• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 164
  • 1
  • 1
  • Tagged with
  • 167
  • 143
  • 28
  • 19
  • 18
  • 18
  • 17
  • 17
  • 16
  • 15
  • 14
  • 14
  • 14
  • 14
  • 12
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
81

Διαχείριση ταλέντου, εκπαίδευση και ανάπτυξη ανθρωπίνων πόρων στις πολυεθνικές επιχειρήσεις

Χριστοπούλου, Κλεοπάτρα 03 October 2011 (has links)
Η παρούσα πτυχιακή εργασία εξέτασε την διοίκηση ανθρώπινου δυναμικού στις πολυεθνικές επιχειρήσεις που λειτουργούν στο χώρο των cash and carry και hypermarket. Έμφαση δόθηκε στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού καθώς και στη διαχείριση των ταλέντων. Από την βιβλιογραφική ανασκόπηση αναφέρθηκε ότι τόσο η ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου όσο και η διαχείριση των ταλέντων είναι παράγοντες που καθορίζουν την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού ενός οργανισμού και την ικανότητα του να υποστηρίξει τον οργανισμό στην εκπλήρωση των στόχων του. Η έρευνα που έγινε σε δείγμα στελεχών ανθρώπινου δυναμικού σε επιχειρήσεις του κλάδου έδειξε ότι σε μεγάλο βαθμό οι δράσεις στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού είναι σε συνάφεια με τις πολιτικές των μητρικών των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Σε ότι αφορά την διαχείριση των ταλέντων σε αυτό το τομέα οι πολιτικές είναι περιορισμένες. Εφόσον εντοπιστεί κάποιο στέλεχος που έχει τις προοπτικές να εξελιχθεί σε “ταλέντο” για την επιχείρηση, τότε θα συνεχίσει την πορεία του στο εξωτερικό. / This thesis examined the human resource management in multinational firms operating in the area of cash and carry and hypermarket. Emphasis is given to human resource development and talent management.
82

Εκπαιδευτικές δραστηριότητες με χρήση ΤΠΕ στη διδασκαλία των μαθηματικών: αναγκαιότητα, είδη και αξιολόγηση

Οικονομοπούλου, Βασιλική 07 October 2011 (has links)
Στην παρούσα εργασία παρουσιάζεται μια ιστορική μελέτη της εξέλιξης των θεωριών για το πώς ο μαθητής κατακτά το στόχο της μάθησης, αναπτύσσεται η χρησιμότητα των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών στην Εκπαίδευση καθώς και ο ρόλος του εκπαιδευτικού σεναρίου και της εκπαιδευτικής δραστηριότητας στην οργάνωση της διδασκαλίας. Επίσης, επιχειρείται η αξιολόγηση εκπαιδευτικών δρασατηριοτήτων που οργανώθηκαν από εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την υποστήριξη της διδασκαλίας των Μαθηματικών. / This paper presents a historical study of the evolution of theories about how the student wins the goal of learning, growing usefulness of ICT in Education and the role of the educational scenario and educational activity in the organization of teaching. Also, attempts to evaluate educational drasatiriotiton organized by teachers of Primary Education to support the teaching of mathematics.
83

Διερεύνηση της ικανότητας κατανόησης αναπαραστάσεων του χώρου από παιδιά προσχολικής ηλικίας

Κίλια, Μαρία 05 July 2012 (has links)
Στο πρώτο μέρος της έρευνάς μας, επιχειρείται η τεκμηρίωση της επιλογής του θέματος, έτσι ώστε να διατυπωθεί και να δικαιολογηθεί ο σκοπός και ο στόχος της έρευνας. Τις τελευταίες δεκαετίες, ερευνητές τόσο από τον χώρο της ψυχολογίας όσο και από τον χώρο της εκπαίδευσης, τονίζουν την σπουδαιότητα του υλικού χώρου στην ανάπτυξη και εκμάθηση εννοιών. Επιχειρούν να ερευνήσουν και να εισάγουν έννοιες που συνδέονται τόσο με τον χώρο όσο και με μορφές αναπαράστασής του. Ερευνούν τις ικανότητες των παιδιών στην κατανόηση και χρησιμοποίησή των αναπαραστάσεων αυτών. Αρχικά γίνεται μια αποσαφήνιση των εννοιών του χώρου, της έννοιας της αναπαράστασης και των μορφών αναπαράστασης του χώρου. Στη συνέχεια γίνεται μια μικρή ιστορική αναδρομή και αναφορά ερευνών σχετικών με μορφές αναπαράστασης του χώρου που διαπραγματεύονται κυρίως χάρτες, μοντέλα, αεροφωτογραφίες και φωτογραφίες. Η φωτογραφία είναι μια μορφή αναπαράστασης του χώρου, ίσως η πιο απλή, λόγω της φανερής ομοιότητας με τον χώρο και χρησιμοποιείται κυρίως ως βασικό βοηθητικό υλικό για την διεξαγωγή ερευνών αλλά και δραστηριοτήτων στο νηπιαγωγείο. Στη έρευνα αυτή εξετάζεται η ικανότητα των παιδιών προσχολικής εκπαίδευσης να την αντιλαμβάνονται ως μορφή αναπαράστασης του χώρου και να τη χρησιμοποιούν ως χάρτη για να βρουν τη θέση τους αλλά και τη θέση άλλων αντικειμένων στο χώρο καθώς και να υποδεικνύουν σε φωτογραφία τη θέση αντικείμενων του πραγματικού χώρου. Στη συνέχεια αναφερόμαστε και τονίζουμε στοιχεία του αναλυτικού προγράμματος σπουδών του νηπιαγωγείου όπου συνδέονται με έννοιες του χώρου, με μορφές αναπαράστασης του και με τη φωτογραφία. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζουμε το μεθοδολογικό πλαίσιο της εργασίας μας, το αντικείμενο της έρευνας που απορρέει από την θεωρητική προβληματική και γίνεται παρουσίαση των ερευνητικών ερωτημάτων και του δείγματος. Η διερεύνηση πραγματοποιήθηκε με ατομικές συνεντεύξεις με 18 νήπια και προνήπια ηλικίας περίπου 5,5 ετών. Τέλος στο τρίτο μέρος της εργασίας παρουσιάζονται τα αποτελέσματα, η ανάλυση τους καθώς και τα συμπεράσματα. Από τα αποτελέσματα της έρευνας φαίνεται ότι η ικανότητα των παιδιών να αντιλαμβάνονται και να χρησιμοποιούν τη φωτογραφία ως μορφή αναπαράστασης του χώρου, για να βρουν τη θέση τους, τη θέση του φωτογράφου, τη θέση αντικειμένων στο χώρο καθώς και να υποδεικνύουν τη θέση αντικειμένων του πραγματικού χώρου στις φωτογραφίες, δεν είναι ακόμα πλήρως αναπτυγμένη καθώς το μεγαλύτερο μέρος των παιδιών δυσκολεύεται και δεν μπορεί να πραγματοποιήσει με επιτυχία όλες τις δραστηριότητες. / In the first part of our investigation, we attempt to document the choice of topic, to formulate and justify the purpose and objective of the research. In recent decades, researchers from both the fields of psychology and education, stress the importance of space at the development and learning of concepts. They attempt to investigate and introduce concepts related to both space itself and forms of its representation. They investigate the children’s ability to understand and use these representations. Originally we clarify the concepts of space, the concept of representation and forms of representation of space. This is followed by historical background and reference researches related to forms of representation of space, regarding mainly maps, models, aerial photographs and images. Photograph is the simplest form of representation of space, because of the apparent similarity to the space and is mainly used as a basic reference material for conducting research and activities in kindergarten. This survey tests the ability of preschool education children to perceive photographs as a form of representation of space and use it as a map to indicate their own position, the position of the photographer and the position of other objects in real space. Then we talk and stress components of the kindergarten curriculum associated with notions of space, forms of representation and photographs. The second part presents the methodological framework of our work, the research stemming from the theoretical problematic and the research’s questions and sample. The investigation carried out by individual interviews with 18 toddlers and preschoolers aged approximately 5.5 years. Finally the third part of the work presents the results, their analysis and conclusions. From the survey results it appears that children's ability to understand and use photographs as a form of representation of space, to find their place, the location of the photographer, location of objects in space and indicate the position of real space objects in images are not yet fully developed as the majority of the children finds difficulties in carrying out all of the activities successfully.
84

Καταργημένα μονοθέσια σχολεία της περιφέρειας ανατολικής Αιγειαλίας

Μαμωνά, Χαρίκλεια 01 October 2012 (has links)
Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η δημοτική εκπαίδευση εξυπηρετεί τις γενικές εκπαιδευτικές ανάγκες και αποτελεί τη βάση της όλης εκπαίδευσης, είναι εύλογο ότι θα έχει καταβληθεί ιδιαίτερη μέριμνα, αλλά και ότι θα καταβάλλεται για τη διαρκή επέκταση και βελτίωσή της. Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται η διείσδυση και επέκταση του σχολικού δικτύου της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ειδικότερα τα μονοθέσια δημοτικά στην επαρχία ανατολικής Αιγιάλειας, από τη σύσταση των δημοτικών σχολείων έως τις μέρες μας. Επίσης εξετάζεται η σχέση και η αλληλεξάρτηση της διείσδυσης των δημοτικών σχολείων σε σχέση τόσο με την οικονομική, πολιτική και δημογραφική εξέλιξη, όσο και ως προς την επίτευξη κοινωνικής δικαιοσύνης μέσα από την εκπαιδευτική πολιτική που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα. Εξετάζεται ειδικότερα, εάν οι εφαρμοζόμενες εκπαιδευτικές πολιτικές, που κατά εποχές υλοποιήθηκαν από τις ελληνικές κυβερνήσεις, συντέλεσαν στην ένταξη των κοινωνικά και οικονομικά αδύναμων μαθητών στο σχολικό σύστημα, καθώς η τρέχουσα περίοδος είναι η εποχή που το πρόβλημα της βελτίωσης της ποιότητας της εκπαίδευσης θεωρείται κάτι περισσότερο από έντονο και η πρόκληση για την αναβάθμισή της επιτακτικότερη από ποτέ. / Assuming that primary education serves the broad educational needs and is the foundation of all education, it is reasonable to have paid special attention for the continued expansion and improvement of primary education. This study examined the penetration and expansion of the educational system of primary education, especially the position primary education held in the eastern province of Aigialeia, from the establishment of primary schools to this day. We also examined the relationship and interdependence of penetration of primary schools in relation to both economic, political and demographic trends. We also examined the achievement of social justice through the educational policies implemented in Greece. We especially examined if the Greek governments and the applied educational policies that were implemented during the examined periods, contributed to the integration of socially disadvantaged students in the school system, as the current period is the time when the problem of improving the quality of education and the challenge to upgrade it, is more critical than ever.
85

Συμβουλευτική και πολυπολιτισμική συμβουλευτική στο δημοτικό σχολείο : οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών

Παπακωνσταντινοπούλου, Αρτεμισία 14 February 2012 (has links)
Το φαινόμενο της «παγκοσμιοποίησης» και η πολυπολιτισμικότητα που χαρακτηρίζει και τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός μαθητικού «μωσαϊκού» στο χώρο της εκπαίδευσης. Προβλήματα που προϋπήρχαν σε αρκετούς τομείς, όπως η προσωπική ανάπτυξη και οι διαπροσωπικές σχέσεις, εντείνονται υπό τις νέες συνθήκες και η ανάγκη για συστηματική παροχή βοήθειας στους μαθητές προβάλλει επιτακτικότερη. Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη χαρτογράφηση της υπάρχουσας κατάστασης στην ελληνική εκπαίδευση μέσα από τις αναπαραστάσεις των εκπαιδευτικών και στη διερεύνηση των απόψεών τους για το θεσμό της Συμβουλευτικής – Πολυπολιτισμικής Συμβουλευτικής και για το ρόλο των εκπαιδευτικών ως λειτουργών συμβουλευτικής στα σχολεία. Ειδικότερα, παρουσιάζει τα ευρήματα μιας έρευνας μέσω ερωτηματολογίων, που εξέτασε τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση σχετικά με την αναγκαιότητα της Συμβουλευτικής στο χώρο αυτό και στους παλιννοστούντες και αλλοδαπούς μαθητές (δείγμα: 302 δάσκαλοι και 56 εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων από πολυθέσια, κυρίως, δημοτικά σχολεία αστικών περιοχών). Τα αποτελέσματα της έρευνας δίνουν στοιχεία για τη συμβουλευτική διαδικασία, τα οφέλη και τα μειονεκτήματα από την εφαρμογή του θεσμού στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Προκρίνουν ως καταλληλότερο για τη Σχολική Συμβουλευτική τον ειδικευμένο εκπαιδευτικό με την εποπτεία του συμβούλου και τονίζουν την ανάγκη για περισσότερη συμβουλευτική υποστήριξη στους παλιννοστούντες και αλλοδαπούς μαθητές σε σχέση με τους γηγενείς μαθητές, κυρίως, λόγω των προβλημάτων ένταξης και προσαρμογής τους σε ένα πολιτισμικά διαφορετικό περιβάλλον. Τέλος, αναφέρονται οι προτάσεις των εκπαιδευτικών ως προς την εφαρμογή του θεσμού της Συμβουλευτικής στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. / -
86

Ρομποτική στην εκπαίδευση : Εκπαιδευτική αξιοποίηση ρομποτικών κατασκευών στη διδασκαλία μαθηματικών εννοιών και πληροφορικής

Δελή, Γεωργία 09 May 2012 (has links)
Στην παρούσα εργασία θα παρουσιαστεί μία νέα διδακτική προσέγγιση για τη διδασκαλία των μαθηματικών και της πληροφορικής, η οποία αναπτύχθηκε με τη βοήθεια του συστήματος εκπαιδευτικής ρομποτικής LEGO Mindstorms, με σκοπό να αξιοποιηθεί τόσο στη διδασκαλία της ενότητας των Μαθηματικών της Β΄ Γυμνασίου και συγκεκριμένα στο μάθημα: «Καρτεσιανό Σύστημα Συντεταγμένων », όσο και στη διδασκαλία της ενότητας της Πληροφορικής της Γ΄ Γυμνασίου, που αφορά στην έννοια της αντιμετάθεσης, ως ενδιαφέρουσας διαθεματικής εφαρμογής. Τα LEGO Mindstorms είναι εύκολα προγραμματιζόμενα ρομπότ με αισθητήρες, τα οποία περιλαμβάνουν μια μεγάλη ποικιλία από τουβλάκια, κινητήρες, αισθητήρες και άλλα εξαρτήματα με τα οποία μπορεί κανείς να κτίσει φυσικά μοντέλα. Τα ρομπότ με τη χρήση κατάλληλων περιβαλλόντων ανάπτυξης προγραμμάτων μπορούν να προγραμματιστούν ώστε να εκτελούν μία σειρά ενεργειών και να αντιδρούν σε ερεθίσματα που δέχονται οι αισθητήρες τους. Η εφαρμογή αυτή στόχευε να αναδείξει τη σημασία της ύπαρξης επαρκών γνώσεων, εμπειριών και εργαλείων στην αντιμετώπιση προβλημάτων που συνδέονται με το σύστημα ορθογωνίων αξόνων και το ορθοκανονικό σύστημα αξόνων, τα τεταρτημόρια, την τετμημένη, την τεταγμένη, τις συντεταγμένες ενός σημείου στο επίπεδο, τον υπολογισμό περιμέτρων, την μετατροπή σε απόσταση περιμέτρου κύκλου (τροχού) καθώς και την επιβεβαίωσή της, αλλά και την κατανόηση μιας δύσκολης έννοιας στην πληροφορική, της έννοιας της αντιμετάθεσης, με την εμπλοκή των μαθητών και την κατασκευή κατάλληλων τύπων ρομπότ, χρησιμοποιώντας τόσο τις γνώσεις που απέκτησαν, όσο και την κατασκευαστική τους ικανότητα και τη φαντασία τους. Η υλοποίηση αυτής της εργασίας πραγματοποιήθηκε στο 17ο Γυμνάσιο Πατρών και διήρκεσε 20 διδακτικές ώρες συνολικά. Η παρατήρηση και η αξιολόγηση των ενεργειών των μαθητών έδειξαν πώς η εργασία αυτή τους βοήθησε να κατανοήσουν τις παραπάνω έννοιες, ενώ ταυτόχρονα συνεργάστηκαν μεταξύ τους ανταλλάσοντας εμπειρίες και δεξιότητες και δοκιμάζοντας νέους τρόπους μάθησης ενδυναμώνοντας την αυτοεκτίμησή και την αυτοπεποίθησή τους. Από τη συμμετοχή και τις απαντήσεις των μαθητών στα ερωτηματολόγια βγάζουμε το συμπέρασμα ότι διαμόρφωσαν θετικές στάσεις έναντι της εκπαιδευτικής ρομποτικής και θα ήθελαν να συμμετέχουν στο μέλλον σε παρόμοια προγράμματα. / --
87

Η αντίληψη των εκπαιδευτικών για τη σημασία της αυτοεκτίμησης των μαθητών και η συμβουλευτική τους παρέμβαση για την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης των μαθητών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης

Μπουχάγιερ, Ασημίνα 15 March 2012 (has links)
Τα σχολεία οφείλουν να ακολουθούν σήμερα την ανθρωπιστική προσέγγιση κατά την οποία η μάθηση έχει σημασία μόνο εφόσον έχει νόημα για το μαθητή μέσα από ευέλικτους ατομικούς στόχους. Σκοπός του σχολείου πρέπει να είναι όχι μόνο η μετάδοση γνώσεων αλλά και η συναισθηματική ανάπτυξη του μαθητή. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί όταν ο εκπαιδευτικός ασκώντας το συμβουλευτικό του ρόλο προσπαθεί να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση του μαθητή έτσι ώστε να ενταχθεί ομαλά στη μαθησιακή διαδικασία. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η διερεύνηση α) της εικόνας που έχει ο εκπαιδευτικός για την αυτοεκτίμηση των μαθητών του και πώς αυτή επιδρά στη σχολική πραγματικότητα, β) της συμβουλευτικής παρέμβασης του εκπαιδευτικού στην τάξη προκειμένου οι μαθητές να αναπτύξουν θετική εικόνα για τον εαυτό τους. Για να διερευνηθούν τα παραπάνω πήραμε είκοσι πέντε (25) συνεντεύξεις από εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Επίσης διενεργήσαμε συμβουλευτική παρέμβαση σε μαθητές Ε’& Στ’ Τάξης σε 4/θέσιο Δημοτικό σχολείο προκειμένου να δούμε τι αντίκτυπο θα έχουν οι βιωματικές ασκήσεις στην ενίσχυση αυτοεκτίμησης των μαθητών. Από το ερευνητικό κομμάτι της εργασίας συμπεράναμε ότι πράγματι σύμφωνα με τη γνώμη των εκπαιδευτικών η αυτοεκτίμηση βοηθά ιδιαίτερα το μαθητή όχι μόνο για την ισορροπία του ως άτομο αλλά τον βοηθά να ενσωματωθεί στην μαθησιακή διαδικασία. Οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι μπορούν να λειτουργήσουν συμβουλευτικά στην τάξη τους με βιωματικές ασκήσεις για να ενισχύσουν την αυτοεκτίμηση των μαθητών και θεωρούν την παρουσία συμβούλου στο σχολείο απαραίτητη. Επίσης τα αποτελέσματα του πρακτικού μέρους της εργασίας μας ήταν ενθαρρυντικά. Οι μαθητές μέσω της συμβουλευτικής μας παρέμβασης πίστεψαν αρκετά τον εαυτό τους τον δέχτηκαν και είπαν θετικά σχόλια, απέκτησαν αυτοπεποίθηση και ενίσχυσαν αρκετά τον εαυτό τους. Οι μαθητές παραδέχθηκαν ότι η αποδοχή του εαυτού τους, μέσω της συμβουλευτικής μας παρέμβαση οδήγησε στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησής τους. / Modern schools owe to adopt a humanitarian approach, according to which, learning is significant, provided that it aims to each student, through individual flexible targets. School ought to aim not only to providing pure knowledge but also to enhance students’ sentimental development. This may be achieved when the teacher on job , by exploiting his consultative role, tries to develop student’s self – esteem, so that the student might be able to place himself, smoothly, in the learning process. The aim of this task is the research of a) the teacher’s grasp of students’ self-esteem level and how this reflects to daily school reality and b) the degree of teacher’s counceling intervention so as to enhance students’ positive self-esteem levels. In order to investigate the above issues, we accomplished to perform 25 individual interviews, from teachers currently working in 1st degree education level. Furthermore, an counceling intervention was conducted, concerning students of 5th and 6th year of 4 seated 1st degree school , in order to evaluate the impact of experiences-related exercises in self-esteem enhancement. From the inquiring part of the research task, we reached the conclusion that, according to interviewed teachers’ estimation, self-esteem indeed has a particular effect on the student, not only in terms of personality development but also in adopting into learning process. Teachers reckon that they are able to act as personal consultants in their class using experience related tasks to enhance students’ self-esteem, whereas, the actual presence of a school environment consultant is considered essential. Moreover, the practical part results of our task are considered really encouraging. The students admitted that self-acceptance achieved with our counceling intervention, truly enhanced their self-confidence and self-esteem as well.
88

Η διερεύνηση της μετασχηματίζουσας μάθησης στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση

Λιοδάκη, Νίκη 08 May 2012 (has links)
Σκοπός της εργασίας ήταν η διερεύνηση του Μετασχηματισμού οπτικής στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση και ειδικότερα η περίπτωση των φοιτητών του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία. Στην έρευνα συμμετείχαν 417 φοιτητές από τα δύο τελευταία έτη του προπτυχιακού και από το δεύτερο έτος του μεταπτυχιακού επιπέδου σπουδών. Ως εργαλεία έρευνας χρησιμοποιήθηκαν το ερωτηματολόγιο (το Learning Activities Survey) και η ημιδομημένη συνέντευξη. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι φοιτητές δεν έχουν μετασχηματισμό οπτικής αναφορικά με τις εκπαιδευτικές εμπειρίες που βίωσαν κατά την διάρκεια των σπουδών τους. Ωστόσο, υπήρχαν αλλαγές που αφορούν τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς τους, αλλαγές στις αντιλήψεις για το επάγγελμα τους και σε κάποιες περιπτώσεις αλλαγές στις πεποιθήσεις ή προσδοκίες τους. / The aim of this study is to explore the perspective transformation in Greek higher education and in particular the case of students of Department of Educational Science and Early Childhood Education of University of Patras. The survey involved 417 students from the last two years of undergraduate and second year of postgraduate study. As research tools were used the questionnaire (Learning Activities Survey) and the semi-structured interview. The results showed that students do not have perspective transformation on the educational experiences they experienced during their studies. However, there were changes to the way of thinking and behavior, changes in perceptions of the profession and in some cases changes in their beliefs or expectations.
89

Ηλεκτρονικά παιχνίδια στην εκπαίδευση : ανάπτυξη μαθησιακής εμπειρίας με χρήση του εικονικού κόσμου Second life και αξιολόγησή της

Χατζηαλεξιάδου, Μερόπη 08 May 2012 (has links)
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αξιοποίηση ενός σοβαρού ηλεκτρονικού παιχνιδιού στη διδακτική πράξη και η διερεύνηση των επιδράσεών του στις επιδόσεις των φοιτητών. Για την αξιολόγηση των παραπάνω σχεδιάστηκε μια online εκπαιδευτική δραστηριότητα, διάρκειας 3 εβδομάδων, σε ειδικά διαμορφωμένο εκπαιδευτικό χώρο, στον εικονικό κόσμο του Second Life. Στην έρευνα συμμετείχαν 222 φοιτητές του Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η. Πατρών, που παρακολουθούσαν το υποχρεωτικό μάθημα πρώτου εξαμήνου: ‘Εισαγωγή στις ΤΠΕ’. Αν και όλοι οι φοιτητές συμμετείχαν στις δραστηριότητές, το τελικό δείγμα είναι 174 άτομα, καθώς οι υπόλοιποι δεν ολοκλήρωσαν τη διαδικασία Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν πως η χρήση του εικονικού περιβάλλοντος Second Life μπορεί να επιφέρει θετικά αποτελέσματα στη μαθησιακή διαδικασία και μπορεί να ανταποκριθεί τόσο στις απαιτήσεις των εκπαιδευτικών, όσο και τον εκπαιδευομένων. Με την ολοκλήρωση και αξιολόγηση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας διαπιστώθηκε αύξηση στη μέση επίδοση των συμμετεχόντων και στις δύο θεματικές ενότητες που διερευνήθηκαν. Επιπλέον, η επίδοσή τους δε φαίνεται να επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες, όπως η κατεύθυνση που ακολούθησαν στο Λύκειο, η συχνότητα χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή και διαδικτύου, ή η συχνότητα ενασχόλησης με ηλεκτρονικά παιχνίδια ή παιχνίδια εικονικής πραγματικότητας. / The aim of this study is the exploitation of a serious computer game in the instructive practice and the investigation of its effects on student performance. For this reason an educational space was designed in Second Life, a popular online virtual world. The educational space was active for a period of three weeks and available to 222 students of the University of Patras. The students attended the compulsory first semester course «Introduction to ICT» and had to use the online educational environment in order to perform activities in the frame of a compulsory/ mandatory course project. The final sample size though is 174, which is the number of the students who managed to successfully complete the activity. The results show that the utilization of the virtual environment Second Life can have a positive effect in the learning process and can address both the requirements of teachers and those of learners. After the completion and evaluation of the educational activity an increase was observed in the average performance of participants in the two topics that were investigated. Moreover, their performance does not seem to be influenced by factors such as the specific courses they chose in secondary level education, the frequency of computer and internet use, the level of engagement with computer games or virtual reality games.
90

Εκπαίδευση και ανάπτυξη προσωπικού στην Ελληνική Αστυνομία : προσδιοριστικοί παράγοντες, μέθοδοι, αξιολόγηση αποτελεσματικότητας / Training and development of human resources in the Hellenic Police : determining factors, methods and evaluation of effectiveness

Γεωργογιάννης, Χρήστος 08 January 2013 (has links)
Η αλλαγή στη μορφή της κοινωνίας και η αύξηση της εγκληματικότητας κατέστησε επιτακτική την ανάγκη να αλλάξει ο αστυνομικός, μέσω της ανάληψης νέων ρόλων και της εκπαίδευσής του. Στη βιβλιογραφική επισκόπηση διαπιστώθηκε η περιορισμένη μελέτη των Ελλήνων αστυνομικών και για το λόγο αυτό πραγματοποιήθηκε η συγκεκριμένη διατριβή που σκοπό είχε να εξεταστούν οι γνώσεις και η μεταβίβαση των αστυνομικών πρακτικών και τεχνικών στον εργασιακό χώρο. Η έρευνα εστίασε στη μελέτη της στάσης, της συμπεριφοράς και της νοοτροπίας του αστυνομικού σε σχέση με την αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσής του, καθώς και της ανανέωσης δεξιοτήτων μέσω προγραμμάτων συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Παράλληλα, έγινε προσπάθεια αναγνώρισης πιθανών περιορισμών και τομέων που απαιτούν βελτίωση στην εκπαίδευση των Ελλήνων αστυνομικών. Για το σκοπό αυτό, διανεμήθηκαν ερωτηματολόγια σε 83 μάχιμους αστυνομικούς, διαφόρων βαθμίδων ιεραρχίας, που υπηρετούσαν σε Αστυνομικά Τμήματα της Ελληνικής Αστυνομίας και σε 94 δόκιμους αστυφύλακες. Από όλους τους συμμετέχοντες ζητήθηκε να αξιολογήσουν οι ίδιοι την πληρότητα των γνώσεων που έχουν αποκτήσει και την ποιότητα της εκπαίδευσής τους. Επίσης, θεωρήθηκε σημαντικό να διαπιστωθεί η αναγκαιότητα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης των αστυνομικών.Η συγκεκριμένη μελέτη έδειξε ότι οι συμμετέχοντες μάχιμοι και δόκιμοι αστυνομικοί επιζητούν τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση λόγω της αλλαγής των μορφών εγκληματικότητας όπως, το ηλεκτρονικό έγκλημα, τρομοκρατία. Αναγνώρισαν την ανάγκη βελτίωσης και ανανέωσης των δεξιοτήτων τους μέσω προγραμμάτων συνεχιζόμενης κατάρτισης. Ακόμη, έδειξε ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ των δόκιμων και των μάχιμων αστυνομικών όσον αφορά στην εκπαίδευσή τους. Πιο συγκεκριμένα, ο δόκιμος θεωρεί την εκπαίδευσή του ιδανική εφόσον νιώθει ότι κατά την αποφοίτησή του θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε συμβάν με τον κατάλληλο τρόπο. Η δια βίου μάθηση και εκπαίδευση είναι απαραίτητη και για τον σύγχρονο αστυνομικό και αποδεικνύεται από τη συγκεκριμένη μελέτη η επιθυμία και η ανάγκη των αστυνομικών για συμμετοχή τους σε προγράμματα κατάρτισης. Οι συμμετέχοντες αναγνωρίζοντας την ανάγκη για συνεχή ανανέωση των γνώσεων και δεξιοτήτων προτείνουν την υλοποίηση προγραμμάτων συνεχιζόμενης εκπαίδευσης κάθε 3-5 χρόνια με θέματα που αφορούν κυρίως τεχνικές αυτοάμυνας, αυτοπροστασίας, επικίνδυνης οδήγησης και χρήσης όπλου. Ακόμη, προτείνουν την εφαρμογή και συζήτηση πραγματικών περιστατικών σε εικονικές συνθήκες (case scenario – role playing). Όπως προαναφέρθηκε, η περιορισμένη βιβλιογραφική αναφορά στη μελέτη των Ελλήνων αστυνομικών επιβεβαιώνει την ανάγκη για μελλοντικές έρευνες, όπως η μελέτη του συγκεκριμένου θέματος με μεγαλύτερο αριθμό συμμετεχόντων. Ο σημερινός δόκιμος θα εξελιχθεί σε μάχιμος αστυνομικός και θα μπορούσε να αποτελέσει θέμα για μελλοντική έρευνα η αξιολόγηση της άποψης των δόκιμων μετά από ένα εύλογο χρόνο εμπειρίας τους στον εργασιακό χώρο. Επίσης, πρόταση για μελλοντική έρευνα θα μπορούσε να είναι η αξιολόγηση αστυνομικών μετά τη συμμετοχή τους σε προγράμματα συνεχιζόμενης κατάρτισης όσον αφορά στη μεταφορά της γνώσης στον εργασιακό χώρο. / The role of the police officer is constantly changing according to society’s needs. New forms of crime have emerged thus, requiring a type of police officer with decision making skills and knowledge of advanced technology. A research of the available literature concerning training and development of human resources was carried out and a limited amount of research of Greek police officers was found. This quantitative study examined Greek police officers’ level of knowledge, the transfer of knowledge and their attitudes toward basic training and continuing education. Included were the factors influencing the police officers’ training and the possible need for continuing education needed in order to perform their job more effectively. The police officers’ evaluation towards the efficiency of their training and their attitudes toward continuing development of each one’s skills through continuing education programs were considered. Another aim of this study was to identify possible limitations and areas needing improvement in the Greek police officers’ training. The study included police officers from various departments and divisions of the Hellenic Police Force. Eighty three (n=83) police officers on active duty and ninety four (n=94) police officer cadets. The satisfaction gained from education and training along with each individual’s need for continuing development was examined.The results demonstrated that this sample believed in the value of training and continuing education. Their attitudes and behaviors were greatly influenced by their education. Based on the results, the participants sometimes felt unprepared due to the changing types of crimes such as cybercrimes, human and drug trafficking, terrorism. Continuing education was found to be desired and needed by these officers who suggest the implementation of continuing education programs every 3-5 years concerning such topics as self-defense tactics and use of weapons. They also suggest the use of teaching methods such as role playing and case scenarios in their training program. These findings may provide administrators with information to develop strategic goals and actions needed to improve basic training and continuing education programs. These programs are much needed so that police officers become more efficient in transferring their knowledge to the work environment. Continuous education concerning various policies and updates on new information is recommended to increase job effectiveness. As was mentioned previously, the limited literature found confirms the need for further research by studying a larger sample. A follow-up study should be conducted to measure the improvement in the use of techniques that are necessary for the police officer to efficiently fulfill his duties.

Page generated in 0.0216 seconds