• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 18
  • Tagged with
  • 18
  • 17
  • 6
  • 6
  • 6
  • 4
  • 3
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
11

Η χλωρίδα και η βλάστηση της Σάμου

Χριστοδουλάκης, Δημήτρης Κ. 20 August 2010 (has links)
- / -
12

Οικολογική αξιολόγηση και δημιουργία πρότυπου προγράμματος βιοπαρακολούθησης στην ευρύτερη περιοχή του διεθνούς αερολιμένα Αθηνών / Ecological evaluation and creation of an exemplar biomonitoring programme for the wider Athens international airport area

Σπανού, Σοφία 25 January 2012 (has links)
Η όλο και αυξανόμενη δραστηριότητα του ανθρώπου τα τελευταία χρόνια στην περιοχή των Μεσογείων (Αττική) έχει προκαλέσει σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα και έχει αλλοιώσει την φυσιογνωμία και τη σύνθεση των φυσικών οικοσυστημάτων αυτής. Η κατασκευή και λειτουργία του Νέου Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, της Αττικής Οδού και άλλων σημαντικών έργων στην περιοχή, έχει επιτείνει αυτά τα προβλήματα άμεσα ή έμμεσα. Κατόπιν εφαρμογής διαφόρων μεθόδων οικολογικής αξιολόγησης διαπιστώθηκε ότι περιοχή μελέτης εμφανίζεται αρκετά υποβαθμισμένη όσον αφορά στα φυσικά της οικοσυστήματα. Οι υψηλές ανθρωπογενείς πιέσεις στο φυσικό περιβάλλον, από τα αρχαία ακόμη χρόνια, έχουν ασκήσει αρνητική επίδραση στα οικοσυστήματα αυτής. Η επέκταση του αστικού ιστού είναι προφανώς η σημαντικότερη διαταραχή που σημειώνεται στην περιοχή, αλλά και άλλες δραστηριότητες (π.χ. πυρκαγιές, λατομεία κ.ά) έχουν σχεδόν τα ίδια καταστροφικά, για το φυσικό περιβάλλον, αποτελέσματα. Η προστασία και διατήρηση των φυσικών τύπων οικοτόπων που έχουν απομείνει στην περιοχή είναι πολύ σημαντική, γι’αυτό τον λόγο σχεδιάστηκε και εφαρμόστηκε ένα πρότυπο πρόγραμμα βιο-παρακολούθησης (bio-monitoring) προκειμένου να παρακολουθηθούν οι αλλαγές στα ενδιαιτήματα και τα φυτικά είδη της περιοχής που προκλήθηκαν από την κατασκευή και τη λειτουργία του Νέου Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών και από την ανάπτυξη της περιοχής που το περιβάλλει. Η λεπτομερής έρευνα της χλωρίδας και της βλάστησης και η χαρτογράφηση της βλάστησης μας επέτρεψε να προσδιορίσουμε και να καταγράψουμε τους τύπους οικοτόπων, τις φυτοκοινωνίες και τη δυναμική των οικοσυστημάτων της περιοχής, καθώς και να αξιολογήθουν οι προσδοκώμενες περιβαλλοντικές επιδράσεις. Στην παρούσα διατριβή παρουσιάζονται: 1. Τα αποτελέσματα από τη μελέτη της χλωρίδας και της βλάστησης της περιοχής. 2. Η αξιολόγηση των τύπων οικοτόπων και των επί μέρους περιοχών (sites) στις οποίες υποδιαιρέθηκε η περιοχή προκειμένου να μελετηθεί καλύτερα. 3. Προτάσεις για ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα βιοπαρακολούθησης ειδών και οικοτόπων που βασίζεται σε αυτά τα δεδομένα. 4. Μία σειρά ειδικών χαρτών που κατασκευάσαμε και απεικονίζουν την παρούσα κατάσταση της περιοχής καθώς και την κατάστασή της κατά το παρελθόν. / The continuously increasing human activities in the Mesogaia area (prefecture of Attiki, Greece) have caused severe environmental disturbances and alteration of the area’s natural ecosystems. The construction and operation on the area of the new Athens International Airport “Eleftherios Venizelos” and of other infrastructure works, such as “Attiki Odos” highway connecting the city of Athens with the Mesogaia area, has amplified these disturbances directly or indirectly. After applying various ecologica evaluation methods it is concluded that the study area appears to be severely degraded as far as its natural ecosystems are concerned. High scale man-induced environmental disturbances, going back to ancient times, have had a negative impact on the natural ecosystems. Urban expansion is obviously the most important disturbance on the area, but also other human activities (eg. wildfires, quarries etc.) have almost equally detrimental effects. Conservation of the remaining natural habitats is of great importance; therefore a biomonitoring research programme was created and applied in order to monitor any impacts induced by the construction and operation of the new International Airport and the development of the surrounding area. A detailed survey of the flora and vegetation of the area and vegetation mapping enabled us to identify and record the habitat types, plant communities and the area’s ecosystem dynamics, as well as evaluate anticipated environmental impacts. In the present thesis are presented: 1. The results from the study of the flora and vegetation of the area. 2. The evaluation of the various vegetation types and sites that the area was divided in order to be studied thoroughly. 3. An integrated bio-monitoring programme for the plants and habitats of the study area based on the above evaluation and results. 4. A series of maps depicting the area’s current and past situation.
13

Μοριακή ανάλυση μικροοργανισμών σε κοπρανώδη δείγματα από παχύσαρκους και νορμοβαρείς και η συσχέτισή τους με διατροφικούς δείκτες

Χατζηπέρη, Χριστίνα 12 April 2013 (has links)
Η ανθρώπινη εντερική χλωρίδα είναι ένα «ουσιώδες» όργανο, το οποίο συμβάλλει στη θρέψη, την ανοσία, την ανάπτυξη των εντερικών επιθηλιακών κυττάρων του ξενιστή, αλλά και συμμετέχει σε διάφορα μεταβολικά μονοπάτια αυτού. Επηρεάζεται από ποικίλους παράγοντες, όπως η ηλικία, ο γονότυπος του ξενιστή, το περιβάλλον, το στρες, η δίαιτα, καθώς και η πρόσληψη προβιοτικών, πρεβιοτικών, αντιβιοτικών. Η ανθρώπινη εντερική χλωρίδα αποτελείται κυρίως από δύο φύλα βακτηρίων: τα Bacteroidetes και τα Firmicutes. Τα τελευταία χρόνια πολλοί ερευνητές έχουν επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στη μελέτη της σχέσης που έχει η παχυσαρκία με την εντερική χλωρίδα. Τα αποτελέσματα είναι αντικρουόμενα. Συγκεκριμένα, έχει αποδειχθεί ότι σε παχύσαρκα άτομα υπάρχει χαμηλότερο ποσοστό Bacteroidetes και μεγαλύτερο Firmicutes, σε σχέση με άτομα φυσιολογικού βάρους. Στη συγκεκριμένη μελέτη ερευνήθηκε η επιρροή της παχυσαρκίας, της απώλειας βάρους, της διατροφής και της μεσογειακής δίαιτας στη σύσταση της εντερικής χλωρίδας. Η πειραματική πορεία που ακολουθήθηκε είναι η εξής: απομόνωση DNA, ηλεκτροφόρηση, φωτομέτρηση και Real Time – PCR. Η παχυσαρκία και ο αυξημένος Δείκτης Μάζας Σώματος σχετίστηκε, σε στατιστικά σημαντικό βαθμό, με μειωμένα ποσοστά Bacteroides και Bifidobacterium στα κόπρανα. Ακόμα, η απώλεια βάρους σχετίστηκε με μειωμένη ποσότητα Lactobacillus. Η υιοθέτηση της Μεσογειακής Διατροφής δε φάνηκε να σχετίζεται με διαφορές στην εντερική χλωρίδα σε στατιστικά σημαντικό βαθμό. Ενώ, όσον αφορά τη διατροφική πρόσληψη, βρέθηκε η κατανάλωση φρέσκων φρούτων, μοσχαριού και αναψυκτικών να σχετίζεται αρνητικά με την ποσότητα Clostridium. Η κατανάλωση οσπρίων σχετίστηκε θετικά με την ποσότητα Bacteroides, ενώ την ποσότητα των Bifidobacterium φάνηκε να επηρεάζει αρνητικά η κατανάλωση φρέσκων φρούτων και θετικά η κατανάλωση λαχανικών. / Gut flora is an «essential» part of human life that contributes positive to nutrition, to immunity and to the growth of the epithelial gut cells of the host. Moreover, it sprigthfully participates at host’s different metabolic paths. Gut flora is affected by various factors, such as the age, host’s genotype, environment, stress, diet and intake of probiotics, prebiotics or antibiotics. The gut flora of human consists of two main bacterial genders: The Bacteroidetes and the Firmicutes. Last years, many scientists have focused their interest on researches which deal with the correlation between the obesity and the gut flora. But, there are conflicting results on these researches. In particular, it is proved that the humans who suffer from obesity have smaller percentage of Bacteroidetes and bigger percentage of Firmicutes concerning with humans with normal weight. This research tries to correlate the obesity, the weight loss, the nutrition and the Mediterranean diet with the gut flora. The research has the next experimental development: DNA isolation, electrophoresis, photometry and Real Time – PCR. Obesity and increased Body Mass Index were related, in significant level, with reductions in Bacteroides and Bifidobacterium percentage in feces. Additionally, weight loss was related with decreased Lactobacillus percentage in feces. Adherence to Mediterranean Diet was not related with significant changes in gut microbiota. The consuming of fresh fruits, beef and soft drinks was, in significant level, related negatively with Clostridium levels in feces. The consuming of legumes was related positively with Bacteroides levels and, finally, Bifidobacterium levels in feces were affected negatively by fresh fruits consuming and positively by salads consuming.
14

Οι ανθρώπινες επιδράσεις στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης της Κεφαλονιάς από την προϊστορική εποχή μέχρι σήμερα: μελέτη για την εφαρμογή στην περιβαλλοντική εκπαίδευση

Ευθυμιάτου-Κατσούνη, Ευτυχία-Νίκη 10 June 2013 (has links)
Κρίναμε αναγκαίο να συνδέσουμε τις ανθρώπινες παρεμβάσεις στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης της Κεφαλονιάς με την ιστορία του νησιού με το εξής σκεπτικό: όλες οι ιστορικές περίοδοι από την εμφάνιση του ανθρώπου μέχρι σήμερα αποτυπώνουν τη βαθμίδα του πολιτισμού τους στο ποσοστό, που ο άνθρωπος ως φορέας πολιτισμού εκμεταλλεύεται το περιβάλλον. Για τον λόγο αυτό το Α΄ μέρος της διατριβής «Προϊστορική και ιστορική περίοδος» το αφιερώσαμε στο διαχρονικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο έλαβαν χώρα ιστορικά γεγονότα, που προκάλεσαν τις παρεμβάσεις του ανθρώπου στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης στην Κεφαλονιά. Για κάθε ιστορική περίοδο, παραθέσαμε και τα αντίστοιχα συμπεράσματα. Η παρουσία του ανθρώπου στο νησί χρονολογείται από το τέλος της Αρχαιότερης Παλαιολιθικής περιόδου (100.000 χρόνια πριν). • Δημοσιεύσαμε στην παρούσα διατριβή την πληθώρα των λίθινων εργαλείων από άγνωστες μέχρι τώρα θέσεις επιφανείας της Κεφαλονιάς και • ανακοινώσαμε για πρώτη φορά πιστοποιημένη θέση επεξεργασίας πυριτολίθου in situ. • Αναφέραμε νέες πιθανές θέσεις σπηλαιοκατοίκησης κατά την Εποχή του Λίθου. • Αξιολογήσαμε τις παρεμβάσεις του ανθρώπου στο περιβάλλον ως κυνηγού και τροφοσυλλέκτη, όπως ενός οποιουδήποτε άλλου χορτοφάγου ή σαρκοφάγου ζώου. Η αλλαγή στην Κεφαλονιά έρχεται κατά τη Νεολιθική περίοδο γύρω στα ~ 5.600 – 4800 π.Χ. με την έναρξη της γεωργίας, όπως εξακριβώθηκε από τα κατάλοιπα ανθρωπογενών δραστηριοτήτων στο σπήλαιο της Δράκαινας. • Δεν αποκλείσαμε ότι για το στάδιο αυτό της αλλαγής υπήρξε μία βαθύτερη στον χρόνο προεργασία. • Διαπιστώσαμε ότι τα ανθρακολογικά κατάλοιπα του σπηλαίου της Δράκαινας υποδηλώνουν μία χλωρίδα, της οποίας η σημερινή αποτελεί φυσική συνέχεια παρά την κακή διαχείριση εκ μέρους του ανθρώπου. Κατά την περίοδο της Χαλκοκρατίας (Μυκηναϊκοί χρόνοι) από τα ανασκαφικά ευρήματα και με αρωγό τη μυθική παράδοση • διαπιστώσαμε ότι η οικονομία πλέον στηρίζεται στο τρίπτυχο γεωργία, κτηνοτροφία, εμπόριο. Το καθεστώς αυτό θα κρατήσει πολλούς αιώνες μετά. • Διαπιστώσαμε επίσης ότι η εμφάνιση για πρώτη φορά της κεφαλληνιακής Ελάτης σε μυκηναϊκούς σφραγιδολίθους υποδηλώνει δραστηριότητες με επίκεντρο τα δάση του Αίνου. • Από τα ευρήματα (δόντια κάπρου) και τις απεικονίσεις ελάφου επίσης σε σφραγιδολίθους οδηγηθήκαμε στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση της αυτοφυούς βλάστησης στην Κεφαλονιά θα ήταν περισσότερο ακμαία από τη σημερινή, για να συντηρεί αυτού του είδους τα ζώα. Η μορφή της οικονομίας παραμένει ίδια και στο Οδυσσειακό κράτος. Βασίζεται στον πρωτογενή τομέα της παραγωγικής διαδικασίας, χωρίς οργάνωση, με μονάδες παραγωγής μεγέθους οίκου. • Πιστοποιήσαμε την ύπαρξη ελαιοκαλλιέργειας στα νησιά του Ιονίου, γεγονός που θεωρούμε ως την πιο σημαντική παρέμβαση από άποψη διατροφής των κατοίκων, αλλά και στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης των Ιονίων Νήσων και δη της ομηρικής Ιθάκης, που στην επικράτεια του Οδυσσέα την εννοούμε ως ενιαίο χώρο με την Κεφαλονιά. Οι απεικονίσεις στα νομίσματα της Κεφαλληνιακής Τετράπολης μας βεβαιώνουν ότι το τρίπτυχο της οικονομίας, γεωργία – κτηνοτροφία – εμπόριο, υφίσταται και κατά τους κλασικούς χρόνους. • Συμπεράναμε ότι η οργάνωση των τεσσάρων αυτόνομων κρατών με τη συνακόλουθη αύξηση πληθυσμού συνεπάγεται και επέκταση καλλιεργειών και βοσκοτόπων σε βάρος αυτοφυούς βλάστησης και • ότι η επέκταση των καλλιεργειών ενδέχεται να άνοιξε τον δρόμο για μία νέα εγκατάσταση ξενοφύτων στο νησί. • Αξιολογήσαμε ως πιο σοβαρή παρέμβαση στο περιβάλλον την έναρξη της συστηματικής κατά τα φαινόμενα υλοτόμησης του ελατοδάσους του Αίνου για την εκμετάλλευση της κεφαλληνιακής Ελάτης ως προϊόντος. Τούτο συνάγεται από την απεικονίσεις στα νομίσματα των Πρόννων, δεδομένου ότι το ξύλο της Ελάτης ήταν κατάλληλο για τη ναυπήγηση πλοίων. Στην εποχή, που ακολουθεί, μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους η Κεφαλονιά γίνεται πεδίο πολεμικών συγκρούσεων, λεηλασιών και εξανδραποδισμού. • Οδηγηθήκαμε στο συμπέρασμα ότι οι φημισμένες κεφαλληνιακές τριήρεις, που έχουν πρωτεύοντα ρόλο στις αναμετρήσεις με τον ρωμαϊκό και τον συμμαχικό τους στόλο, πρέπει να ήταν ναυπηγημένες από κεφαλληνιακή Ελάτη. Όταν η Τετράπολις παύει να υπάρχει, το γεωργικό καθεστώς διαμορφώνεται στο πρότυπο του ρωμαϊκού συστήματος της δουλοπαροικίας με τον μεγάλο κλήρο. • Αξιολογήσαμε τις συνέπειες του μεγάλου κλήρου και των καλλιεργειών ως παρέμβαση στο φυσικό περιβάλλον, γιατί μεγάλος κλήρος και εκτεταμένες καλλιέργειες σημαίνουν εκχερσώσεις και περιορισμό της δασικής βλάστησης. • Θεωρούμε δεδομένο ότι η «παγκοσμιοποίηση» του εμπορίου στο αχανές ρωμαϊκό κράτος είχε ως αποτέλεσμα την εισαγωγή νέων φυτικών ειδών και στα λιμάνια της Κεφαλονιάς. Κατά τους βυζαντινούς χρόνους η Κεφαλονιά στον τομέα της οικονομίας ακολουθεί την ίδια πορεία με τις υπόλοιπες επαρχίες του Βυζαντινού κράτος. Η νομοθεσία άλλοτε ευνοεί και άλλοτε υποβαθμίζει την αγροτική οικονομία. Με την επιβολή του τιμαριωτικού συστήματος από τους Φράγκους κατακτητές η οικονομία καταρρέει. Η περίοδος, κατά την οποία η Κεφαλονιά τελούσε υπό την κατοχή των Ενετών και των Άγγλων, ήταν περίοδος μεγάλων αλλαγών στον τομέα της γεωργίας και της κτηνοτροφίας με τις ανάλογες επιπτώσεις στην εξελικτική πορεία της βλάστησης. • Διαπιστώσαμε ότι η συρρίκνωση του πληθυσμού λόγω των Ενετοτουρκικών πολέμων και της πειρατείας μείωσε την κτηνοτροφία με αποτέλεσμα την ανάκαμψη της βλάστησης. Αντίθετα η εξάπλωση της ελαιοκαλλιέργειας επί Ενετοκρατίας έγινε σε βάρος της αυτοφυούς βλάστησης. • Χαρακτηρίσαμε ως μεγαλύτερη παρέμβαση κατά την εποχή αυτή την εισαγωγή της μαύρης σταφίδας (Uva passa), της οποίας η καλλιέργεια σχεδόν εκτόπισε τα σιτηρά. • Συμπεράναμε ότι η αλματώδης άνοδος της σταφιδοπαραγωγής (22,5 εκατομμύρια λίτρες) επέφερε σοβαρό πλήγμα στην εξελικτική πορεία της βλάστησης γιατί δόθηκαν στην καλλιέργεια χιλιάδες στρέμματα όχι μόνον των πεδιάδων, αλλά και των άνυδρων, ξηρών ασβεστολιθικών βουνών, που μέχρι τότε δεν είχαν καλλιεργηθεί και διατηρούσαν την αυτοφυή βλάστηση. Τον 19ο και μέχρι τα μέσα του 20ου αι. η οικονομία της Κεφαλονιάς διατήρησε τον αγροτικό χαρακτήρα, ενώ παράλληλα βασιζόταν στα εμβάσματα εκ του εξωτερικού. Μετά τους ισοπεδωτικούς σεισμούς του 1953, αρχίζει η φάση της εκβιομηχάνισης. Κατά τον 20ο και 21ο αιώνα λόγω των επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης • διαπιστώσαμε εγκατάλειψη της αροτριαίας καλλιέργειας, την ανάπτυξη του τουρισμού και την αύξηση του αριθμού των αιγοπροβάτων. Γενικά παρατηρήσαμε αλλαγή στη χρήση της γης. Στο Β΄ μέρος «Χλωρίδα και βλάστηση της Κεφαλονιάς» αναφερθήκαμε: • Στη συμμετοχή της Κεφαλονιάς στην ελληνική βιοποικιλότητα με 1088 taxa, από τα οποία τα 61 είναι ενδημικά όλων των κατηγοριών (στενότοπα της Κεφαλονιάς, ενδημικά Ιονίων Νήσων και της Ελλάδας). • Ερευνήσαμε, καταγράψαμε και ταυτοποιήσαμε 53 taxa αλλόχθονων φυτών. • Δημοσιεύσαμε ότι τα ποσοστά των αλλόχθονων επί της τοπικής χλωρίδας είναι περίπου παρόμοια με εκείνα των αλλόχθονων του συνόλου της ελληνικής χλωρίδας. • Εντοπίσαμε και ανακοινώσαμε την ύπαρξη μικρής συστάδας ατόμων μαύρης Πεύκης (Pinus nigra) στον Αίνο μέσα σε πυκνόφυτη τοποθεσία από Abies cephalonica. Αξιολογήσαμε ότι αυτό το σπάνιο για το νησί εύρημα αποτελεί μοναδική μαρτυρία ότι στη δασοκάλυψη του Αίνου συμμετείχε και το εν λόγω είδος, του οποίου η παρουσία ανιχνεύθηκε στα ανθρακολογικά κατάλοιπα του νεολιθικού σπηλαίου της Δράκαινας. • Στο Κεφ. ΧIV αναφερθήκαμε διεξοδικά στα ορεινά δάση της Κεφαλονιάς και ιδιαιτέρως στον ρόλο του Αίνου και στη σημασία της Ελάτης από τους ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα. • Αναλύσαμε την ετυμολογία της ονομασίας των βουνών Αίνος, Άτρος, και Αγία Δυνατή και τη συνδέσαμε με την αρχαία λατρεία. • Καταθέσαμε την άποψη ότι ο Νήριτος των ομηρικών επών είναι ο Αίνος της Κεφαλονιάς. • Αναφερθήκαμε στις καταστροφικές ανθρώπινες παρεμβάσεις στα δάση του Αίνου και του Άτρου από την εποχή της Ενετοκρατίας μέχρι σήμερα (κυρίως πυρκαγιές), οι οποίες είχαν αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του ελατοδάσους από 72.280 στρέμματα σε 28.620 συνολικά (του Αίνου 23.160 στρ. και του Ρουδίου 5.460 στρ.), ενώ τα δάση του Άτρου εξαφανίστηκαν. • Καταλήξαμε στη θλιβερή διαπίστωση ότι μόνον οι ξένοι κατακτητές, Ενετοί και Άγγλοι, προσπάθησαν να προστατεύσουν το δάσος από τις εγκληματικές δραστηριότητες των κατοίκων του νησιού. • Χαρακτηρίσαμε το υπολειμματικό δάσος της Ι. Μονής Θεμάτων στην Αγία Δυνατή ως ανάμνηση των αρχαίων δασών Quercus στην Κεφαλονιά. • Αναλύσαμε τους τομείς της οικονομικής σημασίας του δάσους, η οποία υπήρξε σημαντική μέχρι τα μέσα του 20ου αι., αλλά με την εκβιομηχάνιση της χώρας περιορίστηκε στον τομέα της κτηνοτροφίας για τα τμήματα του δάσους εκτός Εθνικού Δρυμού. • Αναφερθήκαμε στις καθοριστικές παρεμβάσεις στη βλάστηση και τη χλωρίδα πεδινών εκτάσεων και ακτών, λόγω αλλαγής στη χρήση της γης και της ανάπτυξης του τουρισμού. Στο Γ΄ μέρος καταγράψαμε τις «Διαπιστωμένες Καλλιέργειες» (σιτηρά, άμπελος, λινάρι, ελιά) ως ανθρώπινες παρεμβάσεις από τη Νεολιθική περίοδο μέχρι σήμερα. Εκφράζουμε την υπόθεση ότι η Κεφαλονιά θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία αυτόνομη περιοχή δημιουργίας νέων μορφών καλλιεργήσιμων σιτηρών στο Ιόνιο κατά την περίοδο των πρώτων καλλιεργειών από τους κατοίκους της. • Αναφερθήκαμε στην καλλιέργεια εκλεκτών τοπικών οινοπαραγωγών ποικιλιών. • Αφιερώσαμε επίσης ξεχωριστή ενότητα για την ελαιοκαλλιέργεια και • Καταθέσαμε την άποψη ότι η εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας στην Κεφαλονιά προέρχεται από τη Κρήτη. Γενικότερη διαπίστωση, που αφορά σε όλες τις ιστορικές περιόδους, είναι ότι οι ανθρώπινες επιδράσεις στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης έχουν άμεση σχέση με τις νομοθετικές ρυθμίσεις, που διέπουν το αγροτικό καθεστώς κάθε εποχής, καθώς και με την κατανομή του κλήρου. Στο Δ΄ μέρος « Περιβαλλοντική Εκπαίδευση» αναλύσαμε • τη δυναμική της παρούσας διατριβής, καθώς και τους λόγους, για τους οποίους μπορεί να αποτελέσει μελέτη για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. • Αναπτύξαμε την πολυμέρεια του θέματος, που συνδυάζει δεδομένα θεωρητικών και θετικών Επιστημών (Αρχαιογνωσία, Ιστορία, Αρχαιολογία, Παλαιοβοτανική, Βοτανική, Βιολογία κ.λπ., και ανοίγει δρόμους για ποικιλία δραστηριοτήτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. • Δώσαμε παραδείγματα βιωματικής εκπαιδευτικής δραστηριότητας μέσα από λογοτεχνικά κείμενα και • σχεδιάσαμε ένα πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης βασισμένο στη θεματολογία της διατριβής ως παράδειγμα αξιοποίησης του υλικού της. / It was deemed necessary to connect the human interventions in the evolutionary process of the flora and vegetation of Cephalonia with the history of the island, under the following consideration: all the historical periods, from the appearance of man until today, demonstrate their level of cultural growth as the percentage at which man, as a bearer of culture, exploits the environment. For this reason, part A of this thesis “Prehistoric and historic period” was devoted to a time context, within which historical events took place that cause human intervention to the evolutionary process of the flora and vegetation of Cephalonia. For each historical period, we present the relevant conclusions. The human presence on the island is dated since the end of the oldest Paleolithic period (100,000 years BP). • With the current thesis, we publish the wealth of stone tools from unknown, until today, surface localities of Cephalonia and • we announce for the first time a verified site of in situ flint processing (treatment). • We report possible new sites of cave-dwelling during the Stone Era. • We evaluate the human interventions to the environment as a hunter and food gatherer, in a way similar to any other herbivorous or carnivorous animal. The change in Cephalonia occurs during the Neolithic period, ca, 5,600 – 4,800 BC, with the advent of agriculture, as was verified by the remnants of anthropogenic activities in Drakaina cave. • We do not reject the possibility that for this stage of change there existed a deeper in time preparation • We establish that the carbon remains of Drakaina cave imply a flora, the contemporary one of which appears to constitute its natural succession, despite any bad management on the human part. During the Bronze Age (Mycenaean time) from the excavation findings and with the support of the mythological tradition: • we establish that economy is now based on the trio agriculture, stock-breeding and commerce. This status will last for centuries later. • We also established that the appearance for the first time of the Cephalonian Fir on Mycenaean, seal-stone implies the existence of activities, centered on the forests of Mt. Ainos. • From the findings (wild boar teeth) and the deer depictions, also on seal-stones, we draw the conclusion that the condition of the native flora of Cephalonia at that time would have been more vigorous than today, in order to support the sustenance of such animals. The economical form remains the same also during the Odyssey state. It is based on the primary sector of the production process, with no organization, instead with production units of domestic size. • We verify the existence of olive tree cultivation in the Ionian islands, which we consider as the most important intervention from a nourishment point of view, but also to the evolutionary process of the vegetation and flora of the Ionian Islands and particularly of the Homeric Ithaca, which in the Ulysses dominion, we consider as unified with Cephalonia. The representations on the coins of the Cephalonian Tetrapolis confirm the the trio agriculture – stock-breeding – commerce also exists during the Classical times. • We conclude that the organization of the four autonomous states with the subsequent population increase, entails the expansion of cultivation and grazing areas at the expense of native vegetation and • that cultivation expansion possibly made way for a new xenophytic establishment on the island. • We evaluate the advent of an apparently systematic logging of the Fir forest on Mt. Ainos, for the exploitation of the Cephalonian Fir as a product, to be the most serious environmental intervention. This is extrapolated from the representations on the Pronnoi coins, given the fact that Fir wood was suitable for ship-building. In the era that follows up until the roman times, Cephalonia becomes a field of war conflicts, lootings and enslaving. • We draw the conclusion that the famous Cephalonian triremes that play a primary role in the encounters with the roman and allied fleets, must have been built from Cephalonian Fir. When the Tetrapolis ceases to exist, the agricultural status is modified, following the model of the roman system of serfdom • We evaluate the consequences of the large plots and cultivations as an intervention to natural environment, since large plots and extensive cultivations mean land clearing and restriction of the forest vegetation. • We take it as granted that the “globalization” of commerce in the vast Roman Empire results in the introduction of new plant species, also in the Cephalonian ports. During the Byzantine times, in the economical sector Cephalonia follows the same process with the other states of the Byzantine Empire. In different times legislature either favors or degrades agricultural economy. With the enforcement of the timariot system by the Venetic conquerors, the economy collapses. The period, during which, Cephalonia was under the Venetian and English occupation, was marked with significant changes in the sectors of agriculture and stock-breeding, with respective implications in the evolutionary process of vegetation. • We discover that the shrinking of the population, due to the Venetian-Turkish wars and piracy, decreased stock-raising, thus leading to a restoration of the vegetation. In contrast, the expansion of the olive tree cultivation during Venetian occupation took place at the expense of native flora. • We characterize as the biggest intervention during this era the introduction of the black raisin (Uva passa), the cultivation of which almost displaced cereal cultivations. • We concluded that the rapid growth of raisin production (22.5 million liters) exerted a serious blow to the evolutionary process of the vegetation, because not only thousands of acres of plains were given to cultivation, but also arid, dry, calciferous mountains, that had not been cultivated until then and which preserved the native flora. During the 19th and until the mid-20th century, the economy of Cephalonia preserved its agricultural identity, while relying, at the same time, to money transfers from abroad. Following the obliterating earthquakes of 1953, the industrialization phase began. During the 20th and 21st century, due to the EU subsidies: • we observe the abandonment of plowable cultivation, the development of tourism and the population increase of goats and sheep. In general, we remark the alteration in land use. In part B “Flora and Vegetation of Cephalonia”: • We mention the contribution of Cephalonia to the Greek biodiversity with 1088 taxa, 61 of which are endemic of all categories (stenotopic of Cephalonia, Ionian island endemics and Greek endemics). • We studied, recorded and identified 53 taxa of allochthonous plants. • We located and announce the existence of a small group of European black pine individuals (Pinus nigra) on Mt. Ainos, within a dense Abies cephalonica locality. We evaluate this rare finding for the island as a unique testimony that this particular species participated in the forest coverage of Mt. Ainos, the presence of which was also detected in the carbon remains of the Neolithic cave of Drakaina. • In chapter XIV we refer in detail to the mountainous forests of Cephalonia and particularly to the role of Mt. Ainos and the importance of Fir from the Homeric times until today. • We analyze the etymology of the names of Ainos, Atros and Agia Dynati mountains and connect it to ancient worship. • We deposit the view that Niritos of the Homeric works is Ainos of Cephalonia. • We refer to the catastrophic human interventions to the forests of Ainos and Atros from the Venetian occupation era until today (mainly fires), which resulted in the shrinking of the Fir forest from 72,280 acres to 28,620 in total (23,160 on Mt. Ainos and 5,460 on Mt. Roudi), whereas Atros forests disappeared. • We reach the sad conclusion that only the foreign conquerors, Venetians and English, tired to protect the forest from criminal activities of the island inhabitants. • We characterize the relict forest of Themata Monastery as a remnant of the ancient Quercus forests of Cephalonia. • We analyze the sectors of the financial importance of the forest, which was significant up until mid-20th century, but with the industrialization of the country this importance was restricted to the sector of stock-raising for the forest parts outside the National Park. • We refer to the decisive interventions to the vegetation and flora of the lowland and coastal areas, due to the change in land use and the touristic development. In part C we record the “Verified Cultivations” (cereals, vineyards, linum, olive trees) as human interventions from the Neolithic period onwards. • We hypothesize that Cephalonia could be considered an autonomous area of the Ionian region for the creation of new forms of cultivated cereals by its inhabitants, during the period of the first cultivations • We refer to the cultivation of exquisite local wine-producing varieties. • We also devote a special section to olive tree cultivation and • We submit the view that olive tree cultivation was introduced to Cephalonia from Crete. A general conclusion, that concerns all historical periods, is that the human impacts on the evolutionary process of the flora and the vegetation are directly linked to the legislative regulations that govern the agricultural status of each era, as well as to the distribution of land. In part D, “Environmental Education”: • We analyze the dynamics of this thesis, as well as the reasons why it could constitute a study for Environmental Education. • We develop the multi-disciplinary character of the subject, which combines data of theoretical and applied sciences (Ancient Knowledge, History, Archaeology, Paleobotany, Botany, Biology etc.) and creates ways for a variety of Environmental Education activities. • We give examples of experiential educational activity through literature texts and • We design a program of Environmental Education, as a utilization example of the included material, based on the themes of this thesis.
15

Γεωβοτανική έρευνα του όρους Τυμφρηστού (ΒΔ Στερεά Ελλάδα) : χλωρίδα-βλάστηση-αξιολόγηση-διαχείριση / Geobotanical research of Timfristos Mt. (NW Sterea Ellas) : flora-vegetation-evaluation-management

Δημητρέλλος, Γεώργιος 24 June 2007 (has links)
Η παρούσα διατριβή ερευνά τους παράγοντες που συνεπιδρούν στη λειτουργία των οικοσυστημάτων του Όρους Τυμφρηστού. Έτσι αναλύθηκαν το αβιοτικό περιβάλλον (γεωλογία, τοπογραφία, υδρολογία, κλίμα) από τη μια πλευρά και το βιοτικό περιβάλλον (φυτογεωγραφία, βιολογικές μορφές, χλωρίδα, βλάστηση) από την άλλη. Επιπλέον, θεωρώντας ότι ο άνθρωπος είναι ο σημαντικότερος παράγοντας του οικοσυστήματος, μελετήθηκαν όλες εκείνες οι ενέργειες από πλευράς του, που επηρεάζουν και αποτρέπουν τη φυσική εξέλιξη των οικοσυστημάτων και προτείνονται διαχειριστικά μέτρα. / The aim of the present doctorate thesis is to investigate all the elements that affect the functioning of the ecosystem of Mt. Timfristos area. In order to achieve this, the abiotic environment (geology, topology, hydrology, climate) on one hand, and the biotic one (phytogeography, biologic patterns, flora, vegetation) on the other, was analyzed. Seeing that man is the most important element of the ecosystem, all his activities that effect and avert the normal course of ecosystems were studied and proposed measures management.
16

Συμβολή στην οικολογία των πόλεων της Ελλάδας: έρευνα της αγγειώδους χλωρίδας των τοίχων στην πόλη των Πατρών

Σάσσαλου, Μαρία 23 October 2008 (has links)
Στην παρούσα μελέτη καταγράφεται η αγγειώδης χλωρίδα των τοίχων της πόλης της Πάτρας, καθώς και οι θέσεις των taxa πάνω στους τοίχους. Εντοπιστήκαν 167 taxa. Η χλωρίδα αναλύεται περαιτέρω σε σχέση με την τοπική εξάπλωση των taxa, καθώς και από βιολογική και χωρολογική άποψη και συγκρίνεται η ποικιλότητα και η ποιοτική ομοιότητα της χλωρίδας που εμφανίζεται στους τοίχους του κέντρου, της παραθαλάσσιας και της προαστιακής περιοχής της πόλης. Η ποικιλότητα στο σύνολο της χλωρίδας των τοίχων στην Πάτρα βρέθηκε Η΄= 1,97 και η συνολική τιμή του δείκτη κυριαρχίας Simpson είναι D = 0,23. Tα αποτελέσματα συγκρίνονται με τις χλωρίδες τοίχων άλλων ελληνικών και ξένων πόλεων. Eπίσης, τονίζεται η σπουδαιότητα των τοίχων ως αστικοί βιότοποι και διατυπώνονται προτάσεις για τη σωστή διαχείρισή τους. / The aim of the present study was to survey the wall vascular flora of the Greek city of Patras in SW Peloponnese. 167 taxa were identified. The flora is analysed in relation to the local distribution of the taxa as well as by biological and chorological aspect. There has been comparison between the diversity and the quality similarities among the walls of centre, maritime and suburban transect of the city. The overall diversity found is H = 1,97 and D = 0,23. The results are compared with wall floras of other cities.
17

Ξυλώδης χλωρίδα των αστικών βιοτόπων : έρευνες στην πόλη της Πάτρας / Woody plants in urban biotopes : studies in the city of Patras

Τσιότσιου, Βασιλική Ε. 24 January 2011 (has links)
Μια πόλη συνίσταται από τρία επίπεδα οργάνωσης: το φυσικό, το τεχνητό και το κοινωνικό περιβάλλον, τα οποία βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση μεταξύ τους και αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξή της. Η ισορροπία των τριών αυτών επιπέδων οργάνωσης διαταράσσεται ως αποτέλεσμα της έντονης αστικοποίησης, η οποία χαρακτηρίζει τα αστικά οικοσυστήματα και συνδέεται παγκοσμίως με την αλλαγή της χρήσης και του τρόπου κάλυψης της γης. Τα αστικά περιβάλλοντα πρέπει να διαχειρίζονται βάσει σχεδιασμού, ο οποίος θα λαμβάνει υπ‟ όψιν τα οικολογικά στοιχεία μιας περιοχής, όπως είναι για παράδειγμα η ξυλώδης χλωρίδα της. Η παρούσα διδακτορική διατριβή, η πρώτη στο είδος της για τον ελληνικό χώρο, στηρίζεται στη γνώση και στις αρχές της οικολογίας πόλεων και του αστικού σχεδιασμού. Έχει ως σκοπό να ερευνήσει την καλλιεργούμενη ξυλώδη χλωρίδα (δέντρα, θάμνους και ξυλώδη αναρριχώμενα) και την αυτοφυή εξάπλωσή της στην πόλη της Πάτρας και να εξετάσει εάν και με ποιο τρόπο οι τύποι αστικών βιοτόπων, δηλαδή φυσιογνωμικά ομοιόμορφες αστικές περιοχές με χαρακτηριστική δόμηση και ελεύθερους χώρους, μπορούν να χαρακτηρισθούν από τις καλλιεργούμενες ξυλώδεις συστάδες τους, καθώς και να διατυπώσει προτάσεις διαχείρισης για την ποιοτική αναβάθμισή τους. Για το σκοπό αυτό έγινε προσδιορισμός της ξυλώδους χλωρίδας της πόλης, χλωριδική, βιολογική και χωρολογική ανάλυση των taxa, καταγραφή της φαινολογίας τους και εκτίμηση της συχνότητας και σταθερότητάς τους, λαμβάνοντας υπ‟ όψιν τη σχέση μεταξύ της οικολογίας φυτών, του τύπου δόμησης και της χρήσης γης. Ως περιοχή έρευνας επιλέχθηκε η πόλη της Πάτρας, γιατί αφενός η καλλιεργούμενη χλωρίδα της δεν έχει μελετηθεί και αφετέρου παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά μιας τυπικής ελληνικής μεγαλόπολης, κυρίως όσον αφορά στη δόμηση και στους ελεύθερους χώρους. Διακρίθηκαν 8 διαφορετικοί τύποι αστικών βιοτόπων, όπως Ολιγώροφες κατοικίες συνεχούς και ασυνεχούς δόμησης, Πολυώροφες κατοικίες συνεχούς και ασυνεχούς δόμησης, Ολιγώροφες και πολυώροφες κατοικίες πανταχόθεν ελεύθερης δόμησης, Βίλες, Εργατικές κατοικίες και Πάρκα. Στη συνέχεια επιλέχθηκαν 54 περιοχές μελέτης κατανεμημένες σε όλη την περιοχή έρευνας, συνολικής έκτασης 2.374,4 στρεμμάτων, έτσι ώστε να αντιπροσωπεύουν τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε τύπου αστικού βιοτόπου και καταγράφηκαν σε αυτήν 218 taxa. Ο αριθμός αυτός των ξυλωδών taxa που εμφανίζεται στην περιοχή έρευνας, θεωρείται χαμηλός σε σύγκριση με άλλες πόλεις της κεντρικής Ευρώπης, όπου έχουν εκπονηθεί αντίστοιχες μελέτες. Αυτό αποδίδεται στην πυκνή δόμηση που χαρακτηρίζει τον πυρήνα της πόλης της Πάτρας, αλλά και γενικά στις λιγοστές επιφάνειες πρασίνου. Όσον αφορά στην καταγωγή των ξυλωδών taxa το ποσοστό των ξενικών και υβριδίων στην Πάτρα ανέρχεται σε 61,5% (125 taxa και 9 taxa αντίστοιχα) με τα ασιατικά και αμερικάνικα taxa να εμφανίζουν υψηλά ποσοστά (26,9% και 17,2% αντίστοιχα), ενώ των ιθαγενών σε 38,5% (84 taxa). Η κατανομή των βλαστητικών μορφών εντός της περιοχής έρευνας διαφέρει από εκείνη άλλων ευρωπαϊκών πόλεων. Έτσι, στην Πάτρα κυριαρχούν οι δενδρώδεις μορφές με ποσοστό 55,5% έναντι των θαμνωδών, ενώ σε πόλεις της κεντρικής Ευρώπης υπερτερούν οι θαμνώδεις μορφές. Όσον αφορά στην άνθηση, παρατηρείται μια παράταση στην περίοδο ανθοφορίας στο σύνολο των ξυλωδών ειδών. Το γεγονός αυτό αντανακλά την ανθρώπινη παρέμβαση στο φυσικό τοπίο και την προσπάθεια του ανθρώπου να εξασφαλίσει ανθοφορία όλο το χρόνο, αποτρέποντας παράλληλα τη δημιουργία μονότονων περιοχών. Τα φυλλοβόλα υπερτερούν με μικρό ποσοστό έναντι των αειθαλών. Αυτό οφείλεται στην παρουσία ενός σημαντικού ποσοστού φυλλοβόλων taxa, που ανήκουν στις δύο πλουσιότερες σε taxa οικογένειες, δηλαδή σε αυτές των Rosaceae και Leguminoseae. Όλα σχεδόν τα ξυλώδη taxa σχηματίζουν καρπούς, εκτός από ένα μικρό ποσοστό (5,2%). Το 40,8% των taxa στο σύνολο της ξυλώδους χλωρίδας φέρει σαρκώδεις καρπούς, οι οποίοι αποτελούν σημαντική πηγή τροφής για την ορνιθοπανίδα της περιοχής, αλλά και τρόπο εξάπλωσης των taxa μέσω των σπερμάτων τους. Το ποσοστό των καλλωπιστικών taxa στο σύνολο της χλωρίδας είναι σαφώς μεγαλύτερο από αυτό των ξυλωδών taxa με εδώδιμους καρπούς (76,8% και 22,6% αντίστοιχα), γεγονός που αντανακλά μια τάση προτίμησης των κατοίκων για καλλωπιστικά taxa και μάλιστα ξενικής καταγωγής, προβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο την παρούσα οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση. Όσον αφορά στη σχέση μεταξύ αριθμού ξυλωδών taxa και μεγέθους επιφάνειας δεν προκύπτει θετική συσχέτιση μεταξύ τους, σε αντίθεση με πόλεις της Κ. Ευρώπης, επειδή, σύμφωνα με τη θεωρία «small island effect», στις μικρές περιοχές μελέτης η επιφάνεια παύει να είναι ο καθοριστικός παράγοντας. Τaxa που να εμφανίζονται και στις 54 περιοχές μελέτης, δηλαδή με σταθερότητα 100%, δεν απαντούν. Όσα taxa εμφανίζονται με μεγάλη σταθερότητα, όπως τα Morus alba, Nerium oleander και Ailanthus altissima, είναι συγχρόνως και εκείνα με το μεγαλύτερο αριθμό ατόμων, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα taxa αυτά ευνοήθηκαν από τη φύτευσή τους. Όσον αφορά στη σύνθεση των ειδών των τύπων αστικών βιοτόπων της Πάτρας υπάρχει μεγάλη ετερογένεια. Χαρακτηριστικό είναι ότι μερικά είδη εμφανίζουν πολύ μεγάλη σταθερότητα σε ορισμένους τύπους βιοτόπων, ενώ σε άλλους πολύ μικρή ή καθόλου. Το Acer pseudoplatanus αποδείχθηκε το χαρακτηριστικό είδος μόνο για τις πολυώροφες κατοικίες ασυνεχούς τύπου δόμησης. Από τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι οι τύποι των αστικών βιοτόπων της Πάτρας μπορούν να διαφοροποιηθούν με βάση τον αριθμό, όχι όμως και με βάση τη σύνθεση των ξυλωδών ειδών που εμφανίζονται σ‟ αυτούς. Η αυτοφυόμενη ξυλώδης χλωρίδα της Πάτρας εμφανίζεται με ένα ποσοστό 17,9% επί της συνολικής ξυλώδους χλωρίδας και είναι συγκρίσιμη με αυτή που απαντά σε πόλεις της Κ. Ευρώπης, όπου έχουν γίνει αντίστοιχες μελέτες. Και εδώ παρατηρείται σαφής υπεροχή των ξενικών (53,8%) έναντι των ιθαγενών, αλλά και των δενδρωδών μορφών έναντι των θαμνωδών, όπως παρατηρήθηκε και στη συνολική χλωρίδα. Τα πιο σταθερά και συγχρόνως τα πιο πλούσια σε αριθμό ξενικά αυτοφυόμενα ξυλώδη taxa είναι τα Morus alba, Ailanthus altissima, Vitis vinifera ssp. vinifera και Hibiscus syriacus και από τα ιθαγενή το Ligustrum vulgare. Οι μελετηθέντες τύποι αστικών βιοτόπων παρουσιάζουν σχετική ομοιογένεια ως προς τον αριθμό των αυτοφυόμενων ξυλωδών taxa, γεγονός που παρατηρείται και σε πόλεις της Κ. Ευρώπης. Όσον αφορά στη σχέση μεταξύ αριθμού αυτοφυόμενων ξυλωδών taxa και μεγέθους επιφάνειας, δεν προκύπτει θετική συσχέτιση μεταξύ τους. Για να αξιολογηθεί η κατάσταση των τύπων αστικών βιοτόπων της Πάτρας, εκτιμήθηκε η αξία των παραγόντων εκείνων που ενισχύουν ή αποδυναμώνουν το χαρακτήρα τους. Τέτοιοι παράγοντες είναι κυρίως το μικροκλίμα/αέρας (θερμοκρασία, αερισμός, εκπομπές καυσαερίων) το έδαφος, το νερό, το φυσικό περιβάλλον (χώροι πρασίνου), η κυκλοφορία (πολύ αυξημένη – μικρή), ο θόρυβος (ηχορύπανση), οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία (μικροκλίμα, εκπομπές καυσαερίων, κυκλοφορία, θόρυβος), οι χώροι αναψυχής, ο βαθμός εκμετάλλευσης (ενέργειας, επιφάνειας, κτισμάτων) καθώς και κοινωνικο-οικονομικοί παράγοντες (μείξη χρήσεων γης, π.χ. εργασία, κατοικία). Για τον καθένα από αυτούς τους παράγοντες καθορίστηκε μια 5-βάθμια κλίμακα αξιών. Μέσα από την εκτίμηση των αξιών των τύπων αστικών βιοτόπων προσδιορίσθηκαν τα πλεονεκτήματα, αλλά και τα προβλήματά τους. Την υψηλότερη οικολογική αξία την έχουν οι τύποι αστικών βιοτόπων που χαρακτηρίζονται από τον πανταχόθεν ελεύθερο τύπο δόμησης (Ολιγώροφες και πολυώροφες κατοικίες πανταχόθεν ελεύθερου τύπο δόμησης, Βίλες, Εργατικές Κατοικίες) και τα Πάρκα. Οι τύποι αστικών βιοτόπων που χαρακτηρίζονται από το συνεχή και τον ασυνεχή τύπο δόμησης εμφανίζονται μεν οικολογικά υποβαθμισμένοι, αλλά είναι κοινωνικοοικονομικά αναβαθμισμένοι. Γενικά όμως, όπου υπάρχει έντονη εκμετάλλευση του εδάφους υπάρχει και αυξημένη οικονομική δραστηριότητα, ενώ ταυτόχρονα υποβαθμίζεται η ποιότητα του φυσικού περιβάλλοντος. Οι τύποι αστικών βιοτόπων που χαρακτηρίζονται από έντονη εκμετάλλευση πρέπει να βελτιώσουν για παράδειγμα το μικροκλίμα, την ποιότητα του αέρα και του εδάφους τους. Η ξυλώδης χλωρίδα των πόλεων δεν είναι ο μοναδικός τρόπος βελτίωσης της ποιότητας των τύπων αστικών βιοτόπων, αλλά σίγουρα είναι ένας τρόπος θετικής παρέμβασης για την αναβάθμισή τους. Τα διαχειριστικά μέτρα που προτείνονται αφορούν στη βελτίωση του φυσικού, του τεχνητού και του κοινωνικού περιβάλλοντος. Περιλαμβάνουν προτάσεις διαχείρισης που στοχεύουν στην αποκατάσταση, βελτίωση και διατήρηση των παραγόντων εκείνων που επηρεάζουν την ποιότητα των τύπων αστικών βιοτόπων, με απώτερο σκοπό την υγιή και άνετη διαβίωση των κατοίκων της πόλης. / A city is formed by the interaction between natural, built and social environment. These three areas are fundamental for environmental development. Urbanization phenomenon around the world has been an important component of land use and land cover change and influences negatively the balance of those three areas. Management of urban environments must be based on urban planning, which takes into consideration the significant ecological components of an area, such as the woody plants. The present doctorate thesis, the first of its kind in Greece, is based on the knowledge and principles of the science of urban ecology and urban planning. The aim of the present study was to survey the woody species (trees, shrubs and woody climbers) of the city of Patras and to examine whether and in which way the urban structural units (defined as “areas with physiognomically homogenous character, which are marked in the built-up area by a characteristic formation of buildings and open spaces”) can be characterized by their planted woody stands. For that reason the spectra, combination, frequency and consistency of species were assessed, considering the relationships between plant ecology, biotope structure and land-use. The wider area of Patras‟ city was chosen as a study area, because there is a lack of knowledge on its cultivated flora and because it has the features of a typical Greek city concerning the formation of buildings and the open spaces. Eight urban structural units were identified within the city of Patras. These are Multi-storeyed attached housing, Multi–storeyed semi–detached housing, Low–rise attached housing (bungalows–two floors), Low–rise semi-detached housing (bungalows–two floors), Multi–storeyed and low–rise detached housing, Villas, Workers‟ housing, Parks (incl. squares and bocages). In total, 237,44 ha of urban land were studied thoroughly in the fifty-four study areas designated throughout the wider area of Patras city. 218 woody plants were recorded in the eight urban structural units studied. The number of woody species recorded in the study area of 237,44 ha is considered to be low when compared with that of central Europe, where similar studies have been undertaken. This low number is due to the very high building density found in the city centre and also to the limited number of green areas (e.g. parks). Concerning the origin of the woody species in the city of Patras non-native and hybrids dominate. The proportion accounts for 61,5% (125 taxa non-native and 9 taxa hybrids), of which the Asiatic (26,9%) and the American (17,2%) species are represented by high percentages in the woody flora of Patras. The native species represent the 38,5% (84 taxa) of the total woody flora. The life-form spectrum of the woody flora in the city of Patras differs from that recorded in other European cities. The proportion of trees (55,5%) is higher than that of shrubs in the city of Patras, whereas in central European cities shrubs dominate. The prolongation of the flowering period recorded in the study area reflects human attempt to assure blooming all year, so that monotony of the urban landscape can be avoided. The proportion of deciduous species is slightly higher than that of evergreen species. This is due to the presence of high proportions of deciduous species, which belong to the two richest in species families, to these of Rosaceae and Leguminoseae. Almost all woody species fruit, except from a small percentage (5,2%). A significant proportion (40,8%) of the total woody species form fleshy fruits, which are an important food source for the fauna of the study area, especially for birds. At the same time, the distribution of the woody species is assured. The proportion of cultivated woody plants (76,8%) is higher than that of woody plants forming edible fruits (22,6%). This fact reflects inhabitants‟ preference for ornamental plants non-native in origin, denoting social and financial standing. Statistical analysis proves the absence of a positive correlation between the species number and the size of the area. On the contrary, in central European cities the correlation is positive. This is explained by the „small island effect‟ theory, according to which, in small study areas the size of the area does not play the most important role, when species – area relationship is surveyed. Species appearing in all study areas, i.e. with 100% consistency, were not observed. Those species with high consistency, such as Morus alba, Nerium oleander and Ailanthus altissima, are also those with the highest frequency. This shows that these species benefited from them being planted. Floristic composition in the various urban structural units shows great heterogeneity as several species present high consistency in some structural units but low or zero consistency in others. Acer pseudoplatanus proved to be a characteristic species only within the urban structure of multi-storeyed semi-detached housing. Taking these findings into account, we conclude that the urban structural units of Patras can be differentiated based on the number of woody species recorded in each, but not on their floristic composition. Spontaneous diffusion could only be identified for 17,9% of the cultivated species. This proportion is comparable to that recorded in other central European cities, where similar studies have been undertaken. The proportion of non-native species (53,8%) is higher than that of native, and so is the proportion of trees in comparison to that of shrubs. Similar proportions have been also recorded for the total woody flora of the city of Patras. The most frequent non-native spontaneous woody species observed in Patras are Morus alba, Ailanthus altissima and Hibiscus syriacus. The commonest native spontaneous species in the city is Ligustrum vulgare. The urban structural units studied in Patras show relative homogeneity concerning the number of spontaneous woody species. This homogeneity is also observed in cities of central Europe. The correlation between the species number and the size of the area is negative. For the evaluation of the urban structural units in the city of Patras, the value of criteria that strengthen or weaken the character of the urban structural units was taken into consideration. Those criteria are mainly microclimate / wind (temperature, emissions), soil, water, natural environment (green spaces), traffic (heavy or not), noise (noise pollution), dangers for public health (quality of microclimate, emissions, traffic, noise pollution), degree of resources‟ exploitation (of energy, surface, buildings) as well as socio-economic criteria (land-use). For each of these criteria a 5 – degree scale of values was designated. This consideration of the values which affect the urban structural units enabled the definition of the advantages and the drawbacks of each urban structural unit. The urban structural units characterized by detached free building style (multi-storeyed and low-rise detached housing, villas, workers‟ housing) and parks are highly attractive and have high ecological properties. The urban structural units characterized by attached or semi-detached housing have low ecological properties but are socioeconomically benefited. Generally, high exploitation degree (of energy or soil) is related to social and economic integration. At the same time the quality of the natural environment is degraded. Urban structural units characterized by high exploitation in terms of soil, water and energy must upgrade not only their microclimatic conditions, but also the quality of air and soil. The contribution of the woody flora to the environmental development is significant. The management measures proposed, aim to upgrade the natural, built and social environment. They include management proposals that aim to the upgrade and conservation of specific parameters which affect the quality of the urban structural units. Such proposals could make a valuable contribution to the upgrade of the quality of city life.
18

Οικολογία των τύπων οικοτόπων της αποξηραμένης λίμνης Μουριάς : μελέτη της χλωρίδας και βλάστησης και οικολογική διερεύνηση περιβαλλοντικών παραμέτρων στα πλαίσια προγράμματος πιλοτικού επαναπλημμυρισμού / Habitat types ecology of the drained Mouria lake : flora and vegetation study and ecological examination of the environmental parameters in a pilot-scale wetland rehabilitation program

Καραγιάννη, Παναγιώτα 20 October 2010 (has links)
Η περιοχή της αποξηραμένης Λίμνης Μουριάς βρίσκεται στο Ν. Ηλείας 5 Κm ΝΔ της πόλης του Πύργου κοντά στις εκβολές του Αλφειού ποταμού. Η παλιά λίμνη αποξηράνθηκε την περίοδο 1967-69. Αντικείμενο της διατριβής είναι: α) η μελέτη της χλωρίδας της περιοχής και ο προσδιορισμός και η χαρτογράφηση των τύπων οικοτόπων, β) η εκτίμηση της υποβάθμισης των μονάδων βλάστησης εξαιτίας των διάφορων ανθρωπογενών επιδράσεων, γ) η συσχέτιση των διακρινόμενων φυτοκοινοτήτων με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες (φυσικοχημικές παράμετροι εδάφους και νερού), δ) ο πιλοτικός επαναπλημμυρισμός 5 στρεμμάτων και η εκτίμηση του ρυθμού εποικισμού της νέας λίμνης με φυτικά taxa. Κατά την εργασία πεδίου έγιναν εποχικές φυτοληψίες σε όλη την έκταση της αποξηραμένης λίμνης με τη μέθοδο Braun-Blanquet. Παράλληλα, έγιναν δειγματοληψίες εδάφους και νερού σε θέσεις στις οποίες είχαν πραγματοποιηθεί και δειγματοληψίες βλάστησης. Ακολούθησε η αναγνώριση των τύπων οικοτόπων και προσδιορίστηκαν τα όρια τους με τη χρήση GPS. Κατά την εργαστηριακή επεξεργασία έγινε η χλωριδική ανάλυση και ο προσδιορισμός των μονάδων βλάστησης, ενώ προσδιορίστηκαν οι φυσικοχημικές παράμετροι εδάφους και νερού. Οι σχέσεις των περιβαλλοντικών παραμέτρων διερευνήθηκαν τόσο μεταξύ τους, όσο και με τις μονάδες βλάστησης, με τη χρήση του συντελεστή συσχέτισης Spearman, τη μεθόδο Canonical Correspondence analysis (CCA) και την πολυπαραγοντική στατιστική ανάλυση (Factor analysis). Τέλος, πραγματοποιήθηκε πιλοτικός επαναπλημμυρισμός μικρού τμήματος της περιοχής (5.000 m²) και συστηματική παρακολούθηση του ρυθμού εποικισμού του νέου υγροτόπου με φυτικά είδη. Τα φυτικά είδη που καταγράφηκαν στην περιοχή της παλιάς λίμνης ανέρχονται σε 284, από τα οποία 144 χαρακτηρίζονται ως είδη διαταραγμένων βιοτόπων (δείκτες βόσκησης, ζιζάνια καλλιεργειών, είδη κρασπέδων δρόμων ή αγρών και περιοικιστικών χώρων). Παράλληλα, αναγνωρίστηκαν επτά διαφορετικοί τύποι οικοτόπων και 16 φυτοκοινότητες. Τα μεσογειακά αλίπεδα, οι καλαμώνες και οι συστάδες αρμυρίκης καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη έκταση στην περιοχή. Τη μέγιστη επίδραση και από τις τρεις κατηγορίες των φυτών-δεικτών υποβάθμισης παρουσιάζουν τα αλίπεδα, ενώ τα εποχιακά τέλματα εμφανίζουν τη μικρότερη επίδραση. Οι κοινότητες των αμμοθινών, καθώς και αυτές που σχηματίζονται στα έγκοιλα των θινών, αναπτύσσονται σε αμμώδη εδάφη, πλούσια σε CaCO3 και ιόντα ασβεστίου, με υψηλές τιμές pH. Οι κοινότητες των μεσογειακών αλιπέδων αναπτύσσονται σε διάφορους τύπους εδαφών από αμμώδη έως αργιλοπηλώδη, με υψηλή αλατότητα και αυξημένες συγκεντρώσεις φωσφόρου. Η υγρασία του εδάφους και η περιεκτικότητά του σε νιτρικό άζωτο είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη των κοινοτήτων με Tamarix sp. Τα εδάφη των εποχιακών λιμνών της περιοχής παρουσιάζουν ένα συνδυασμό υψηλής αλατότητας, αλκαλικότητας και συγκέντρωσης θρεπτικών. Η κοινότητα με Phragmites australis αναπτύσσεται σε θέσεις υψηλότερης αλατότητας του νερού σε σχέση με την κοινότητα της Typha domingensis. Η μελέτη της διαδοχής της βλάστησης στο νέο υγρότοπο, δείχνει ένα σχετικά γρήγορο εποικισμό της νέας λίμνης, με είδη κυρίως των γειτονικών εποχιακών τελμάτων και καναλιών π.χ. Ruppia maritima, Zannichellia palustris, Chara sp., Ranunculus baudotti κ.ά. / The area of the drained Mouria lake is located 5Km SW of Pyrgos city (Prefecture of Ileia) near Alfeios River estuary. It was drained during the period 1967-69. Subjects of the present thesis are: a) the study of the flora in the drained lake area, the identification and the mapping of the habitat types, b) the estimation of the vegetation units degradation degree by various human activities, c) the correlation of the vegetation units with certain environmental parameters (soil and water physicochemical parameters), d) the pilot-scale re-flood of a part of the drained lake (0.5 ha) in order to estimate the colonization rate by plant species in the new lake. Seasonal vegetation samples were taken from the whole area of the drained Mouria Lake, following Braun-Blanquet method. Habitat types were identified and their limits were determined by means of GPS. In order to study environmental parameters soil and water samples were taken in sites where vegetation samples had already been taken. After the floristic analysis, vegetation units were detemined. The abundance of indicator plants of habitat degradation (grazing indicator plants, weeds and ruderals) in each habitat’s floristic composition is used in order to evaluate their ecological status. Correlations between environmental parameters were tested using Spearman correlation test, while Canonical Correspondence analysis (CCA) and Factor analysis were performed in order to examine relationships between the vegetation units and environmental variables. For a pilot-scale lake restoration an area of 0,5 ha was selected in the SE part of the former lake to be re-flooded. A total of 284 plant species were recorded in the are of the drained lake, 144 of which are characterized as indicator plants of habitat degradation. Seven habitat types and sixteen plant communities have also been identified in the study area. Salt meadows, reeds and Tamarix stands have the biggest cover in the area. Salt meadows appear to have the highest degree of degradation and the temporary ponds the lowest. The plant communities of sand dunes and these of wet dune slacks are formed in sandy soil, rich in CaCO3 and Ca+2 and with high pH values. The salt meadows communities are developed in various types of soils (sandy to loamy-clay) with high electric conductivity values and high phosphor concentrations. The soil moisture and the NO3- concentration are the most important factors that influence the growth of communities with Tamarix sp. Temporary ponds present a combination of high salinity, alkalinity and nutrient concentration values in the area. Phragmites australis community is developed on sites with higher water salinity values than Typha domingensis community. The study of vegetation succession in the pilot-scale wetland shows that many plant species of the nearby temporary ponds and channels like Ruppia maritima, Zannichellia palustris, Chara sp., Ranunculus baudotti etc. have rapidly colonised the new lake .

Page generated in 0.2289 seconds