγωγής σε μη τοπικούς κόσμους. Τα δίκτυα επιχειρήσεων, το συσσωρευμένο επιχειρηματικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, η γνώση και η εμπειρία που αποκτήθηκαν σε μη τοπικό επίπεδο, καθώς και η υπάρχουσα τοπική επιχειρηματική ιστορία ενισχύουν την ικανότητα των επιχειρήσεων να καινοτομούν και διευρύνουν την ικανότητα μάθησής τους. Το δεύτερο μέρος της διατριβής εξετάζει την επίδραση της χωροθέτησης των επιχειρήσεων στην καινοτόμο δραστηριότητά τους, τόσο σε μικρο- όσο και σε μακρο- επίπεδο. Στο μικροοικονομικό επίπεδο συνάγεται ότι η πιθανότητα εισαγωγής καινοτομίας είναι καλά προβλεπόμενη από παρατηρήσιμα επιχειρηματικά χαρακτηριστικά. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πιο προσβάσιμες περιοχές παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά καινοτόμου δραστηριότητας σε σχέση με τις λιγότερο προσβάσιμες. Στη συνέχεια η διαφορά στα ποσοστά καινοτόμου δραστηριότητας ανάμεσα στις περισσότερο και λιγότερο προσβάσιμες περιοχές αποδομείται σε εκείνη που οφείλεται σε παρατηρήσιμους και σε εκείνη που οφείλεται σε μη παρατηρήσιμους παράγοντες. Συμπεραίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς των πιθανοτήτων να παρουσιάσει μία εταιρεία καινοτόμο δραστηριότητα αποδίδεται σε μη παρατηρήσιμους παράγοντες αποκαλύπτοντας έτσι την σοβαρή επίδραση του τοπικού περιβάλλοντος (όπως αυτό συλλαμβάνεται από την επίπτωση των μη-παρατηρήσιμων παραγόντων) στη καινοτομία. Κατά συνέπεια τα συμπεράσματα προτείνουν να είναι η πολιτική καινοτομίας για τις ΜΜΕ εξειδικευμένη στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής και να στοχεύει στην ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών των επιχειρήσεων και στη διατήρηση και βελτίωση του τοπικού περιβάλλοντος καινοτομίας. Σε μακροοικονομικό επίπεδο γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής κάποιων παραγόντων που ευθύνονται για την «Αχωρική Περιφερειακότητα». Αποδεικνύεται ότι η συμβατική περιφερειακότητα (μετρούμενη σε όρους προσβασιμότητας) δεν μπορεί από μόνη της να εξηγήσει τις παρατηρημένες μορφές απόστασης και την οικονομική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός απομακρυσμένων και σχετικά μη προσβάσιμων περιοχών που ξεπερνούν τα αναμενόμενα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και ένας επίσης σημαντικός αριθμός περισσότερο προσβάσιμων περιοχών που παρουσιάζουν αρκετά μικρότερα από τα αναμενόμενα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης. Αποδεικνύεται ότι οι παράγοντες της αχωρικής περιφερειακότητας είναι εκείνοι που ευθύνονται για την απόκλιση των περιφερειών από τη συμβατική σχέση τοποθεσίας και επιπέδου ανάπτυξης. Τέτοιοι παράγοντες είναι για παράδειγμα η λειτουργία χωρικά οριζόντιων και κάθετων επιχειρηματικών δικτύων. Τέλος, το τρίτο μέρος της διατριβής ασχολείται με την επίδραση της καινοτομίας στην απόδοση των επιχειρήσεων και πιο συγκεκριμένα με την επίδραση της καινοτομίας προϊόντος στις επενδύσεις σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εισαγωγή καινοτομίας προϊόντος μειώνει την πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι το μέγεθος της επιχείρησης ασκεί μια ιδιαίτερα σύνθετη επίδραση στην πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων. Η επίδραση αυτή αποτελείται από δυο συνθετικά μέρη, μια μορφής ανεστραμμένου U άμεση επίδραση του μεγέθους της επιχείρησης στην πιθανότητα για πραγματοποίηση επενδύσεων και μια έμμεση γραμμική επίδραση του μεγέθους στην πιθανότητα εισαγωγής καινοτομίας. Τα αποτελέσματα δείχνουν επίσης ότι το χάσμα στην πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων μεταξύ καινοτόμων και μη καινοτόμων επιχειρήσεων αυξάνεται με την αύξηση του μεγέθους. / The aim of this PhD Thesis is to examine the factors that influence the innovative activity of SMEs in peripheral and less favored areas of the European Union by posing research questions that relate to the development and support of innovation in this type of areas. In the framework of this research, survey data collected in twelve case study regions in six EU member states was used. Within each of the six participating member states, one region (Region A) was selected as a relatively peripheral region, perceived to be performing relatively well economically (given its locational disadvantages), and a second one (Region B) was selected as an example of a relatively accessible region with a perceived performance similar to that of Region A. These areas were Shetland (Α) and East Ayrshire (Β) in Scotland, Keski- Suomi (Α) and Satakunta (Β) in Finland, L’Alcoià (Α) and Camp de Morvedre (Β) in Spain, Rottal-Inn (Α) and Bitburg-Prüm (Β) in Germany, Evrytania (Α) and Kalavryta (Β) in Greece and Midwest Clare (Α) and Southeast Wexford (Β) in Ireland.This data was collected from 600 businesses (50 in each case study area) during 2003 for the EU Fifth Framework research project entitled “Aspatial Peripherality, Innovation and the Rural Economy” (AsPIRE). Data was collected through personal interviews with the firm’s owner or manager and with the use of questionnaires. The PhD Thesis is divided into three parts. In the first part there is a literature review on the definition of innovation and the dissemination of innovation through space. In a second step it is hypothesized that firms’ access to the non-local domain determines the probability to innovate and controls the rate of an area’s overall innovative activity. Results reveal that firms’ innovative activity is influenced by factors opening local production systems to the non-local world. Business networks, accumulated entrepreneurial human capital, knowledge and experience acquired non-locally and the embedded local business history enrich firms’ innovative capacities and shape the learning capacity of firms and localities. When local economic systems operate under national systems that are prone to innovation, these factors account less for the probability that a firm will innovate and vice versa. The second part of the thesis examines the effect of the peripheral location of firms on their innovativeness. It is concluded that the probability to innovate is well predicted by observable firm, entrepreneurial and business network characteristics. Results show that more accessible areas consistently present higher activity rates than their peripheral counterparts. The difference in innovation activity rates between peripheral and central areas is then decomposed into observable and non-observable factors. It arises that the whole innovation gap is attributed to non-observable factors constituting a combination of ‘behavior and environment’. Innovation policy for SMEs should thus aim at meeting businesses’ specific needs (firm-specific factors) and at sustaining and improving the innovation environment. Finally, the third part of this Thesis explores the relationship between product innovation and investments in fixed capital assets. Results show that the presence of product innovation reduces the probability to invest. Another result is that a firm’s size exerts a rather complicated effect on the probability to invest. This effect consists of a direct, inverted U-shape component of firm’s size on the probability to invest and an indirect component through the size’s linear effect on the probability to innovate. The gap in the probability to invest between innovative and non-innovative firms increases with size.
14

Ενδοκλαδική δυναμική ανάλυση της μεγέθυνσης των επιχειρήσεων στον τομέα της μεταποίησης και των υπηρεσιών: ο ρόλος των χρηματοδοτικών περιορισμών και των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας

Γιωτόπουλος, Ιωάννης 19 April 2010 (has links)
Κύριο αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να εξετασθεί και να αξιολογηθεί η επίδραση ποικίλων παραγόντων στην πορεία μεγέθυνσης των επιχειρήσεων. Για την πραγματοποίηση της έρευνας χρησιμοποιείται ένα σύνολο δεδομένων για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους ελληνικούς τομείς μεταποίησης και υπηρεσιών κατά την διάρκεια της χρονικής περιόδου 1995-2001. Η ενδοκλαδική δυναμική μεγέθυνση των επιχειρήσεων αναλύεται στο πλαίσιο της στοχαστικής θεωρίας της μεγέθυνσης, η οποία εκφράζεται κυρίως από το νόμο του Gibrat. Σε αυτό το πλαίσιο, το αρχικό μέγεθος των επιχειρήσεων θεωρείται ως κρίσιμη μεταβλητή για την διερεύνηση της συμπεριφοράς μεγέθυνσης των επιχειρήσεων. Παράλληλα, η παρούσα διατριβή διερευνά εάν κάποιοι παράγοντες - όπως είναι το μέγεθος και η ηλικία των επιχειρήσεων, η διατήρηση της μεγέθυνσης των επιχειρήσεων, η ύπαρξη χρηματοδοτικών περιορισμών και η ένταση χρησιμοποίησης Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) - διαδραματίζουν οποιοδήποτε ρόλο στη μεγέθυνση των επιχειρήσεων. Η διδακτορική διατριβή αποτελείται από 6 κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο προσφέρει μια σύντομη εισαγωγή στο θέμα της διατριβής. Το κεφάλαιο 2 προσφέρει μια εκτενή παρουσίαση της θεωρητικής και εμπειρικής βιβλιογραφίας αναφορικά με την μεγέθυνση των επιχειρήσεων. Το κεφάλαιο 3 διερευνά τη δυναμική διαδικασία μεγέθυνσης των επιχειρήσεων στο πλαίσιο του νόμου του Gibrat και λαμβάνει υπόψη την πιθανή διατήρηση της μεγέθυνσης με την πάροδο του χρόνου, χρησιμοποιώντας ένα σύνολο δεδομένων από 3685 επιχειρήσεις που λειτουργούν στον ελληνικό τομέα μεταποίησης. Σε αυτό το εμπειρικό κεφάλαιο, εφαρμόζοντας την Μέθοδο των Ελαχίστων Τετραγώνων και την Δέλτα Μέθοδο, τα αποτελέσματα προτείνουν ότι στο συνολικό δείγμα οι μικρές επιζούσες επιχειρήσεις παρουσιάζουν μία υψηλότερη εν δυνάμει μεγέθυνση σε σχέση με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Η ταξινόμηση των επιχειρήσεων σε 4 κατηγορίες μεγέθους και σε 4 κατηγορίες ηλικίας αποδίδει ενδιαφέροντα ευρήματα. Συγκεκριμένα, παρατηρείται για τις μικρές, τις μίκρο και τις νέες επιχειρήσεις μία τάση διατήρησης των ποσοστών μεγέθυνσής τους στις επόμενες χρονικές περιόδους. Από την άλλη πλευρά, οι πορείες μεγέθυνσης των μεγάλων, μεσαίων και ηλικιωμένων επιχειρήσεων ακολουθούν έναν τυχαίο περίπατο. Στο κεφάλαιο 4 εξετάζονται οι πορείες μεγέθυνσης 4975 επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον ελληνικό τομέα των υπηρεσιών, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον ρόλο των ΤΠΕ. Η συγκεκριμένη εμπειρική ανάλυση χρησιμοποιεί τη Γενικευμένη Μέθοδος Ροπών συστήματος εφαρμόζοντας ξεχωριστές εκτιμήσεις για κάθε έναν από τους 14 διαθέσιμους κλάδους των υπηρεσιών. Τα αποτελέσματα προτείνουν ότι οι πορείες μεγέθυνσης των επιχειρήσεων εμφανίζονται να είναι ετερογενείς ανάλογα με τον τύπο ΤΠΕ των κλάδων και ότι η δυναμική διαδικασία μεγέθυνσης των επιχειρήσεων στις υπηρεσίες που σχετίζονται με ΤΠΕ μπορεί να μην απεικονίζει την αντίστοιχη που ισχύει στην μεταποίηση. Στο κεφάλαιο 5 εξετάζεται η επίδραση των χρηματοδοτικών περιορισμών στην μεγέθυνση 1734 επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον ελληνικό τομέα μεταποίησης. Ταυτόχρονα, η συγκεκριμένη εμπειρική ανάλυση διερευνά πιθανούς παράγοντες που επηρεάζουν την δυνατότητα πρόσβασης των επιχειρήσεων σε εξωτερική χρηματοδότηση, χρησιμοποιώντας την Γενικευμένη Μέθοδο Ροπών συστήματος για την εκτίμηση των υπό εξέταση υποδειγμάτων μεγέθυνσης. Ταξινομώντας τις επιχειρήσεις σε 3 ηλικιακές ομάδες επιχειρήσεων και σε 2 μεγάλες ομάδες κλάδων με κριτήριο την έντασή τους σε ΤΠΕ, αποδεικνύεται ότι στους μη-ΤΠΕ κλάδους οι νέες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα προβλήματα χρηματοδότησης σε σχέση με τις πιο ηλικιωμένες επιχειρήσεις. Αντίθετα, στους ΤΠΕ κλάδους οι νέες επιχειρήσεις εμφανίζονται να είναι ικανές να αποκτήσουν όμοια πρόσβαση σε εξωτερική χρηματοδότηση όπως οι ηλικιωμένες επιχειρήσεις. Στο τελευταίο κεφάλαιο συνοψίζονται αρχικά τα βασικά ευρήματα και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα τρία εμπειρικά κεφάλαια της διατριβής, κατόπιν διατυπώνονται κάποιες προτάσεις αξιοποίησης των ευρημάτων της παρούσας διατριβής στο πλαίσιο της οικονομικής πολιτικής, μετέπειτα αναφέρονται κάποιοι περιοριστικοί παράγοντες που παρουσιάστηκαν κατά την εκπόνηση της διατριβής, και τέλος προτείνονται κάποιες κατευθύνσεις για μελλοντική έρευνα. / The main objective of the present thesis is to examine and evaluate the impact of various factors on the growth patterns of firms. In doing so, we make use of a dataset on firms that operate in the Greek sectors of manufacturing and services during the period 1995-2001. Intra-industry growth dynamics of firms are analyzed in the context of the stochastic theory of growth, which is expressed mainly by Gibrat’s Law. In this framework, initial firm size is considered as a critical variable for the investigation of the behaviour of firm growth. At the same time, the present thesis investigates whether relevant factors - such as firm size, firm age, persistence of firm growth, financing constraints, Information and Communication Technologies (ICT) - play any role in the growth process of firms. The thesis consists of 6 chapters. The first chapter provides a short introduction in the subject of thesis. Chapter 2 provides an extensive empirical and theoretical literature review on firm growth. Chapter 3 investigates the dynamic growth process of firms in the context of Gibrat’s Law and considers the potential persistence of firm growth over time, using a dataset of 3685 firms that operate in the Greek manufacturing sector. In this empirical chapter, applying the OLS and the delta method, the results suggest for the total sample that small surviving firms have a higher potential of growth than larger ones. The classification of firms in 4 size groups and 4 age groups yields interesting findings. In particular, it is observed that the growth rates of micro, small and young firms tend to persist in subsequent periods. On the other hand, the growth patterns of medium, large and old firms follow a random walk. Chapter 4 examines the growth patterns of 4975 firms that act in the Greek service sector, focusing particularly on the role of ICT. This empirical analysis uses the GMM system technique to estimate separately each of the 14 available disaggregated service industries. The results show that the firm growth patterns are heterogeneous for different ICT groups of industries and the dynamic growth process of firms in ICT-related services might not resemble the firm growth patterns holding in manufacturing. Chapter 5 examines the impact of financing constraints on the growth of 1734 firms that operate in the Greek manufacturing sector. At the same time, this empirical analysis investigates possible factors that affect the ability of firms to have access to external finance, using the GMM system method in order to estimate the examined growth models. By classifying firms in 3 age groups and in 2 major groups of industries with respect to their intensity in the use of ICT, it is found that young firms face greater financing constraints than their older counterparts. On the contrary, in ICT sectors young firms appear to be able to acquire similar access to external finance as the older firms. The last chapter, summarizes the main findings of the three empirical chapters, points at relevant policy implications, limitations and directions for further research.
15

Εκπαιδευτική, διαπολιτισμική επάρκεια και ετοιμότητα υποψήφιων στελεχών τουριστικών επιχειρήσεων

Μελιτζάνη, Ειρήνη 14 October 2013 (has links)
Στην Ελλάδα σήμερα παρέχονται σπουδές στον τουρισμό τόσο σε δευτεροβάθμιο/μεταδευτεροβάθμιο επίπεδο όσο και σε επίπεδο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στην παρούσα εργασία θα εξεταστεί η ποιότητα της ελληνικής τριτοβάθμιας τουριστικής εκπαίδευσης όσον αφορά την απόκτηση εκπαιδευτικής και διαπολιτισμικής επάρκειας και ετοιμότητας από τους απόφοιτους των Τμημάτων Τουριστικών Επιχειρήσεων των ελληνικών ΤΕΙ σε προπτυχιακό επίπεδο. Ειδικότερα, για τις ανάγκες της παρούσας εργασίας θα παρουσιαστούν τα προγράμματα σπουδών ενός ελληνικού ΤΕΙ και ενός αντίστοιχου εκπαιδευτικού ιδρύματος της Ελβετίας και θα γίνει συγκριτική ανάλυση των δύο προγραμμάτων σπουδών ως προς την παρεχόμενη εκπαιδευτική και διαπολιτισμική επάρκεια και ετοιμότητα. / In Greece today tourism studies are offered at secondary / post-secondary level and tertiary level. In this work we examine the quality of the tourism studies offered by the greek higher education system at the Departments of Tourism Enterprises in the Technological Educational Instituts (TEI) at bachelor level as far as obtaining educational and intercultural competence and preparedness is concerned. Specifically, for the purposes of this work, the study courses of one greek TEI and one corresponding educational establishment in Switzerland will be presented and a comparative analysis of the two courses will be held concerning the educational and intercultural competence and readiness they provide.
16

Ανάλυση των επιχειρήσεων του πρωτογενούς τομέα στην Αιτωλοακαρνανία

Τζούπης, Αλέξανδρος 07 July 2015 (has links)
Σκοπός της εν λόγω διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη και η αξιολόγηση των οικονομικών καταστάσεων των αγροτικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο νομό Αιτωλοακαρνανίας με την χρήση χρηματοοικονομικών δεικτών. Σημαντικό στοιχείο της εργασίας αποτελεί το γεγονός ότι η χρονική περίοδος αξιολόγησης των επιχειρήσεων διαχωρίζεται με ορόσημο το διαχειριστικό έτος 2008 ώστε να έχουμε μία πλήρη εικόνα των επιχειρήσεων προ οικονομικής κρίσης και μετά. / --
17

Επιχειρηματικότητα σε ορεινές περιοχές της Νότιας Ευρώπης / Entrepreneurship in mountainous areas of Southern Europe

Σταθοπούλου, Σοφία 25 June 2007 (has links)
Η διατριβή εξετάζει τους κρίσιμους παράγοντες που προσδιορίζουν την επιχειρηματικότητα της υπαίθρου, θέτει τα κύρια ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με ανάπτυξη και υποστήριξη της επιχειρηματικότητας στην ύπαιθρο και τέλος θέτει τις βάσεις για μία μελλοντική επιστημονική έρευνα. Οι περιοχές όπου βασίσθηκε η συγκεκριμένη διατριβή οριοθετούνται σε τέσσερις χώρες της Νότιας Ευρώπης: α) την Ελλάδα (Ευρυτανία)β) την Ιταλία (Garfagnana & Media Valle del Serchio) γ) την Ισπανία (Garrotxa) και δ) την Πορτογαλία (Serra-Algarvia). / The doctoral dissertation examines the crucial factors that determine rural entrepreneurship, it sets the basic research questions concerning the development and support of rural entrepreneurship and it also sets the framework for a future scientific research. The doctoral dissertation was based on four areas of Southern Europe: Evrytania (Greece); Garfagnana & Media Valle del Serchio (Italy); Garrotxa (Spain) and Serra-Algarvia (Portugal).

Page generated in 0.0346 seconds