• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 164
  • 1
  • 1
  • Tagged with
  • 167
  • 143
  • 28
  • 19
  • 18
  • 18
  • 17
  • 17
  • 16
  • 15
  • 14
  • 14
  • 14
  • 14
  • 12
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
121

Νέες μέθοδοι εκπαίδευσης τεχνητών νευρωνικών δικτύων, βελτιστοποίησης και εφαρμογές / New neural network training methods, optimization and application

Πλαγιανάκος, Βασίλειος Π. 24 June 2007 (has links)
Η παρούσα διατριβή ασχολείται με την μελέτη και την εκπαίδευση Τεχνητών Νευρωνικών Δικτύων (ΤΝΔ) με μεθόδους Βελτιστοποίησης και τις εφαρμογές αυτών. Η παρουσίαση των επιμέρους θεμάτων και αποτελεσμάτων της διατριβής αυτής οργανώνεται ως εξής : Στο κεφάλαιο 1 παρέχουμε τους βασικούς ορισμούς και περιγράφουμε τη δομή και τη λειτουργία των ΤΝΔ. Στη συνέχεια, παρουσιάζουμε μια συντομή ιστορική αναδρομή, αναφέρουμε μερικά από τα πλεονεκτήματα της χρήσης των ΤΝΔ και συνοψίζουμε τους κύριους τομείς όπου τα ΤΝΔ εφαρμόζονται. Τέλος, περιγράφουμε τις βασικές κατηγορίες μεθόδων εκπαίδευσης. Το κεφάλαιο 2 αφιερώνεται στη μαθηματική θεμελίωση της εκπαίδευσης ΤΝΔ. Περιγράφουμε τη γνωστή μέθοδο της οπισθοδρομικής διάδοσης του σφάλματος (Backpropagation) και δίνουμε αποδείξεις σύγκλισης για μια κλάση μεθόδων εκπαίδευσης που χρησιμοποιούν μονοδιάστατες ελαχιστοποιήσεις. Στο τέλος του κεφαλαίου παρουσιάζουμε κάποια θεωρητικά αποτελέσματα σχετικά με την ικανότητα των ΤΝΔ να προσεγγίζουν άγνωστες συναρτήσεις. Στο κεφάλαιο 3 προτείνουμε μια νέα κλάση μεθόδων εκπαίδευσης ΤΝΔ και αποδεικνύουμε ότι αυτές έχουν την ιδιότητα της ευρείας σύγκλισης , δηλαδή συγκλίνουν σε ένα ελάχιστο της αντικειμενικής συνάρτησης σχεδόν από οποιαδήποτε αρχική συνθήκη. Τα αποτελέσματα μας δείχνουν ότι η προτεινόμενη τεχνική μπορεί να βελτιώσει οποιαδήποτε μέθοδο της κλάσης της οπισθοδρομικής διάδοσης του σφάλματος. Στο επόμενο κεφάλαιο παρουσιάζουμε τη γνωστή μέθοδο Quick-Prop και μελετάμε τις ιδιότητες σύγκλισής της. Με βάση το θεωρητικό αποτέλεσμα που προκύπτει, κατασκευάζουμε μια νέα τροποποίηση της μεθόδου Quick-Prop, που έχει την ιδιότητα της ευρείας σύγκλισης και βελτιώνει σημαντικά την κλασίκη Quick-Prop μέθοδο. Στα επόμενα δύο κεφάλαια μελετάμε την εκπαίδευση ΤΝΔ με μεθόδους ολικής Βελτιστοποίησης. Πιο συγκεκριμένα, στο Κεφάλαιο 5 προτείνουμε και μελετάμε διεξοδικά μια νέα κλάση μεθόδων που είναι ικανές να εκπαιδεύσουν ΤΝΔ με περιορισμένα ακέραια βάρη. Στη συνέχεια, επεκτείνουμε τις μεθόδους αυτές έτσι ώστε να υλοποιούνται σε παράλληλους υπολογιστές και να εκπαιδεύουν ΤΝΔ με χρήση συναρτήσεων κατωφλιών. Το κεφάλαιο 6 πραγματεύεται την εφαρμογή γνωστών μεθόδων όπως οι Γενετικοί Αλγόριθμοι, η μέθοδος της προσομοιωμένης ανόπτησης ( Simulated Annealing ) και η μέθοδος βελτιστοποίησης με σμήνος σωματιδίων (Particle Swarm Optimization) στην εκπαίδευση ΤΝΔ. Επίσης, παρουσιάζουμε νέους μετασχηματισμούς της αντικειμενικής συνάρτησης με σκοπό την σταδιακή εξάλειψη των τοπικών ελαχίστων της. Στο κεφάλαιο 7 κάνουμε μια σύντομη ανασκόπηση της στοχαστικής μεθόδου της πιο απότομης κλίσης (stochastic gradient descent) για την εκπαίδευση ΤΝΔ ανά πρότυπο εισόδου και προτείνουμε μια νέα τέτοια μέθοδο . Η νέα μέθοδος συγκρίνεται με άλλες γνωστές μεθόδους και τα πειράματά μας δείχνουν ότι υπερτερεί. Η παρουσίαση του ερευνητικού έργου για αυτή τη διατριβή ολοκληρώνεται με το Κεφάλαιο 8, όπου προτείνουμε και μελετάμε εκτενώς μη μονότονες μεθόδους εκπαίδευσης ΤΝΔ. Η τεχνική που προτείνουμε μπορεί να εφαρμοστεί σε κάθε μέθοδο της κλάσης της οπισθοδρομικής διάδοσης του σφάλματος με αποτέλεσμα η τροποποιημένη μέθοδος να έχει την ικανότητα , πολλές φορές, να αποφεύγει τοπικά ελάχιστα της αντικειμενικής συνάρτησης. Η παρουσίαση της διατριβής ολοκληρώνεται με το κεφάλαιο 9 και δύο Παραρτήματα. Το Κεφάλαιο 9 περιέχει τα γενικά συμπεράσματα της διατριβής. Στο παράρτημα Α παρουσιάζουμε συνοπτικά μερικά από τα προβλήματα εκπαίδευσης που εξετάσαμε στα προηγούμενα κεφάλαια και τέλος στο Παράρτημα Β δίνουμε την απόδειξη της μεθόδου της οπισθοδρομικής διάδοσης του σφάλματος. / -
122

Education fosters inclusion : How discourses on "Social and Political Education" school textbooks promote inclusive education during preadolescence and early adolescence in the greek educational context

Giannakopoulou, Konstantina January 2023 (has links)
Over the last decades inclusive education has emerged as the most effective, transformative way to promote and ensure equitable quality education for all and is totally attuned to the 2030 United Nations Agenda for Sustainable Development. This thesis aims to conduct research on how inclusive education in greek educational context is promoted through the school subject of "Social and Political Education" with the lens on discourses focusing on ages eleven to fifteen (11-15), during preadolescence and early adolescence. As a method I will use Critical Discourse Analysis (CDA) on "Social and Political Education" school textbooks in primary and secondary level following Norman Fairclough’s approach in order to examine whether discursive representations spread throughout these textbooks illuminate and foster the values of inclusion in school material.
123

Διερευνώντας όψεις της αποτελεσματικότητας της εκπαιδευτικής πολιτικής στην εκκλησιαστική εκπαίδευση: Το προφίλ, οι στάσεις, οι αντιλήψεις και οι επαγγελματικές επιλογές των μαθητών της

Χριστοφορίδης, Θεόδωρος 11 October 2013 (has links)
Η μελέτη αυτή, εκπονήθηκε με βασικό σκοπό αφενός να πραγματευτεί κριτικά και να ερευνήσει στο χώρο της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης το προφίλ, τις στάσεις, τις αντιλήψεις, και τις επαγγελματικές επιλογές των μαθητών της ως μελλοντικών αποφοίτων όπως αυτά διαμορφώνονται από την παρεχόμενη εκπαίδευση στη βάση της υπαγορευόμενης εκπαιδευτικής πολιτικής αφετέρου να διαπιστώσει το βαθμό επίτευξης των στόχων της ως προσφερόμενης παιδείας. Ακολουθώντας την έρευνα επισκόπησης αναζητήθηκαν και αποτυπώθηκαν το προφίλ, οι στάσεις, και οι αντιλήψεις σε ολόκληρο τον μαθητικό πληθυσμό της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης πανελληνίως. Στην έρευνα συμμετείχαν όλοι οι μαθητές των Εκκλησιαστικών Γυμνασίων και Λυκείων της χώρας κατά τη σχολική χρονιά 2011-2012. Παράλληλα εξετάστηκαν οι επαγγελματικές επιλογές των μαθητών και το πώς αυτές επηρεάζονται από τα προηγούμενα και όλα αυτά εντός της ασκούμενης εκπαιδευτικής πολιτικής σε κάθε έκφανση της μαθητικής ζωής. / This study, conducted with a view to both basic hawker critically and to explore the field of ecclesiastical education profile, attitudes, perceptions and career choices of students as future graduates as they are formed from the training provided at the base of motivated educational policy on the other to determine the extent to which the objectives of education as offered. The survey involved all students of Church Ηigh schools during the school year 2011-2012. Following the investigation review was sought and reflected profile, attitudes, and beliefs across the student population of ecclesiastical education throughout Greece. At the same time examined the career choices of students and how they are influenced by the past and all those within the educational policy practiced in every aspect of student life.
124

Επαγγελματισμός, επαγγελματική ανάπτυξη, επαγγελματική ταυτότητα και εκπαιδευτικός. Η περίπτωση των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης

Φωτοπούλου, Βασιλική 11 October 2013 (has links)
Η παρούσα διδακτορική διατριβή πραγματεύεται ζητήματα που αφορούν στον επαγγελματισμό, στην επαγγελματική ταυτότητα και στην επαγγελματική ανάπτυξη με αναφορά στον εκπαιδευτικό της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Για τη διεξαγωγή της εμπειρικής έρευνας χρησιμοποιήθηκε το ανώνυμο γραπτό ερωτηματολόγιο. Η επεξεργασία των δεδομένων έγινε με το στατιστικό πακέτο IBM SPSS Statistics (version 20) και αξιοποιήθηκαν οι στατιστικοί δείκτες: Mann-Whitney (U), Kruskal-Wallis (H), Friedman’s ANOVA (χ2), Wilcoxon (T) και χ2 ανεξάρτητων δειγμάτων. Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από 310 εκπαιδευτικούς, οι οποίοι υπηρετούσαν σε σχολεία της περιφερειακής ενότητας Αχαΐας κατά το ακαδημαϊκό έτος 2011-2012, εκ των οποίων οι 234 είναι εκπαιδευτικοί Δημοτικής Εκπαίδευσης (ποσοστό απόκρισης: 17% του δειγματοληπτικού πλαισίου) και οι 76 είναι εκπαιδευτικοί Προσχολικής Αγωγής (ποσοστό απόκρισης: 19% του δειγματοληπτικού πλαισίου). Το μέγεθος του δείγματος είναι αντιπροσωπευτικό του υπό διερεύνηση πληθυσμού. Με βάση τα αποτελέσματα της εμπειρικής έρευνας, διαπιστώνεται ότι οι εκπαιδευτικοί Δημοτικής Εκπαίδευσης και οι εκπαιδευτικοί Προσχολικής Αγωγής παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις που παρουσιάζουν στις απαντήσεις τους, αποδίδουν ιδιαίτερη σημαντικότητα σε ουσιώδεις παραμέτρους των εννοιών που μας απασχολούν και αναδεικνύουν την ουσιαστική συμβολή τους στην επαγγελματική τους υπόσταση και στην ποιότητα του έργου τους στο σχολείο. / The purpose of this PhD thesis is to investigate primary and pre-primary education teachers’ perceptions on issues related to professionalism, professional identity and professional development. The empirical survey of this study was carried out by using anonymous written questionnaires. Data processing and statistical analysis were performed using the IBM SPSS Statistics Software package (version 20). The statistical tests used were Mann-Whitney (U), Kruskal-Wallis (H), Friedman’s ANOVA (χ2), Wilcoxon (T) and Chi-Square (χ2) Test for Association. The sample of the survey consists of 310 primary and pre-primary education teachers who were working in schools located in the region of Achaia, during the school year 2011-2012. The size of the sample is broadly representative to the population under investigation. Two hundred thirty four (234) of them were primary education teachers (response rate: 17% of the sampling frame) and 76 were pre-primary school teachers (response rate: 19% of the sampling frame). The findings of the empirical research indicate that, despite some differences in the responses between the two groups, both groups tend to attribute great importance to substantial aspects related to professionalism, professional identity, and professional development. Moreover, they underline the significant contribution of these aspects to their overall work at school.
125

Μονιμότητα-θητεία του διευθυντή και σχολική αποτελεσματικότητα και ενδυνάμωση : Η περίπτωση του διευθυντή σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα

Κατσιγιάννη, Ελένη 27 May 2014 (has links)
Στη μελέτη αυτή διερευνάται η επίδραση που ασκεί η μονιμότητα και η θητεία του διευθυντή σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη σχολική αποτελεσματικότητα και ενδυνάμωση. Αρχικά, με την επισκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας, προσδιορίζονται οι όροι σχολική αποτελεσματικότητα και σχολική ενδυνάμωση, παρουσιάζονται οι μεταξύ τους διαφοροποιήσεις και τα σημεία σύγκλισης και αναλύονται οι παράγοντες ενδυνάμωσης του σύγχρονου σχολείου. Στη συνέχεια, εξετάζεται ο ρόλος του διευθυντή, σύμφωνα με τις θεωρητικές προσεγγίσεις της σχολικής αποτελεσματικότητας και της σχολικής ενδυνάμωσης και η επίδραση της μόνιμης και με θητεία διευθυντικής θέσης στην άσκηση των καθηκόντων που απορρέουν από το ρόλο του. Τέλος, με τη μέθοδο της ανάλυσης των γραπτών τεκμηρίων, επιχειρείται η παρουσίαση του θεσμικού πλαισίου που αφορά στο διευθυντή σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, από τη θεμελίωση του εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα μέχρι τις μέρες μας και ερευνάται η επίδραση που είχε η καθιέρωση της μονιμότητας και της θητείας του διευθυντή στη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού και ενδυναμωμένου σχολείου αυτής της βαθμίδας. / The present study seeks to explore the effects the tenure and non-tenure of the school leader in secondary education have on school effectiveness and school empowerment. Firstly, the terms school effectiveness and school empowerment are designated, their inter-differentiation and their points of convergence are presented and the factors that lead to the empowerment of the contemporary school are analyzed, according to the existing bibliography. Secondly, the role of the school leader, according to the theoretical approaches for school effectiveness and school empowerment, as well as the effect of the tenured and non-tenured position of a school leader on the duties deriving from his/her role, are examined. Finally, the presentation of the Legal framework with regard to the school leader in secondary education is attempted by the method of analysis of the written evidence, from the establishment of the Greek Educational system till nowadays and the effect of the establishment of the tenure and non-tenure of the school leader on the configuration of an effective and empowered school of this level, are also examined.
126

Το ζήτημα της αξιολόγησης στην εικαστική αγωγή της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης : Παράμετροι συμβατότητας και διερεύνηση της ελληνικής πραγματικότητας

Κεσιμίδη, Γεωργία 27 May 2014 (has links)
Σκοπό της παρούσας μελέτης αποτελεί η διερεύνηση του ζητήματος της Αξιολόγησης στην Εικαστική Αγωγή της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα, επιδιώκεται, μέσα από την επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας, η διαμόρφωση μιας εικόνας ως προς τις παραμέτρους που προκύπτουν για το πεδίο αυτό από τη συζήτηση του επιστημονικού συγκείμενου σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και ως προς το λόγο της επίσημης ελληνικής εκπαιδευτικής πολιτικής, καθώς και η συγκριτική θεώρηση τους, φωτίζοντας τις τυχόν συνέχειες ή/και ασυνέχειες. Προκειμένου για την παρουσίαση και ανάλυση των δεδομένων, πραγματοποιήθηκε η οργάνωση των παραπάνω απόψεων και θέσεων σε δύο αντίστοιχα πλαίσια, ως προς τους εξής άξονες: τους φορείς υλοποίησης, τις μεθόδους και τις τεχνικές, τα αντικείμενα και τη στοχοθεσία της αξιολόγησης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, παρά τη σύγκλιση που φαίνεται να υπάρχει μεταξύ των δύο πλαισίων ως προς τις γενικές αρχές της αξιολόγησης, στο πλαίσιο της επίσημης ελληνικής εκπαιδευτικής πολιτικής παρατηρούνται ουσιαστικές ασυνέχειες, καθώς η δόμηση του έχει βασιστεί ως επί το πλείστον στις γενικές κατευθυντήριες αρχές, που έχουν δοθεί σε κρατικό επίπεδο για την αξιολόγηση στη πρωτοβάθμια εκπαίδευση γενικότερα, ανεξαρτήτως γνωστικού αντικειμένου. Ειδικότερα, δε προχωρά στην ανάπτυξη διακριτών μέτρων και αξιολογικών μεθόδων που να συμβαδίζουν με τις διαδικασίες που υπεισέρχονται στο ιδιαίτερο πεδίο των προγραμμάτων εικαστικής αγωγής, δε λαμβάνει υπόψη στο καθορισμό των κριτηρίων αξιολόγησης τις ανάγκες των τοπικών σχολικών περιοχών και τη συμμετοχή όλων των μετόχων της εκπαιδευτικής διαδικασίας και εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στην αξιολόγηση της γνωστικής ανάπτυξης του μαθητή, χωρίς να δίνεται η απαιτούμενη προσοχή στην ανάπτυξη και αξιολόγηση των μεταγνωστικών και αναστοχαστικών δεξιοτήτων και στρατηγικών μάθησης των παιδιών. Ως εκ τούτου, από τα παραπάνω αποτελέσματα προκύπτει ένας εύλογος προβληματισμός ως προς το «κατά πόσο» και «πώς» αξιοποιούνται οι κατευθύνσεις αυτές από τους εκπαιδευτικούς στην εκπαιδευτική πράξη των προγραμμάτων εικαστικής αγωγής / The rational of this current thesis concerns the study of the assessment issue in primary visual art classroom. More precisely, the objective through a focused inquiry of visual art assessment literature is to form an image with regard to the parameters resulting from the consideration of the scientific context at national and international level and the official Greek educational policy, as well as their comparative consideration, enlightening consensus and disagreement. The presentation and analysis of the data were formed by organizing the fore mentioned viewpoints and stances in two frameworks respectively, according to the following criteria: carriers of materialization, methods and techniques, objects and setting the purposes of assessment. The results, despite the agreement that seems to arise between the two frameworks with regard to the philosophical base of the assessment, indicated essential disagreements in the framework of the official Greek educational policy, due to the fact that its construction is mostly based on the In brief, it does not lead to the development and the construction of separate and distinct assessment measures and methods to be used that concur with the procedures inserted in the field of the visual art programs, it does not take into consideration, as far as the setting of assessment criteria is concerned, the local school needs and the participation of all the stakeholders of the educational procedure and it exclusively focuses on the assessment of the cognitive development of the student without paying the required attention to the development and assessment of metacognitive and self-reflective skills of children’s learning strategies. All in all, we can safely infer a logical question of “how much” and “in what way” the most of these guidelines are made by teachers for practical implementation in visual art classes.
127

Σχεδιασμός και ανάπτυξη οντολογίας για την αναπαράσταση περιγραμμάτων διαδικτυακών επαγγελμάτων και τη σύνδεση μαθησιακών αποτελεσμάτων και προσόντων

Ζερδεβά, Παρασκευή - Μαρία 10 June 2014 (has links)
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται συνεχείς αλλαγές στη φύση και στην οργάνωση της εργασίας λόγω της εξέλιξης των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) και των αναγκών της αγοράς. Δημιουργείται η ανάγκη αναδιαμόρφωσης των υφιστάμενων επαγγελμάτων καθώς και δημιουργίας νέων που θα ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτήσεις. Κατ΄επέκταση δημιουργούνται νέες ικανότητες και δεξιότητες, νέες εργασίες που απαιτούν γρήγορη λήψη αποφάσεων καθώς κοινωνικές δεξιότητες προσανατολισμένες στις εξελισσόμενες ανάγκες της σύγχρονης αγοράς πέρα από τα εθνικά όρια. Χρειαζόμαστε ικανούς και έμπειρους εργαζόμενους με συνεχή επαγγελματική κατάρτιση και έντονη κινητικότητα. Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει τα εκπαιδευτικά συστήματα να προσανατολίζονται στις ανάγκες και τις πολιτικές της αγοράς εργασίας και να στρέψουν το ενδιαφέρον τους από τις εισροές στις εκροές. Με αυτό τον τρόπο αλλά και μέσω άλλων “καλών πρακτικών” θα αναπτυχθεί μια κοινή γλώσσα επικοινωνίας μεταξύ των πλαισίων προσόντων. Στη σημερινή εποχή, η σημασία της πληροφορίας και η μετάβαση στον σημασιολογικό ιστό επιτρέπει την ανάπτυξη και ενσωμάτωση των οντολογιών. Οι οντολογίες, διευκολύνουν το διαμοιρασμό και την επαναχρησιμοποίηση της γνώσης με σαφή τρόπο μεταξύ ετερογενών συστημάτων. Αυτό μπορεί να ωφελήσει τη σύνδεση της εργασίας με την εκπαίδευση μέσω της κατασκευής οντολογιών που αναπαριστούν και συνδέουν έννοιες διαφορετικών πεδίων και οδηγούν στην εξαγωγή αξιοποιήσιμων και επαναχρησιμοποιήσιμων αποτελεσμάτων. Σκοπός της παρούσας εργασίας, είναι η ανάπτυξη μιας πολύγλωσσης οντολογίας για την αναπαράσταση περιγραμμάτων διαδικτυακών επαγγελμάτων και τη σύνδεση μαθησιακών αποτελεσμάτων και προσόντων με το πλαίσιο ψηφιακών ικανοτήτων (e-CF) και κατ΄ επέκταση με το ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων (EQF). Η οντολογία που αναπτύχθηκε δύναται να χρησιμοποιηθεί από διάφορους οργανισμούς όπως επιχειρήσεις και πανεπιστήμια στο πλαίσιο διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού ώστε ο καθένας ανάλογα με τα προσόντα που διαθέτει να τοποθετείται στην κατάλληλη θέση. / In recent years it is observed a continuous change in the nature and the organization of the work due to the development of Information and Communication Technology (ICT) and the needs of the job market. There is a necessity to reconfigure the existing occupations and create new ones that will correspond to the current requirements. Hence, are created new competences and skills, new jobs that require quick decision making, and soft skills that are oriented to the evolving needs of the contemporary job market, beyond national boundaries. We need qualified and experienced employees with continuous vocational training and high mobility. In order to achieve this, educational systems must be directed to the needs and policies of the job market and shift their interest from inputs to outputs. This way and through other “best practices” a common language of communication between qualification frameworks will be developed. In the current era, the importance of information and the transition to the semantic web enables the development and integration of ontologies. Ontologies facilitate knowledge sharing and reuse in an explicit way between heterogeneous systems. This can benefit the connection between work and education through the development of ontologies that represent and correlate concepts of different domains and therefore lead to the extraction of exploitable and reusable results. The purpose of this work was to develop a multilingual ontology for the representation of job profiles in internet and the connection of learning outcomes and qualifications with the European e-Competence Framework (e-CF) and by extension the European Qualifications Framework (EQF). The ontology that was developed can be used by various organizations such as companies and universities as part of the human resources management, so that every individual depending on its qualifications is placed in the appropriate position.
128

Η διερεύνηση των στάσεων των νηπιαγωγών και δασκάλων δημοτικής εκπαίδευσης αναφορικά με τα δικαιώματα συμμετοχής των μαθητών τους

Μιχαλοπούλου, Μαγδαληνή 27 April 2015 (has links)
Εν μέσω οικονομικής και πνευματικής κρίσης, οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης χρειάζεται να προβούν σε δράσεις γνωριμίας και ενημέρωσης για τα δικαιώματα συμμετοχής του παιδιού ώστε οι μαθητές τους να ασκήσουν τα συγκεκριμένα δικαιώματα σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο στο σχολείο αλλά και στην καθημερινότητά τους. Για αυτό το λόγο, διεξαγάγαμε μια εμπειρική έρευνα σε 101 δασκάλους δημοτικής εκπαίδευσης και νηπιαγωγούς γενικής αγωγής στις περιοχές του Αιγίου και της Πάτρας. Ο Σκοπός της έρευνας είναι να διερευνήσει τις στάσεις των νηπιαγωγών και των δασκάλων δημοτικής εκπαίδευσης γενικής αγωγής αναφορικά με τα δικαιώματα συμμετοχής των μαθητών τους. Τα ερευνητικά ερωτήματα σχετίζονται με (α) τη διερεύνηση των απόψεων και των πρακτικών των ερωτηθέντων(β) με τη διαφοροποίηση των απόψεων και των πρακτικών μεταξύ των νηπιαγωγών και των δασκάλων δημοτικής εκπαίδευσης γενικής αγωγής αναφορικά με τα δικαιώματα συμμετοχής των μαθητών τους. / In the middle of economic and spiritual crisis, primary school and kindergarten teachers should be informed and make children aware regarding their participation rights so as students vindicate their political rights to a high degree both in school and their everyday lives. Thus, we conducted an empirical research towards 101 primary school and kindergarten teachers in the regions of Aigio and Patras, located in Prefecture of Achaia, Greece.The goal of this research is to probe kindergarten and primary school teachers' attitudes regarding students' participation rights. The research inquires are related to (a) the investigation of the respondents' opinions and practices (b) the differentiation of kindergarten and primary school opinions and practices in terms of their students' participation rights.
129

Ο στατιστικός γραμματισμός στο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών των μαθηματικών του δημοτικού σχολείου

Κοντογιάννη, Αριστέα (Αριστούλα) 05 October 2014 (has links)
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία μεταρρύθμιση στα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών των Μαθηματικών, διεθνώς, ως προς την θέση που κατέχουν τα Στοχαστικά Μαθηματικά (Στατιστική και Πιθανότητες) σε αυτά. Στη χώρα μας αυτή η αλλαγή συντελείται με την εισαγωγή του νέου Α.Π.Σ. (2011) των Μαθηματικών για την υποχρεωτική εκπαίδευση, στο οποίο η Στατιστική κατέχει ιδιαίτερη θέση. Για να μπορέσει, όμως, το νέο Α.Π.Σ. να εφαρμοστεί με αποτελεσματικότητα είναι απαραίτητο πρώτα οι δάσκαλοι να έχουν κατανοήσει σε βάθος το αντικείμενο της Στατιστικής που καλούνται να διδάξουν. Με αφορμή την διαπίστωση αυτή, στην παρούσα διατριβή διερευνήθηκαν οι γνώσεις που χρειάζεται να έχουν οι υποψήφιοι δάσκαλοι και αξιολογήθηκαν οι υπάρχουσες γνώσεις τους σε σχέση με την ύλη της Στατιστικής που καλούνται να διδάξουν μετά το πέρας των σπουδών τους αλλά και υπό το πρίσμα του Στατιστικού Γραμματισμού. Για τον προσδιορισμό των γνώσεων που χρειάζονται να έχουν οι υποψήφιοι δάσκαλοι αναλύθηκαν τα Α.Π.Σ. (Ελλάδας και χωρών του εξωτερικού) και τα σχολικά εγχειρίδια ως προς τη θέση της Στατιστικής σε αυτά. Επιπλέον, διερευνήθηκαν οι Μεγάλες Ιδέες της Στατιστικής μέσω της βιβλιογραφικής ανασκόπησης. Η διαμόρφωση του θεωρητικού πλαισίου στηρίχτηκε στο πώς ορίζεται η γνώση για την διδασκαλία των Μαθηματικών αλλά και ειδικότερα της Στατιστικής, στην έννοια του Στατιστικού Γραμματισμού και στον διαχωρισμό της γνώσης στην εννοιολογική και διαδικαστική διάσταση της. Η μεθοδολογική προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε εντάσσεται στην ποιοτική έρευνα και βασίστηκε σε έναν αναδυόμενο ερευνητικό σχεδιασμό. Για τους σκοπούς της έρευνας κατασκευάστηκε και διανεμήθηκε ένα ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις ανοικτού τύπου σε 100 υποψήφιους δασκάλους και στη συνέχεια διενεργήθηκαν συνεντεύξεις με 15 από αυτούς. Για την ανάλυση των απαντήσεων των συμμετεχόντων χρησιμοποιήθηκε η ταξινομία SOLO (Biggs & Collis, 1982, 1991) σε συνδυασμό με μία μέθοδο αξιολόγησης που έχει προταθεί από την Garfield (1993). Μέσω των αποτελεσμάτων της παρούσας έρευνας αναδείχθηκε ότι η στατιστική γνώση του περιεχομένου των συμμετεχόντων δεν ήταν επαρκής ενώ η παιδαγωγική γνώση του περιεχομένου τους ήταν ελλιπής. Συγκεκριμένα, οι συμμετέχοντες αντιμετώπισαν δυσκολία στο να αξιολογήσουν τις λανθασμένες απαντήσεις μαθητών και να προτείνουν την ενδεδειγμένη λύση. Επιπροσθέτως, σε αρκετές περιπτώσεις επαναλάμβαναν τα λάθη και τις παρανοήσεις των μαθητών. Προέκυψε, επομένως, ότι δεν είναι σε θέση να αναπτύξουν τον Στατιστικό Γραμματισμό στους μελλοντικούς μαθητές τους. Έχοντας ως βάση αυτά τα αποτελέσματα διατυπώθηκε μία ολοκληρωμένη πρόταση εισαγωγής, στα Παιδαγωγικά Τμήματα Δημοτικής Εκπαίδευσης, μαθημάτων που το περιεχόμενο τους θα εστιάζει στην μάθηση και την διδασκαλία της Στατιστικής για το Δημοτικό σχολείο. / This thesis explores the knowledge needed for teaching statistics at the elementary (primary) school level. It is a fact, that statistics has a relatively short history in the elementary school curriculum, compared with mathematics. Recent research in statistics education has prompted a worldwide move away from the teaching of statistical skills, towards a deeper understanding of statistical notions aiming to the statistical literacy of students and subsequently adults. The new nationally mandated curriculum of Greece reflects this move. Consequently, little is known about the knowledge needed to teach statistics effectively. An analytic study of the current literature, including national standards and school textbooks, was conducted to identify the important aspects of statistical knowledge for teaching. Ideas from three contemporary areas of research, namely teacher knowledge (content and pedagogical) in relation to mathematics and statistics, statistical literacy and procedural and conceptual knowledge are incorporated in a framework for exploring knowledge for teaching statistics and for assessing this kind of knowledge. The study’s methodological approach is based on an emergent research design. A written assessment instrument was developed and administered to a sample of 100 prospective elementary school teachers. The purpose of the instrument was to gather data in order to describe teachers’ conceptions for teaching statistics at the level of elementary school. A subset of the sample (n = 15) was interviewed to provide deeper insight into their conceptions and to assure reliability of the instrument. The data produced in response to the written item were examined in light of the Structure of the Observed Learning Outcome (SOLO) taxonomy (Biggs & Collis, 1982, 1991) and a scoring method offered by Garfield (1993). The results of this study indicate that prospective elementary school teachers may not be prepared to teach statistics at the level of depth that is needed according to the new curriculum. Their statistical content knowledge is not enough while their pedagogical content knowledge is limited. In particular, participants showed difficulties in judging students’ answers and identifying students’ misconceptions. There are several implications that are drawn from the results including the importance of a statistics course during teacher preparation programs and careful consideration during the creation of curricular materials, like new textbooks.
130

Μέτρηση της πρόθεσης για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας των φοιτητών του 1ου και του 4ου έτους του τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών

Τσορδιά, Χαριτωμένη 07 October 2014 (has links)
Η πρόθεση για ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας αποτελεί το αντικείμενο του ενδιαφέροντος της παρούσας μελέτης. Ο Bird (1988) και οι Souitaris et al. (2007) ορίζουν την εν λόγω έννοια ως μια κατάσταση που κατευθύνει την προσοχή και τις δράσεις ενός ατόμου προς την αυτό-απασχόληση, έναντι της απασχόλησης από κάποιον άλλο. Σκοπός της μελέτης είναι η μέτρηση της «πρόθεσης για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» των φοιτητών του 1ου και του 4ου έτους του τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών, ο προσδιορισμός των παραγόντων που τη διαμορφώνουν, αλλά και οι διαφορές μεταξύ των δύο ετών. Το μοντέλο που σχεδιάστηκε βασίζεται στη Θεωρία της Προ-Σχεδιασμένης Συμπεριφοράς (Theory of Planned Behavior), ένα καθιερωμένο μοντέλο της βιβλιογραφίας που συνδέει την πρόθεση με τις επακόλουθες ενέργειες (Ajzen, 1987, 1991). Ο Ajzen (1991) προτείνει ότι η «στάση ενός ατόμου απέναντι στη συμπεριφορά (attitude towards behavior)», στους «υποκειμενικούς κανόνες (subjective norm)», και στον «αντιλαμβανόμενο έλεγχο της συμπεριφοράς (perceived behavioral control)» είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τις προθέσεις του. Για το σκοπό της παρούσας μελέτης, προστέθηκαν μεταβλητές δανεισμένες από τη διεθνή βιβλιογραφία οι οποίες αναμένεται ότι επιδρούν στο σχηματισμό της «πρόθεσης για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)». Αυτές είναι το «αρμονικό πάθος (harmonious passion)», το «υπερβολικό πάθος (obsessive passion)», το «πρόγραμμα σπουδών του τμήματος και το περιεχόμενο των μαθημάτων (entrepreneurial curriculum and content)» (μόνο στο 4ο έτος), καθώς και κάποιες μεταβλητές σχετικές με το προφίλ των φοιτητών του τμήματος. Η μεθοδολογική προσέγγιση που επιλέχθηκε στην παρούσα μελέτη είναι η ποσοτική έρευνα με την μορφή ερωτηματολογίου. Ο πληθυσμός της έρευνας αποτελείται από το σύνολο των 413 προπτυχιακών φοιτητών που φοιτούν στο 1ο (264 φοιτητές) και στο 4ο (149 φοιτητές) έτος του τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών, το ακαδημαϊκό έτος 2013-2014, εκ των οποίων 186 ανταποκρίθηκαν (108 φοιτητές από το 1ο έτος και 78 από το 4ο), οι οποίοι αποτελούν το δείγμα της έρευνας. Αρχικά, χρησιμοποιήθηκε η ηλεκτρονική, ενώ στη συνέχεια η προσωπική μέθοδος συλλογής δεδομένων. Η έρευνα διεξήχθη από τις 28/03/2014 έως 14/05/2014. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως το δείγμα χαρακτηρίζεται από ουδέτερη «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)», με τους τεταρτοετείς να εκφράζουν μειωμένη πρόθεση σε σχέση με τους πρωτοετείς. Τα τρία συστατικά της Θεωρία της Προ-Σχεδιασμένης Συμπεριφοράς (Theory of Planned Behavior) συσχετίζονται θετικά με τη «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» του δείγματος. Όμοια είναι και τα ευρήματα του «αρμονικού πάθους (harmonious passion)» και για τα δύο έτη, καθώς και του «προγράμματος σπουδών και του περιεχομένου των μαθημάτων για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας (entrepreneurial curriculum and content)» των τεταρτοετών. Οι μεταβλητές που προβλέπουν την «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» και για τα δύο έτη είναι κατά σειρά σημαντικότητας η «στάση απέναντι στην αυτό-απασχόληση (attitude towards behavior)» και ο «αντιλαμβανόμενος έλεγχος της συμπεριφοράς (perceived behavioral control)», ενώ είναι εμφανής η συμβολή του «αρμονικού πάθους (harmonious passion)» στην «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» των πρωτοετών και των «υποκειμενικών κανόνων (subjective norm)» στους τεταρτοετείς. Η μεταβλητή «πρόγραμμα σπουδών και το περιεχόμενο των μαθημάτων για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας (entrepreneurial curriculum and content)» συμβάλλει στο ποσοστό που ερμηνεύει τη μεταβλητότητα της «πρόθεσης για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)» των τεταρτοετών, αλλά δεν έχει στατιστικά σημαντική επίδραση. Τέλος, οι τεταρτοετείς με γονείς που δραστηριοποιούνται στην επιχειρηματικότητα, παρουσίασαν υψηλότερη «πρόθεση για ανάπτυξη επιχειρηματικότητας (entrepreneurial intention)». / The entrepreneurial intention is the subject of interest of the present study. Bird (1988) and Souitaris et al. (2007) define this concept as a condition that directs the attention and actions of an individual towards self-employment, against employment by someone else. The purpose of the study is to measure the “entrepreneurial intention” of the 1st and 4th year students of the Business Administration Department, University of Patras, the definitions of the factors that shape it, as well as the differences between the two years. The model which has been designed is based on the Theory of Planned Behavior (TPB), an established model of literature linking the intention with the subsequent actions (Ajzen, 1987, 1991). Ajzen (1991) suggests that "a person's attitude towards behavior”, the “subjective norm”, and the “perceived behavioral control” are the factors that determine his intentions. For the purpose of this study, variables have been added, borrowed from the international literature which are expected to affect the formation of the "entrepreneurial intention”. These are the “harmonious passion”, the “obsessive passion”, the "entrepreneurial curriculum and content” (only in the 4th year), and some variables related to the profile of the students of the department. The methodological approach that has been chosen in this study is the quantitative research in the form of a questionnaire. The survey population consists of all 413 undergraduate students enrolled in the 1st (264 students) and 4th (149 students) year of the Business Administration Department, University of Patras, in the academic year 2013-2014, of which 186 have responded (108 students from the first year and 78 in the fourth), who constitute the sample of the study. Originally, the electronics method of data collection was used, while later on the personal one. The survey was conducted from 03.28.2014 to 05.14.2014. The results have shown that the sample is characterized by a neutral “entrepreneurial intention”, with the fourth-year students expressing a reduced intention, compared with the first-year ones. The three components of the Theory of Planned Behavior (TPB) are positively related to the "entrepreneurial intention” of the sample. Similar are the findings of the “harmonious passion” for both years, and the “entrepreneurial curriculum and content” of the fourth-year students. The variables which provide the “entrepreneurial intention” for both years are, in order of importance, the “(attitude towards behavior” and the “perceived behavioral control”, while there is a clear contribution of the “harmonious passion” in the “entrepreneurial intention” of freshmen and the “subjective norm” of the fourth-year students. The variable “entrepreneurial curriculum and content” contributes to the percentage which reflects the variability of “entrepreneurial intention” of the fourth-year students, but it has no statistically significant effect. Finally, the fourth-year students with parents involved in entrepreneurship have shown a higher “entrepreneurial intention”.

Page generated in 0.0293 seconds