• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 34
  • 2
  • 2
  • Tagged with
  • 38
  • 12
  • 10
  • 10
  • 7
  • 7
  • 7
  • 6
  • 6
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
31

Περί ενεργών ρηγμάτων, ιζηματολογίας και εξέλιξης του Πατραϊκού κόλπου / Active faulting, sedimentation and evolution of the Gulf of Patras, western Greece

Κάτσου, Ευγενία 20 April 2011 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία περιγράφει την έρευνα της θαλάσσιας γεωφυσικής διασκόπησης η οποία εκτελέστηκε στον Πατραϊκό κόλπο και παρουσιάζει τα αποτελέσματα της ερμηνείας των γεωφυσικών στοιχείων που συλλέχθηκαν με την βοήθεια του τομογράφου υποδομής πυθμένα. Τα στοιχεία συλλέχθηκαν από το Εργαστήριο Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Η συλλογή, επεξεργασία και ερμηνεία του συνόλου των σεισμικών γραμμών επέτρεψε την χαρτογράφηση των υποθαλάσσιων ρηγμάτων του Πατραϊκού κόλπου. Ο χάρτης με τα υποθαλάσσια ρήγματα αποτελεί έναν τροποποιημένο χάρτη από τον ήδη διαθέσιμο χάρτη ρηγμάτων του Πατραϊκού κόλπου του 1985 από τους Ferentinos et al., 1985. / The present study describes the submarine geophysical survey which was carried out in the Gulf of Patras and presents the results of the geophysical data analysis using a subbottom profiler system. The data were collected by the Laboratory of Marine Geology & Physical Oceanography, department of Geology, University of Patras. A detailed fault map was produced by the data analysis of the collected seismic profiles of the Gulf of Patras. The present fault map is a modified map from a former map that has been produced in a 1985 survey by Ferentinos et al., 1985.
32

Σχεδιασμός ηλεκτρολογικής εγκατάστασης και ακουστική μελέτη της κύριας αίθουσας του Συνεδριακού και Πολιτιστικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Πατρών με τη βοήθεια υπολογιστή (AutoCAD)

Λάμπου, Ανδριάνα 13 September 2011 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία εκπονήθηκε στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών και το θέμα της αφορά τη σχεδίαση της ηλεκτρολογικής εγκατάστασης στα αρχιτεχνονικά σχέδια της κύριας αίθουσας του Συνεδριακού και Πολιτιστικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Πατρών (Σ.Π.Κ) και στην ακουστική μελέτη του αμφιθεάτρου. Για τη σχεδίαση της ηλεκτρολογικής εσωτερικής εγκατάστασης χρησιμοποιήθηκαν τα σύμβολα και οι κανονισμοί από τον ΕΛΟΤ HD384. Για την κατασκευή των σχεδίων χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό AutoCAD 2008 και για την ακουστική μελέτη το λογισμικό CATT-Acoustic v7.2I,το οποίο είναι ένας προσομοιωτής μοντέλου ακουστικής χώρου. Η διπλωματική εργασία χωρίζεται σε 6 κεφάλαια όπου στο 1ο κεφάλαιο γίνεται μια γενική περιγραφή για το Σ.Π.Κ. Στο 2ο κεφάλαιο γίνεται μια γενική περιγραφή για την Εσωτερική Ηλεκτρική Εγκατάσταση (Ε.Η.Ε) , γενικές οδηγίες-κανονισμοί και αναφορά στα διάφορα καλώδια και αγωγούς που χρησιμοποιούνται. Στο 3ο κεφάλαιο, εξετάζονται στοιχεία φωτοτεχνίας και εξηγείται αναλυτικά η σημαντικότητα της χρήσης του σωστού είδους τεχνητού φωτισμού στο Σ.Π.Κ . Στη συνέχεια, στο 4ο κεφάλαιο γίνεται η παρουσίαση του κάθε ηλεκτρικού κυκλώματος που σχεδιάστηκε και τι αγωγοί, ασφάλειες και συσκευές προτείνονται για την υλοποίησή του. Στο 5ο κεφάλαιο, παρουσιάζεται η θεωρία ακουστικής και στο 6ο κεφάλαιο παρουσιάζεται η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για τη διεξαγωγή της ακουστικής μελέτης και παρουσιάζονται τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα της ακουστικής προσομοίωσης. / The present dissertation has been done in the department of Electrical and Computer Engineering in the University of Patras and the subject concerned the design of electrical installation for the architectural plans of Conference and Cultural Center of the University of Patras (C.C.C.), as well as the acoustic study of an amphitheatre inside C.C.C. For the design of this electrical installation symbols and regulations from ELOT HD 384 were used. The construction of the electrical plans was done on the software AUTOCAD 2008 and the acoustic study was done using the CATT-acoustic v.32, which is software for simulating rooms acoustic. The dissertation is divided in to 6 chapters. In the first chapter, a general description of C.C.C. is given. In the 2nd chapter a general description of the electrical installation is given, general instructions and regulations and reference to cables and wires that are used. In the 3rd chapter, elements of light are examined and the importance of using the correct kind of technical light in C.C.C. Next, in the 4th chapter, every electrical circuit that is designed is presented with the appropriate cables, fuses and appliances for its implementation. In the 5th chapter, the acoustic theory is explained and in the 6th chapter the methodology for the acoustic simulation and the results are presented.
33

Εκτίμηση της τοξικότητας των τελικών εκροών από το σταθμό βιολογικής επεξεργασίας των αστικών αποβλήτων της Πάτρας με την χρήση βιοδεικτών (biotest)

Κονταλή, Ματίνα 03 April 2012 (has links)
Στην παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε εκτίμηση της τοξικότητας των τελικών εκροών πριν και μετά το στάδιο της απολύμανσης (με τη χρήση της μεθόδους της χλωρίωσης) από το σταθμό βιολογικής επεξεργασίας των αστικών αποβλήτων της Πάτρας με την χρήση βιοδεικτών (biotest). Η μελέτη των τοξικών επιπτώσεων αυτών των εκροών και από τα δύο στάδια πραγματοποιήθηκε σε οργανισμούς-Βιοδείκτες τόσο των γλυκών όσο και αλμυρών υδάτων, όπως οι οργανισμοί Thamnocephalus platyurus και Artemia franciscana (με τη μορφή βιοτέστ Thamnotoxkit F και Artoxkit MTM αντίστοιχα), όσο και σε φυτικά είδη, όπως τα Sorghum saccharatum, Lepidum sativum και Sinapis alba (με τη μορφή Phytotoxkit). Επιπλέον έγινε ανίχνευση του μικροβιακού φορτίου πριν και μετά το στάδιο της χλωρίωσης, για την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας της μεθόδου απολύμανσης των εκροών, καθώς και χημική ανάλυσή τους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης, οι τελικές εκροές υγρών αποβλήτων που καταλήγουν στο στάδιο της απολύμανσης, με τη μέθοδο της χλωρίωσης παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις τόσο στις φυσικοχημικές παραμέτρους και στη συγκέντρωση βαρέων μετάλλων που μετρήθηκαν, όσο και στην τοξικότητα που μπορεί να επιφέρουν στους οργανισμούς που χρησιμοποιήθηκαν. Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης έδειξαν την αποτελεσματικότητα της μεθόδου όσο αφορά τη μείωση του μικροβιακού φορτίου των τελικών εκροών. Αντίθετα, η μελέτη τοξικότητας των τελικών εκροών με τη χρήση οργανισμών τόσο του γλυκού όσο και του αλμυρού νερού (Thamnocephalus platyurus και Artemia franciscana αντίστοιχα), καθώς και σε φυτικούς οργανισμούς (Sorgum saccharatum, Sinapsis alba και Lepidum sativum) έδειξε σημαντικές εποχικές μεταβολές στην επαγωγή τοξικών φαινομένων. Συγκεκριμένα, οι εκροές (μετά το στάδιο της χλωρίωσης effluents) φαίνεται να είναι λιγότερο τοξικές για τους οργανισμούς του αλμυρού νερού, συγκριτικά με τις τοξικές επιπτώσεις που προκαλούν οι εκροές πριν το στάδιο της χλωρίωσης (influents). Αντίθετα, οι εκροές που προκύπτουν μετά το στάδιο της χλωρίωσης παρουσιάζουν μεγαλύτερη τοξικότητα σε οργανισμούς του γλυκού νερού, σε σχέση με τις επιπτώσεις που προκαλούν οι εκροές πριν το στάδιο της χλωρίωσης, ενώ παρατηρήθηκε σημαντική αναστολή της αυξητικής ικανότητας των ειδών Sorgum saccharatum και Sinapsis alba σε κάθε περίπτωση. Συμπερασματικά, από τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης, φαίνεται η αποτελεσματικότητα της μεθόδου απολύμανσης των τελικών εκροών, όσο αφορά την απαλλαγή τους από μολυσματικούς παράγοντες, αλλά αναδεικνύονται τα προβλήματα τοξικότητας που μπορεί να επιφέρουν οι τελικές εκροές σε οργανισμούς των τελικών υδάτινων αποδεκτών (γλυκό και αλμυρό νερό), καθώς και η αναποτελεσματικότητα της χρήσης των τελικών εκροών σε δραστηριότητες όπως η άρδευση, λόγω της αναστολής που προκαλεί η χρήση τους σε φυτικούς οργανισμούς. / In this study was estimated the toxicity of the final effluents before and after the stage of disinfection (using the method of chlorination) in the wastewater treatment plant of Patras using bioindicators (biotest).The study of the toxic effects of these effluents and of the two stages was performed on organisms bioindicators both in freshwater and salt water, such as Thamnocephalus platyurus and Artemia franciscana (in the form of biotest Thamnotoxkit F and Artoxkit MTM respectively) and on plant species such as Sorghum saccharatum, Lepidum sativum and Sinapis alba (in the form of Phytotoxkit). Moreover the treated effluents were tested for microbiological parameters before and after the stage of chlorination, to assess the effectiveness of the method of disinfection of effluents, and also a chemical analysis was performed. According to the results of this study, the final effluents of wastewater that end in the process of disinfection, with the method of chlorination, vary widely both in physicochemical parameters and heavy metals that were measured, and as well the toxicity that can cause to organisms used. The results of this study showed the effectiveness of the method as regards reducing the microbial load of the final effluents. Instead, the study of final effluents toxicity using organisms of both fresh and saltwater (Thamnocephalus platyurus and Artemia franciscana, respectively) and in plant organisms (Sorgum saccharatum, Sinapsis alba and Lepidum sativum) showed significant seasonal changes in the induction of toxic reactions. Specifically, the effluents (after-chlorination effluents) seem to be less toxic for organisms of salt water, compared with the toxic effects caused by effluents before the stage of chlorination (influents). However, the effluents after the stage of chlorination are toxic in freshwater organisms compared to the effects caused by effluents before the stage of chlorination, while there was significant inhibition of growth capacity of species Sorgum saccharatum, Sinapsis alba in each case. In conclusion, the results of this study show the effectiveness of the method of disinfection of final effluents, as regards the discharge from contaminants, but highlighted the problems of toxicity that the final effluents can cause to organisms in the final water receiver (fresh and salty water), and the inefficiency of using of final effluents in activities such as irrigation, due to the inhibition caused by their use in plant organisms.
34

Σχεδίαση-αποτύπωση με την βοήθεια του ηλεκτρονικού υπολογιστή (AUTOCAD) εγκαταστάσεων πυρασφάλειας και πυρόσβεσης των κτηρίων του τμήματος των Χημικών Μηχανικών

Αντωνάδος, Βασίλειος 13 October 2013 (has links)
Η προστασία της ανθρώπινης ζωής είναι βασική υποχρέωση της Πολιτείας και θεμελιακό δικαίωμα του πολίτη. Αυτονόητη είναι λοιπόν η προστασία ενός κτιρίου από τη φωτιά, ιδιαίτερα δε όταν πρόκειται για ένα εκπαιδευτήριο που φιλοξενεί εκατοντάδες ανθρώπους. Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως αντικείμενο την αποτύπωση και την σχεδίαση των εγκαταστάσεων Πυρασφάλειας και Πυρόσβεσης του κτιρίου των Χημικών Μηχανικών. Μέσα από την διαδικασία της αποτύπωσης στόχος της διπλωματικής εργασίας είναι να διαπιστώσει αν οι μηχανισμοί πρόληψης, αντίδρασης αλλά και καταπολέμησης της φωτιάς του κτιρίου, επαρκούν ώστε να εκπληρώνονται οι βασικοί στόχοι της πυροπροστασίας. Δηλαδή, η ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής και υγείας, η παρεμπόδιση εξάπλωσης της φωτιάς σε γειτονικά κτήρια ή σε άλλα διαμερίσματα του ίδιου κτιρίου, η ασφαλής εκκένωσή του και τέλος η προστασία της περιουσίας. Στο πρώτο κεφάλαιο δίνονται ορισμοί και βασικές έννοιες, παρουσιάζεται το τρίγωνο και το τετράεδρο της φωτιάς οι αιτίες πρόκλησης πυρκαγιών αλλά και η διάκριση των αιτιών ανάλογα με την πρόθεση ή την υπαιτιότητα. Γίνεται αναφορά στα είδη και τις κατηγορίες των πυρκαγιών. Περιγράφονται οι αρχές κατάσβεσης της φωτιάς που αποτελούν την βάση για τα υλικά και τις μεθόδους που χρησιμοποιούμε για τον έλεγχο κάθε είδους πυρκαγιάς. Το κεφάλαιο κλείνει με παρουσίαση των υιοθετημένων προτύπων στην Ελλάδα. Το δεύτερο κεφάλαιο αναλύει την πυρασφάλεια κτηρίων, Παθητική και Ενεργητική. Στην Παθητική πυροπροστασία δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην κατηγορία των εκπαιδευτηρίων οπού εμπίπτει το κτίριο του τμήματος των Χημικών Μηχανικών Παρουσιάζονται όλοι οι τρόποι πυροπροστασίας αλλά και τα μέσα πυρανίχνευσης και πυρόσβεσης που χρησιμοποιούνται σήμερα καθώς και τα κριτήρια επιλογής τους βάση της ισχύουσας νομοθεσίας. Στο τρίτο κεφάλαιο αποτυπώνονται οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις του κτιρίου του τμήματος των Χημικών Μηχανικών και παρουσιάζεται φωτογραφικό υλικό από την επί τόπου αυτοψία που έγινε. Το κεφάλαιο τέσσερα είναι η μελέτη Ενεργητικής πυροπροστασίας του κτιρίου του τμήματος των Χημικών Μηχανικών που έγινε σύμφωνα με όσα προβλέπει η Ελληνική νομοθεσία. Τέλος στο παράρτημα παρουσιάζονται οι κανονισμοί πυρασφάλειας και πυροπροστασίας όπως αυτοί έχουν καθοριστεί από το Πυροσβεστικό Σώμα. Πιο συγκεκριμένα παρουσιάζεται το προεδρικό διάταγμα «Κανονισμός Πυροπροστασίας Κτιρίων (Π.Δ. 71/88)», το οποίο αποτελεί το βασικό διάταγμα σύμφωνα με το οποίο γίνονται όλες οι μελέτες πυροπροστασίας, και επισυνάπτονται τα σχέδια των αποτυπώσεων και τα σχέδια της μελέτης. / The protection of human life is a basic obligation of the state and fundamental right of the citizen. Therefore the protection of a building from fire is mandatory, especially when that building is a school that hosts hundreds of people. This thesis is intended to capture and design the Fire safety and security system of the building of Chemical Engineering. Through the process of recording, the goal of this thesis is to determine whether the mechanisms of prevention, response and firefighting of building, are sufficient to meet the basic objectives of fire protection. Those being, safety of human life and health, spreading of fire to neighboring buildings or in other apartments of the same building, safe evacuation and finally the protection of property. The first chapter provides definitions and basic concepts, presents the triangle and pyramid of fire, the causes of fires and the distinction of causes depending on the intent or fault. There is a presentation of the types and classes of fires and a description of the principles of extinguishing fire form the basis of the materials and methods used to control any kind of fire. The chapter ends with the presentation of the adopted standards in Greece. The second chapter analyzes the Passive and Active fire safety of buildings. Emphasis is given to the passive fire protection of schools which applies to the department of Chemical Engineering. Also there is a description of the ways and means of fire detection and extinguishing systems in use today and their selection criteria based on current legislation. The third chapter depicts the existing facilities of the building of the department of Chemical Engineering and photographs of the on-site inspection that was made are presented. Chapter four is the study of active Fire safety building department of Chemical Engineering, which was made according to the provisions of the Greek law. Finally in the appendix is presented the fire safety and fire regulations as laid down by the Fire Brigade. More specifically, is presented the Presidential Decree "Building Fire Safety Regulation (Decree 71/88)", which is the main decree under which all fire protections designs are made, and accompanied by the drawings and renderings of the design drawings.
35

Violence, Resistance and the Border Regime: Shedding Light on the Reality at the Patras Settlement : Daily Struggles of People on the Move Through the Eyes of Volunteers

Rebeyrolle, Alexia January 2023 (has links)
The securitisation and externalisation of Europe's borders have had devastating consequences for people trying to cross them. As Greece is on the periphery of the European Union, its role in this process and in the journey of people on the move is crucial. This thesis focuses on the situation in the city of Patras (Northern Peloponnese) and the informal camp set up by people on the move there. Drawing from interviews with volunteers working in Patras and previous research related to Patras or other Greek refugee camps, this thesis applies the concept of borderscapes in order to understand the situation in Patras. The aspect of resistance that people on the move create against borders is central to the thesis, as it lies at the heart of the relationship that people on the move have with the borders they face. Furthermore, analysis through the conceptual lens of borderscapes explains how the border, like Patras itself, is a violent place in many different ways. Finally, I will highlight the paradoxical role that volunteers play in this system of bordering and how the mobility and visibility of people on the move are linked to European policies and strategies to selectively restrict certain types of migration.
36

L'art du récit chez Apulée

Servonnet, Emma 08 1900 (has links)
Le roman Les Métamorphoses d'Apulée se distingue par les nombreux récits insérés qu’il contient et qui interrompent fréquemment la trame principale. Ces histoires étaient probablement déjà présentes en partie dans le roman grec qui a servi de source à Apulée, les Μεταμορφώσεις. Cependant, ce texte ne nous étant parvenu que sous une forme abrégée (l'ὄνος), il demeure difficile de déterminer à quel point la structure de la version latine des Métamorphoses retient de celle de l’original grec. Certes, certains éléments sont facilement attribuables à Apulée, comme le conte de Cupidon et Psyché, ou encore le 11ème et dernier livre du roman. En plus d’être divertissants, ces récits insérés reprennent les thèmes principaux exploités dans le roman, renforçant la cohérence de celui-ci. Par ailleurs, toutes ces histoires secondaires nécessitent l’intervention de plusieurs narrateurs et, en plus de Lucius (personnage et narrateur principal), divers personnages prennent la parole. Enfin, Apulée accorde aussi une grande attention à la perception que ses personnages ont des événements dont ils sont témoins ou des histoires qui leur sont rapportées. À plusieurs reprises, la subjectivité des personnages influence le récit. Ainsi, les histoires insérées des Métamorphoses, qui peuvent donner l’impression que la trame du récit est brouillonne, sont au contraire l’élément le plus original et le mieux développé du roman. / The Metamorphoses of Apuleius is notable for its numerous inserted tales often interrupting the novel’s main plot. These stories were probably already present, at least partly, in the Greek novel that was used as a source by Apuleius, the Μεταμορφώσεις. However this work is lost and only reached us through an epitomized version (Ὄνος), making it difficult to establish just how much the structure of the Latin Metamorphoses retains from its Greek source. Still some elements can be easily attributed to Apuleius, like Cupid and Psyche’s tale or the novel's 11th (and last) book. Besides having an entertaining purpose, these inserted tales share common themes with the main plot, creating a unity within the novel. Furthermore, multiple narrators are required in order to tell all these stories implying that, in addition to Lucius (the novel’s main character and narrator), many characters play an active part in storytelling. Finally, Apuleius pays great attention to his characters’ perception of events they witness or of stories they hear. And at several occasions the characters’ subjectivity influences the storyline. Thus the Metamorphoses’ inserted tales, even though they may at first give a false impression of confusion, should be considered as the most original and most well developed feature of Apuleius’ novel.
37

Characterization and sources of atmospheric particles in different population density environments / Πηγές και χαρακτηρισμός ατμοσφαιρικών σωματιδίων σε περιοχές διαφορετικής πυκνότητος πληθυσμού

Πικριδάς, Μιχαήλ 06 December 2013 (has links)
In order to reduce uncertainty of atmospheric particle emissions and to examine the mechanism of new particle formation from precursor gases, measurements were conducted in a megacity (Paris, France), an urban area (Patras, Greece) and a remote location (Finokalia, Greece). At Finokalia, the composition of particles with diameter smaller than 1 μm (PM1) depended on air mass origin. The highest concentrations, and most frequent, were observed when air masses were coming from Europe. Organic aerosol was found to be 80% water soluble and the increased organic to elemental carbon ratio correlated with ozone concentration. These findings indicate that particulate matter (PM) at Finokalia was not emitted near the site but was transported from source regions hunderd of kilometers away and thus the area can be considered as a background of Europe. At Finokalia, atmospheric nucleation was observed more frequently during winter when sunlight intensity was below average and favored by air masses that crossed land before reaching the site. This behavior was explained by ammonia involvement in the nucleation process. PM1 was mainly acidic during summer and consumed all available ammonia, contrary to winter when, due to the lower sunlight intensity, particles were neutral and ammonia was available. During both seasons nucleation would only occur if particles were neutral which resulted in higher frequency of events during winter. Air masses that crossed land before reaching the site were enriched with ammonia, thus it was more likely for nucleation to occur. Number size distributions were monitored in Paris, France at fixed and mobile ground stations along with airborne measurements. The Paris plume was identified at a distance of at least 200 km from the city center and the number concentration was found to increase even by a 3-fold when air masses crossed Paris. During summer nucleation was observed approximately half of the campaign days; when the condensational sink was lower than average contrary to winter when no event was identified due to higher sink. Increased number concentration was observed at an altitude outside of the Paris plume simultaneously with new particle formation observed on the ground and was attributed to that phenomenon. At Patras, the legislated by E.U. daily PM10 standards were found to be violated. Exceedances were more frequent (58 of a total of 75) during the colder months (October to March) of the year. The warmer months (April to September) 80% of the PM2.5 was transported from other areas. Contrary during the colder months the contribution of transported PM reduced to 70% during autumn and 50% during winter, when the highest concentrations were observed on average. Local traffic contributed approximately 15% during winter and the remaining 35% was primarily due to domestic heating. PM2.5 and PM1 concentrations were found to exceed 100 μg m-3 on several occasions during nighttime due to domestic heating, either diesel or biomass combustion. Potassium, a tracer of biomass combustion, correlated well (R2=0.79) with PM2.5 during winter indicating a biomass source. Potassium concentrations were higher within the urban premises than a rural area located 36 km away from the city, indicating that at least a portion of the biomass combustion related PM2.5 were emitted locally. / Με σκοπό την μείωση της αβεβαιότητας των εκπομπών ατμοσφαιρικών σωματιδίων (ΑΣ) καθώς και διευκρίνισης του μηχανισμού σχηματισμού ΑΣ από την οξείδωση πρόδρομων αερίων, μετρήσεις πεδίου έλαβαν χώρα σε μία μεγαλούπολη (Παρίσι, Γαλλία), μία αστική περιοχή (Πάτρα, Ελλάδα) και σε μία απομακρυσμένη τοποθεσία (Φινοκαλιά, Ελλάδα). Στην Φινοκαλιά, η σύσταση των σωματιδίων με διάμετρο μικρότερη από 1 μm (ΑΣ1) εξαρτιόταν από την προέλευση των αερίων μαζών. Τις υψηλότερες συγκεντρώσεις εμφάνιζαν οι αέριες μάζες από τη Ευρώπη, που ήταν και οι πιο συχνές. Οργανικές ενώσεις των ΑΣ, εμφάνιζαν, υψηλή διαλυτότητα στο νερό (80%) και αυξημένο λόγο οργανικού προς στοιχειακό άνθρακα που συσχετιζόταν θετικά με τις συγκεντρώσεις όζοντος. Όλα τα παραπάνω υποδεικνύουν πως τα ΑΣ στην περιοχή της Φινοκαλιάς μεταφέρονταν από γειτονικές περιοχές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά και συνεπώς η περιοχή μπορεί να θεωρηθεί ως σταθμός υποβάθρου για την Ευρώπη. Στην Φινοκαλιά, το φαινόμενο της ατμοσφαιρικής πυρηνογένεσης ήταν συχνότερο τους χειμερινούς μήνες, όταν η ένταση φωτός ήταν χαμηλότερη, και σε αέριες μάζες που παρέμεναν σημαντικό χρόνο πάνω από την στεριά πριν φτάσουν στον σταθμό. Αυτή η συμπεριφορά εξηγήθηκε με την συμμετοχή της αμμωνίας στην διαδικασία της πυρηνογένεσης. Τα ΑΣ1 το καλοκαίρι ήταν κατά κανόνα όξινα και κατανάλωναν όλη την διαθέσιμη αμμωνία σε αντίθεση με τον χειμώνα, όπου εξαιτίας της χαμηλότερης έντασης φωτός, τα ΑΣ1 ήταν ουδέτερα και υπήρχε διαθέσιμη. Και στις δύο περιόδους η πυρηνογένεση λάμβανε χώρα μόνο όταν τα σωματίδια ήταν ουδέτερα, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα υψηλότερη συχνότητα του φαινομένου τους χειμερινούς μήνες. Οι αέριες μάζες όταν παρέμεναν πάνω από στεριά εμπλουτίζονταν με αμμωνία, αυξάνοντας την πιθανότητα πυρηνογένεσης. Κατανομές μεγέθους αριθμού μετρήθηκαν στο Παρίσι, Γαλλίας σε επίγειους σταθμούς, σταθερούς και κινητούς, καθώς και σε υψόμετρο. Ο θύσανος του Παρισιού ταυτοποιήθηκε σε απόσταση τουλάχιστον 200 km από την πόλη και οι συγκεντρώσεις αριθμού ΑΣ αύξαναν ακόμα και κατά 300% όταν οι αέριες μάζες προέρχονταν από το Παρίσι. Το καλοκαίρι πυρηνογένεση έλαβε χώρα τις μισές μέρες της δειγματοληψίας, όταν η διαθέσιμη επιφάνειας συμπύκνωσης ήταν χαμηλή, ενώ το χειμώνα, επειδή η διαθέσιμη επιφάνεια ήταν υψηλότερη, δεν ταυτοποιήθηκε το φαινόμενο. Αυξημένες συγκεντρώσεις αριθμού ΑΣ ταυτοποιήθηκαν εκτός του θυσάνου του Παρισιού ταυτόχρονα με πυρηνογένεση στο έδαφος και αποδόθηκαν σε αυτό το φαινόμενο. Στην Πάτρα τα θεσμοθετημένα από την Ε.Ε. ημερήσια όρια ΑΣ10 βρέθηκαν να παραβιάζονται. Οι υπερβάσεις ήταν πιο συχνές (58 από τις 75) τους ψυχρούς μήνες (Οκτώβριο - Μάρτιο). Τους θερμούς μήνες (Απρίλιο - Σεπτέμβριο) το 80% των ΑΣ2.5 μεταφέρονταν από άλλες περιοχές. Αντίθετα τους ψυχρούς μήνες η συνεισφορά από μεταφερόμενα ΑΣ μειωνόταν στο 70% το φθινόπωρο και 50% το χειμώνα, όταν και οι συγκεντρώσεις ΑΣ2.5 ήταν κατά μέσο όρο οι υψηλότερες στην περιοχή. Η τοπική κυκλοφορία συνείσφερε περίπου 15% τον χειμώνα ενώ ένα σημαντικό κομμάτι από το υπόλοιπο 35% οφειλόταν στην οικιακή θέρμανση. Συγκέντρωση ΑΣ2.5 και ΑΣ1 ίση ή μεγαλύτερη των 100 μg m-3 μετρήθηκε κατ'επανάληψη τις νυχτερινές ώρες των χειμερινών μηνών εξαιτίας της οικιακής θέρμανσης, είτε με πετρέλαιο είτε με καύση βιομάζας Η καύση βιομάζας υποδεικνύεται από την συσχέτιση (R2=0.79) των συγκεντρώσεων ΑΣ2.5 με τις συγκεντρώσεις καλίου, ένα δείκτη καύσης βιομάζας. Οι συγκεντρώσεις αυτού του δείκτη βρέθηκαν υψηλότερες μέσα στον αστικό ιστό από μία αγροτική περιοχή 36 km μακριά από την Πάτρα, αποκλείοντας την αποκλειστική μεταφορά ΑΣ2.5 καύσης βιομάζας από γειτονικές περιοχές.
38

Ανάπλαση ενδιάμεσου χώρου μεταξύ της Άνω και Κάτω πόλης Πατρών : ανάδειξη και ενοποίηση μνημείων

Αλεξάκη, Αρχοντία, Κυριάκου, Μαγδαληνή 10 June 2015 (has links)
Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή έχει ως στόχο τη διερεύνηση ζητημάτων διατήρησης και ανάδειξης πολιτιστικών αγαθών, καθώς και το θέμα της ένταξής τους στον σύγχρονο τρόπο ζωής. Έτσι, διαρθρώνεται σε τρία μέρη. Το πρώτο αφορά στο θεσμικό πλαίσιο, κάτω από το οποίο λαμβάνουν χώρα οι όποιες προσπάθειες στο ζήτημα της διαφύλαξης, αλλά και σε θεωρητικές ή τεχνικές προσεγγίσεις και παράγοντες που σχετίζονται με την ανάδειξη. Το δεύτερο μέρος εκθέτει την πολεοδομική και ιστορική εξέλιξη του χώρου της Πάτρας, εντοπίζοντας την περισσότερο πάσχουσα και υποβαθμισμένη περιοχή στο κέντρο της πόλης, τον ενδιάμεσο χώρο της Άνω και της Κάτω πόλης, ενώ στο τρίτο μέρος γίνεται προσπάθεια υλοποίησης σε μορφή σχεδιαστικών προτάσεων, στην συγκεκριμένη περιοχή, όλων εκείνων των πορισμάτων που διεξήχθησαν από το πρώτο μέρος. / The present postgraduate thesis aims at the investigation of maintenance and distinction of cultural goods, as well as the subject of integration in the modern way of life. Thus, it is structured in three parts. First part concerns in the institutional frame, which has to do with the subjects of safeguarding, but also in theoretical or technical approaches and factors that are related with the distinction. In the second part is exposed the urban and historical development of Patras. It is also located the region in the centre of city which suffers and is downgraded the most, and for this thesis will be called as the intermediary space of Upper and Down city of Patras, while in the third part takes place an effort of effectuation of a scheme, considered all the conclusions that were carried out by the first part, by design proposals, for the particular region.

Page generated in 0.0271 seconds