• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 95
  • 17
  • Tagged with
  • 113
  • 94
  • 16
  • 15
  • 15
  • 13
  • 13
  • 13
  • 12
  • 10
  • 9
  • 9
  • 8
  • 8
  • 7
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
61

Μια μπουλιανή γενίκευση της απειροστικής ανάλυσης με εφαρμογές στα ασαφή σύνολα / A boolean generalization of non standard analysis with applications to fuzzy sets

Μαρκάκης, Γεώργιος 06 May 2015 (has links)
Στη διατριβή αυτή θα ασχοληθούμε με την Μπουλιανή ανάλυση σαν μια κατ'ευθείαν γενίκευση της μη συμβατικής ανάλυσης του Robinson, δηλ. της θεωρίας των Υπεργινομένων και τις εφαρμογές της στη θεωρία των Ασαφών συνόλων. / --
62

Στοχαστική αναγνώριση μηχανικών συστημάτων με υστέρηση

Ρίζος, Δημοσθένης 20 October 2009 (has links)
Η υστέρηση είναι ένα μη γραμμικό φαινόμενο, το οποίο είναι πολύ κοινό σε διάφορους κλάδους της επιστήμης, συμπεριλαμβανομένων της φυσικής, της μηχανικής και της βιολογίας. Η μαθηματική θεμελίωση του φαινομένου της υστέρησης οφείλεται σε διάφορες εφαρμογές, οι οποίες αποτελούν και τα πρακτικά παραδείγματα, τα οποία την υποστηρίζουν. Για το λόγο αυτόν πλήθος μοντέλων, τα οποία πήραν την ονομασία τους από τους επιστήμονες που τα πρότειναν (π.χ Duhem, Weiss, Preisach κ.ο.κ), πρώτα χρησιμοποιήθηκαν για συγκεκριμένες εφαρμογές και μετά θεωρήθηκαν ως μοντέλα υστέρησης. Το φαινόμενο της υστέρησης, όπως και η μαθηματική του ανάλυση, έχει μελετηθεί διεξοδικά [1,2] και για το λόγο αυτό έχουν προταθεί αρκετά μαθηματικά εργαλεία. Εντούτοις, το πρόβλημα της αναγνώρισης (επίτευξη μαθηματικών μοντέλων επί τη βάση πειραματικών μετρήσεων) συστημάτων με υστέρηση δεν έχει λάβει τη δέουσα προσοχή ακόμα. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, η αναγνώριση περιορίζεται σε πρακτικά ζητήματα (κυρίως για προσομοιώσεις συστημάτων με υστέρηση), κατά τα οποία επιλέγεται ένα συγκεκριμένο μοντέλο υστέρησης και χρησιμοποιείται μία μέθοδος εκτίμησης (π.χ μη-γραμμική βελτιστοποίηση), δίχως να δαπανάται επιπλέον προσπάθεια σε βαθύτερα θεωρητικά θέματα (π.χ κατά πόσο η εκτίμηση είναι η βέλτιστη ή αν είναι μοναδική κ.ο.κ). Αξίζει να σημειωθεί ότι το πρόβλημα της αναγνώρισης είναι βαθύτερο και χρήζει επιπλέον θεωρητικής ανάλυσης βάσει αρχών και εργαλείων από το γνωστικό αντικείμενο της “Θεωρίας Αναγνώρισης Συστημάτων”, έτσι ώστε να επιτυγχάνονται τα βέλτιστα αποτελέσματα. O πρώτος στόχος της παρούσα διατριβής είναι η ανάπτυξη μεθοδολογίας ανίχνευσης μη γραμμικής συμπεριφοράς (όπως για παράδειγμα η υστέρηση) αποκλειστικά επί τη βάση πειραματικών μετρήσεων. Η βασική ιδέα για την επίτευξη του σκοπού αυτού είναι η χρήση της Συνάρτησης Συνάφειας (Coherence Function), η οποία αναμένεται να μειωθεί με την ύπαρξη μη γραμμικοτήτων [3]. Μετά την ανίχνευση, ο στόχος είναι η ανάπτυξη ολοκληρωμένης μεθοδολογίας για την αναγνώριση φυσικών συστημάτων με υστέρηση, βάσει του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell (Maxwell Slip model – [4]). Ο συγκεκριμένος στόχος αντιμετωπίζεται υπό το πρίσμα της θεωρίας αναγνώρισης συστημάτων (System Identification) και ως εκ τούτου τα βασικά θέματα θεωρητικής φύσεως τα οποία αντιμετωπίζονται είναι, τα ακόλουθα:  Η εκ των προτέρων αναγνωρισιμότητα (μοναδικότητα της παραμετροποίησης – uniqueness of representation) της δομής του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell.  Η επίδραση των αρχικών καταστάσεων στην εκτίμηση του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell.  Ο σχεδιασμός της διεγέρσεως έτσι ώστε τα διαθέσιμα δεδομένα να περιέχουν όλη τη δυνατή πληροφορία για την επιτυχή αναγνώριση του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell.  H επιλογή και η αριθμητική εφαρμογή κατάλληλης εκτιμήτριας των παραμέτρων του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell.  Η μελέτη της εκ των υστέρων αναγνωρισιμότητας (a posteriori identifiability) του Μοντέλου ολίσθησης του Maxwell.  Η μελέτη της ποιότητας της εκτίμησης του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell, το οποίο συνεπάγεται την μελέτη της συνέπειας (consistency) και της ασυμπτωτικής κανονικότητας των εκτιμήσεων (asymptotic normality).  Η διαδικασία επιλογής της δομής (model structure selection) του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell.  Ο έλεγχος εγκυρότητας (model validation) του εκτιμώμενου μοντέλου ολίσθησης του Maxwell. Επί τη βάση των παραπάνω βασικών θεμάτων, αναπτύσσονται κατάλληλα εργαλεία και λεπτομερείς διαδικασίες με σκοπό να δοθούν απαντήσεις. Προκειμένου να φανερωθεί η πρακτικότητα και εφαρμοσιμότητα των προαναφερθέντων θεωρητικών θεμάτων, είναι αναγκαία η εφαρμογή τους σε ένα πραγματικό σύστημα με υστέρηση. Από το πλήθος των διαθέσιμων συστημάτων αυτού του είδους, επιλέγεται ένα πραγματικό μηχανικό σύστημα με τριβή. Αξίζει να σημειωθεί ότι συστήματα αυτού του είδους όχι μόνο είναι πολύ κοινά σε μηχανολογικές εφαρμογές, άλλα η αναγνώριση τους αποτελεί πρόκληση, λόγω της πολύπλοκης φύσης της υστέρησης που παρουσιάζουν. Συγκεκριμένα τα εν λόγω συστήματα παρουσιάζουν διαφορετικό είδος υστέρησης ανάλογα με την περιοχή λειτουργίας τους. Έτσι, όταν λειτουργούν στην περιοχή προολίσθησης (δεν παρουσιάζεται μακροσκοπική κίνηση, η σχετική μετατόπισης μεταξύ των επιφανειών που έρχονται σε επαφή είναι της τάξεως των 2 - 5 μm (presliding regime [5]) εμφανίζεται υστέρηση (σχεδόν) ανεξάρτητη του ρυθμού, με χαρακτηριστικά μακράς μνήμης (hysteresis with nonlocal memory) μεταξύ της (μικρο)μετατόπισης και της δύναμης τριβής [6,7,8]. Όσο η σχετική μετατόπιση των επιφανειών που έρχονται σε επαφή αυξάνεται, τότε όλο και περισσότεροι δεσμοί (junctions) σπάνε και τελικά παρατηρείται μακροσκοπική μετατόπιση με αποτέλεσμα το σύστημα να εισέρχεται στην περιοχή ολίσθησης (sliding regime). Στην περιοχή αυτή, ο προηγούμενος τύπος της υστέρησης εξαφανίζεται και εμφανίζεται υστέρηση, μεταξύ της μετατόπισης και της δύναμης τριβής, ρυθμού εξαρτώμενης [8,9,4]. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα σύστημα με τριβή μεταβαίνει από την μια περιοχή λειτουργίας στην άλλη (π.χ κατά την αλλαγή στη φορά της κίνησης) αρκετές φορές ακόμα και κατά την τυπική του λειτουργία. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τη δυσκολία του προβλήματος. Προκειμένου να επιλυθεί το πρόβλημα της αναγνώρισης μηχανικών συστημάτων με τριβή, αρχικά μελετάται το σύστημα μόνο στην περιοχή προολίσθησης. Για το λόγο αυτό διεξάγονται κατάλληλα πειράματα στην περιοχή αυτή, μετρώνται τα σήματα της μετατόπισης και της τριβής προολίσθησης και εφαρμόζεται αναγνώριση του συστήματος επί τη βάση του Μοντέλου ολίσθησης του Maxwell. Η εφαρμογή της προτεινόμενης μεθοδολογίας οδηγεί σε σχεδόν άψογα αποτελέσματα, καταδεικνύοντας την ικανότητα του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell να περιγράφει τη δυναμική του συστήματος στην περιοχή προολίσθησης. Αφού μελετήθηκε το σύστημα εντός της περιοχής προολίσθησης, το επόμενο βήμα περιλαμβάνει τη γενικότερη (και πιο πιθανή) περίπτωση, κατά την οποία το σύστημα λειτουργεί στη συνδυασμένη περιοχή προολίσθησης - ολίσθησης. Όπως και πριν, διεξάγονται πειράματα και μετρώνται τα σήματα μετατόπισης και τριβής. Αν και η αναγνώριση του συστήματος, μέσω του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell στη συνδυασμένη περιοχή, δίνει χειρότερα συγκρινόμενα με τα προηγούμενα, αποτελέσματα, η χρήση του μοντέλου παρουσιάζεται αρκετά υποσχόμενη. Το γεγονός ότι η αναγνώριση, μέσω του μοντέλου ολίσθησης του Maxwell, στη συνδυασμένη περιοχή προολίσθησης - ολίσθησης οδηγεί σε χειρότερα αποτελέσματα οφείλεται στο ότι η εν λόγω δομή του μοντέλου δεν είναι σε θέση να ερμηνεύσει πλήρως την πολυπλοκότητα της υστέρησης που εμφανίζεται στην περίπτωση αυτή. Έτσι, κρίνεται απαραίτητη η κατάλληλη επέκταση της βασικής δομής. Για το λόγο αυτό προτείνεται κατάλληλη, επί τη βάση της βασική δομής, επέκταση. Η χρήση της νέας δομής του μοντέλου για την αναγνώριση του συστήματος στη συνδυασμένη περιοχή προολίσθησης - ολίσθησης οδηγεί σε εξαιρετική βελτίωση των αποτελεσμάτων, καταδεικνύοντας την καταλληλότητά της. Προκειμένου οι δυνατότητες της νέας δομής να παρουσιαστούν καλύτερα, αναπτύσσεται ένα απλό σύστημα ελέγχου πρόσω-αντιστάθμισης (feedforward), βασισμένο στην προτεινόμενη νέα δομή. Ο παραπάνω έλεγχος έχει ως αποτέλεσμα την επίτευξη εξαιρετικά χαμηλού σφάλματος εντοπισμού (tracking error), υποδεικνύοντας την εξαιρετική αντιστάθμιση της αναπτυσσόμενης τριβής και ως εκ τούτου την ικανότητα της προτεινόμενης δομής να ερμηνεύει τη δυναμική του συστήματος με τριβή, όταν αυτό δουλεύει στην συνδυασμένη περιοχή προολίσθησης - ολίσθησης. / Hysteresis is a nonlinear phenomenon which is common in various branches of science and technology, including physics, mechanics, biology, civil and mechanical engineering. It is well known that many applications stimulate and provide lively support to mathematical construction. For instance, several well - known models which named after the physicists and engineers who proposed them (Rayleigh, Duhem, Weiss, Prandtly, Preisach, Bouc and so on) was entangled with applications before being viewed as models of hysteresis. The study of hysteresis phenomena as well as their mathematical analysis have been systematically researched [1,2] and several mathematical modelling tools have been proposed. Nevertheless the problem of inverse modelling (that is identifying from available experimental data a model that provides the optimum representation of the system under study) of a system with hysteresis have not been investigated thoroughly. In the most of the cases the hysteresis identification is often limited to practical issues such that postulating a hysteresis model and applying an estimation technique (i.e. nonlinear optimization) for obtaining its parameters. However the problem is much deeper and a more theoretical analysis, employing principles and tools from the "System Identification Theory", should be applied in order the optimum results to be obtained. The dissertation aims at proposing a methodology for detecting nonlinearities (such as hysteresis) utilizing experimentally obtained excitation - response data only. The key feature for doing so is the Coherence Function, which is expected to be decreased with the appearance of nonlinear behavior [3]. Following this a complete methodology for identifying systems with hysteresis based upon the Maxwell Slip model [4] is established. This problem is addressed from the ``System Identification" point of view, and therefore the critical issues primarily addressed here are:  The a priori identifiability (or uniqueness of representation) of the Maxwell Slip model structure.  The excitation design for achieving ``rich" enough data for the Maxwell Slip model identification purpose.  The selection and numerical implementation of an estimator  The a posteriori identifiability (whether the model can be identified from a actual experiment under real conditions) of the Maxwell Slip model.  The estimator asymptotic statistical properties, such that consistency and asymptotic normality  The model structure selection  The model validation Based upon these questions, answers are provided and detailed guidelines are established. In order the established theoretical findings to be solidify and their practicality to be revealed, their application to an actual system with hysteresis is required. From the huge number of the available systems with hysteresis, a real (experimental) mechanical system with friction is selected. This kind of systems are not only quite common in mechanical engineering applications (friction perhaps is the most common source of nonlinearities in mechanical systems), but also extremely challenging due to its complicated hysteresis nature (different types of hysteresis appear according to the operational regime). In order the latter to be more clear consider that whenever a system with friction operates within presliding regime (no macroscopic movement between the two surface in contact - the relative displacement is approximately 2 – 5 μm for steel materials [5], then there is a (almost) rate-independent hysteresis with nonlocal memory between the displacement and friction force [6,7,4]. As the relative displacement increases then more and more junctions break and finally there is a macroscopic relative motion and therefore the sliding regime begins. In this case the previous type of hysteresis disappears, and a new rate-dependent hysteresis between the displacement and friction force appears [8,9,4]. However, the system transits from the one regime to the other, (i.e at velocity reversals) several time during its typical operation, thus the type of hysteresis appears depends on the operational regime and thus to the system motion. Unavoidably this makes the identification problem quite challenging. Firstly the system under study is considered within the presliding regime only. Experiments were carried out and actual presliding displacement - friction force signals were obtained. The application of the proposed methodology yields almost excellent results, indicating its ability of capturing the underlying presliding frictional dynamics. The obvious next step is to consider the most common case, which is operation within both presliding - sliding dynamics. Experiments were implemented and displacement - friction force signals were collected. In this case the identification results based upon the Maxwell Slip model, though not so good as before, appear to be very promising. For that reason a proper extension of the basic Maxwell Slip model structure is proposed and implemented. This modification yields to significant improvement, and excellent results are achieved. In order the potentiality of the proposed extended Maxwell Slip model to be demonstrated better, a simple feedforward friction compensation scheme, based upon the extended model, is implemented. The results demonstrate excellent friction compensation, yielding extremely low tracking error, not only in each operational regime but also during regime transitions.
63

Μοντέλα διάδοσης απειλών σε δίκτυα υπολογιστών : ένα προτεινόμενο μοντέλο

Βαβίτσας, Γιώργος 28 May 2009 (has links)
Τα τελευταία χρόνια το Διαδίκτυο αναπτύσσεται και επεκτείνεται με εκθετικούς ρυθμούς τόσο σε επίπεδο πλήθους χρηστών όσο και σε επίπεδο παρεχόμενων υπηρεσιών. Η ευρεία χρήση των κατανεμημένων βάσεων δεδομένων, των κατανεμημένων υπολογιστών και των τηλεπικοινωνιακών εφαρμογών βρίσκει άμεση εφαρμογή και αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο στις επικοινωνίες, στην άμυνα, στις τράπεζες, στα χρηματιστήρια, στην υγεία, στην εκπαίδευση και άλλους σημαντικούς τομείς. Το γεγονός αυτό, έχει κάνει επιτακτική την ανάγκη προστασίας των υπολογιστικών και δικτυακών συστημάτων από απειλές που μπορούν να τα καταστήσουν τρωτά σε κακόβουλους χρήστες και ενέργειες. Αλλά για να προστατεύσουμε κάτι θα πρέπει πρώτα να καταλάβουμε και να αναλύσουμε από τι απειλείται. Η διαθεσιμότητα αξιόπιστων μοντέλων σχετικά με τη διάδοση απειλών στα δίκτυα υπολογιστών, μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη με πολλούς τρόπους, όπως το να προβλέψει μελλοντικές απειλές ( ένα νέο Code Red worm) ή να αναπτύξει νέες μεθόδους αναχαίτισης. Αυτή η αναζήτηση νέων και καλύτερων μοντέλων αποτελεί ένα σημαντικό τομέα έρευνας στην ακαδημαϊκή και όχι μόνο κοινότητα. Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η παρουσίαση κάποιων βασικών επιδημιολογικών μοντέλων και κάποιων παραλλαγών αυτών. Αναλύουμε για κάθε μοντέλο τις υποθέσεις που έχουν γίνει, τα δυνατά και αδύνατα σημεία αυτών. Αυτά τα μοντέλα χρησιμοποιούνται σήμερα εκτεταμένα προκειμένου να μοντελοποιηθεί η διάδοση αρκετών απειλών στα δίκτυα υπολογιστών, όπως είναι για παράδειγμα οι ιοί και τα σκουλήκια ( viruses and worms). Θα πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι οι ιοί υπολογιστών και τα σκουλήκια (worms) είναι οι μόνες μορφές τεχνητής ζωής που έχουν μετρήσιμη επίδραση-επιρροή στη κοινωνία. Επίσης αναφέρουμε συγκεκριμένα παραδείγματα όπως το Code Red worm, τον οποίων η διάδοση έχει χαρακτηριστεί επιτυχώς από αυτά τα μοντέλα. Τα επιδημιολογικά αυτά μοντέλα που παρουσιάζουμε και αναλύουμε είναι εμπνευσμένα από τα αντίστοιχα βιολογικά, που συναντάμε σήμερα σε τομείς όπως είναι για παράδειγμα ο τομέας της επιδημιολογίας στην ιατρική που ασχολείται με μολυσματικές ασθένειες. Αναλύουμε τις βασικές στρατηγικές σάρωσης που χρησιμοποιούν σήμερα τα worms προκειμένου να βρουν και να διαδοθούν σε νέα συστήματα. Παρουσιάζουμε τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα αυτών. Επίσης παρουσιάζουμε αναλυτικά κάποιες βασικές κατηγορίες δικτύων που συναντάμε σήμερα και χαρακτηρίζουν τα δίκτυα υπολογιστών. Η γνώση αυτή που αφορά την τοπολογία των δικτύων είναι ένα απαραίτητο στοιχείο που σχετίζεται άμεσα με τη διάδοση κάποιων απειλών που μελετάμε στη συγκεκριμένη εργασία. Τέλος παρουσιάζουμε και αναλύουμε ένα δικό μας μοντέλο διάδοσης απειλών με τη χρήση ενός συστήματος διαφορικών εξισώσεων βασιζόμενοι στο θεώρημα του Wormald. Θεωρούμε ότι τα δίκτυα email, Instant messaging και P2P σχηματίζουν ένα social δίκτυο. Αυτά τα δίκτυα μακροσκοπικά μπορούν να θεωρηθούν σαν μία διασύνδεση ενός αριθμού αυτόνομων συστημάτων. Ένα αυτόνομο σύστημα είναι ένα υποδίκτυο που διαχειρίζεται από μία και μόνο αρχή. Παρουσιάζουμε λοιπόν ένα μοντέλο διάδοσης βασισμένο σε αυτή τη δομή δικτύου που θα αναλύσουμε, καθώς και στις συνήθειες επικοινωνίας των χρηστών. Το μοντέλο αυτό ενσωματώνει τη συμπεριφορά των χρηστών με βάση κάποιες παραμέτρους που ορίζουμε. Επίσης προτείνουμε ένα πιο ρεαλιστικό μοντέλο σχετικά με τη προοδευτική ανοσοποίηση των συστημάτων. Η μοντελοποίηση του δικτύου έγινε με βάση το Constraint Satisfaction Problem (CSP). Χρησιμοποιώντας αυτό το μοντέλο που προτείνουμε, μπορούμε να καθορίσουμε τη διάδοση κάποιων απειλών όταν δεν έχουμε εγκατεστημένο κάποιο πρόγραμμα προστασίας ή σωστά ενημερωμένους χρήστες. / In recent years the Internet grows and expands exponentially rates at many levels of users and service level. The widespread use of distributed databases, distributed computing and telecommunications applications is directly applicable and is an essential element in the communications, defense, banks, stock exchanges in the health, education and other important areas. This has made imperative the need to protect computer and network systems from threats that may make them vulnerable to malicious users and actions. But to protect something you must first understand and analyze what is threatened. The availability of reliable models for the spread of threats to computer networks, may prove useful in many ways, such as to predict future threats (a new Code Red worm) or develop new methods of containment. This search for new and better models is an important area of research in the academic community and not only. The purpose of this work is to present some basic epidemiological models and some variations thereof. We analyze each model assumptions made, the strengths and weaknesses of these. These models are currently used extensively to disseminate montelopoiithei several threats to computer networks, eg viruses and worms (viruses and worms). It should be mentioned here that the computer viruses and worms (worms) are the only artificial life forms that have a measurable impact-influence in society. Also cite specific examples, such as Code Red worm, whose spread has been described successfully by these models. Epidemiological models are presented and analyzed are inspired by their biological, which have been created in areas such as for example the field of epidemiology in medicine that deals with infectious diseases. We analyze the basic scanning strategies used today to find worms and spread to new systems. We present the advantages and disadvantages of these. Also present in detail some basic types of networks which have been characterized and computer networks. This knowledge on the topology of networks is an essential element directly related to the dissemination of some threats are studying in this work. Finally we present and analyze our own model proliferation threats using a system of differential equations based on the theorem of Wormald. We believe that networks email, Instant messaging and P2P form a social network. These networks can be considered macroscopically as an interconnection of a number of autonomous systems. An autonomous system is a subnet managed by a single authority. Presents a diffusion model based on the network structure to be analyzed, and the communication habits of users. This model incorporates the behavior of users based on some parameters set. Also propose a more realistic model of the progressive immune systems. The modeling system was based on the Constraint Satisfaction Problem (CSP). Using this model we propose, we can determine the spread of some threats when we have established a protection program or properly informed users.
64

Μελέτη και μαθηματική προσομοίωση των υδροδυναμικών και θερμοαλατικών ιδιοτήτων της λιμνοθάλασσας Κοτυχίου, δυτική Πελοπόννησος / Studying hydrodynamics, temperature and salinity in Kotychi lagoon by means of mathematical modelling

Φακίρης, Ηλίας 17 May 2007 (has links)
Προσομοίωση της υδάτινης κυκλοφορίας και της θερμοαλατικής συμπεριφοράς της λιμνοθάλασσας Κοτυχιού που βρίσκεται στη δυτική Πελοπόννησο. Το Κοτύχι είναι μια πολύ ρηχή λιμνοθάλασσα (μέσο βάθος 40 εκ) που χρησιμοποιείται σαν ένα φυσικό ιχθυοτροφείο εδώ και αιώνες. Είναι ένας βιότοπος πολύ μεγάλης οικολογικής και οικονομικής αξίας και προστατεύεται από τη διεθνή συνθήκη Ramsar. Δυστυχώς, η λ/θ Κοτυχιού έχει υποβαθμιστεί σημαντικά κατά την διάρκεια των 50 τελευταίων χρόνων εξαιτίας έντονων αγροτικών δραστηριοτήτων στις πλησίον περιοχές, ενώ η κατασκευή του φράγματος του Πηνιού στα τέλη του 60’ προκάλεσε σημαντικές προσχωματικές καταστροφές. Η μοντελοποίηση των φυσικών και οικολογικών διεργασιών στο Κοτύχι θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πολή σημαντικό διαχειριστικό εργαλείο στα χέρια των ερευνητών που επιθυμούν να προτείνουν λύσεις σε οικολογικά προβλήματα παρόμοιας φύσης. Πρωταρχικός σκοπός της παρούσας διπλωματικής είναι να στήσει ένα αξιόπιστο υδροδυναμικό μοντέλο μέσα από την επιτυχημένη βαθμονόμηση και επιβεβαίωσή του. Αυτό το μοντέλο θα αποτελέσει τη βάση για προσομοιώσεις της διάχυσης της αλατότητας και της θερμοκρασίας, οι οποίες ομοίως θα λάβουν χώρα. Η βαθμονόμηση του μοντέλου πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια των μετρήσεων τριών μόνιμων σταθμών παρατήρησης (της ΤΕΔΚ Αχαΐας), οι οποίες φιλτραρίστηκαν κατάλληλα. Οι δύο σταθμοί βρίσκονταν στο εσωτερικό της λ/θ και ο τρίτος στο εσοδευτικό στόμιό της. Μετά από την επιτυχή βαθμονόμηση, τα αποτελέσματα του μοντέλου βρίσκονται σε πολύ καλή συμφωνία με τις χωρικές κατανομές που κατασκευάστηκαν με δειγματοληψία πεδίου προηγούμενων ημερών. Έπειτα, μετεωρολογικά και υδροδυναμικά δεδομένα ποικίλων θερινών και χειμερινών περιόδων χρησιμοποιήθηκαν για την πρόβλεψη των υδροδυναμικών και θερμοαλατικών συνθηκών στη λιμνοθάλασσα. Μια εκτεταμένη μελέτη του θερμικού ισοζυγίου μεταξύ νερού και ατμόσφαιρας επίσης έλαβε χώρα με αποτελέσματα που συμφωνούν με τις υπαίθριες μετρήσεις. / Two dimensional modeling methods are applied to simulate the water transport, temperature and salinity in Kotychi Lagoon, Western Peloponnese, Greece. Kotychi is a very shallow lagoon (average depth 40 cm) that is used as a natural fish farm since centuries. It is a biotope of great ecological and financial importance and is protected by the Ramsar International Convention. Unfortunately, it has been severely degraded and transformed during the past 50 years due to agricultural activities in the surrounding areas and watercourse alteration after the construction of Pinios river dam in the late 60’s. Modeling of physical and ecological processes in Kotychi lagoon could be a great managerial tool for researchers who wish to propose solutions at such ecological problems. The main purpose of the present study is to set up a reliable hydrodynamic model, by successfully calibrating and validating it. This model will be the base for simulations of the temperature and salinity dispersions which will also be carried out.The calibration of the model has been performed against the filtered measurements of three tide gauges, two of them located inside the Lagoon and one at its mouth. After calibration, model output shows a very good agreement with a set of data referring to a period of average winds and with spatial distributions created by field measurements at particular days. Meteorological and hydrological data are then used to set up a week long simulations that model the temperature and salinity of various winter and summer periods. An extended study of the water-air heat exchange of the lagoon has also been carried out with success.
65

Ανάπτυξη στοχαστικών μοντέλων για την εξομοίωση της διάσπασης αερίων διακένων σε συνάρτηση με πειραματικές μετρήσεις στο Εργαστήριο Υψηλών Τάσεων. / Development of stochastic models for the simulation of breakdown of gaseous dielectrics in association with experimental measurements.

Χαραλαμπάκος, Βασίλης 25 June 2007 (has links)
Στην παρούσα Διδακτορική Διατριβή παρουσιάζονται τρíα νέα στοχαστικά μοντέλα, τα οποία αναπτύχθηκαν με σκοπό την εξομοίωση της διάδοσης των streamers και των leaders, και της επακόλουθης ηλεκτρικής διάσπασης σε διάκενα αέρα μεγαλύτερα από 5cm υπό ατμοσφαιρική πίεση. Η εξομοίωση της διαδικασίας διάσπασης με την χρήση των στοχαστικών μοντέλων, οδήγησε στην εξαγωγή αποτελεσμάτων που αφορούσαν την τάση διάσπασης U50 καθώς και την τυπική απόκλιση σ, όταν τα διάκενα καταπονούνται από συνεχείς και κρουστικές (1,2/50μsec) τάσεις, θετικής πολικότητας. Εξήχθησαν επίσης αποτελέσματα που αφορούσαν τη μέση και στιγμιαία ταχύτητα διάδοσης των streamers μέσα σε διάκενα αέρα μήκους έως 20cm. / At the present PhD Thesis three new stochastic fractal models were introduced. The stochastic models were developed in order to simulate the propagation of streamers and leaders in air gaps, in a wide range of gap distances, under the application of DC and impulse (1,2/50μsec) voltage of positive polarity. Various results, concerning breakdown voltage U50 and standard deviation σ, were obtained. Results concerning mean and instantaneous propagation velocity of streamers (only for gaps up to 20cm), were also obtained.
66

Μελέτη γλωσσολογικών μοντέλων για αναγνώριση συναισθημάτων ομιλητή

Αποστολόπουλος, Γεώργιος 07 June 2010 (has links)
Με τη συνεχώς αυξανόμενη παρουσία αυτόματων συστημάτων στην καθημερινότητά μας, εισέρχεται και το βάρος της αλληλεπίδρασης με αυτά τα συστήματα εξαιτίας της έλλειψης συναισθηματικής νοημοσύνης από την πλευρά των μηχανών [1]. Η συναισθηματική πληροφορία που μεταδίδεται μέσω της ανθρώπινης ομιλίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα στις ανθρώπινες επικοινωνίες και αλληλεπιδράσεις. Όταν οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν με μηχανές ή υπολογιστικά συστήματα υπάρχει ένα κενό μεταξύ της πληροφορίας που μεταδίδεται και αυτής που γίνεται αντιληπτή. Η εργασία αυτή επικεντρώνεται στον τρόπο με τον οποίο ένα υπολογιστικό σύστημα μπορεί να αντιληφθεί την συναισθηματική πληροφορία που υποβόσκει στην ανθρώπινη ομιλία χρησιμοποιώντας την πληροφορία που βρίσκεται στα διάφορα γλωσσολογικά μοντέλα. Γίνεται μελέτη ενός συστήματος αναγνώρισης της συναισθηματικής κατάστασης του ομιλητή, και πιο συγκεκριμένα επικεντρωνόμαστε στην επεξεργασία ομιλίας και την εξαγωγή των κατάλληλων παραμέτρων, οι οποίες θα μπορέσουν να χαρακτηρίσουν μονοσήμαντα κάθε συναισθηματική κατάσταση. Κάνουμε επεξεργασία οπτικοακουστικού υλικού χρησιμοποιώντας διάφορα εργαλεία λογισμικού με σκοπό να αντλήσουμε αξιόπιστη γλωσσολογική πληροφορία, η οποία να είναι αντιπροσωπευτική των διαφόρων συναισθημάτων που εξετάζουμε. Συνδυάζοντας τη γλωσσολογική με την ακουστική πληροφορία καταλήγουμε σε ένα ολοκληρωμένο μοντέλο αναγνώρισης συναισθημάτων. Τα αποτελέσματά μας υποδεικνύουν το ποσοστό κατά το οποίο τα εξαγόμενα γλωσσολογικά μοντέλα μπορούν να μας προσφέρουν αξιόπιστη αναγνώριση συναισθημάτων ενός ομιλητή. / Along with the constantly increasing presence of automatic systems in our everyday lives, there comes the problem of interaction with thesse sytems because of the lack of artificial intelligence from the systems themselves. Emotion information transcripted through human language is an important factor of human interactions and conversations. When people interact with computer systems though, there is a gap between the information sent and the information perceived. This diploma thesis focuses on the way a computer system can perceive the information of emotions that underlies in human speech, by using the information found in linguistic models. We study a recognition system for the emotional state of the speaker himself and specifically we focus on the speech recognition and its parameters, which could uniquely identify every emotional state. We edit some video samples using the appropriate software in order to draw credible linguistic information, which is representative of the examined emotions. By combining the linguistic information with the aural information, we can reach a state where we can have a complete speech recognition system. The results of our work present the percentage at which these models can provide acceptable emotional recognition of a speaker.
67

Μελέτη και πειραματικές μετρήσεις μοντέλων ηλεκτρομαγνητικής διάδοσης σε συστήματα ασύρματης επικοινωνίας

Μανιάτη, Ιωάννα 20 September 2010 (has links)
Η ερευνητική εργασία που ακολουθεί, έχει σαν στόχο, σε πρώτο επίπεδο, να μελετήσει τα διάφορα μοντέλα ηλεκτρομαγνητικής διάδοσης και σε δεύτερο πλάνο, να δωθεί μία εικόνα σχετικά με τις επιπτώσεις της μη ιονίζουσας ακτινοβολίας, που εκπέμπεται από κεραίες και ασύρματα δίκτυα, στον άνθρωπο και στον περιβάλλοντα χώρο. Στα πρώτα κεφάλαια γίνεται μία θεωρητική αναφορά στις βασικές έννοιες της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας και στους μηχανισμούς διάδοσης της, αλλά και στις επιπτώσεις της ακτινοβολίας αυτής στον άνθρωπο. Ακολουθεί, εκτενής παρουσίαση των πιο σημαντικών θεωρητικών μοντέλων διάδοσης ραδιοσήματος εξωτερικών και εσωτερικών χώρων αντίστοιχα. Στη συνέχεια, δίνεται λεπτομερής περιγραφή των πεδιομέτρων που χρησιμοποιήθηκαν για την καταγραφή των μετρήσεων σε διάφορες περιοχές ενδιαφέροντος. Στο τελευταίο κεφάλαιο, γίνεται παρουσίαση των μετρήσεων με συγκριτικά διαγράμματα καθώς και αναφορά για το κατά πόσο οι μετρήσεις βρίσκονται εντός των ορίων ασφαλείας που τίθενται από διεθνείς οργανισμούς. / In the present work, were studied the models of the radio signal distribution at open and close area and the consequences of the non-ionized radiation, which emits from a wide variety of wirelesses systems, on human body. Initially, the basic significances of the electromagnetic radiation, the Maxwell’s equations and the mechanics of RF distribution, were shortly presented. Further emphasis at the models of the radio signal distribution, at open and close area, was given. The consequences of the electromagnetic radiation concerning basic factors of thermal and no-thermal effect were presented. An additional report of the RF safety limits, according to various international organizations, was given. For the experimental process, we used the Narda Broadband Field meter, which recorded all the frequencies of the electromagnetic spectrum and a laptop with a suitable software (NETSTUMBLER 0.40), which allows the operator of the laptop to know the exact received power coming from the specific router of the WLAN, excluding all other signals even if they belong to the same frequency of 2.4 GHz. The comparison of the experimental measurements with the theoretical, reveals the potential of each theoretical model. Furthermore, we came to the conclusion that the experiments are in the limits of RF safety.
68

Χρονικός προγραμματισμός εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με χρήση ακέραιου προγραμματισμού και τεχνικών δυναμικής δημιουργίας μεταβλητών

Παπουτσής, Κωνσταντίνος Χ. 15 July 2010 (has links)
- / -
69

Η Επιτροπή της Βασιλείας και ο κίνδυνος της αγοράς

Δελλής, Μάριος - Αλέξανδρος 29 July 2011 (has links)
Στην εργασία αυτή προσεγγίζεται μια μέθοδος ιδιαίτερα γνωστή στον χρηματοπιστωτικό τομέα, με την οποία γίνεται αποτίμηση της αξίας σε κίνδυνο, Value at Risk, που είναι εκτεθειμένες μετοχές και χαρτοφυλάκιο, σύμφωνα με την συσχέτιση των αποδόσεων των περουσιακών τους στοιχείων, αλλά και το συστηματικό κίνδυνο αυτών σε σχέση με τις γενικές τάσεις της αγοράς. Χρησιμοποιώντας τις αποδόσεις 3 μετοχών, αλλά και ενός χαρτοφυλακίου μετοχών απο το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, ο βασικός στόχος της παρούσας διατριβής είναι να γίνει μια συγκρτική ανάλυση της αξίας σε κίνδυνο (VaR) για έναν επενδυτή με θέση αγοράς σε διάφορα επίπεδα εμπιστοσύνης και για δύο υποδείγματα δεσμευμένης ετεροσκεδαστικότητας (GARCH και E-GARCH). Για αυτή την συγκριτική ανάλυση, χρησιμοποιείται μια μεθοδολογία για τον έλεγχο των αποτελεσμάτων των παραπάνω υποδειγμάτων, γνωστή ως έλεγχος Kupiec. / In this Theses, we present an application well-known in the financial sector, Value at Risk, with which we measure the risk of stocks and portofolios. Using the returns of 3 stocks and a portofolio from the Greek Stock Exchange Market, the basic goal of the present theses is to make a comparative analysis of the value at risk for an investor with long rading position in various confidence levels and for two generalized autoregressive conditional heteroskedasticity models (GARCH and E-GARCH). For this comparative analysis, a methodology is used to backtest the results of the GARCH models, known as Kupiec Test.
70

Δίκτυα μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Παπατσώρης, Ιωάννης Α. 26 August 2010 (has links)
- / -

Page generated in 0.0182 seconds